The Giallina Gallery – An Unfulfilled Debt

By Megakles Rogakos, MA MA PhD

The Giallina Mansion, within the old city of Corfu, was originally the residence of the noble Quartano family. The painter Angelos Giallina bought the building from the above family in 1885. The name Giallina belongs to an old Corfiot noble family that came to Corfu from Crete during the Venetian occupation. The building was built gradually and its final form emerged during the period of the English protectorate, according to the 1840 plans by Ioannis Chronis (1800-1879), which are in the archives of the Corfu Reading Society. Angelos Giallina (1857-1939), is the first and most important painter who highlighted the genre of watercolour and excelled with it in international exhibitions. The non-profit foundation “Angelos Giallina Gallery” was established by the last descendant of the family, Stamos Giallina, the painter’s son, in 1993. The purpose of the foundation is the promotion and study of the painter’s work by creating a permanent exhibition on his property, the dissemination of Greek art and the organising of artistic events and competitions.

The Giallina Mansion is located at number 12 Kapodistriou Street. This street is essentially the front of the city towards the well-known Esplanade and the Old Fortress. Specifically, it is located on the southwest side of the square, in the immediate vicinity of other buildings of great cultural importance, such as the Maitland Monument on the southern Espianade, the Grimani Barracks (no. 1), the current rectorate of the Ionian University, the Flamburiari Mansion (no. 4), now Cavalieri Hotel, the Petretini Mansion (no. 10), the Corfu Conservatory (no. 16), the Cantoni Mansion (no. 36), the Corfu Reading Society (no. 120), the Ventura Mansion (no. 121), the Capodistria Mansion (no. 122) and the Palatianos Mansion (no. 124). The Giallina Mansion has a central entrance on the eastern side, facing the Espanade. It follows the type of mansion with a porch and a balcony on the first floor. Like most buildings in the city, it has undergone many conversions and additions according to the needs of the owners. It is a sample of a grand upper-class house, in which morphological elements typical of Corfiot architecture can be clearly distinguished, making it an important monument in the history of the town. The building is located on a plot of 800 m², of which 500 m² are covered. A landscaped courtyard at the front and two smaller open spaces at the back of the building complete the plot. On the façade of the building the dominant element is the porch with six stone pillars that support small domes. On the balcony above the porch on the first floor there is an elaborate cast iron perimeter railing. On the balcony on the second floor there is also a perimeter railing, which is a later addition. All façade openings have ashlar surrounds, while above the first-floor balcony doors have relief lintels. In the sitting room of the first floor, an entire ceiling painting is preserved, probably by the painter Spyros Skarvelis.

In 1996, the Giallina Mansion was declared a historical preserved monument by the Ministry of Culture, as it is a typical example of a grand house of Corfu. In 2013, a Restoration & Reuse Study of the Giallina Mansion was submitted by the architects Marilena Koskina, Stamos Vergis, Maximos Koulouris, Ari Efthymiadis and Danae Koulouris. Since then, the Giallina Gallery has been waiting to become a centre of culture and knowledge and, at the same time, a pole of attraction and recreation for the locals and visitors to the island. People are still patiently waiting for the Mansion to acquire its status and function as an Art Gallery. Although it has been included in the Corporate Agreement for the Development Framework by the Structural and Investment Funds of the European Union, the project has been frozen. Given that the entire Old Town of Corfu is a UNESCO World Heritage Site and that the Espianade is ranked 27th on the list of the largest squares in the world, this particular building should have a better fate and be the jewel in the crown of the Ionian!

[TRANSLATION OF THE ABOVE]

Η Πινακοθήκη Γιαλλινά – Ένα Ανεκπλήρωτο Χρέος

Του Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD

Το Αρχοντικό Γιαλλινά, εντός της παλαιάς πόλης Κερκύρας, απετέλεσε αρχικά κατοικία της ευγενούς οικογενείας Κουαρτάνο. Ο ζωγράφος Άγγελος Γιαλλινάς αγόρασε το κτίριο από την ανωτέρω οικογένεια το 1885. Το όνομα Γιαλλινά ανήκει σε παλαιά κερκυραϊκή οικογένεια ευγενών που ήλθε στην Κέρκυρα από την Κρήτη κατά τη Βενετοκρατία. Το κτίριο κατασκευάστηκε σταδιακώς και η τελική μορφή του προέκυψε την περίοδο της αγγλικής προστασίας, σύμφωνα με τα σχέδια του 1840 από τον Ιωάννη Χρόνη (1800-1879), που βρίσκονται στο αρχείο της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας. Ο πατέρας του τελευταίου απογόνου της οικογενείας, Στάμου, Άγγελος Γιαλλινάς (1857-1939), είναι ο πρώτος και σπουδαιότερος καλλιτέχνης που ανέδειξε το είδος της υδατογραφίας και διέπρεψε με αυτό σε διεθνείς εκθέσεις. Το κοινοφελές ίδρυμα «Πινακοθήκη Αγγέλου Γιαλλινά» συστήθηκε από τον Στάμο Γιαλλινά, υιό του ζωγράφου, το 1993. Ο σκοπός του ιδρύματος είναι η προβολή και μελέτη του έργου του ζωγράφου με τη δημιουργία μόνιμης έκθεσης στο ακίνητο ιδιοκτησίας του, η διάδοση της ελληνικής τέχνης και η διοργάνωση καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και διαγωνισμών.

Το Αρχοντικό Γιαλλινά βρίσκεται επί της οδού Καποδιστρίου στον αριθμό 12. Η εν λόγω οδός αποτελεί ουσιαστικά το μέτωπο της πόλης προς τη γνωστή πλατεία Σπιανάδα και το Παλαιό Φρούριο. Συγκεκριμένα, βρίσκεται στη νοτιοδυτική πλευρά της πλατείας, σε άμεση γειτνίαση με άλλα κτήρια μεγάλης πολιτστικής σημασίας, όπως τα Μνημείο Μαίτλαντ στη νότια Σπιανάδα, Στρατώνες Γκριμάνι (αρ. 1), νυν πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου, το Μέγαρο Φλαμπουριάρη (αρ. 4), νυν Ξενοδοχείο Καβαλιέρι, Μέγαρο Πετρετίνι (αρ. 10), Ωδείο Κερκύρας (αρ. 16), Μέγαρο Καντώνη (αρ. 36), Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας (αρ. 120), Μέγαρο Βεντούρα (αρ. 121), Μέγαρο Καποδίστρια (αρ. 122) και το Μέγαρο Παλατιανού (αρ. 124). Έχει κεντρική είσοδο στην ανατολική όψη, στραμμένη προς τη Σπιανάδα. Ακολουθεί τον τύπο αρχοντικού με προστώο και εξώστη στον πρώτο όροφο. Όπως το περισσότερα κτίρια της πόλης, έχει υποστεί πολλές μετατροπές και προσθήκες σύμφωνα με τις ανάγκες των εκάστοτε ιδιοκτητών. Πρόκειται για ένα δείγμα μεγαλοαστικής οικίας, στην οποία διακρίνονται ευκρινώς μορφολογικά στοιχεία  τυπικά της κερκυραϊκής αρχιτεκτονικής, καθιστώντας το σημαντικό μνημείο στην ιστορία της πόλης. Το κτίριο βρίσκεται σε οικόπεδο εμβαδού 800 μ², από τα οποία είναι καλυμμένα τα 500 μ². Μία διαμορφωμένη αυλή στην εμπρόσθια πλευρά και δύο μικρότεροι υπαίθριοι χώροι στην όπισθεν πλευρά του κτιρίου συμπληρώνουν το οικόπεδο. Στην πρόσοψη του κτιρίου κυρίαρχο στοιχείο είναι το προστώο με τα έξι λίθινα υποστηλώματα που υποστηρίζουν μικρούς θόλους. Στον εξώστη, επάνω από το προστώο στον πρώτο όροφο, υπάρχει περιμετρικά περίτεχνο κιγκλίδωμα από χυτοσίδηρο. Στον εξώστη που διαμορφώνεται στον δεύτερο όροφο υπάρχει επίσης περιμετρικό κιγκλίδωμα, το οποίο είναι μεταγενέστερο. Όλα τα ανοίγματα στην πρόσοψη έχουν περιμετρικά περιθυρώματα από πωρόλιθο, ενώ επάνω από τις μπαλκονόπορτες του πρώτου ορόφου υπάρχουν ανάγλυφα υπέρθυρα. Στο καθιστικό του πρώτου ορόφου διατηρείται ολόκληρη οροφογραφία, πιθανόν του ζωγράφου Σπύρου Σκαρβέλη. Το 1996, το Αρχοντικό Γιαλλινά κηρύχθηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο του Υπουργείου Πολιτισμού, καθώς αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα μεγαλοαστικής οικίας της Κερκύρας. Το 2013 υποβλήθηκε Μελέτη Αποκατάστασης & Επανάχρησης του Αρχοντικού Γιαλλινά από τους αρχιτέκτονες Μαριλένα Κοσκινά, Στάμο Βέργη, Μάξιμο Κουλούρη, Άρη Ευθυμιάδη και Δανάη Κουλούρη. Από τότε η Πινακοθήκη Γιαλλινά εκκρεμεί να γίνει φορέας πολιτισμού και γνώσης και, ταυτοχρόνως, πόλος έλξης και αναψυχής των εντοπίων και των επισκεπτών του νησιού. Ακόμη ο κόσμος αναμένει υπομονετικά την αποκτατάστασή του Αρχοντικού και τη λειτουργία του ως Πινακοθήκης. Παρότι έχει ενταχθεί στο Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης από τα Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το έργο έχει παγώσει. Δεδομένου ότι όλη η παλαιά πόλη Κερκύρας αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO και ότι η Σπιανάδα κατατάσσεται στην 27η θέση της λίστας με τις μεγαλύτερες πλατείες του κόσμου, το συγκεκριμένο κτίριο θα έπρεπε να τύχει καλύτερης μοίρας και να είναι τιμή και καμάρι του Ιονίου!

1. Diagonal view of the Giallina Mansion, 2023. Courtesy of the Corfu Heritage Foundation, Corfu.
1. Διαγώνια όψη του Αρχοντικού Γιαλλινά, 2023. Παραχώρηση του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κέρκυρα.

2. Frontal view of the Giallina Mansion, 2023. Courtesy of the Corfu Heritage Foundation, Corfu.
2. Εμπρόσθια όψη του Αρχοντικού Γιαλλινά, 2023. Παραχώρηση του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κέρκυρα.
3. Ioannis Chronis (1800-1879). Façade of the Quartano Mansion, 1840. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.
3. Ιωάννης Χρόνης (1800-1879). Πρόσοψη του Μεγάρου Κουαρτάνο, 1840. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας, Κέρκυρα.
4. “Restoration & Reuse Study of the Giallina Mansion”, submitted by the architects Marilena Koskina, Stamos Vergis, Maximos Koulouris, Ari Efthymiadis and Danae Koulouris in 1996. Courtesy of the Angelos Giallina Gallery, Corfu.
4. «Μελέτη Αποκατάστασης & Επανάχρησης του Αρχοντικού Γιαλλινά» από τους αρχιτέκτονες Μαριλένα Κοσκινά, Στάμο Βέργη, Μάξιμο Κουλούρη, Άρη Ευθυμιάδη και Δανάη Κουλούρη. Παραχώρηση της Πινακοθήκης Αγγέλου Γιαλλινά, Κέρκυρα.
5. Restoration study of the façade of the Giallina Mansion by the architects Marilena Koskina, Stamos Vergis, Maximos Koulouris, Ari Efthymiadis and Danae Koulouris, 1996. Courtesy of the Angelos Giallina Gallery, Corfu.
5. Μελέτη αποκατάστασης της πρόσοψης του Μεγάρου Γιαλλινά από τους αρχιτέκτονες Μαριλένα Κοσκινά, Στάμο Βέργη, Μάξιμο Κουλούρη, Άρη Ευθυμιάδη και Δανάη Κουλούρη, 1996. Παραχώρηση της Πινακοθήκης Αγγέλου Γιαλλινά, Κέρκυρα.

“Your most obedient servant and friend Earl of Guilford”

1824 – 200th Anniversary of the Ionian Academy

Tribute to Frederick North, Earl of Guilford

Edited by Megakles Rogakos, MA MA PhD

[FOR GREEK TEXT SEE BELOW]

Of gratitude to Guilford and a wish for the future of the Ionian University

Arguably, Guilford was the greatest philhellene of all time. He was obsessed with Hellas and aimed to found the Ionian Academy in Ithaca, the birthplace of his idol, Odysseus.

More importantly, however, he reminded the academic world of the Hellenicity of its origins, ideals and language. The greatest legacy of Guilford, however, was to reinstate a generous understanding of what it is to be a Hellene.

He was a dedicated follower of the famed dictum in Isocrates’ Panegyricus, “the name Hellenes suggests no longer a race but an intelligence, and the title Hellenes is applied rather to those who share our culture than to those who share a common blood” [Isocrates, Panegyricus 4.50]. So, by embracing the Ionian islands and caring for education there, Guilford was being true to his own calling as a man who could rightfully claim the title of Hellene.

What is more, showcasing the work of Guilford is one of the finest means to build cultural bridges between  Greece and England. That is why the 200th anniversary of the Ionian Academy is a golden opportunity to celebrate Anglo-Hellenic relations. This has been the main mission of both Lord Jacob Rothschild (1936-2024) and Count Spiro Flamburiari (1930-2023), both of them Hellenes in the broadest and loftiest sense. These two most honourable late gentlemen are the closest cultural heirs of Guilford, and – following their recent passing – are both already sorely missed. We are deeply grateful to them both for being outstanding examples of Hellenic virtue, as was Guilford himself.

Given this significant anniversary, one of the many ways in which we can honour Guilford is to send a message of hope and encouragement to the Ionian University. We would like to wish it longevity and success in charting its future as a competitive, extrovert and innovative place of learning that inspires young people and meets their ever-evolving needs. That is in keeping with Guilford’s Hellenic ideal and vision.

Megakles Rogakos, MA MA PhD

Art Historian and Editor-in-Chief of the present volume

§

Frederick North, the 5th Earl of Guilford

It is always a great pleasure for any British Ambassador to Greece to find an occasion to be associated with an event, a personality or a place linked to the island of Corfu.

Corfu enjoys many strong historical and cultural connections with the wider Greek-British relationship and is of course also associated with carefree days of relaxation and enjoyment of life and of artistic and intellectual creativity for many of my compatriots, through the ages.

If one were to single out a particular figure who – because of his love of Corfu, his love of Greece and his immense contribution in laying one of the biggest foundation stones of our relationship – came to embody the British connection with Corfu, then surely, Frederick North, the 5th Earl of Guilford, would be the obvious choice.

Son of the Second Earl of Guilford who, as Lord North, was Prime Minister at the time of King George III, Guilford started his acquaintance with Greece from Corfu, in 1791.

From there, he travelled extensively in Greece and his interest and affection for all things Greek were demonstrated by his secret conversion to the Orthodox faith, when he was only 25 years old.  This made Guilford the first and perhaps still one of the few Orthodox Christians ever to sit in the British Parliament.

I won’t go into the well-known details of Guilford’s distinguished career as Governor of the island of Ceylon (present day Sri Lanka) and his later appointment as Director of Education for the Ionian Islands.  But, it was this last posting that, coupled with Guilford’s interest in the classics and letters more widely, led to his life’s great achievement, the founding of the Ionian Academy, the first university to be established on Greek soil, two hundred years ago, in 1824.

His past as member and later President of the Philomuse Society in Athens, his passionate interest in the ancient Greek world and, of course, his generosity (he bequeathed the Academy’s library 10,000 volumes from his personal collection) were the bases for the success of the undertaking.

To be sure, there were at those times, in the years before the outbreak of the Greek Revolution of 1821, a number of institutions of learning, one could say “colleges”, in the Ottoman Empire, on Chios, Kydonies, Smyrna and elsewhere.  But the Ionian Academy was the first and only proper university in the Greek-speaking world, until the establishment of the University of Athens, in 1837.  Guilford had every right to be proud of his creation and he even designed himself the costume he wore on the opening ceremony, a costume apparently combining both ancient Greek and contemporary elements.

When, today, we diplomats and our academic partners in Greece and the UK are talking about the paramount importance of education in the bilateral relationship, the successes of co-operation between Greek and UK Universities, scholarships, alumni networks and all the links that bind and strengthen us, we should always spare a moment to think about the dedicated idealist who started it all.

Closing this short note of gratitude, I will quote Professor Richard Clogg who wrote a paper on the subject in 2016 and refers to Frederick North, the 5th Earl of Guilford as “a man whose philhellenic sentiments and educational endeavours led to his making more of a contribution to the future development of Greece than many of the other philhellenes.  He was an eccentric individual admittedly… but his attachment to everything Greek…[does], I think, merit calling him the philhellene’s philhellene.”

Matthew Lodge

HM Ambassador to Greece

§

Guilford, Founder of the Ionian Academy in 1824

It is good that his admirers on Corfu are paying tribute to the 5th Earl of Guilford, founder and ornament of the Ionian Academy, because although his contribution to the history of arts and letters in the Ionian Islands does not match that of the greater Ionian poets, he certainly did add to the pleasure and entertainment of many Corfiots and others, not just for his devotion to Greece and to the poetry of the ancient world, but for his unmistakable style of clothing including his headdresses and variety of hats. I suppose he takes his place as one of the most memorable eccentrics of his time. It is good that he is remembered to this day in the island, which he adorned not only by his dress but also with his books and his literary excursions. We remember him with a wry smile, but also with respect for what he achieved.

Sir Michael Llewellyn-Smith, KCVO CMG

British Ambassador to Greece (1996-1999)

§

Tribute to Guilford

Anglo-Hellenism has a long history and most of us, who occupy ourselves with the relations between Brits and Greeks, have our favourite characters in it. Mine come in different guises. They start with ecclesiastics, such as St Theodore of Tarsus, who arrived in Canterbury in 669AD as the first and so far only Greek head of the Church in England. Then, in the seventeenth century, we have Patriarch Cyril Loukaris of Alexandria and Archbishop Abbot of Canterbury, who agreed that Greek students could study theology in Oxford (education is a recurrent theme in Anglo-Hellenism). Later in the same century, Archbishop Georgirenes of Samos founded the first Greek church in London and set up a short-lived Greek College in Oxford. Across denominational lines, churchmen threw ropes to build bridges. They continue to do so. In our own time, the example of the late Bishop Kallistos Ware burns brightly.

The intellectuals are also central to this story. Capetanakis, Finlay, Gordon, Leake, Runciman, Stangos, Sherrard: there are many distinguished names to reckon with. And the creative writers too have played a hugely important part: Byron, Shelley and Kalvos in the nineteenth century; Durrell, Leigh Fermor, Valaoritis in the twentieth. In the revolutionary war, the bicentenary of which we continue to celebrate, the Philhellenes, of course, took to the field, as warriors, agitators, liberal idealists. Think of Church, Hastings, Byron (again), Stanhope, Trelawney. And for two centuries now, politicians in each country have taken inspiration from the other and driven our mutual interests: Canning, Mavrokordatos, Gladstone, Tricoupis père and Tricoupis fils, Venizelos, Lloyd George, Churchill. There have been significant diplomats too: Gennadius above all, but also, I think, Leeper, Seferiadis. Add to this gallery the leaders of Anglo-Hellenic businesses (those famous families whose most enterprising sons and daughters are illustriously buried at West Norwood in London), and, in our own time, artists and designers like Craxton, Issigonis, Kokosalaki, Takis.

Many great names, providing much food for thought. There is no single thread that joins them all, except for Anglo-Hellenism itself. But there is one notably vibrant strand: eccentricity. Anglo-Hellenism has often been an eccentric pursuit and some of its leading exponents could well be considered eccentrics. One man in particular stands out both for the depth of his Philhellenism and for the sheer ebullience of his eccentricity. He is Frederick North, the 5th Earl of Guilford (1766-1827). I am much indebted to a hetherto unpublished lecture about him given by Richard Clogg in 2016 at the Ionian University with the characteristic title “The Philhellene’s Philhellene”.

It was, indeed, as an eccentric that Guilford first came to my attention, many years ago. Here, I learned, was a man who, during the British Protectorate of the Ionian Islands, consumed a good part of his fortune to live on Corfu like a Platonic philosopher, dressed in what he took to be the robes of a 5th-century Athenian (on Guilford’s eccentric sense of dress, see Jonathan C. Cooper, ‘The Academical Dress of the Ionian Academy, 1824-1864’, Transactions of the Burgon Society, 14, 2014: 35-47). Contemporaries like the tough and dour High Commissioner, Tom Maitland, did not take him quite seriously. And yet, two hundred years later, we are now celebrating the anniversary of the Ionian Academy, which Guilford founded. Seriousness of purpose shines out through the eccentric reputation.

In some ways Guilford was hardly a Philhellene at all by contemporary standards: apart from some help raising funds, he kept out of the independence struggle and never saw military or humanitarian action in it. But he has, I think, a credible claim to being the most complete of all the Philhellenes of his age, perhaps even more so than Byron. Like many young men of his class and era, he had studied the Classics deeply and fell in love with Greece, ancient and modern, when extending his Grand Tour to the Ionian Islands and mainland Greece (1791-1792; he was in Greece again in 1810). Perhaps he acted impulsively, perhaps he arrived with a firm mission in mind; at any rate, on that first tour he was received by baptism into the Orthodox Church, and he appears to have kept the Orthodox faith to the end of his life (the evidence is reviewed in Kallistos Ware, “The 5th Earl of Guilford and his Secret Conversion to the Orthodox Church”, published for the Ecclesiastical History Society by Basil Blackwell, Oxford 1976. He also set about learning modern Greek proficiently. After serving as Governor of Ceylon (1798-1805) and inheriting the family title and wealth (in 1817), Guilford returned to the Ionian Islands, now under the British Protectorate, and conceived his great project: to found a university for Greeks.

This too may have seemed like an eccentric or even quixotic enterprise. But as recent scholars have shown, Guilford undertook it with thorough professionalism and administrative skill (see, e.g., George-Patrick Henderson, The Ionian Academy, Edinburgh, UK: Scottish Academic Press, 1988, especially chapters 2-5; Helen Angelomatis-Tsougarakis, The Ionian Academy: The Chronicle of the Founding of the First Greek University – 1811-1824, Athens, GR: Mikros Romios, 1997, especially chapters 14-16; Eric Glasgow, “Lord Guilford and the Ionian Academy”, Library History 18.2, July 2002: 140-143). He wanted to create a seat of genuinely up-to-date European learning, drawing on the best European models; and he knew that a condition of its success was the creation too of a suitable system of pre-university education on the islands. He wanted teaching in his university to be, as far as possible, in Greek. Like his contemporary Byron, Guilford was wealthy and he invested his own fortune heavily in the project.

Had he lived longer, the Ionian Academy may well have had more than local significance. Posterity, however, was not so kind. In 1864, the Hellenic Kingdom – with its centralising tendencies and weak finances – decided it could not afford universities both in Athens and on Corfu. Thus the Ionian Academy ended then. But it is testimony to the persistent Greek love of learning and to the spark that Guilford kindled that the Ionian University should be refounded on Corfu in 1984.

Few can doubt that higher education is one of the strengths of today’s British-Greek relationship, with many Greeks studying and working in British universities, and many Brits, like Guilford over two hundred years ago, studying Greece across the ages. I hope that the bicentenary of Guilford’s original foundation will offer further possibility for reflecting on and strengthening Anglo-Hellenic educational interests. And I salute this initiative by the Corfu Heritage Foundation.

John Kittmer, PhD

Chair, Council of The Anglo-Hellenic League

British Ambassador to Greece (2013-2016)

§

Lord Guilford

Two centuries ago, the academic landscape of Greece was transformed by the creation of the Ionian Academy by Lord Guilford, born in 1766 to an illustrious lineage. Guilford’s life was shaped by rigorous education at Eton and Christ Church, Oxford. His travels through Greece inspired him and developed his profound affinity for Greek culture.

As the winds of change swept through Europe after the Congress of Vienna in 1815, with the British protectorate securing the Ionian islands, Lord Guilford’s vision of the Academy brought about a beacon of higher education, steeped in Greek intellectual traditions, yet forward-thinking in its approach. Initial plans to house the Academy in Ithaca gave way to Corfu, setting the stage for the establishment of this institution in 1824.

At the heart of the Academy’s curriculum stood the ancient Greek language and its culture, but in addition embraced the subjects of English literature, mathematics and botany, which representing a confluence of Greek heritage and modern thought. Drawing luminaries of the Greek academic world to its faculty, the Academy attracted no less than 150 students in its maiden year.

As we commemorate the 200th anniversary of the Academy, we celebrate not only an institution, but a legacy – one which married the classical with the contemporary world. Lord Guilford’s dream not only enriched the academic tapestry of the 19th century but continues to inspire us today.

On a personal note, I am particularly proud that Lord Guilford and I have a certain amount in common: we were both educated in the same colleges of Oxford. We have both received honorary degrees from Oxford University and have been members of the Society of Dilettanti, who share their passion for Greece and Rome. A hugely important factor in our lives has been our great love, for the beautiful island of Corfu. Lord Guilford’s unique contribution to academic life on the island will be cherished and shall be remembered forever.

Lord Jacob Rothschild

Chairman of the Rothschild Foundation

§

Ionian Academy

With the present album, we honour the 200th anniversary of the Ionian Academy, founded by Lord Frederick North, 5th Earl of Guilford, in 1824.

Now known as the Ionian University, this Academy was the first Greek-speaking academic institution of modern times. Guilford envisaged a Greek academy’s creation; which he was determinably to achieve in the Ionian Islands, a place that is as hard and rugged as it is soft and wonderful. This noble Englishman’s embrace of Hellenism, together with its religious Orthodoxy, enabled all his great achievements. And, thus, it was that there was established by him, in manifest and tangible form, the first great cultural bridge between Greece and the United Kingdom.

Guilford had also created a very extensive library comprising rare books and manuscripts that was considered outstanding, even during his own lifetime. His intention and stated wish was to house it in ‘his’ Ionian Academy, set within the soul of Ithaca, the homeland of Odysseus. Howsoever that it transpired that Guilford’s relatives dishonoured that dying wish as stated in his will. But fate was on his side, despite his heirs’ moral turpitude in dealing with his effects, in that these most precious books and manuscripts are preserved in the British Library. For fate decides certain things despite man’s follies. For indeed, had his library remained in its building in the Old Town of Corfu, it would have had suffered the same destruction by fire of Prosalenti’s legendary bust of Guilford, which, together with the building in which was housed, was completely destroyed by the German Luftwaffe’s incendiary terrorist bombing of Corfu, during that horrific night of its own “Guernica”, on the 13th of September 1943.

I am delighted that the Earl of Guilford’s portrait as well as the Degree awarded to him by the University of Oxford in 1819 – both together now adorn the entrance hall of the Ionian University’s Rectory. May this achievement, due to the collaboration of the Rothschild Foundation and the Corfu Heritage Foundation, in 2022, be an example to others and to us all.

This album shows us the necessary timelessness of educational values, which the Ionian University still holds high. Everyone contributing to this anniversary publication is a philhellene. In the past, philhellenes, like Guilford, were visionary protagonists who endeavoured to bring attention to Hellenic culture and to enable its dissemination. Today philhellenism is manifest throughout all the sciences – such archaeology, sociology, history, geometry and mathematics.

The Ionian University is ideally suited to serve its cause. We are most appreciative of all those noteworthy philhellenes of the past – and, now, those who continue in our own times – such as they who have contributed their essays in this noble academic memorialising context.

The 200-year history of the Ionian Academy is rich with advances and, alas, setbacks – such as war and the privations it brings in its malign wake. Yet, may this anniversary mark an ascending and advancing curve for the Ionian University – that all such may be for the benefit of its students, for those that are to follow and so onwards for the benefit of society as a whole, present and future.

Count Spiro Flamburiari

Chairman of the Corfu Heritage Foundation

§

Lord Guilford, the forgotten philhellene: How an eccentric British aristocrat founded the first university in modern Greece

By Alex Sakalis, MA

The distinguished writer on Greek affairs, C.M. Woodhouse, once wrote that the two most influential Hellenophiles in Europe were Lords Byron and Guilford. But while Byron, whose life exemplified the golden age of the romantic idealist and roving revolutionary, remains idolised in both Britain and Greece, Guilford has faded into obscurity. Yet Lord Guilford, the eccentric aristocrat who founded modern Greece’s first university, remains one of the most fascinating and elusive figures of the golden age, unlike anyone else of that era, a rogue among rogues.

Guilford was born Frederick North in 1766, the youngest of three sons of Lord North, who was Prime Minister between 1770 and 1782, during which time he notoriously ‘lost’ the American colonies. Like his father, the young Guilford attended Eton and Oxford after which he travelled aimlessly and took sinecure posts in Ceylon and Corsica. All this was meant to groom him for a political career like his father.

Instead, while on a visit to Greece, Guilford fell madly in love with the country, mastering the language and converting to Greek Orthodox Christianity, much to the displeasure of his family. He spent the rest of his life working for the cause of Greek emancipation through education, establishing in Corfu the first university in modern Greece, providing scholarships for Greek students to study abroad, and embellishing the university with thousands of valuable books from his personal library. During this time, he rubbed shoulders with iconic figures such as Lord Byron, Ali Pasha and Ioannis Kapodistrias, independent Greece’s first President. Largely disowned by his family back in England, he continued to devote his entire life and finances to helping the Greek people until his death, unmarried and childless in 1827.

Guilford first visited Greece in 1791, arriving in Corfu and spending the next two years travelling the country, most of which was under Ottoman rule at the time. He quickly fell in love with Greece, mastering the language and absorbing the history. In 1792, Guilford returned to Corfu where, at the age of 25, he converted to Greek Orthodox Christianity, causing him to be shunned by his family. Incidentally, he became the first Greek Orthodox Christian to sit in the British Parliament – he was MP for Banbury at the time – and perhaps the only one until the election of Bambos Charalambous as MP for Enfield Southgate in 2017. For political reasons the conversion was kept secret from everyone except his family and close friends – this was at a time when Catholics were banned from sitting in Parliament and having to deal with a Greek Orthodox MP would have been too much of a headache for the political establishment.

Although Guilford continued to travel extensively, including a stint as governor of Ceylon, his heart remained in Greece. In 1814, he became president of the Society of the Friends of the Muses in Athens, an organisation that brought together philhellenes and members of the Greek intelligentsia. His time in Athens, still under Ottoman rule, consolidated his desire to do something for the cause of Greek emancipation.

In 1815, he attended the Congress of Vienna where he met Ioannis Kapodistrias, the future President of Greece. They discussed founding an institute of higher education in the Ionian Islands, which had just become a British Protectorate. They reasoned that an autonomous, self-governing Greek university, with Greek professors and Greek students, would be an important step in the emancipation of the Greek people. Guilford was enraptured – he had finally found his calling.

By this time, he had inherited the title of Lord Guilford from his father and began to exploit all his connections to realise his mad project of building a university on Corfu. He convinced Lord Bathurst, Secretary of State for War and the Colonies, to appoint him director of education for the Ionian Islands. In 1824, the Ionian Academy opened its doors. Its professors numbered some of the finest Greek minds of the day, teaching subjects as diverse as mathematics, botany and English.

Perhaps in protest of Britain, where Catholics were forbidden from attending Oxford or Cambridge, Guilford made sure the Academy was open to any man of any faith. However, as in Britain, only men were eligible for admission. There was also a strict code of conduct that banned everything from drunkenness to “conduct unworthy of a gentleman”. Rulebreakers were confined to the island’s fort for up to a month. This was to be a place for serious academic study only.

Guilford nearly bankrupted himself by buying rare books to fill the Academy’s library, which had already been embellished with his own collection. At its peak, the library had 30,000 tomes, including “the most complete collection of modern Greek literature in the world”. He paid scholarships for promising Greek students to study abroad, with the expectation that they would return to teach at the Academy. He also financially supported many Greek students from the mainland who could not afford living expenses in Corfu.

Guilford died in 1827, unmarried and childless, having devoted his entire adult life to the cause of Greek emancipation through education. Unfortunately, this would be the beginning of the end for the Ionian Academy. His relatives in Britain fought over his will and managed to reclaim many of his books, decimating the library. Without Guilford’s patronage, the Academy struggled for funding and lost many of its most talented staff. After the union of the Ionian Islands with the Kingdom of Greece in 1864, the Ionian Academy was closed to support the newly established University of Athens. Corfu would be without an institute of higher education until 1984, when the Ionian University was created as the successor to the Academy.

Guilford was certainly eccentric. He dressed in ancient Greek robes like Plato and conversed in an archaic form of Greek with the locals in Corfu. He also insisted on a strict dress code for students at his university, which was based on ancient Greek robes, with different colours for the different tiers of students. On the other hand, he recognised the importance of education to Greek emancipation and was conscious of the need to establish strong, self-governing institutions in Greece in preparation for the country’s eventual independence.

Contemporaries undoubtedly saw the importance of Guilford to the Greek national revival and state-building process, as can be seen by the naming of prominent streets in Corfu and Athens after him. A statue of Guilford stands in a garden not far from today’s Ionian University. Despite this, Guilford has largely been forgotten in both Greece and Britain. Byron, the swashbuckling hero, womaniser and poet whose untimely death during the Siege of Missolonghi helped galvanise international support for the Greek War of Independence, fits easily into a narrative of romantic philhellenes giving their life for the noble cause of Greek emancipation.

By comparison, it is difficult to fit Guilford into this narrative. His eccentricity was ridiculed, rather than admired. He was not a self-publicist and his contributions were far less dramatic, though no less important. He had no great affairs, no military exploits, limited contact with key figures in Greece and abroad and largely confined his activities to the academic field. As a result, he was excluded from Greece’s post-independence meta-narrative and largely forgotten.

But as Greece celebrated 200 years of independence, there has been a reappraisal of Guilford, rescuing him from the margins of history and restoring his status as one of the most important philhellenes. The Ionian University has recently set up the Guilford Project to research and promote his legacy while plans are afoot to nominate him as Corfu’s “personality” in the centenary celebrations. Meanwhile, last year’s Corfu Literary Festival hosted an event celebrating Guilford and venerating him as a pioneer of Anglo-Hellenic friendship, a full century before the Durrells arrived. Of course, Guilford, being the modest man that he was, would find all this fuss over him a bit embarrassing. And yet it’s modest men like him who deserve to live long in the memory.

[Talk given at the Holy Trinity Anglican Church, 16 September 2021]

§

Frederick North (1766-1827), the 5th Earl of Guilford – The Philhellene’s Phillhellene

By Professor Richard Clogg

In 2021, the 200th anniversary of the outbreak of the Greek War of Independence has prompted the publication of numerous books and articles recording the feats of arms of the insurgents and those of the philhellenic volunteers who hastened to the Greek lands to offer their services in the struggle to overthrow Ottoman rule. It was not surprising that these publications have tended to focus largely on the military aspects of the war to establish an independent Greek state, an undertaking which in the eyes of many contemporary observers seemed unlikely to succeed.

In a book published to mark the 150th anniversary of the outbreak of the Greek War of Independence, Alexis Dimaras contributed a chapter devoted to what he termed ‘the other British philhellenes’, those who, while they did not take part in the fighting, nonetheless engaged in activities intended to advance the philhellenic cause. (“The Other British Philhellenes” in Richard Clogg, ed., The Struggle for Greek Independence, London 1973: 200-223).  One the most important of these ‘other philhellenes’ was Frederick North (1766-1827), the 5th Earl of Guilford.  When the war broke out Guilford was in his mid-fifties and was far from being a martial figure. Yet he was one of the most effective and committed of the philhellenes and was instrumental in the foundation in 1824 of the Ionian Academy in Corfu which was in effect the first university to be founded in the Greek world. William St Clair in his excellent study of the contribution of the philhellenes to the war of independence, That Greece might still be free. The Philhellenes in the War of Independence (London 1972) devoted only half a page to him in a book of 400 pages.

In 1817 he had become the 5th Earl of Guilford following the death of two older brothers. Helen Angelomatis-Tsougarakis has published a striking observation by Guilford when he argued “to be sure I am partial, but I consider the Greeks of the nineteenth century as far superior to those of the fifteenth, and within these twenty years the advances they have made in science, navigation, trade and independence of spirit are inconceivable. The idea entertained of them in the West is a very false and imperfect one and I do not believe that any other nation in the world could have done so much for itself under so long and severe a bondage.” (“The Travels of Lord Guilford in Greece” in Proceedings of the 5th International Panionian Conference, Argostoli 1990: ii 76 / published in Greek).

Guilford was that rare foreigner whose admiration for ancient Greece and its civilization was equalled by his interest in post-Byzantine Greece and its culture and, in particular, in his zeal for the promotion of the educational opportunities afforded to its people. Even rarer, in 1792 the twenty-six year old Guilford had become a secret convert to Orthodoxy. This was no passing enthusiasm on his part for on his deathbed thirty-five years later he called for Father Yakov Smirnov, the chaplain to the Russian Embassy in London and a diplomat, to administer the last rites. Guilford was very probably the only one of the British philhellenes to have adopted the religious beliefs of the Greeks for whom he had such a concern. Guilford died on 14 October 1827, at the age of sixty-one, six days before the battle of Navarino which saw the defeat of the Ottoman and Turco-Egyptian fleets by a combined British, French and Russian fleet. This, the last great naval battle in the age of sail, was to ensure that some measure of independence for Greece would come about. It would surely have pleased Guilford had he lived long enough to learn of this victory.

Guilford had visited the Ionian islands and the Ottoman Empire in 1791 and 1810-1813. He was to assume the role of honorary president of the PhilomuseSociety. This had been founded in 1813 in Athens with the objective of promoting education in the Greek world. Soon after its foundation it numbered 21 Athenians and 22 Britons among its members. Two years later in 1815, Guilford visited Vienna while the Congress of Vienna was engaged in reshaping the affairs of Europe following the turmoil of the Napoleonic wars. While in Vienna, Guilford met with Count Ioannis Capodistrias, a Corfiot and at the time joint foreign minister with Karl Nesselrode in the service of the Russian Emperor, Alexander I. Capodistrias, who headed the Vienna branch of the Philomouson Etaireia, discussed with Guilford the possibility of the British founding an institution of higher education in the Ionian Islands, now that the Treaty of Paris (1815) had confirmed the British protectorate there, with the title “United States of the Ionian Islands”.

On assuming the title of the 5th Earl, Guilford had inherited the funds necessary for the creation of the Ionian Academy, his greatest achievement. Guilford initially intended that the Ionian Academy should be established on the island of Ithaca, with its supposed Homeric associations. But General Sir Thomas Maitland who had been appointed the Lord High Commissioner of the Ionian Islands opposed the choice of Ithaca. It was, in his view, too close to the hostilities on the mainland between Greeks and Turks that had broken out in 1821. Although Guilford was initially disappointed by Maitland’s decision he came round to a more positive view of the town of Corfu as the home of the Ionian Academy. The law courts of the Ionian Islands, for instance, were established in the town, as was the hospital. This proved useful in the training of lawyers and doctors. There were concerns, however, that some of the students might succumb to the temptations of city life.

We are fortunate in having much information about the subjects that were to be taught at the Academy, which was in effect the first university to be established in the Greek world, and about their teachers. There were four faculties: Theology, Jurisprudence, Medicine and Philosophy. Guilford himself became the Chancellor (Arkhon) of the Academy as is indicated by his bookplate, which was changed from the coat of arms of the Guilford family to a marble slab with the inscription “0 ARCHON TIS IONIOU AKADIMIAS KOMIS GUILFORD” (The Chancellor of the Ionian Academy Earl of Guilford).

Seven professorships were established at the opening of the Ionian Academy. These were held by the cream of the Greek intelligentsia of its day. Taught in English, beside English language and literature, were history, rhetoric, mathematics, botany and philosophy. Guilford intended that, in time, vocational subjects, such as navigation and book-keeping, should be added to the curriculum. In the constitution of the Ionian Academy, it was stated that “any person of whatever country or religion he may be” would be eligible to enrol in the Academy but women could not do so (G.P. Henderson, The Ionian Academy, Edinburgh 1988).

One of the most impressive features of the Ionian Academy was the magnificent library that Guilford, ably assisted by the librarian he appointed, Andreas Papadopoulos Vretos, created. Guilford always intended that the library should remain in Corfu but this did not happen. A section of this superb library, which is of particular interest to the historian of modern Greece, consists of books published in Greek for a Greek readership in the critical decades before the outbreak of the Greek war of independence in 1821. What is essentially a catalogue of these was published by Papadopoulos Vretos in Athens in 1845 as a Katalogos ton apo tis ptoseos tis Konstantinoupoleos mekhri tou 1821 typothenton vivlion par’Ellinon eis tin omiloumenin i eis tin arkhaian ellinikin glossan (Catalogue of books printed between the fall of Constantinople and 1821 in spoken Greek or into ancient Greek). Such was Guilford’s consuming love for books that he is recorded as having said to Papadopoulos Vretos: “If I were not the Earl of Guilford I should have liked to be a librarian.” Guilford was not merely a bibliophile but a bibliomane, a person with a passionate enthusiasm for collecting and possessing books.

The great hall of the library of the Ionian Academy was modelled on the libraries of the University of Oxford where Guilford had studied at Christ Church. The opening hours of the library were generous indeed. Books would be fetched daily between the hours of 8 and 12 in the morning, 1-5 in the afternoon and 6 and 10 in the evening. The Corfu library was to be open daily, save on Sunday and religious festivals. Gifts to the library were recorded from the University of Cambridge, many of them relating to the study of classical Greece, the Marquis and Marchioness of Bute and the King of Denmark.

Guilford always intended that this collection should form the core of the library of the Ionian Academy, but that was not to be. Controversy surrounded his will, executed some three weeks before his death in 1827 and amended by a codicil added on 13 October, one day before he died. The will and codicil made the bequest of his books conditional on the Ionian government endowing the university with an annual amount of £3,500, a large sum in its day. It is difficult to avoid suspicions about these last-minute changes to his will that may well have been made at the behest of relatives anxious to secure a greater share of his estate for themselves. Guilford’s heir, Francis North, successfully argued that, in view of this stipulation not being fulfilled by the Ionian government, the executors of the will arranged for the return of much of Guilford’s library to England where it was eventually put up for sale.

The collection of pre-1821 Greek printed books amassed by Papadopoulos Vretos was sold in 1835 in London. This was listed in the sale catalogue as “Bibliotheca Graeco-Neoterica. A very Curious, Valuable and Extensive Collection of Books in the Modern Greek language”. It was described as “The most Extensive Assemblage of Modern Greek Books ever submitted to Public Sale. They were collected by the late Earl of Guilford for the Information of the Professors of the Ionian University, and the Instruction of the Greek Youths of that Establishment. No one possessed more opportunities of forming the best Collection of Modern Greek Books, and no one ever availed himself of his opportunities with more zeal, ardour or liberality than the late Earl of Guilford. The Collection consists of General Theology, Religious Offices, Homilies, Martyrologies, Ecclesiastical Histories, Treatises on Logic, Philosophy, Metaphysics, Geometry, Mathematics, Grammars, Poems, Histories, Translations of Ancient and Modern Authors… and Works in every Department of Literature. The Revival of Greece as an Independent State and its present active and increasing Commerce will necessarily lead to the study of its Language, and this collection will form a most useful, and perhaps for some years, a Matchless Library of Reference”. The entire collection of 627 volumes was bought for what was then the Library of the British Museum, which subsequently became the British Library, for the sum of 137 pounds and eleven shillings, a very modest sum for a collection that surely constitutes one of the greatest collections of pre-1821 Greek printed books anywhere, not excluding Greece. Joannes Gennadius, who was for many years the Greek Minister, effectively Ambassador, in London, a bibliomane like Guilford and whose own enormous personal library constituted the main part of the Gennadius Library of the American School of Classical Studies at Athens, described the removal of the collection to the library of the British Museum as an incalculable loss for Greece.

A large part of the very large number of manuscripts, some of them in Greek, from Guilford’s collection was also acquired by the British Museum. It was only in 2000 that the thousands of manuscripts from Guilford’s collection began to be properly catalogued in what is known as the ‘Guilford Project’. The motive of Guilford’s relatives in selling his books, manuscripts and even the academic dress that he had commissioned for the opening of the Ionian Academy was greed. This was revealed in an anecdote told to Papadopoulos Vretos by Georgios Papanikolas, one of the Greeks brought to England by Guilford at his expense for further study, in his case, of seamanship. Papanikolas approached Guilford’s cousin and heir to the Guilford title, who was also a clergyman in the Church of England, the Reverend Francis North, for money to pay for his return to Corfu. North is said to have replied: “If my cousin [Guilford] was mad enough to spend his money on you Greeks, I am not such a one, depart in peace, since you Greeks have consumed enough of the money of Count Frederick Guilford.” (Andreas Papadopoulos-Vretos, Notizie biografiche-storiche su Frederico Conte di Guilford, pari d’Inghilterra, e sulla da lui fondata Universita Ionia. Con note critiche-storiche su vari personaggiViographika-istorika ypomnimata peri tou Komitos Frederikhou Guilford omotimou tis Anglias kai peri tis par’aftou systitheisis Akadimias, Athens 1846, p.184 of the Greek text. Papadopoulos Vretos discussed the dispersal and the controverted provisions in Guilford’s will on pp. 152-183).

It would seem that the Reverend North’s meanness towards the young Papanikolas contributed to the latter’s jaundiced view of the benefits of British administration of the Ionian Islands. When George Bowen published a laudatory account of British rule in the islands entitled The Ionian Islands under British Protection (London 1851), Papanikolas, writing under the pseudonym ‘An Ionian’, published a vigorous riposte against Bowen entitled The Ionian Islands: what they have lost and suffered under the thirty-five years administration of the Lord High Commissioners sent to govern them (London 1851). Papanikolas had clearly acquired an excellent knowledge of English during his years in England and put this to good effect in his polemic directed against Bowen. He castigated the hapless Bowen as a man “whose appointment, whose salary, and whose perquisites are a scandal among the Ionians… An unripe scholar … [he] stands forth in his own person the theme of a hundred satires, and the laughing stock of English as well as Ionian Society in Corfu.”

In 2008 Vasiliki Bobou-Stamati published a detailed study of the almost 8,000 books that were collected for the Ionian Academy but were shipped back to London on his death. She rightly dedicated her study to the memory of Guilford “the most lovable and sincere of all the philhellenes, though never a combatant” (Vasiliki Bobou-Stamati, I Vivliothiki tou Lordou Guilford stin Kerkyra – 1824-1830 [The Library of Lord Guilford in Corfu – 1824-1830], Athens 2008: 16).

London, 1 December 2023

§

An attempted modern-era envisionment of the 5th Lord Guilford

The sublimest achievements, achieved against monstrous odds

By Robert Christoforides – author of The Life and Times of Wilfred Owen – A Biographical Novel

Detail from Pietro Mancion’s Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), c. 1830. Etching on paper, 45 x 36 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.

The monstrous odds, with which this extraordinary man, Frederick North, the 5th Earl of Guilford, sometimes known as Lord Guilford (referred to in this essay as ‘our Guilford’), had to contend, were both of inner familial malignities as well as having to struggle against staggering external obstacles and prejudices. A picture, such as the present case, is worth a thousand words…

But perhaps it would be best to begin with this great man’s final achievement, in physical form, on the soil of the nation which now is Greece. Once that final achievement is considered, it is then that this great man’s background – and his trials and tribulations – will be seen as enablers of his achievements.

Ithaca was the home of our Guilford’s hero, Odysseus. In Homeric speech, Odysseus tells us of his birthplace (here, adapted from Richmond Lattimore’s translation).

I am Odysseus son of Laertes, who’s known before all men

for the study of crafty designs, and my fame goes up to the heavens.

I am at home in sunny Ithaka. There, there is a mountain,

leaf-trembling Neritos, which stands tall and, near, other islands float

around it, lying very close to one another.

There is Doulichion and Same, wooded Zakynthos,

But my island lies low and saturnine, last of all on the water, as it leans toward the dark,

The others facing east and sunshine. Mine’s a rugged place,

but a good nurse of men; and, for my part,

I cannot think of any sweeter place on earth.

(Homer’s Odyssey, ix.19-28)

The map below shows Ithaca – as it is in relation to the other Ionian Islands and the modern coasts of Greece. Note that Same is located on the Ionian Island now known as Kefalonia.

Map of the Ionian Islands, focusing on Ithaca.

In July 1821, the engineer John Hulme designed the architectural plan for our Guilford’s intended building of the Ionian Academy on Ithaca. This was done in collaboration with our Guilford. It was based on a rough drawing by Charles Robert Cockerell RA (1788-1863). Here is a drawing of our Guilford’s dream, which implies Pythagorean proportionality.

John Hulme (England). Architectural plan for the Ionian Academy building in Ithaca, July 1821. Ink on paper, 50 x 40cm. Courtesy of the University of Oxford – Bodleian Library, Oxford.

But, alas, it was not to be. The War of Independence was raging in western Greece and Ithaca was a very unsettled place at that time. Our Guilford was thus conflicted. He was a fanatic supporter of Greece’s struggle; but it had terminally disastrous consequences for his plan for the establishment of his Ionian Academy on the island of Odysseus’ birthplace. So, he picked himself up from the gutters of despair and sited his Academy in Corfu – but, despite its huge success as a project, this, for him, was barely consolatory. But he accepted it stoically. And so, he died burdened with this tragic disappointment – at age 61 on 14th October 1827.

Often, it appears that history has little value. Certainly, it proves little. And most of its facts are either irretrievably lost or redacted by individual and collective omertàs. This is even more so the case in respect of individuals.

There is a plethora of facts about our Guilford. This essay attempts to explore how some facts in an individual’s life press upon that life, how their intervention shapes him consciously and unconsciously, how his inner world may be shaped by such and, finally, how such a conglomeration of events manifests itself in that individual’s life’s works. In this context, how are we to approach a historical understanding of Guilford, who was a British eccentric, politician, colonial administrator ‘who wanted to be Greek’?

His family began it climb of the ‘greasy pole’ of ennoblement when a Francis North was created 1st Baron Guilford (1637-1685). By today’s standards, the spelling of the name ‘Guilford’ is eccentric because any place with a name with such spelling appears not to exist in the whole of the United Kingdom – so the actual place of this name of ennoblement must be Guildford, which is a city south of London in the county of Surrey – in common English parlance the name of this city is spoken with the first ‘d’ being silent – so it is that, in fact today, this city’s name is spoken as our Guilford’s name is phonetically spelt. The meaning of the name, seems lost. Certainly, indicating a fording place across the river Wey – which is a tributary of the Thames – it may mean simply ‘people’s crossing’ or ‘toll crossing’ which would be a place where one can ford across the river, but only on payment of a toll.

Our Guilford was the fifth of six children – George Augustus North (1757-1802); Catherine Anne North (1760-1817), who married Sylvester Douglas, 1st Baron Glenbervie, and had no children; Francis North (1761-1817); Lady Charlotte North (died 25 October 1849), who married Lt. Col. The Hon. John Lindsay (1762-1826), son of the 5th Earl of Balcarres; Frederick North (1766-1827), our Guiford; Anne North-Holroyd (1782-1832). As is seen from the aforementioned list, he was preceded by two older sibling male heirs to the title and so, in his youth, would have had no reasonable expectation of inheriting the title – but, by chance’s strange arithmetic, he did so after the deaths, childless, of his brothers, George and Francis – hence he, becoming 5th Lord Guilford, was 51 years of age at the time.

He would have had a difficult childhood. His family was prominent and his father was Prime Minister when one of the most catastrophic events occurred in British history; that is, the humiliating loss of the American colonies. This was so catastrophic that it was suggested that his father should be impeached and the King even considered abdication. The national opprobrium against the family must have been considerable.

The war had become an international one for France and Spain – unwisely for them as it turned out – supported the colonies in their struggle. Their fleets were decisively defeated by the British admiral George Brydges Rodney (1718-1792) in the West Indies at the naval Battle of the Saintes. This transferred the strategic initiative to the British, whose dominance at sea was reasserted. News of the defeat reached the colonists, who realised they were no longer to have French and Spanish support in the future. During this war’s final crisis, Spain had put Gibraltar under siege with the intention of seizing it. Admiral Rodney’s victory enabled it to be relieved and so Gibraltar was retained by Britain.

No longer humbled, the British stiffened their resolve. They refuted claims by the colonists to the Newfoundland fisheries and to Canada. Not only did they drop their minimum demands and insist on the single precondition of recognition of their independence, they also put forward America’s abandonment of its commitment to make no separate peace treaty without the French. The victory at the Saintes brought about the collapse in the Franco-American alliance. Although Admiral Rodney’s victory might well have prevented a revolution in the United Kingdom, it could not reverse the American colonists’ inevitable march to independence, nor could it restore Lord North’s reputation – he had resigned in early 1782 – and his name, even today, is associated with, and a byword for, monumental and catastrophic failure.

Our Guilford would have been about 16 years old when the American War of Independence was coming to an end. The atmosphere at home must have been dreadful for him and his siblings. This unhappy atmosphere would have been of very long duration indeed, for the war was a long one – its official dates being 19 April 1775 – 3 September 1783. So, from the age of 8 to the age of 16, our Guilford, as boy and adolescent would have suffered greatly – and in the war’s aftermath, no less. He would have felt his father’s and family’s disgrace keenly. In these circumstances, the sensitive child turns inward. He creates his own world which takes him away from external sorrows and the contentions over which he has no control. None of Lord North’s children had children. This irregularity may have had the long shadow of the family’s enduring disgrace as its significant cause.

Now we can turn to the image – the face of this man. Pietro Mancion’s engraved portrait of our Guilford is said to be of or after the bust that Sir Pavlos Prosalentis (1784-1837) sculpted posthumously in 1827. This bust was destroyed by German fire-bombing of Corfu in 1943 and there is no photograph of it. None of the surviving pictures and sculptures of our Guilford has the inner characterisation which is disclosed in the printed image. In this face, we surely see one who saw himself as…

“A man despised and rejected of men, a man of sorrows and acquainted with grief…” [Isaiah 53:3-8 New King James Version Bible]

It is thus that “the sins of the parents are subtly visited upon the children” (Exodus 20:5). If this informed supposition is correct, then it must be that this image was created by someone acquainted with our Guilford towards the end of his life. It would seem likely that sketches from life were made as would disclose the face of one with such sorrowful memories inwardly conferred.

This implies a man of escapist fantastical imaginations. Perhaps, this is why, subconsciously, our Guilford had the support of George IV (1762-1830), for that Regent and King was also an indulgent fantasist and very prone to escapism– hence, for example, his extraordinarily brilliant Brighton Pavilion and his succumbing, alas, to gluttony. So, if we consider our Guilford in the context of his – perhaps subconscious – escapism and fantasism, perhaps we find keys to his visions and genius.

In his childhood and early manhood, he would have had an in depth classical education which would have included the ancient poets, most particularly, in ancient Greek, the epic poetry of Homer. This would have given a sensitive and unhappy child much escapism and fantasist relief from familial unhappiness. In the last years of his life, this was to revisit him, but with a severe and last blow of disappointment; all which may have brought about his premature death from stomach ailments – which may have been stress-induced ulceration – incurable and giving him much pain.

Later, his ‘escape’ to Ceylon – a fantasist’s island par excellence – enabled his significant administrative achievements there. This very obvious success would have justified his escapism and fantasism to him; that is to say, as useful assets in his chosen day to day life.

Also, our Guilford and George IV loved dressing up (!) in, sometimes, bizarre and – in the case of the former – ancient Greek costume. And, as both grew older, their inclinations to do so became more emphasised and extreme. For Guilford, his own personal passage to the world of Ancient Greece – and transposing it into the then and now modern era – was the apogee of all his inner inclinations, which in his ordinary life and community became, and would have been seen as eccentric in the extreme.

But these eccentricities were found to serve the very highest of purposes and achievements, such as – the re-establishment of the Greek language as the first and foremost language of use throughout the new Greek State; the establishment of the Ionian Academy as the first Greek university of the modern era; the establishment of scholarships for very many promising Greek students, whom he was to identify as specially gifted – in which respect he was proved right in that many of these, his ‘scholars’, became either professors in his university or active in the public institutions of modern Greece; his own library collection of rare manuscripts and early books about Greece which, despite the provisions of his will, wherein it was stated that such were to be given to his university, were sold to the British Library.

But with this latter misstep and other twists of fate, this remarkable collection of books and manuscripts escaped destruction of the Corfiot ‘Guernica’ – that is, the German terrorist fire-bombing and brutal atrocity occupation of the island which took place on the 13th September 1943, after the Italian surrender to the Allies. The Germans, having destroyed many historical buildings, in its bombing of the Old Town of Corfu, finally occupied the island on the 27th of September 1943. Corfu was eventually liberated by British troops on the 14th of October 1944.

“The pen is mightier than the sword.”

[Edward Bulwer-Lytton from his historical play Cardinal Richelieu (1839)]

“Imagination is more important than knowledge, for imagination contains the whole world.”

[Albert Einstein’s quote in an interview with George Sylvester Viereck, “What Life Means to Einstein”, Evening Post (26 October 1929)] Corfu, 8 September 2023]

§

The need for one more special portrait of Guilford

By Megakles Rogakos, MA MA PhD

Philhellenism – the admiration of Hellenicity – is a unique phenomenon that focuses exclusively on the culture of Greece. There are Philhellenes all over the world. Their common denominator is the inheritance of the Grecian mind-set and culture according to the famous inclusive definition of Isocrates, “Greeks are those who partake in our education” (Isocrates, Panegyricus 4.50). Today it is institutionally represented by the heads of classical studies chairs in international universities and foreign archaeological schools in Athens – America, Australia, Austria, France, Canada, Denmark, Georgia, Germany, Holland, Ireland, Italy, Norway, Sweden, Switzerland and Finland.

Guilford was and remains a leading Philhellene. Testimonies of his contemporaries present him as having an emphatic philhellenism, which prompted him to declare sometimes that he was Greek and not merely a philhellene and sometimes that he differed from his fellow countrymen that in England declared themselves as half Greek. So it was that he would sign as an “Athenian citizen” and would never remove the ring with the Athenian owl that was donated to him by the Philomuse Society of Athens (Nikolaos K. Kourkoumelis, Education in Corfu during the British Protectorate – 1816-1864, Athens 2002:155). In addition, his ancient togaesque university garb – despite the derisive comments caused by circles of the British civil service of the protectorate – gave prestige to the Ionian Academy and ushered it on the base of a unique university community in the European area. Thus it is that Guilford was and still is esteemed and praised by all cultured Greeks. His philhellenism was known throughout the 19th century, which was the era covered by portraits of him as were executed in his lifetime – that is, from 1790 to 1883. In fact, the endurance of his fame is such that portraits of him created after his death outnumber even those created during his lifetime. The portraits fall mainly into two categories – the first showing him in aristocratic attire and the second all’antico, in the manner of the ancients.

From the 20th century until today, however, the name Guilford – for the vast majority of residents mainly of Athens and Corfu – is nothing more than memorialisation merely by streets, as such carry his name in those two cities! Unfortunately, numerous other Philhellenes have suffered similar depreciation. For Guilford in particular, however, it is of huge importance to keep his memory alive – apart from anything else as an example to others – so that, somehow, and as adapted to the modern era, they may follow in his footsteps. Let it be known that thanks to him the modern Greek language is spoken.

The conquest of the Byzantine Empire by the Ottomans in the middle of the 15th century resulted in the sudden interruption of the intellectual life of Hellenism in general and especially of its educational life (Ioannis K. Vogiatzidis, “The gap in the spiritual tradition of the Greek people” in Historical Studies, Thessaloniki: Aristotle University 1933). The main reasons were the flight of almost all Greek scholars to Western Europe, the withering of the intellectual centres of the Byzantine Empire, the serious decrease in the population of the urban centres, the great decline of all economic activity and the impoverishment of the populations and the demographic changes that occurred in the conquered areas due to the flight of the local people and the settlement by Turkish or Slavic populations (Konstantinos K. Hatzopoulos, Greek Schools in the Period of Ottoman Rule 1453-1821, Thessaloniki: Vanias 1991). In the Ionian Islands during Venetian rule, the official language was no longer Greek, but Italian (in Venetian dialect). The local elite and townspeople preferred the language of the conquerors, with the result that Greek was self-taught only by the inhabitants of the countryside! The recognition of modern Greek as an official language in the Ionian Islands was established during the British Protectorate with the Constitution of 1817 (articles 4-6) and with the decisive contribution of Guilford. The use of the modern Greek language is due to him and he defended, more than the members of the Senate, its predominance in the Ionian Academy, which is the first Greek university of the modern era as founded by Guilford in Corfu, before Greece gained its independence. Guilford always considered the main goal of his Academy to be the progress and dissemination of the modern Greek language (Angelomatis-Tsougarakis, The Ionian Academy, Athens: Mikros Romios 1997:76). With his teaching staff benefited Greece, reforming its education in the best possible way!

The beginning of the unjust languishing of appreciation of Guilford’s hindsight can be traced to the unexpected fate of his statue created by Kosmas Apergis in 1883, which was sculpted to be placed alongside Adamantios Korais in the propylaea of the National University in Athens (Nikos-Dimitrios Mamalos, “The Adventures of the Statue of Guilford” in Portoni, Summer 2020, pp. 50-53). Although the sculptor had emerged as the winner of the competition, the Senate considered the final work unsuitable to be exhibited where it was intended to be. Instead it decided it would be better to set it up in Corfu. And there, however, a majority of the advisory committee (which included the artists Charalambos Pachis, Antonios Villas, Angelos Giallina and Vikentios Bokatsiampis), underestimating the artistic value of the work, decided to judge it as of average artistic value and agreed to its public installation only if the place found for it were “not very ostentatious”! Retrospectively, by today’s criteria, this particular negativism comes to the detriment not so much of art but of history more broadly. When cultural heritage is at stake, petty and envious differences should be put aside. Cultural universality should prevail.

It is surprising that on the 100th anniversary of the Ionian Academy, in 1924, no known celebration ever took place! Of course, all of Greece was recovering from the consequences of the ‘Asia Minor Catastrophe’ of 1922. However, on the occasion of the 200th anniversary, when the Ionian University makes leaps in extroversion and innovation, the creation of another portrait, even a non-material one, of Guilford should be seen as a critical and imperative need for Greece to honour its supreme admirer and cultural preserver and promoter.

§

Lord Guilford, an inspired supporter sponsoring education, reviving a legacy in knowledge and science

By Elli Droulia – Historian, ex Director of the Hellenic Parliament Library

True to the cause for the national regeneration of the Greek people and the establishment of a free modern state, Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), today described in general biographies as “British politician and colonial administrator”, grasped the importance and the fundamental significance of the role of education for the Greek society. Education presented a definitive factor for the deliverance of the Ottoman yoke and the creation of a modern Greek state, established on the legacy of the ancient Greek heritage.

The Greek major representative of the Age of Enlightenment Adamantios Korais (1748-1833) argued that it was imperative to educate the Greeks as a necessary prerogative to arise successfully against the Ottoman Empire. His publishing programme stands as solid proof. Guilford sharing in principle the value of education and fostering a passion for ancient relics, inscriptions and manuscripts responded to the request for core education and protection of the treasures of classical antiquity, decisively and dynamically through a series of multifaceted actions. As early as 1813, before even the formation of the Filiki Etaireia (Society of Friends) in Odessa, notables of Athens and English consulate of the city founded the Filomousos Etaireia Athinon (Philomuse Society of Athens) out of philhellenic motives. Among the goals of the Filomousos was to “… see the sciences and to return to the Lyceum and the ancient Academy”, in other words to raise the intellect of Greeks through the establishment of schools, and the study, caretaking and protection of the ancient monuments. It remained active until 1825, when Reşid Mehmed Paşa otherwise known as Kütahı Paşa (1780-1839) besieged the Acropolis and finally occupied Athens in 1827. Guilford served as its president in 1814, as he was keen to support the above onjectives. Learning about the Filomousos based in Athens, Count Ioannis Capodistrias (1776-1831) then minister of Foreign Affairs of Russia, ardent supporter of the absolute necessity of mass education, undertook the initiative to persuade Tsar Alexander I of Russia to create a relevant Filomousos of Vienna. Kapodistrias throughout his life tried to develop favourable policies and inspired others to join the Greek cause and specifically to provide for the education of young Greeks, and later of the war orphans. Such is the case of Ioannis Chronis (1800-1879), who received a scholarship from the Filomousos of Vienna to continue his studies in architecture. The proposal to merge the two Societies to maximise results did not materialise, not even considered by the Filomousos of Athens.

In 1820, Guilford managed to become responsible for the overall education in the Ionian Islands while they were under British control, and the first Lord Commissioner of the United States of Ionian Islands was Thomas Maitland (1760-1824), who raised obstacles and difficulties in his original path. However, he obtained the position of “Lord of Education” and subsequently had the endorsement of the British government to shape the policies and administer the general educational system of the Ionian State, including the setting of a university, following European standards. Korais had stated that education ought to be structured in three levels of education (common, high schools, ‘modern’ high schools) and that western achievements should be contained to the advantage of the Greeks. Guilford created three cycles: a) Lower addressed to boys and girls in cities and large villages, b) Middle schools in the capital of each island plus one in Lixouri, Cephalonia, and c) Higher, at university level.

In 1824, Guilford materialised his vision to establish the Ionian Academy on the island of Corfu, the first university addressed to modern Greeks on soil inhabited by Greeks. He had invested in overall planning, coordinating, creating the appropriate political circumstances, allocating financial input, and most importantly, sponsoring, providing prospects to young, accomplished Greeks he recruited systematically personally.

Moreover, in Zakynthos, Guilford had created an effective network of intellectuals, befriending, corresponding and exchanging views, cultivating ideas, offering his support or patronage. He, also, granted scholarships to several aspiring Greeks, as Konstantinos Asopios (1785-1872), Theoklitos Farmakidis (1784-1860), Christoforos Filitas (1787-1867), Michail Schinas, Spyridon Trikoupis (1788-1873) and later his younger siblings, Ioannis Karantinos (1784-1834) and others. Thus, they enjoyed the prospect of enhancing the standard Greek educational itinerary in Europe.

Instances and examples of Guilford’s benevolent and generous support were exhibited on various occasions. He financed the studies in mathematics of Ioannis Karantinos at universities in Italy and England, as well as at the French École Polytechnique in 1820. He stood by the side of Athanassios Politis (1790-1864) originally from the Ionian Island of Lefkada. Politis attended the School of the Aegean Island of Tenedos and continued to study medicine at the University of Pavia in Italy. While in Paris, he met Kapodistrias and he was introduced to Guilford. Guilford and Kapodistrias had met during the Vienna Convention in 1815. Both responded willingly to his request to supply the essential equipment to start a chemical laboratory in Corfu. Additionally, he chose to learn the Lancastrian teaching method, favoring mutual instruction among students themselves and the teacher, which he introduced as early as 1819 in Greek, and spread throughout all the Ionian public schools of the lower level, according to the general education organisation undertaken methodically by Guilford. He also taught chemistry for many years in a row at the Ionian Academy.

Below follow few cases of young Greeks who benefited by the offered opportunity for further learning and expertise. Guilford took under his protection and eased the way to further studies of young men who had already shown proof of their diligence.

Konstantinos Asopios (1785-1872) had met Guilford during the period he lived in Ioannina after his fathers’ passing. Being already an accomplished scholar, he pursued his studies with his financial support at the universities of Gӧttingen, Berlin and Paris. Guilford saw to the expenses of the studies at the German University of Gӧttingen in 1819 for Theoklitos Farmakidis as well. He counted on their teaching contribution at the Ionian Academy he was already planning to found. Asopios served as the orator and rector during the first year of the Academy in 1824. Indeed, they both taught for a number of years there.

Following Guilford’s death in 1827 and the subsequent waning of the institution, Asopios obtained a prominent position at the University of Athens. During three terms he served as rector (1843-1844, 1856-1857, 1861-1862), before retiring in 1866. On the other hand, Farmakidis had a turbulent career as a journalist, writer, politician, man of the church, professor at the Theology School of the University of Athens.

Guilford offered a scholarship under conditions, to the close friend and fellow villager of Asopios, Christoforos Filitas (1787-1867). Filitas had completed his studies in medicine, taught in the flourishing Greek community at Trieste, when he met Guilford. Filitas made a good impression on him, earned his trust and seeing his potential in letters, granted him a scholarship (1818) in order to learn the English language and study the Lancastrian method at the University of Oxford. In 1819, via Paris, Filitas arrived in England and settled in Oxford. In June 1820 moved to the Charterhouse in London to be initiated to the Lancastrian method. He stayed a few months, until September where he left Great Britain for Corfu. During his stay, he mostly catalogued and studied at libraries Greek manuscripts and early printed editions, rather than perfecting his English language skills and learning in depth the modern training method. Nevertheless, Filitas undertook the organization of the lesson of Greek language and literature in the Ionian schools, where the break of the Greek Revolution of 1821 found him. During 1842-1865, he taught at the Ionian Academy, Greek and Latin. He published among other, a Latin grammar.

Spyridon Trikoupis (1788-1873) stands as a noticeable case and the most prominent example. Following his school years at his birth city and then at Patras, he was capable to pursue his studies in archaeology in Naples (1819) and letters in Paris (1820-1822), thanks to the support offered by Guilford. It is argued that they met either in 1810 or 1813 at the English Consulate in Patras, where young Trikoupis held a secretarial position. There, he had learned perfect English and good French. In the case of Trikoupis, “My dear Spiro” as Guilford tenderly addressed him during their life and regular communication, there was a closer relationship. He offered him the position of his personal secretary, to assist him with his Greek correspondence, and the Greek section of his library (1817-1822), while he could follow philological studies. He acted as a fund-raising agent for the 1821 Revolution working with Alexandros Mavrokordatos (1791-1865), his brother in law as he married his sister Aikaterini (1800-1871). He became not only a scholar, a writer, a public official engaged in politics but moreover a diplomat, being, among other appointments, the first ambassador of the newly found Greek state in England (1834-1838, 1841-1843, 1851-1861).

Guilford “picked” the young Greeks to be “his” proper fellows; in their later lives they excelled in their chosen fields and in life. They infiltrated the emerging Greek society with their new ways; they contributed by further imparting their knowledge as was his original will; knowledge and further training they had acquired during the course of their studies due to the Guilford’s offered care and opportunities. Jean Carandino (1784-1834) is considered the founder of modern Greek mathematics. Asopios has rightfully earned the title of “Rector of the Greek Letters”, leaving behind a legacy of important works and his mark until our days. Other eminent professors of the Ionian Academy transferred their teachings to the Ottonian University of Athens. Besides the academic career, fellows, teachers and professors followed multiple successful careers. Such an example is Konstantinos Typaldos-Iakovatos (1795-1867) who joined the ecclesiastical ranks and was a pioneer in reforming the Theological School of Chalke in Constantinople.

Acquainted with each other, they all shaped a strong bond, and in the later years, following the 1821 uprising, the crucial time of the state formatting era, the foundation age of modern Hellas, collaborated for a common educational benefit, and more.

§

I.          PORTRAITS OF GUILFORD

1.         Hugh-Douglas Hamilton (Ireland, 1740-1808). Portrait of Guilford, 1790, Rome.

2.         Jean-Auguste-Dominique Ingres (France, 1780-1867). Portrait of Guilford, 1815, Rome.

3.         Charles-Joseph Halmandel (England, 1789-1850). Portrait of Guilford after Ingres, 1815, Rome.

4.         William-Thomas Fry (England, 1789-1843). Portrait of Guilford after John Jackson, August 1817.

5.         Edward Orme (England, 1775-1848). Portrait of Guilford, 1 May 1818, London.

6.         Ioannis Kalosgouros (Corfu, 1794-1878). Bust Portrait of Guilford after Pavlos Prosalentis, 1827.

7.         Pietro Mancion (Italy, 1803-1888). Portrait of Guilford, c. 1830, Rome.

8.         Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1862). Portrait of Guilford, c. 1846, Athens.

9.         Periklis Skiadopoulos (Greece, 1833-1875). Portrait of Guilford after Pavlidis-Minotos, 1873.

10.        Spyridon Prosalendis (Corfu, 1830-1895). Portrait of Guilford after Skiadopoulos, 1882, Athens.

11.        Kosmas Apergis (Tinos, 1836-1898). Statue of Guilford, 1883, Athens.

12.        Charles Frederick de Brocktorff (Germany 1775-1850). Guilford in College Dress, c. 1825, Malta.

1. Hugh-Douglas Hamilton (Ireland, 1740-1808). Portrait of the Hon. Frederick North, Later 5th Earl of Guilford, in Rome, 1790. Graphite, pastel and gouache on paper mounted to canvas, 95 x 68 cm. Courtesy of the National Gallery of Art, Washington DC, USA.

This picture of the young Guilford encapsulates the romantic vision of Rome. The sitter is positioned in the heart of the Roman Forum, centre of ancient Rome and home to the city’s most impressive temples and monuments. He stands, resting his hand on the wall before the Temple of Saturn (497 BC), with its familiar columns of the Ionic order, an icon of ancient Rome’s architectural heritage from Greece. In the distant background can be seen the Basilica of Maxentius (306-312 AD) and the Colosseum (72–80 AD). To Guilford’s right rests a broken fragment from the entablature of the nearby Temple of Vespasian (80s AD). Its sculpted representations include instruments of sacrifice: from the left to the right appears the horn of the bucranium hung with rope on the temple, the ceremonial jug containing the wine to be sprinkled on the head of the animal just prior to its sacrifice, the sacrificial knife for cutting it up and the patera (shallow plate) for holding the wine. Aged twenty-four, this is the earliest known representation of Guilford. His gaze seems to be lost in the reverie of the Classical world, of which he was so fond. He wears a blue tailcoat and holds, with his bare right hand, his hat and with his left hand his other, unworn, glove.

2. Jean-Auguste-Dominique Ingres (France, 1780-1867). Portrait of Frederick North, Earl of Guilford (1766-1827), 1815, Rome. Graphite on paper, 21 x 17 cm. Courtesy of Art Gallery of New South Wales, Sydney, Australia.

Jean-Auguste-Dominique Ingres (1780-1867) was a French Neoclassical painter. Although he considered himself to be a painter of history in the tradition of Nicolas Poussin and Jacques-Louis David, in whose studio he studied, it is his portraits, both painted and drawn, that are recognised as his greatest legacy. He was profoundly influenced by past artistic traditions and aspired to become the guardian of academic orthodoxy against the ascendant Romantic style, as exemplified by Eugène Delacroix and Théodore Géricault. Following the fall of Napoleon in 1815, Ingres found an enthusiastic clientele among the English tourists in Rome, who had flocked back to the city liberated from French rule. One tourist after another beat a path to his door wanting their portrait drawn. The first Englishman to sit to Ingres was Frederick North (1766-1827), 5th Earl of Guilford and youngest son of Lord North, prime minister to George III. He was an engaging eccentric, portrayed with a penetrating eye for his quickness of mind. Ingres made several drawings of Guilford, whose spare but lively descriptive pencil line impressed his sitter. One of these is in the Art Gallery of New South Wales, Sydney. A passionate philhellene and linguist, North travelled widely and lived much of his life abroad. After a stint as governor-general of Ceylon (1798-1805), he led the campaign to establish the Ionian University at Corfu, becoming its first chancellor in 1824. When Guilford retired to London a few years later, he amused his friends by going about in academic robes, or turning up to dinner wearing the vestments of an archbishop of the Orthodox church, to which he was a convert. At the time of this work Ingres was unquestionably at the height of his powers as a graphic portraitist [Dr Mark Stocker, Curator, Historical International Art – April 2018].

3. Charles-Joseph Hullmandel (England, 1789-1850). Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), after Ingres, 1815. Etching on paper, 25 x 20 cm. Courtesy of The Metropolitan Museum of Art, New York, USA.

Invented in Bavaria in 1796, lithography was still a new medium when Charles-Joseph Hullmandel (1789-1850), an English printmaker, enthusiastically took up the process in Munich and set up a printing press in London in 1818. This lithographic Portrait of Frederick North, Earl of Guilford is an early one in the history of the medium and was printed between 1818-1827, after the original drawing by Jean-Auguste-Dominique Ingres (1780-1867). As lithography could produce numerous high-quality copies of an original, it was significant in the development of popularising obscure yet significant works, like this one, for a wide audience.

4. William-Thomas Fry (England, 1789-1843). Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), after John Jackson, August 1817. Stipple engraving on paper, 38 x 33 cm. Courtesy of the National Portrait Gallery, London.

The British artist John Jackson (1778-1831) was a prolific and successful portrait painter. Aristocratic patronage enabled him to attend the Royal Academy School, where he befriended David Wilkie and Benjamin Haydon. At Castle Howard, residence of the Earl of Carlisle, he could study and copy from a large collection of paintings. His watercolours were judged to be of uncommonly excellent quality. He was elected full member of the Royal Academy in 1817. The same year William-Thomas Fry (1789-1843), one of the earliest engravers to experiment with steel plates, created the portrait of Guilford after a, now lost, original painting by Jackson. The portrait conveys the sitter’s solemnity at the age of fifty-one. He wears a riband from shoulder to hip under his coat; a ceremonial acknowledgement of high achievements. It is worth noting that to the right side of Guilford is an accumulation of books, signifying his love to literature as a man of letters. The spine of the flat book inscribed “Greece”, the ultimate object of his lifelong philhellenism, is most likely a volume from William Mittford’s best known work, “The History of Greece” (1784-1810). Guilford is positioned in a typical Grecian landscape, against a rocky terrain descending to a glimpse of the calm Mediterranean Sea in the distance. Atop the rock the ghostly presence of an abstract draped figure from Classical times rises from the ground as an enlivened sculpture fragment from the glory of ancient Greece.

5. Edward Orme (England, 1775-1848). Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), 1 May 1818, London. Stipple engraving on paper, 35 x 25 cm. Courtesy of the National Portrait Gallery, London.

The legend reads “From a Drawing made in Ceylon, and Engraved by desire of the Inhabitants of that Island.” Then follows text written in Sinhalese: “The King of England to Ceylon, for the benefit of its people and for the development of the people and the country, appointed Lord Frederick North as the Honourable Governor. The noble King appointed him after one year at the request of the people of Ceylon. The seal of the King shows his approval. Sri Vikrama Rajasinha, King of Kandy.” During his Ceylon administration (1798-1805), Guilford contributed improvements in various areas of public life, including building, draining, mining, the creation of canals, the formation of a battalion of infantry made up of Madras sepoys and the introduction of vaccinations against smallpox (Add MS 88900/2/11). Here he is sitting in an armchair on a balcony overlooking the bank of the Kelani River in the capital Colombo. He wears a gold embroidery coat that befits him as Governor and sits holding a book on his land on his lap. The book was, most likely, one about Ceylon.

6. Ioannis Kalosgouros (Corfu, 1794-1878). Bust of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), after Pavlos Prosalentis, 1827. Marble, 90 x 63 x 61 cm. Courtesy of the National Gallery – Alexandros Soutsos Museum, Athens.

Ioannis Kalosgouros belongs, along with Pavlos Prosalentis the Elder and Dimitrios Trivolis-Pieris, among the Ionian islands’ artists who revived the art of sculpture there, creating the first works of modern Greek sculpture. The bust of the great Hellenist and Philhellene Frederick North, Earl of Guilford (1776-1827), who in 1824 founded the Ionian Academy on Corfu and with whose financial assistance a number of Greeks studied abroad, was made in the year of his death, 1827, initially by Prosalentis, on commission from the society of the professors of the Ionian Academy. Kalosgouros then made a similar bust on his own initiative, more than life-size, which was nearly an exact copy of the one by Prosalentis. When the latter bust was requested in Athens, it was replaced by the one by Kalosgouros. But its base, with its inscription composed by the distinguished scholar and colleague of Guilford, Christoforos Filitas, remained at the Ionian Academy and on it was placed Prosalentis’ bust, which was destroyed by the bombing of 1943. The sitter is depicted wearing the specially designed ancient-style togaesque uniform of the Lord of the Ionian Academy, fastened on his right shoulder by a buckle. His mature age is expressed by the wrinkled cheeks and the stringy but, at the same time, rather loose neck, while his gaze is fixed, in keeping with the neoclassicist model, his eyebrows heavy and lips fleshy, with a slight smile. The thin hair on his head is framed in relief by a decorative band with an owl in the centre, the symbol of education. The imposing rendering of the figure expresses self-confidence and satisfaction and stresses the Earl’s dynamic personality (Tonia Giannoudaki. National Glyptotheque – Permanent Collection. Athens, GR: National Gallery – Alexandros Soutzos Museum, 2006, p.30).

7. Pietro Mancion (Italy, 1803-1888). Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), c. 1830. Etching on paper, matted and glazed in gilt wood frame, 45 x 36 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.

The creator of the present posthumous Portrait of Guilford is largely unknown – one Pietro Mancion, born in 1803 in Ragusa and active in Rome, where he died in 1888. He modelled the portrait based on the famous marble bust of 1827, the year of his death, by Pavlos Prosalentis (1784-1837). In this rendering, Guilford is looking away with the authority of a Lord or Rector and is dressed classically as a Doctor of Law, after a design by Prosalentis himself. According to a description in his letter to his sister Anne, written from Otranto on 1 June 1824, he wears a fleshy white tunic and above it a purple robe that holds a gold flower-shaped buckle on the shoulder. A distinctive accessory is the archaic way that keeps the rich side crown of his head steady. He characteristically writes: “However, instead of Odysseus’ hat, I wore around my head a narrow black velvet ribbon embroidered on the front with gold laurel leaves and a golden owl” (British Library, Add. MS 61983, p. 129).

8. att: Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1861). Portrait of Frederick North, Earl of Guilford, c. 1846. Lithograph on paper, 5 x 5 cm. Courtesy of the Library of the Hellenic Parliament, Athens.

Petros Pavlidis-Minotos was a professor of oil painting at the National Technical University of Athens between 1854-1862. His painting specialised on portraiture, distinguished by its academic idiom. With painting studies in Italy and knowledge of the painting trends of Paris and Munich, he was clearly influenced by the Ionian School, discerned by fine design and characterised by lyricism. This portrait reveals the hallmark of Ionian portraiture, as it developed during the period of its prominence by Nikolaos Koutouzis and Nikolaos Kantounis, and was preserved by their descendants, to whom Pavlidis-Minotos belongs. This is a half-length figure of Guilford. The gaze turns away from the viewer serenely towards the left. His eyes are fixed and his lips are sealed. He wears an official dress – a European jacket, a shirt with high neck and a cravat. The opening of the jacket reveals a sash with the badge of the Knight Commander of the Order of St Michael and St George. The star of the Knight Grand Cross distinctly adorns the lapel of his jacket. Finally, a magnifying glass pendant hanging on neck cord evokes his widely known love of studying closely ancient Greek manuscripts. Pavlidis-Minotos benefited from the new lithographic presses brought to Nafplion by Kapodistrias from Paris, and from the experienced contribution of Bavarian artists to the art of lithography. He was distinguished in this form of art and made two lithographs on the subject of Kapodistrias (Corfu Reading Society and Municipal Historical Library of Zante).

9. Periklis Skiadopoulos (Koroni, 1833-1875). Portrait of Frederick North, Earl of Guilford, 1873. Etching on paper, 25 x 20 cm. Courtesy of the George Ch. Sourtzinos Collection, Corfu.

Periklis Skiadopoulos was one of the most skilled Greek printmakers, having studied woodcut in Athens, Paris and London, and known for the quality of his work [John Bolis & Dimitris Pavlopoulos, Greek Printmaking, 1843-1915. History – Dictionary of Printmakers, Athens 2012, pp 59-62]. For his woodcut for the posthumous Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford, circa 1872, Skiadopoulos used the relevant 1846 lithograph by Petros Pavlidis-Minotos as a prototype. Evidence of this reference is the preservation of the neck cord although the present composition does not include the magnifying glass pendant. The technique, as exemplified in this particular woodcut, has reached its peak, masterfully showing, as it does, even the minutest engraved detail.

10. Spyridon Prosalendis (Corfu, 1830-1895). Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827) after Periklis Skiadopoulos, 1882. Oil on canvas, 100 x 80 cm. Courtesy of the National Historical Museum, Athens.

Spyridon Prosalendis is an important representative of this artistic family – son of the painter and sculptor Pavlos the elder and father of the painters Emilios and Pavlos the younger. He took his first painting lessons at the art school founded and directed by his father in Corfu and completed his studies at the Accademia di Belle Arti di Venezia, graduating with first prize. After a rather long stay in Venice he returned to Corfu, while in 1865 he was appointed professor of painting at the Athens School of Fine Arts and settled in that city. After a short period of teaching he resigned and returned to Venice, where he was awarded at the city’s International Exhibition. In 1870, at the urging of King George I, he permanently settled in Athens and undertook the decoration of the chapel of the old palace, while in 1876, with the establishment of a second painting chair at the School, he was again appointed professor, remaining in this position until his death. Primarily a portrait painter, he depicted various personalities, as well as fighters of the Greek Revolution, combining academic style with realistic rendering. To create the posthumous Portrait of Frederick North, 5th Earl of Guilford of 1882, he used as a prototype the relevant woodcut by Periklis Skiadopoulos. His painting bears the clear hallmarks of the Ionian School – fine design with a lyrical atmosphere. This picture also reveals the typical features of Ionian portraiture – the size of the figure, the position of the body, the expression of the character and its declared identity are elements developed during the period of its prominence by Nikolaos Koutouzis and Nikolaos Kantounis, and preserved by their descendants, to whom Prosalendis belongs. However, the new trends of the time and his encounter with artistic circles abroad and Athens are evident in this work. The half-length figure of Guilford, seated in an armchair dominates the picture’s centre against a dark background. He has a slight inclination to the right, while the gaze turns the other direction away from the viewer. His style is serene and his lips are sealed. He wears an official dress – a European jacket, a shirt with high neck and a cravat. His left hand, resting on the chair’s draped back, brings attention to the star of the Knight Grand Cross that adorns the lapel of his coat. His right hand, finding support on his bent knee, supports a leather-bound book, likely on his beloved subject of Greece. The riband, passing from the right shoulder to the left hip, presents on its lower end the badge of the Knight Commander of the Order of St Michael and St George.

11. Kosmas Apergis (Tinos, 1836-1898). Statue of Guilford, 1883. Marble, 175 x 85 x 120 cm. Courtesy of Boschetto, Corfu.

Crafting the Statue of Guilford, Kosmas Apergis faithfully immortalised the highest moment of the official opening of the Ionian Academy at 8.30 in the morning of 29 May 1824. He is formally presented on a throne on a raised pedestal, as Guilford himself mentions, “between Politis and Filitas in the big hall of the Academy, which was packed with all the officials of both genders” (Angelomatis-Tsougarakis 1997:207). He is anciently dressed in a robe fastened to his right shoulder with a gold buckle and wears around his head a narrow black velvet ribbon embroidered on the front with gold laurel leaves and a golden owl. His hand, resting on his knee, holds a book probably about ancient Greece.

12. Charles Frederick de Brocktorff (Germany, 1775-1850). The late Earl of Guilford in his Greek College Dress, c. 1825. Gouache on paper, 27 x 19 cm. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Charles Frederick de Brocktorff was a German artist who is best-known for his watercolours. He fought as an infantry officer in the King’s German Legion for the Electorate of Hanover during the Napoleonic Wars. He resigned in 1809 and moved to the United Kingdom, and in around 1810 moved to Malta, then a British protectorate, where he settled. He opened a workshop in Valletta and became a successful artist. It must have been there where he painted Guilford in his Greek college dress soon after the opening of the Ionian Academy in 1824. He wears a simple and lightly coloured garment that resembles both a Roman cassock and a priestly vestment. Above this a purple cloak is fastened with a buckle. Also characteristic is the cappello saturno (Saturn hat), known as such because its appearance resembles the ringed planet Saturn, which is a priest’s hat with a wide, circular brim and usually a rounded crown worn outdoors by Catholic clergy. Finally, a magnifying glass pendant hanging from the neck cord recalls Guilford’s well-known love of closely studying ancient Greek manuscripts. He had been presented thus, with this instrument, at least two more times (see the engraved portraits by Petros Pavlidis-Minotos and Periklis Skiadopoulos). The intense colour on the red ankle boots was probably chosen to attract people’s attention.


II.         PORTRAITS OF PERSONALITIES IN THE CIRCLE OF GUILFORD

1.         Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1862). Isabella Teotochi-Albrizzi (1760-1836), c. 1830.

2.        Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1862). Count Ioannis Kapodistrias (1776-1831), 1849.

3.        Sir Francis Chantrey (1781-1841). King George IV (1762-1830), 1827.

4.        Sir Pavlos Prosalentis (1784-1837). Sir Thomas Maitland (1760-1824), 1822.

5.        Sir Pavlos Prosalentis (1784-1837). Sir Frederick Adam (1784-1853), 1825.

6.        Nikolaos Economopoulos (c.1850-1900). Spyridon Trikoupis (1788-1873), 1825.

1. Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1862). Portrait of Isabella Teotochi-Albrizzi (1760-1836), c. 1830. Oil on canvas, 55 x 40 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Isabella Teotochi-Albrizzi (1760-1836) was a famous salonnière and intellectual. An Italian of Greek origin, she was born in the summer of 1760, to a father from Corfu, Count Antonios Theotokis, of the famous Theotokis-Kalokardiari branch, and a Venetian mother, the Countess Nicoletta de Vejia. Her father took a personal interest in his daughter’s education, choosing notable teachers who taught her Italian, French, Latin and ancient Greek. At the age of 16, after the mediation of her family, she married the middle-aged naval officer and then well-known author of historical treatises Carlo Antonio Marin (1745-1815) from Venice. They had a son, after whose birth they decided to move to Venice. Isabella did not return to her birthplace again, but she made sure to keep it alive in her thoughts and to support in her own way every struggle in pursuit of the freedom of the Ionians. In 1796, having divorced her first husband, she married Count Giovanni Battista IV Giuseppe Albrizzi, with whom she had another son. Her second husband particularly admired Isabella’s strong personality and supported the meetings she now organised at Palazzo Albrizzi. At that time, Venice was an important centre of European cultural, social and artistic activity. Isabella soon emerged as a charismatic hostess. Her home became a hangout for people of culture who discussed the new currents and ideas brought by the French Revolution, while she herself was distinguished for her broad education, humour, acuteness and the directness she had with her audience, both as a hostess as well as a writer. Personalities from all over Europe, like Lord Byron, Antonio Canova, Chateubriand, Madame de Staël, Ugo Foscolo, Goethe, Ioannis Kapodistrias, Andreas Moustoxidis, Mario Pieri, Ippolito Pindemonte and Sir Walter Scott, flocked to her literary salon. After the dissolution of the Republic of Venice, in 1797, she travelled for a long time to other Italian cities as well as to Paris, where she organised literary meetings with people who shared her progressive ideas. In 1807 she published her book Ritratti (Portraits), a series of literary portrayals she composed of men she knew and who frequented her salon, expressing the cosmopolitan ideals of sociability. She died in Venice on 27 September 1836 and her death plunged the intellectual world of Italy into mourning. [www.capodistriasmuseum.gr/persons/isavella-theotoki-albritzi/]. The Guilford Archive for the Ionian Academy in the British Library, London, holds a letter from her to Guilford (Add MS 88900/1/13).

2. Petros Pavlidis-Minotos (Ioannina, 1800-1862). Seated Bust Portrait of Count Ioannis Kapodistrias (1776-1831), 1849. Oil on canvas, 70 x 57 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society.

Count Ioannis Kapodistrias (Corfu, 1776- Nafplio, 1831) was a Greek diplomat and politician. He was born into an aristocratic family with a political tradition, which is why he was involved in politics from 1803, when he was appointed secretary of the Septinsular Republic – that is, the Republic which was constituted by the seven Ionian Islands. With the occupation of the Ionian Islands by the French he withdrew and joined the Russian diplomatic service. There, he took important positions managing to be distinguished as minister of foreign affairs of the Russian Empire from 1815 to 1822, at which time he was forced to resign owing to the Greek Revolution of 1821. On 14 April 1827 the Third National Assembly of Troezen selected him first Governor of Greece, a position from which he came into friction with local chieftains resulting in his murder on 9 October 1831, in Nafplio, by the brother and son of Petrobey Mavromichalis, in retaliation for the imprisonment of the latter. As Governor of Greece he promoted significant reforms for the restoration of the state’s civil administrations, as well as for the establishment of the legal framework of the state, necessary for the establishment of law and order. He also reorganised its armed forces under a unified command. § Petros Pavlidis-Minotos (1800-1862) was a professor of oil painting at the National Technical University of Athens between 1854-1862. His art represents a painting of fine design and is characterised by the sweetness of and specialisation on figuration. With painting studies in Italy and knowledge of the painting trends of Paris and Munich, he was clearly influenced by the Ionian School. His half-length figure of Count Ioannis Kapodistrias (1776-1831), seated in an armchair dominates the picture’s centre against a dark background. He has a slight inclination to the right, the gaze turns towards the viewer, his style is serene and his lips are sealed. He wears an official dress, a rich cape, a European suit, a shirt with high neck. His decoration distinctly adorns the lapel of his coat. His left hand rests on the chair’s arm, while the right remains below. This portrait reveals the hallmark of Ionian portraiture. The size of the figure, the position of the body, the expression of the character and its declared identity are elements of Ionian portraiture, as it developed during the period of its prominence by Nikolaos Koutouzis and Nikolaos Kantounis, and was preserved by their descendants, to whom Pavlidis-Minotos belongs. However, the new trends of the time and his encounter with artistic circles abroad and Athens are evident in his work. Distinguished in printmaking he made two lithographs on the subject of Kapodistrias (Corfu Reading Society and Municipal Historical Library of Zante) loosely based on this painting. § With the Treaty of Paris (1815) the Ionian Islands became a Protectorate of Great Britain and, in the same year, Guilford started discussions with Kapodistrias about a possible Ionian University. Kapodistrias called Guilford in his letters “our great Greek” (British Library, Add. Ms 41535).

3. Sir Francis Chantrey, RA (1781-1841). Bust of George IV (1762-1830), King of the United Kingdom of Great Britain & Ireland, 1827. Marble, 85 x 80 x 30 cm. Courtesy of the Palace of Saint Michael & Saint George, Corfu.

George IV (1762-1830) was King of the United Kingdom of Great Britain and Ireland and King of Hanover from the death of his father, King George III, in 1820, until his own death ten years later. At the time of his accession to the throne, he was acting as Prince Regent, having done so since 1811, during his father’s final illness. George was described as the “First Gentleman of England” on account of his style and manners. He was bright, clever and knowledgeable, but his self-indulgence and gluttony led him to squander much of his talent. The Regency period saw a shift in fashion that was largely determined by George. He was the greatest royal supporter of art, architecture, music and science. His many legacies include Regent’s Park and the National Portrait Gallery. The Duke of Wellington’s eulogy, delivered in the House of Lords, praised George’s knowledge and talent and called him “the most accomplished man of his age”. During his reign a large number of statues of George were erected, which include a bronze equestrian one by Sir Francis Chantrey in Trafalgar Square. Chantrey carved the first version of fifteen similar marble busts in plaster in 1821, the year of his coronation (now in the Ashmolean Museum, Oxford). With Sir Thomas Lawrence’s full-length portraits in oils it established the King’s official likeness throughout his ten-year reign. It epitomises the sculptor’s ability to idealise without losing a resemblance. The King appears both lofty and amiable, cloaked as an ancient field-marshal but wearing one of his own curled brown wigs. George knew that the British considered Guilford a personality presented as an authority on Greek education at the time (Nikolaos K. Kourkoumelis. Education in Corfu during the British Protection (1816-1864). Athens, GR: Association for the Dissemination of Greek Letters, 2002:155). Beyond his personal esteem and the value of his friendship, George supported him with invisible actions. He seems to have given him the assurance of the commission of the founding of the Ionian University before May 1819. This explains the bestowing upon Guilford of the degree of doctor of law by the University of Oxford on 25 October 1819. After his accession to the throne, January 1820, George awarded Guilford the title of “Archōn” (ibid. 2002:158-159).

4. Sir Pavlos Prosalentis (1784-1837). Bust of Sir Thomas Maitland (1760-1824), First High Commissioner of the Ionian Islands, 1822. Bronze, 85 x 60 x 40 cm. Courtesy of the Palace of Saint Michael & Saint George, Corfu.

Sir Thomas Maitland (1760-1824) was a Governor of Malta and served as Lord High Commissioner of the Ionian Islands during 1815-1824, with a seat of administration at Corfu. Popularly known as “King Tom”, he was a sound administrator. He established government banks, built roads and lighthouses. Mindful of the importance that the Ionians attached to titled people, he instituted the Order of St Michael and St George, whose honours were to be bestowed on suitable recipients in the Ionian Islands and Malta. To equip the new Order with headquarters as well as to house the Senate and provide a home for the Lord High Commissioner, he commissioned the Palace that still graces the lower Esplanade in Corfu Town. When he died and was buried in Malta in 1824, he was mourned in Corfu with special requiem ceremonies. His bust, made by Prosalentis, is the first in modern Greece to be cast in bronze. Interestingly, an 1817 plaster study of this bust, housed in The Thorvaldsen Museum, Copenhagen, suggests that Prosalentis had sought the advice of his fellow sculptor Bertel Thorvaldsen (1797-1838) for the casting. § Soon after George IV’s award of the title “Archōn” (Chancellor) to Guilford, on 24 February 1820 Maitland requested the Ionian Parliament to make the Senate recognise him, as per his wish, as the unpaid coordinator of all education in the Ionian State. In keeping with this, on 25 March 1820 the Senate appointed Guilford “Archōn” and on 28 March he took office (Nikolaos K. Kourkoumelis. Education in Corfu during the British Protection 1816-1864. Athens, GR: Association for the Dissemination of Greek Letters, 2002:160). On 17 May 1821, Maitland decided to endorse Guilford’s original desire to found the Academy in Ithaca, as the birthplace of Odysseus. However, the outbreak of the Greek Revolution upset the island societies and troubled the British authorities. On 4 March 1823, Maitland brought the matter back to the Ionian Parliament, presenting his fears and solutions to the problem. In the arguments he used, he stated that the institution originally envisaged in Ithaca, near the rebel sites, would create increased operational and other problems. For this reason, he proposed Corfu as more appropriate, where the Government was able to cede the Headquarters of the Venetian Superintendent in the Old Fortress (ibid. 2002:180). After conferring with Guilford, who considered that the revised views of Maitland were soundly based, at the suggestion of the Commissioner, it was decided on 29 May to open the Academy within the next year, in 1824, in Corfu (ibid. 2002:181).

5. Sir Pavlos Prosalentis (1784-1837). Bust of Sir Frederick Adam (1784-1853), 2nd High Commissioner of the Ionian Islands, 1825. Marble, 80 x 60 x 40 cm. Courtesy of the Palace of Saint Michael & Saint George, Corfu.

General Sir Frederick Adam (1784-1853) was a Scottish major-general who had took part in the Battle of Waterloo. Between 1824 and 1832 he became the second Lord High Commissioner of the Ionian Islands. He married the Corfiot Diamantina Palatianou and for her sake built the Palace of Mon Repos. In the Bust of Adam Prosalentis emphasises the purely idealistic elements, the heroic expression and the imperial style in a faithful rendition of the classicist ideals. On the bust’s pedestal, he presents four reliefs in an order: on the front side Ares, on the right side Agraios Nómios (Protector of the Fields), on the left side Athena and on the back the personification of Corfu. These are symbolic figures, in order to highlight the virtues of the subject, his military status, his contribution to the island’s agriculture, his wisdom and his love of the island.

6. Nikolaos Economopoulos (c.1850-1900). Portrait of Spyridon Trikoupis (1788-1873), Greek Statesman, Diplomat and Author, 1825. Etching on paper, 15 x 10 cm. Courtesy of the Corfu Heritage Foundation, Corfu.

Spyridon Trikoupis (1788-1873) was a Greek statesman, diplomat, author and orator. He was born in Missolonghi and was son of a local primate, Ioannis Trikoupis. After studying in Paris and London, he became private secretary to Frederick North, 5th Earl of Guilford, Rector of the Ionian Academy. During the Greek War of Independence, he occupied several important administrative and diplomatic posts. He was a member of the provisional government in 1826, a member of the national convention at Troezen in 1827 and president of the Council of State and Minister of Foreign Affairs in 1832. Otto I, King of Greece, appointed him as his first Prime Minister in 1833. He was thrice Hellenic Ambassador to London (1834-1837, 1841-1843 and 1849-1862), and in 1850 Envoy Extraordinary to Paris. His funeral oration for his friend Lord Byron, delivered in the cathedral of Missolonghi in 1824 was translated into many languages. A collection of his earlier religious and political orations was published in Paris in 1836. He was the author of the History of the Greek Revolution (London: Taylor and Francis, 1853-1857). He was the father of Charilaos Trikoupis, also a Prime Minister of Greece.

III.       PORTRAITS OF ASSOCIATES OF THE IONIAN ACADEMY

1.         Andreas Idromenos (1764-1843), Archimandrite of the Ionian Academy.

2.        Athanasios Psalidas (1767-1829), Honorary Doctor of Philosophy of the Ionian Academy.

3.        Theoklitos Farmakidis (1784-1860), Professor of Theology at the Ionian Academy.

4.        Konstantinos Asopios (1785-1872), Professor of Greek Letters at the Ionian Academy.

5.        Christoforos Filitas (1787-1867), Professor of Philology at the Ionian Academy.

6.        Athanasios Politis (1790-1864), Professor of Chemistry of the Ionian Academy.

7.         Andreas Kalvos (1792-1869), Professor of Philosophy of the Ionian Academy.

8.        Nikola Piccolo (1792-1865), Professor of Philosophy at the Ionian Academy.

9.        Andreas Papadopoulos-Vretos (1800-1876), Librarian of the Ionian Academy.

1. Periklis Skiadopoulos (Greece, 1833-1875). Portrait of Andreas Idromenos (1764-1843), Archimandrite of the Ionian Academy, 1873. Etching on paper, 26 x 22 cm. Courtesy of the Giorgos Ch. Sourtzinos Collection, Corfu.

Andreas Idromenos (1764-1843) was born in Parga and studied alongside Akakios Desyllas, who was his uncle, and Agapios Leonardos, a learned monk. In 1791 he was ordained a priest and subsequently studied texts by ancient Greek authors, succeeding in cultivating his philological education. He was appointed archivist and then director of the community school in Parga. His personal assistant was Christoforos Perraivos, through whom he was introduced to the revolutionary plans of Rigas Velestinlis. After all this, Idromenos emerged as the main political advisor of the residents of Parga and Souli in their fight against Ali Pasha. Ali Pasha unsuccessfully invited him to Ioannina, with the ulterior motive of murdering him. When, in 1797, Corfu was captured by the French, he pleaded Napoleon to include the area of Parga under his protection. The events that followed, such as the Fall of Preveza by Ali Pasha in 1798 and the submission of Souli in 1803, disappointed him, who was forced to move to Corfu in 1804, at the invitation of Ioannis Kapodistrias. There he was director of the Hellenic School, while from 1808 he was a member of the Académie Ionienne. In 1824 he was elected honorary professor of Theology at the Ionian Academy, while at the same time he wrote morality treatises, speeches, letters, religious services and odes using archaic meter. Guilford awarded the degree of Doctor of Theology to Idromenos at the opening ceremony of the Ionian Academy on 24 May 1824 (Helen Angelomatis-Tsougarakis, The Ionian Academy: The Chronicle of the Founding of the First Greek University (1811-1824), Athens, GR: Little Romios, 1997:207).

2. Anonymous (Greece). Portrait of Athanasios Psalidas (1767-1829), Honorary Doctor of Philosophy of the Ionian Academy, 1874. Woodcut from the book of Anastasios N. Goudas, Parallel Lives of the Distinguished Men of the Rebirth of Greece, vol. II, 1874 Athens. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Athanasios Psalidas (1767-1829) was a Greek author, scholar and one of the most renowned figures of the modern Greek Enlightenment. He was born in 1767 in Ioannina, where he completed ground level education. He continued his studies in the Russian Empire (1785-1787) and in Austria (1787-1795). In 1791 he published his first work, Real Bliss, with which he re-established fundamental theoretical positions on the existence of God, immortality, afterlife, freedom of man and the concept of the limits of freedom. During his studies in Vienna, he worked in several Greek editorial companies and printing houses. In 1792, together with the Cypriot Ioannis Karatzas (1767-1798), he published Love’s Results (1792), consisting of three romantic stories. In refutation of conservative circles, who distrusted his ideas and novelties, he published the work Moves towards Progress (1795), where he denounces the entire official spiritual leadership of the Greeks, who, according to his opinion, kept the subjugated Greek people in ignorance and barbarism. In 1796 he returned to Ioannina, where he became the director of the city’s most renowned school, the Kaplaneios, and remained at this post for 25 years. During this time he enhanced the school’s curriculum by introducing lessons in history, geography, natural sciences, economics and foreign languages. Psalidas also brought with him educational equipment and special instruments in order to teach astronomy and perform a number of chemical and physical experiments. His lessons were not only watched by his students, but also by locals who admired his work. He also equipped the school’s library and hired qualified teaching personnel. Moreover, he offered scholarships to the best of his students. He had become one of the most distinguished personalities of city of Ioannina, participating in local courts and councils and being also adviser to Ali Pasha. When armed conflict between Ali Pasha and the Ottoman Empire broke out (1820-1822) he found refuge in nearby Zagori. Thereafter he lived in Corfu, where he became doctor of the Ionian Academy, but he was denied the opportunity to teach because of his progressive ideas. Later he became director of the school of Lefkada, where he died, in 1829.

3. Anonymous (Greece). Portrait of Theoklitos Farmakidis (1784-1860), Professor at the Department of Theology of the Ionian Academy, c. 1860. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Theoklitos Farmakidis (1784-1860) was a Greek scholar and journalist. He was a notable figure of the Modern Greek Enlightenment. He was born in 1784 in Nibegler near Larissa, in the Thessaly region of northern Greece. He studied at the Great School of the Nation of Constantinople (1804-1806). After Anthimos Gazis he continued the publishing of “Hermes o Logios” (Hermes the Scholar) with his partner Konstantinos Kokkinakis. He joined the Philikí Etaireía and became an admirer of Adamantios Korais, supporter of Greek independence and critic of the Ecumenical Patriarchate of Constantinople. After the outbreak of the Greek War of Independence, he befriended Dimitrios Ypsilantis. In August 1821, in Kalamata he started publishing the Greek newspaper “Salpinx Elliniki” (Hellenic Trumpet). He took part at the National Assemblies of Epidaurus and Astros and later taught in the Ionian Academy (1823-1825). He was a supporter of the English party and Alexandros Mavrokordatos. During the reign of Otto, he was advisor on ecclesiastical matters and supporter of the establishment of the Church of Greece. He was liberal and tolerant to the different dogmas and became friend with Jonas King (1792-1869), the controversial Protestant missionary in Greece. A strongly pro-West supporter, he was against the Greek involvement in the Crimean War.

4. Iason Zochios (Corfu, 1840-1909). Portrait of Konstantinos Asopios (1785-1872), Professor of Greek Letters of the Ionian Academy, 1873. Lithograph from the “Attic Calendar of the Year 1874”, vol. VIII. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Konstantinos Asopios (1785-1872) was a 19th century Greek scholar and university professor from Epirus. He was born into a poor family in Grammeno, Ioannina, and bore the surname Rados. After his father’s death, he followed his mother to Ioannina when she found work in the Melas family home. Thanks to his achievements in the letters, he became a scholar of Zois Kaplanis, while later he received from his headmaster, Athanasios Psalidas, the surname “Asopios”, which he adopted. Along with his studies, he worked as a private teacher and with the amount of money he collected, he went with Christoforos Filitas to Naples to study medicine, but a health problem forced him to go to Corfu in 1813 for treatment. After his recovery, he returned to Italy, specifically to Venice, where he worked as a translator and later settled in Trieste where, at the urging of the vice-president of the parish, Iakovos Rotas, he worked for five years as a teacher at the Greek school in the city. Thanks to his meeting with Guilford, whom he knew from Ioannina, he studied at his expense at the universities of Göttingen, Berlin and Paris in order to become a professor at the Ionian Academy, which the English nobleman intended to found. Guilford offered Asopiοs the office of orator and rector for the Academy’s first year in 1824. After the death of Guilford in 1827 and the decline of the Ionian Academy that followed, Asopios accepted the proposals of the Greek state and took a position at the University of Athens, serving three times as rector (1843-1844, 1856-1857, 1861-1862). He retired in 1866 due to the serious health problem he had been facing for some time and died in 1872. In addition to The Soutseia (1854), his works include a syntax and a grammar as well as an introduction to Pindar.

5. Anonymous (Greece). Designed Portrait of Christoforos Filitas (1787-1867), Professor of Philology at the Ionian Academy. Etching from Elli Droulia’s book, The office of a cosmopolitan scholar of the 19th century: The handwritten notebooks of Christoforos Filitas, Library of the Hellenic Parliament, 2019 Athens.

Christoforos Filitas (1787-1867) was a Greek teacher, scholar, doctor and university professor who lived in the 19th century. He was born in 1787 in Grammeno of Ioannina and completed his first studies at the Kaplaneios School of Ioannina, where Athanasios Psalidas was also his teacher. After completing his studies in Ioannina, he went to Corfu and then to Naples, Italy, together with his friend Konstantinos Asopios. There he studied medicine, succeeding in 1817, at the age of 30, to be declared a doctor. After completing his studies, he initially taught in Trieste at the urging of the vice-president of the Greek parish, Iakovos Rotas. It was then that he met the English Philhellene Guilford, who believed in his abilities and decided to grant him a scholarship to study philology at the University of Oxford. On his way to England in 1819 he first stopped in Paris where he met Adamantios Korais and adopted his positions on the language issue. Then he arrived in England where he stayed for a few months studying Greek manuscripts and prints. Returning to the Greek area via Venice, where he studied the rich Municipal Library, in 1820 he became director of the Lyceum of Corfu. He was nominated for the office of rector and dean for the Ionian Academy’s second year of operation, in 1825, the first Greek-speaking university founded by Guilford. After Gilford’s death in 1827 and the decline of the Academy, in 1829 he took over as director of the Zakynthos School, in 1840 a teacher at the Corfu High School, at the time when Dionysios Solomos lived there. He also taught in Greek schools of Melenikos in present-day Bulgaria. He was appointed rector of the Ionian Academy in the period 1853-1854 and director of the Mansion of Education in the period 1862-1865. In 1866 he was appointed professor of Greek philology at the University of Athens, but he died in July of the following year in Corfu. Filitas left a rich work, a large part of which remained unpublished. He studied the vernacular and folk songs. His main works are “Grammar of the Greek language” (Corfu, 1827) and “Philological Side Works” (two issues, Athens, 1847). He also translated a number of works and articles such as “Iliou Persis” (Sack of Troy), the 2nd book of the Aeneid, “The defence of the Greek Church recently insulted by Domenico Teixeira”, “On the encyclical of Pius IX to the Easterners” etc. Also, in 1843, as a professor of philosophy at the Ionian Academy, he compiled the inscription of the “Douglas Obelisk” in Garitsa, Corfu, referring to the benefactions of the Lord High Commissioner of the Ionian Islands Sir Howard Douglas (1776-1861) in Corfu, as well as the epitaph for the benefactor Dimitrios Karytsiotis (1741-1819) in Trieste. Unfortunately, Filitas’ physical appearance is not preserved. The present engraving depicting him was chosen by Elli Droulia, Director of the Library of the Hellenic Parliament, to suggest his form, placing his face, through its absence, in the shadow of history.

6. Anonymous (Greece). Portrait of Dr Athanasios Politis (1790-1864), Professor of Chemistry of the Ionian Academy, c. 1880. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Dr Athanasios Politis from Lefkada was Professor of Chemistry at the Ionian Academy. Being a student of the School of Tenedos, he studied medicine at the University of Pavia in Italy. Continuing his studies in Paris, he met Guilford and Kapodistrias. Both of them helped him to complete his studies and to procure the necessary equipment for the establishment of a Chemical Laboratory in Corfu. At the same time he studied the method of mutual instruction (allilodidaktikí méthodos), which he was the first to introduce in Greece and started teaching it in 1819, when he returned to Corfu, where he founded his own school. This method of education is based on the idea of collaboration and shared experience so that student and teacher ‘learn’ mutually although their study goals may be different – thus, it is posited, that students are initiators of their own knowledge’s development. The positive results of this method convinced those responsible for education in the Ionian Islands to implement it in all the schools of the Ionian Islands. For many years, a professor at the Ionian Academy, he taught chemistry, giving a great deal to science in Greece. He translated into Greek the novel The Last Letters of Jacopo Ortis (1802) by Ugo Foscolo. It is significant that this novel followed the approach of The Sorrows of Young Werther of 1774 by Goethe, which treats of a man’s ‘battle with fate’ and his ultimate self-destruction that is often a theme in ancient Greek tragedy.

7. Christos Rouseas (1896-1978). Portrait of Andreas Kalvos (1792-1869), Professor at the Department of Philosophy of the Ionian Academy, c. 1960. Oil on hardboard, 71 x 60 cm. Courtesy of the Museum of Solomos & Eminent Zakynthians, Zakynthos.

Andreas Kalvos (1792-1869) was one of the most important Greek poets. He was born in Zakynthos and matured linguistically in Italy (1802-1816). Until 1820 he travelled and lived in Switzerland, England and France. His education and poetic culture were sealed by the personality of the greatest Italian Romantic poet of the 19th century, Ugo Foscolo, who originated in Zakynthos in whose service he worked as a secretary from 1812-1816. Guilford invited Kalvos to teach general philology at the Ionian Academy. In addition to this, he appointed him to organise, record and publish his collection of manuscripts (Nikolaos K. Kourkoumelis. Education in Corfu during the British Protection (1816-1864). Athens, GR: Association for the Dissemination of Greek Letters, 2002:205). He was irritable, depressed and misanthropic. He lived alone by choice, always dressed in black and always painted the furniture black. Despite the importance of his work, no portrait of his is preserved and the artists represent him in accordance with descriptions taken from his students. It is known that he was of medium height with a heavy gait, a large head, lively and penetrating eyes, a dark complexion with a strict and idiosyncratic set. It is interesting to see his inner world, which is governed by honesty, philanthropic perseverance, abrupt transitions of style as well as gestures of touchiness. His education was classicist with a tendency to archaism, all of which is reflected in his poetry. His whole poetry is influenced and inspired by the national struggle but also, in some poems, there is an atmosphere of spiritual romanticism, which is expressed by melancholy, cloudy skies and ruins. Unique as a man, his was a special personality without precursors of the nature of his life’s journey and without imitators of its course.

8. Anonymous (Greece). Portrait of Dr Nikola Piccolo (1792-1865), Professor of Philosophy at the Ionian Academy, 1866. Albumen print on paper, 16 x 13 cm.

Dr Nikola Piccolo (1792-1865) was a Greek physician, philologist and writer. He belongs to the leading representatives of modern Greek letters of the first half of the 19th century because of his original studies of ancient authors. He was born in 1792 in Veliko Tarnovo, Bulgaria, and at the beginning of the 19th century settled in Bucharest where he studied at the Academia Domneasca (Princely Academy), under professors Lambros Fotiadis and Konstantinos Vardalachos. At the Academia Domneasca he himself taught the French language, from 1810 for five years, and at the same time he participated in the Philological Society of Bucharest. In 1815 he followed Vardalachos who went to teach together with Neophytos Vamvas at the Greek School of Chios. He taught at this school during the two years 1815-1816. In 1818 he followed Vardalachos to Odessa, where he presented his play The Death of Demosthenes (1818) and a translation of Sophocles’ Philoctetes. He then went to Paris where he studied medicine and was initiated into the Philikí Etaireía (Society of Friends). There he became friendly with Adamantios Korais and met the philhellene Claude Fauriel with whom he collaborated on the collection of Greek folk songs. At the start of the Greek Revolution he was in Paris and worked to support the revolutionaries in Greece with money and supplies. But his actions disturbed the Sublime Porte and so, after pressure from it, he and other scholars were excommunicated from the Patriarchate. In the summer of 1822 he returned to Greece and settled in Hydra where he developed close relations with the elite of the island and especially with the Kountouriotis brothers. Although he was appointed a member of the delegation for the conference of the Holy Alliance in Verona in the fall of the same year, he ultimately did not participate due to his rift with the elders of Hydra. From 1823 and for two years he was the first professor of philosophy at the Ionian Academy of Corfu. In 1824 he published in Corfu the Greek translation of René Descartes’ Discourse on Method and the translation of part of The Logic (1662) by Antoine Arnault and Pierre Nicole with his own comments. In addition, the same year he published the translation of Paul et Virginie (1788) by Bernardin de Saint-Pierre. In 1825 he continued his medical studies in Bologna and Pisa, where he became a doctor in 1829. In 1838 he published Philomuse Pastimes, a collection of poems by ancient Greek and earlier Western European poets and editions of ancient Greek texts. Until 1840 he practiced medicine in Bucharest and then lived in Paris. Shortly before his death, in 1863, he published Aristotle’s History of Animals. He died in Paris in 1865.

9. Anonymous (Greece). Portrait of Andreas Papadopoulos-Vretos (1800-1876), Librarian of the Ionian Academy, 3 December 1842. Courtesy of the “Echo of the Provinces” newspaper, Patras.

Andreas Papadopoulos-Vretos (1800-1876) was a Greek scholar and bibliographer of the 19th century. He was born in Ithaca in 1800. His father’s origin was from Lefkada and he served as the secretary of the administration of the island during the time of the French administration. He studied at the school of Lefkada, and from 1811 his father sent him with his mother to Naples to attend the high school there. He enrolled at the University of Naples, where he graduated with a doctorate in medicine. He was studious and learned Latin, French and Italian. In 1822 he returned with his mother to the Ionian State, which was then under the British Protectorate. There he had the opportunity to meet the British philhellenes, Count Guilford and poet Lord Byron. Finally he settled in Corfu where he assumed the position of the first Director of the Library of the Ionian Academy. Guilford’s death in 1827 had a dramatic impact on Papadopoulos-Vretos’ life. The Academy’s famous Library, estimated to have housed some 6,000 volumes, was moved to London in the late 1830s, when it was sold at auction by the legal heir, son of Guilford’s sister, Lord Sheffield. The inability of the Ionian State to purchase the exceptional collection of books resulted in the end of the term of office of the Librarian, who after his resignation, decided to seek his fortune in liberated Greece from 1832. He published in Nafplion, together with Georgios Rallis, the Greek-French newspaper “Ellinikos Kathreptis – Miroir Grec” (1832-1833), which openly supported the Kapodistrians. He edited a series of documents that prove the correctness of the political choices of Kapodistrias and composed a biography of him. His political choices brought him into conflict with Kapodistrias’ political rivals who had prevailed and made him eventually flee to hospitable Russia. In 1844 he married the daughter of the Russian colonel Aleksandr Faydrov and had a son, the well-known journalist Marinos. With the help of Alexandros Sturtzas, he managed to work as a translator at the Ministry of Foreign Affairs of the Russian Empire, in Saint Petersburg. However, life in Russia did not please him and he soon left for Europe. He moved to Paris for two years trying to popularise a bulletproof chest of his own patent. In 1849 he was appointed to the Greek Consulate in Varna, which belonged to the Ottoman Empire, engaged in archaeological excavations and channelled all his energy into writing a study on the history of Bulgaria. A little later he went to Italy where he worked intermittently for the Greek Consulate in Venice until 1855, when he returned for a while to the Ionian Islands. In 1857 he published the volume Modern Greek Literature. The loss of his only son, in 1871, shook him and hastened his own death in 1876. He was buried in the native land of his father, Lefkada.

IV.       ARCHIVES

1.         John Flaxman RA (England, 1755-1826). Monument to Frederick North, 1792, Oxford.

2.          Anonymous (Greece). Monastery of the Virgin of Tenedos, 1678-1688.

3.         Invitation for students of the School of Tenedos to enroll in departments, 18 December 1806.

4.         Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). Ionic Academy 1808-1814, c. 1960.

5.          Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). Panagia Spilaiotissa and the Forestis Mansion, c. 1960.

6.          Gazzetta (Corfu). The procession of the inauguration of the Ionian Academy, 17 May 1824.

7.         Gazzetta (Corfu). Opening of Ionian Academy and speech of Christoforos Filitas, 24.5-5.6.1824.

8.          Anonymous (Greece). The Venetian Superintendent’s Mansion in the Old Fortress, c. 1890.

9.          Anonymous (Greece). The Venetian Superintendent’s Mansion in the Old Fortress, c. 1941.

10.        Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). Venetian Superintendent’s Mansion, Old Fortress, c. 1960.

11.        Nakis Pieris (Corfu, 1890-1964). The Ionian Academy and the Kapodistrias Statue, b. 1960.

12.        Anonymous (Greece). The Rectorate of the Ionian University, 1985-2024.

1. John Flaxman RA (England, 1755-1826). Monument to Lord Frederick North, 2nd Earl of Guilford, with Britannia and Lion, 1792. Marble. Courtesy of All Saints Church, Wroxton, Oxfordshire.

The monument to Frederick North, 2nd Earl of Guilford KG, PC (1732-1792), Prime Minister to George lll during the American Revolutionary War (1775-1783), is typically Neoclassical. The new craze for all things classical flourished during the reign of George III (1760-1820), inspired by art from antiquity and recent finds at Pompeii and Herculaneum.

2. Anonymous (Greece). Monastery of the Virgin of Tenedos, 1663-1678. Courtesy of the Municipality of Corfu, Corfu.

The Monastery of the Virgin of Tenedos (1663-1678) was originally built as a Catholic church of the Virgin of Carmel with the founding icon of the same name from Tenedos. In 1680, the Latin Bishop Marcantonio Barbarigo also built the Seminary there. When, in 1797, Corfu passed into the hands of the French (1797-1799) the property of the monastery was confiscated. Subsequently, its history is intertwined with the educational history of reborn Greece. The first Public Library of Corfu operated in its premises. The books were collected from monasteries on the island and from the bequest of the Venetian nobleman Doria. Later it was enriched with donations from the Zosimades brotherhood and the Ionian State and formed the basis for the library of the Ionian Academy. In 1798 it housed the first Public Printing Office. The Thurios (1797) by Rigas Velestinlis was also printed there in 1800. During the Septinsular Republic (1800-1807), special importance was given to education. Following a proposal by the then Secretary of State Ioannis Kapodistrias, the famous School of Tenedos was founded there. By decision of the Ionian Senate of 23 October 1805, it was used as the first Public School to teach young people the Greek language. The same resolution appointed Kapodistrias as Inspector of this School. The Académie Ionienne (Ionic Academy) also operated there from 1808 to 1814. The program and the personalities who taught at the School (Asopios, Filitas, Idromenos, Coulson, Moustoxidis, Perraivos and Villas) created a high level of studies. The School of Tenedos went through other uses until it was destroyed during World War II. The arched Renaissance-style dome above the sanctuary and the tower-like bell tower make the Monastery of the Virgin of Tenedos a monument with particular plasticity, which adds to its important history.

3. Advertisement inviting students to officially enroll in their departments, 18 December 1806. Courtesy of the General State Archive, Corfu.

Advertisement by which the Inspector of the School of Tenedos, Count Ioannis Kapodistrias, invites the students to officially enroll in their departments, 18 December 1806.

4. Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). Ionic Academy 1808-1814, c. 1960. Watercolour on paper, 28 x 21 ? cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Depiction of the Ionic Academy in the Church of St Francis of Assisi in Corfu during the period of its operation, 1808-1814.

5. Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). Panagia Spilaiotissa and the Forestis Mansion, c. 1960. Watercolour on paper, 28 x 21 ? cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

This is an imaginary picture based on fact of Panagia Spilaiotissa (f. 1577) and the Forestis Mansion (c. 18th), at the vicinity of the Old Port of Corfu. George Forestis granted his friend Guilford a personal residence in his mansion. Nowadays, a marble plaque on the mansion’s façade commemorates, “This building was the residence of the Philhellene English Lord Frederick North Guilford, and in its halls the classes of the Ionian Academy began in the fall of 1823”.

6. Anonymous (Greece). The procession of the inauguration of the Ionian Academy, 17 May 1824, “Gazzetta” #335. Etching on paper, 8 x 17 cm. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The present drawing shows the procession of the inauguration of the Ionian Academy on 17 May 1824. The composition presents the faculty of the Academy framed by the public of the time in the Upper Esplanade of Corfu Old Town, overlooking the Old Fortress. The antique-style costumes, designed by Prosalentis, based on instructions by Guilford, may have provoked unfavourable public comment, but they lent prestige to the Ionian Academy. The drawing in question was printed for the first time on sheet number 153 of the Gazette of the Ionian Government in 1824.

7. Description of the opening ceremony of the Ionian Academy and the speech of Christoforos Filitas, 24 May – 5 June 1824, “Gazzetta” #336. Courtesy of the General State Archive, Corfu.

“The “Gazzetta” #336 of 24 May – 5 June 1824 describes the opening ceremony of the Ionian Academy and the speech of Christoforos Filitas.

8. Anonymous (Greece). Interior of the Citadel, 1923. Postcard, 9 x 28 cm. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The present postcard is inscribed “Interior of the Citadel” and presents on the left the British Army Barracks (1843) and on the right the Mansion of the Venetian Superintendent (1753). The photograph was taken from the south side of the Old Fortress in 1923 and mainly records refugees in the wake of the 1922 population exchange between Greece and Turkey, following the Asia Minor Catastrophe.

9. Anonymous (Greece). The Venetian Superintendent’s Mansion, c. 1941. [Antonio Rusconi, “Monumenti eraldici e epigrafici veneti dell’ isola di Corfu” in Annuario della Scuola archeologica di Atene e delle missioni italiani in Oriente, (1949-1953) pp. 381-446].

Photograph of the Venetian Superintendent’s Mansion in the Old Fortress, which housed the Ionian Academy from 1824 to 1838, as it was after the Italian bombardments of 1940-1941.

10. Marios Pierris (Corfu, 1906-1990). The Venetian Superintendent’s Mansion in the Old Fortress, c. 1960. Watercolour on paper, ? x ? cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu

Marios Pierris painted a view of the Venetian Superintendent’s Mansion in the Old Fortress in c. 1960.

11. Nakis Pieris (Corfu, 1890-1964). The Ionian Academy and the Kapodistrias Statue in Corfu, c. 1960. Gouache and ink on paper, 20 x 25 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Nakis Pierris presents the building complex of the barracks of Porta Remounda, where in 1838 the Ionian Academy was relocated, and the Statue of Kapodistrias of 1887, which is the work of Leonidas Drossis (1834-1882).

12. Anonymous (Greece). The Rectorate of the Ionian University, 1836-1864 & 1985-2024. Courtesy of the Corfu Heritage Foundation, Corfu.

The original building was built around 1710 as the Caserma (Barracks) Grimani, a name given in honour of the Venetian Superintendent General of the Sea Francesco Grimani who oversaw its construction. In 1836 the seat and the library of the Ionian University moved there. At the time of the union of the Ionian Islands with the Kingdom of Greece, in 1864, the institution was abolished and its teaching staff was transferred to the University of Athens. The interior of the building was destroyed by arson on 14 September 1943, caused by a Luftwaffe air raid as part of the 2nd World War. Thus the bust of the founder, which until then adorned the staircase, was lost. In 1985 the building was renovated and since then it functions as the rectorate of the Ionian University.

V.         DOCUMENTS

1.         Anonymous (Greece). Coat of arms of the United State of the Ionian Islands, c. 1815.

2.         Anonymous (Greece). Coat of arms of the Ionian Academy (1824-1864), 1824.

3.         Anonymous (Greece). Medal for Top Students of the Ionian Academy, 1841 Corfu.

4.         Election Diploma of Guilford as President of the Philomuse Society of Athens, 27 May 1814.

5.         Diploma from the University of Oxford to Guilford, 30 October 1819.

6.         Two publications in The Gentleman’s Magazine, 1819, London.

7.         Cutting entitled “University of Corfu” in the Times, London, 30 December 1826.

8.         Anonymous (Britain). Bookplate of the Honourable Frederick North, c. 1790.

9.         Anonymous (Britain). Bookplate of Frederick North, 5th Earl of Guilford, c. 1820.

10.        Two letters from Papadopoulos-Vretos to Guilford with offerings from the Ithacans, c. 1820.

11.        Topographic plan of the area of the Ionian Academy in Ithaca, c. 1820.

12.        Gerasimos Pitsamanos (1787-1825). Plan of the Ionian Academy in Ithaca, c. 1820.

13.        John Hume (England). Architectural plan of the Ionian Academy in Ithaca, c. 1820.

14.        John Hume (England). Façade plan of the Ionian Academy in Ithaca, c. 1820.

15.        Map of the Old Fortress in the 18th century – the Venetian Superintendent’s Mansion, 1976.

16.        Venetian Land Registry: Venetian Superintendent’s Mansion, c. 1790.

17.        Sketch of the Venetian Superintendent’s Mansion. 1942.

18.        Pasqualigo Barracks (π. 1600), Ionian Academy since 1838. Ground plan and façade, 1976.

19.        Prospectus of the Schools of the Ionian Academy, c. 1824.

20.        Christoforos Filitas epigram dedicated to Guilford for the founding of the Ionian Academy, 1824.

21.        Decision of the Parliament for the operation of the Ionian Academy, 24 May 1824.

22.        Announcement of the Ionian Academy about the courses of the year, 18 October 1825.

23.        Catalogue of Courses of the Ionian Academy, 1 November 1825, Corfu.

24.        Anonymous Greek Engraver. Bookplate of Guilford as Rector of the Ionian Academy, c. 1824.

25.        Portrait and Letter of Guilford to Papadopoulos-Vretos, 1824.

26.        Diploma in Theology of the Ionian Academy to Apostolos Mazarakis (1801-1868), 1831, Corfu.

27.        Athanasios Politis. Handbook of the Peer Teaching Method, 1829 Corfu.

28.        Christoforos Filitas. Lecture about Kartanos, Damaskinos and Pachomius, 1847 Corfu.

29.        Daphne I. D. Kyriaki. Extraordinary Bulletin: Corfu Guilford Archive, 1984.

1. Anonymous (Greece). Coat of arms of the British Protectorate of the “United States of the Ionian Islands”, 1815-1864. Courtesy of the General State Archives, Corfu.

The coat of arms of the British protectorate of the “United States of the Ionian Islands” was used in the period 1815-1864. The official British seal is surrounded by the emblems of the seven Ionian islands, clockwise from top: Corfu, Zakynthos, Ithaca, Paxoi, Kythira, Lefkada and Kefalonia.

2. Anonymous (Greece). Coat of arms of the “Ionian Academy”, 1824-1864. Courtesy of the book of Nikolaos K. Kourkoumelis, The Education in Corfu during the British Protectorate (1816-1864), Athens: Association for the Dissemination of Greek Letters, 2002, p. 151.

The coat of arms of the Ionian Academy was used in the period 1824-1864. It presents centrally the Athenian owl, as an emblem of wisdom, perched on a branch of an olive tree and flanked by the two-word name of the institution in Greek and capital letters.

3. Anonymous (Greece). Commemorative Medal for Leading Students of the Ionian Academy, 1841 Corfu. Silver, Ø: 4 cm. Courtesy of the Spyros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Silver commemorative medal awarded as a prize by the 4th High Commissioner Sir Howard Douglas through the Parliament of the Ionian Islands to the top students of the Ionian Academy. The obverse presents an owl standing on a branch flanked by two crossed olive branches with the following text in relief in the periphery: “Wishes for Success – Corfu 1841”. The reverse presents a wreath of two bound laurel branches with the following text in relief in the centre: “The Parliament of the Ionian Musophiles”. It should be noted that the particular owl is a speculative loan from the coat of arms of the Ionian Academy and is due to Guilford’s passion for this particular emblem of wisdom.

4. Election Diploma of Guilford as President of the Board of Directors of the “Philomuse Society of Athens”, in Greek, 27 May 1814. Ink on paper, 22 x 33 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.

The Philomuse Society of Athens was founded by the city’s elite and scholars on 1 September 1813. The purpose of the founders was “to see the sciences return to the Lyceum and their ancient Academy”. All the financial contributions of its members were given secretly for the liberation struggle of the Greeks. With Guilford as President from 1814, it came under the support of the English who were interested in expanding their influence in the Mediterranean. [See Elli Giotopoulou-Sicilianou, “The Philomuse Society”, where also the relevant bibliography. During his stay in Athens, Guilford showed signs of his philhellenism. A document (receipt of receipt) from the Philanthropic Society of Athens dated 9 March 1813 has been preserved in the Corfu Guilford Archive of the Reading Society of Corfu, from which it appears that Guilford had donated to the city a sum of money for the construction of a clock tower in the Agora and a donation to its church of the Great Virgin (see Daphne Kyriaki, d.p., p. 30 F. II 5). It is also mentioned that he paid for the construction of a fountain whose marble inscription has been preserved. Guilford sent from London the “earthen” cast of the Caryatid that Elgin had abducted. See Joannes Gennadius, Biographies, pp. 526-527 and note 1, where he notes that he has the information from Edward Dodwell, Classical Tour through Greece, London 1819, 1, p. 353 and Thomas Smart Hughes, Travels in Sicily, Greece and Albania, London 1820, I, p. 158. See Elli Giotopoulou-Sicilianou, d.p., p. 236-237 where Lykourgos Logothetis in his letter of 15 March 1829 informs Guilford that he received the plaster Caryatid. After the honorary distinction given to him by the Philomuse Society by electing him “Superintendent of Superintendents”, Guilford expressed his thanks with his well-known letter where he signs “Citizen of Athens”. It was later published in the magazine Hermes o Logios, issue 5, 1 March 1817. A much later and little known reprint of the same letter by Dimitrios Kambouroglou, “Guilford president of the Philomuse Society of Athens”, ep. Dipylon, 28 February 1911, p. 1-2. See on the letter Georgios Metallinos, “Guilford-Vamvas and a historical letter”, Parnassos 25 (1983) 500-509. Gilford never parted with the gift of the Philomuse Society, the gold ring with its emblem, the owl, Andreas Papadopoulos-Vretos, d.p., p. 31.]

5. The Honorary Certificate in Latin awarded to Guilford by the University of Oxford, 30 October 1819. Overall length: 73 cm; vellum: 55 x 40 cm; and silver box: 9 x 7 cm. Courtesy of the Rothschild Foundation, Waddesdon, and the Corfu Heritage Foundation, Corfu.

This is the degree that the University of Oxford awarded to Guilford on 30 October 1819, as part of the honoured person’s efforts to establish and organise the Ionian Academy. It is a manuscript on vellum with tasselled ribbon supporting the wax seal of Oxford University within a George III silver-gilt oval box by William Bateman, London. The cover is finely engraved with the coat of arms of the University of Oxford, flanked by a doctoral cap. The degree is inscribed in the official Latin language and states the following: “The Chancellor, Masters and Scholars of the University of Oxford, all to whom the present Document shall come, everlasting greetings in the Lord. Since the most honourable Lord Frederick Earl of Guilford, Baron Guilford distinguished in rank, intellect and study of humane pursuits, has auspiciously enhanced the glory and honours of his ancestors, and has given exceptional service both to this university and, especially, to all Greek universities. And since he has been elevated to the highest office and dignity of the Chancellorship in the Academy established by his own counsels in the Ionian Islands, be it known that we, the Chancellor, Masters and Scholars, praying for all that is favourable and auspicious for him and for his Academy, adorning with our greatest honour the aforesaid man, being distinguished with such great and varied merits, appoint and announce this same most honourable Lord, Lord Frederick, Earl of Guilford, Baron Guilford, as a Doctor of Civil Law, and desire him to enjoy and rejoice in all rights and privileges of the doctorate. As evidence whereof we have affixed hereto the common Seal of the University of Oxford, used for this function. Announced in our Convocation House on the thirtieth of October 1819.” [Translation by Barnaby Taylor, MA MSt DPhil Oxford – Faculty of Classics – University of Oxford]. This important artefact was donated to the Ionian University in 2021 with the joint sponsorship of Lord Jacob Rothschild and Count Spiro Flamburiari.

6. Two cuttings about the Ionian University in “The Gentleman’s Magazine”, London, July to December 1819, Volume LXXXIX, pp. 443-445.

The present two cuttings appeared in The Gentleman’s Magazine, London, in July to December 1819. The first cutting of page 443, states: “Oxford, Nov. 6. The Prince Regent having appointed the Earl of Guilford to be Chancellor of the University in the Ionian Islands, it was resolved, in acknowledgment of his Lordship’s zeal in the promotion of Greek Literature, and as a testimony of the interest which the University takes in the success of the Institution, to confer upon his Lordship the degree of Doctor in Civil Law. With the same view it was also resolved to present to the Library of the Ionian University all such books, printed at the Clarendon Press, as are likely to be useful to the general design of the Institution.” The second cutting on page 445, states: “Grecian University – A University has been established at Corfu, by Lord Guilford, under the auspices of the British Government (see p. 443). His Lordship has appointed to the different chairs, Greeks of the first abilities; and his intentions have been seconded with much effect by Count Capo d’Istria [sic, with reference to Ioannis Kapodistrias], a native of Corfu, who being apprized that M. Politi [sic, with reference to Athanasios Politis], a young Leucadian possessed of knowledge and talents, desired to profess chemistry in the Ionian islands, remitted to him funds sufficient to procure the apparatus necessary for the laboratory, &c.”

7. Cutting entitled University of Corfu in the “Times”, London, 30 December 1826. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The present cutting in the Times announces the opening of the studies in the Ionian University a fortnight ago, on 15 November 1826. It describes the whole ritual in detail and ends with the closing discourse of the Archon, Guilford, as follows: “Great was my joy at the close of the second year of our University, to see the number of our young philologists amount to 80. How much better founded, and greater, must my satisfaction be, at now seeing triple that number of youths, whose progress in every branch of learning inspires the fairest hopes for the honour of this institution, and whose conduct has on no occasion given me any trouble! And it is not only from the philologists that our academy expects its future splendour, as many other youths in the gymnasium ensure it continued prosperity; it is especially pleasing to see among them so many who are destined to the education of youth and the service of the altars. Heaven grant, O my beloved and promising philologists, O youths, both ecclesiastics and laity, that you may persevere in the conduct which has hitherto done you so much honour, and may the Almighty, who has so benignantly protected us, guide and prosper our feeble efforts, to the glory of his name and the observance of his holy laws.”

8. Anonymous (Britain). Bookplate of the Honourable Frederic[k] North, Later 5th Earl of Guilford, c. 1800. Etching on paper, 11 x 9 cm (?). Courtesy of The British Library, London.

This heraldic design consists of a shield topped by a dragon’s head. The arms present a lion passant between three fleurs-de-lis. A ribbon around the lower part of the shield bears the motto reads “La vertu est la seule noblesse” (virtue is the only nobility).

9. Anonymous (Britain). Bookplate of Frederick North, 5th Earl of Guilford, c. 1820. Etching on paper, 11 x 9 cm (?). Courtesy of Houghton Library, Harvard University, MA.

This heraldic design consists of a shield supported by two dragons rampant, wings elevated, ducally gorged and chained, topped by an earl’s crown. The arms present a lion passant between three fleurs-de-lis. The motto reads “La vertu est la seule noblesse” (virtue is the only nobility). The shield is encircled by the ribbon supporting the badge of the Knight Commander of the Order of St Michael and St George, that the Prince Regent granted to Guilford on 26 October 1819.

10. Two letters of Count Nikolaos Vretos to Guilford with the offers of the Ithacans for the establishment of the Ionian Academy in Ithaca, c. 1820. Corfu Guilford Archive, Φ Χ 2α-β, pp. 1-2. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Two letters of Count Nikolaos Vretos to Guilford with the offers of the Ithacans for the establishment of the Ionian Academy in Ithaca in c. 1820.

11. Topographic plan of the Ionian Academy as it would be in Ithaca, c. 1821. Ink and watercolour on paper, 25 x 40 cm. Courtesy of the University of Oxford – Bodleian Library, Oxford.

This is a topographic plan of the area where the Ionian Academy would be built in Ithaca in c. 1821. On the left side appear the names of the owners of the plots; on the right topographic notes on the nature of the soil in relation to the architectural plans.

12. Gerasimos Pitsamanos (Kefalonia, 1787-1825). Plan for the building of the “Ionian Academy” in Ithaca, c. 1820. Pitsamanos Album, no. inv. 1483/2. Courtesy of the National Historical Museum, Athens.

Gerasimos Pitsamanos designed the plan for the intended building of the Ionian Academy in Ithaca in c. 1820.

13. John Hulme (England). Architectural plan for the Ionian Academy building in Ithaca, July 1821. Ink on paper, 50 x 40cm. Courtesy of the University of Oxford – Bodleian Library, Oxford.

The engineer John Hulme designed the architectural plan for the intended building of the Ionian Academy in Ithaca in July 1821 in collaboration with Guilford and based on a rough drawing by Charles Robert Cockerell RA (1788-1863).

14. John Hulme (England). Drawing of the façade of the building of the Ionian Academy in Ithaca, 1821. Archive of Dimitrios Kollas. Courtesy of the General State Archives – Archives of the Prefecture of Corfu.

The engineer John Hulme designed the façade of the intended building of the Ionian Academy in Ithaca in 1821.

15. Map of the Old Fortress during the 18th century. From the dissertation of Aphrodite Agoropoulou-Birbili, The Architecture of the Town of Corfu, 1976.

Professor Aphrodite Agoropoulou-Birbili designed the map of the Old Fortress, Corfu, during the 18th century. On number 10 is the Venetian Superintendent’s Mansion.

16. Venetian Land Registry: Venetian Superintendent’s Mansion, c. 1790. Courtesy of the General State Archives, Corfu.

This is the Venetian Land Registry’s record of the ground plan of the Venetian Superintendent’s Mansion in c. 1790.

17. Guglielmo De Angelis d’Ossat (Italy, 1907-1992). Sketch of the façade of the Venetian Superintendent’s Mansion, 1942. Illustration from the article Guglielmo De Angelis d’Ossat, “Il volto veneziano di Corfù” in Le vie d’Italia, May 1942, pp. 473-481

The Italian engineer and architect Guglielmo De Angelis d’Ossat designed a sketch of the façade of the Venetian Superintendent’s Mansion, 1942.

18. Aphrodite Agoropoulou-Birbili (Greece). Ground plan and elevation of the Caserma Grimani of the c. 18th, 1710. Illustration from the dissertation of Aphrodite Agoropoulou-Birbili, The Architecture of the Town of Corfu, 1976.

The original building was built around 1710 as the Caserma (Barracks) Grimani.

19. Anonymous (Greece). Curriculum of the Schools of the Ionian Academy, c. 1824, Corfu (in Italian). Ink and watercolour on paper, 20 x 25 cm. Courtesy of the General State Archives – Archives of the Prefecture of Corfu – Α.Ι.Γ. ΒΟΥΛΗ Φ303-097.

This document records the four faculties of the Ionian Academy – from left to right Theology (in black outline), Law (in red outline), Medicine (in yellow outline) and Philosophy (in blue outline).

20. Christoforos Filitas (Greece, 1787-1867). Page 372 of Manuscript Notebook with an epigram to Guilford and reference to the Academy’s Professors, 1824. Courtesy of the Library of Parliament, Athens.

On page 372 of his manuscript notebook, Christoforos Filitas inscribed an epigram dedicated to Guilford for the founding of the Ionian Academy and with reference to the names of the professors of the year 1824. The names that appear are Ioannis Aristeidis, Konstantinos Asopios, Christoforos Filitas, Gaetano Grassetti, Georgios Ioannidis, Andreas Idromenos, Leopoldos Joss, Andreas Kalvos, Ioannis Karantinos, Paschalis Karousos, James Lusignan, Nikolaos Maniakis, Stylianos Maratos, Stefanos Paramythiotis, Andreas Papadopoulos-Vretos, Athansios Politis, Stamatellos Pylarinos, Konstantinos Sakellaropoulos, Stylianos Spathis, Georgios Terianos, Georgios Tourlinos and Konstantinos Typaldos (in alphabetical order by surname).

21. The decision of the Parliament for the operation of the Ionian Academy. “Gazzetta”, no. 335, 24 May 1824. Courtesy of the General State Archives, Corfu.

The decision of the Parliament for the operation of the Ionian Academy in Corfu, signed by the Lord High Commissioner Frederick Adam, Parliament President Marino Veja, HM Confidential Secretary Thomas Lane and Secretary of the Senate Sidney Osborne on 24 May 1824.

22. Announcement of the Ionian Academy about the beginning of the courses of the 2nd academic year (1825-1826), 18 October 1825, Corfu. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

Announcement of the Ionian Academy about the beginning of the courses of the 2nd academic year (1825-1826) on 18 October 1825.

23. Catalogue of the Courses of the Ionian Academy, 1 November 1825, Corfu. Courtesy of the General State Archives – Archives of the Prefecture of Corfu – ANK / IK / 19/146/1.

The catalogue of the courses of the Ionian Academy, published on 1 November 1825, includes Theology with Konstantinos Typaldos; Law with Paschalis Karousos and Nikolaos Maniakis; Medicine with Georgios Therianos, Stylianos Spathis, Christoforos Filitas and Stylianos Maratos; Philosophy with Georgios Ioannidis, Ioannis Karantinos, Stamatellos Pylarinos, Athanasios Politis, Konstantinos Asopios Gaetano Grassetti, Ioannis Aristeidis and James Lusignan.

24. Anonymous (Greece). Bookplate in Greek of Frederick North, 5th Earl of Guilford, c. 1824. Etching on paper, 3 x 6 cm. Courtesy of St John’s College Cambridge, United Kingdom.

Bookplate in Greek of Guilford, from a 17th century work on Swedish church history by Johannes Baazius (1581-1649). The text reads: “O Archon tis Ionikis Akadimias Komis Guilford” (The Chancellor of the Ionic Academy Earl of Guilford), referring to the Ionian Academy that he was instrumental in founding, owing to his lifelong philhellenism.

25. Portrait and Letter of Guilford to Andreas Papadopoulos-Vretos, 20 February 1824, Corfu. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu.

In the present letter of Lord Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), founder of the Ionian Academy, to Andreas Papadopoulos-Vretos (1800-1876), Librarian of the Ionian Academy, it is significant to note the noblesse oblige of manners, that the aristocrat former, 60 years old, greets his subordinate latter, 24 years old, in Greek as a “philos kai doulos” (friend and servant)! The accompanying portrait is after a lithograph of c. 1846 attributed to Petros Pavlidis-Minotos.

26. Doctoral Diploma in Theology of the Ionian Academy to Apostolos Mazarakis (1801-1868), 3 January 1831, Corfu. Etching on paper, 34 x 46 cm. Courtesy of Spyros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The Ionian Academy’s Doctorate in Theology was awarded to Apostolos Mazarakis (1801-1868), at the age of 30, on 3 January 1831, during the reign of William IV of the United Kingdom (1765-1837) and the commission of Frederick Adam (1784-1853) and Angelos Kondaris as head of public education. A Kefalonian scholar, he became a pioneering figure in the early production of Heptanesian historiography and folklore. Assuming the name ‘Anthimos’, he was ordained Metropolitan of Seleucia, an ancient Greek city in the northern part of Pisidia, in present-day Turkey.

VI.        BIBLIOGRAPHY

1.         Athanasios Politis. Handbook of the Mutual Teaching Method. Corfu, 1829.

2.         Earl Frederick Guilford. Catherine I pacify. Pindaric Ode, Athens, 1846.

3.         Chr. Filitas. Ioannikios Kartanos, Damaskinos Stouditis, Pachomios Rousanos. Corfu, 1847.

4.         S. Th. Lascaris. The Ionian Academy under Napoleonic Rule. Paris, 1925.

5.         Spyros Melas (ed). Ionian Academy – 17 May 1824. Athens, 1949.

6.         Konstantinos Ath. Diamandis. The Ionian Academy of Lord Guilford. Athens, 1949.

7.         Dinos Konomos. The Ionian Academy. Athens, 1965.

8.         Gerasimos Salvanos. The Ionian Academy and its expected revival. Athens, GR: Parnassos, 1969.

9.         Athanasios Karathanasis. Guilford’s efforts for the founding of the Ionian Academy. Athens, 1975.

10.         Bulletin of the Ionian Academy – Volume I. Corfu, 1977.

11.        George Patrick Henderson. The Ionian Academy. Corfu, 1980.

12.        Georgios Metallinos. The Ionian Academy. Presentation of the book by Henderson. Athens, 1981.

13.        George Typaldos-Iakovatos. History of the Ionian Academy. Athens, 1982.

14.        Dafni I. D. Kyriaki. ΕxtraordinaryBulletin: Corfu Guilford Archive. Corfu, 1984.

15.        Bulletin of the Ionian Academy. Volume II. Corfu, 1986.

16.        George Patrick Henderson. The Ionian Academy. Edinburgh, 1988.

17.        Stella Georgala-Priovolou. Latin in the Ionian Academy. Athens, 1989.

18.        Michael G. Lykissas. The History of the Ionian Academy. Athens, 1993.

19.        Helen Angelomatis-Tsougarakis. Ionian Academy: The Chronicle (1811-1824). Athens, 1997.

20.        Vasiliki Bobou-Stamati. Testimonies for the Guilford Library. Athens, 1999.

21.        Helen Angelomatis-Tsougarakis. Travels of Lord Guilford in the Mediterranean. Athens, 2000.

22.        Proceedings of Conference. Christoforos Filitas & Modern Greek Philology. Athens, 2022.

1. Athanasios Politis. Handbook of the Peer Teaching Method, published at the expense of the Government for the use of the Teachers of the Ionian State. Corfu, GR: Government Press, 1829. Courtesy of the Library of the Hellenic Parliament, Athens.

The Lefcadian doctor Athanasios Politis (1796-1864) started between 1819-1820 the dissemination of the Peer Teaching Method in the Ionian Islands, which were then under British Protection. For the preparation of the teachers, he published the Handbook of the Peer Teaching Method in Corfu, which was printed in the first edition in 1820 and in the second in 1829, for the use of the teachers of the Ionian State. The peer teaching method was seen not only as a way suitable for the rapid literacy of the poor, but also as a system of thorough popular education.

2. Frederick, Lord Guilford. Catherine Pacifier. Pindaric Ode. Athens, GR: Public Press, 1846. Courtesy of the Library of the Hellenic Parliament, Athens.

The Greek translation of Frederick, Lord Guilford’s, book “Catherine Pacifier. Pindaric Ode” (Vienna 1792) was published in Corfu in 1846.

3. Christoforos Filitas. Epistle Lecture about Ioanikios Kartanos, Damaskinos Stouditis and Pachomios Rousanos. Corfu, GR: From the Government Printers, 1847. Courtesy of the Library of the Hellenic Parliament, Athens.

In his Epistle Lecture of 1847, Christoforos Filitas (1787-1867) wrote about three enlightened scholars of the 16th century – the Corfiot hieromonk and mega-priest Ioannikios Kartanos, the Thessalonian Damaskinos Stouditis who became a saint of the Orthodox Church, and the Zakynthian monk Pachomios Rousanos.

4. S. Th. Lascaris. L’ Académie Ionienne: Un institut littéraire a Corfou sous la domination Napoléonienne. Paris, FR: Les Imprimeries Techniques, 1925. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

S. Th. Lascaris published “The Ionian Academy: A literary institute in Corfu under Napoleonic rule” in 1925.

5. Spyros Melas (ed). Ionian Academy – 17 May 1824. Athens, GR: Hellenic Creation 31, 1949. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The Hellenic Creation magazine, under the editor Spyros Melas, published the book “Ionian Academy – 17 May 1824” in 1949.

6. Konstantinos Ath. Diamandis. The Ionian Academy of Lord Guilford. According to the manuscript of the Yannis Vlachogiannis Collection. Αθήνα, GR: Hellenic Creation, 1949. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Konstantinos Ath. Diamandis published the book “The Ionian Academy of Lord Guilford. According to the manuscript of the Yannis Vlachogiannis Collection” in 1949.

7. Dinos Konomos. The Ionian Academy. Athens, GR: Corfiot Association of Athens, 1965. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Dinos Konomos published the book “The Ionian Academy” in 1965.

8. Gerasimos Salvanos. The Ionian Academy and its expected revival. Athens, GR: Parnassos, 1969. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Gerasimos Salvanos.published the book “The Ionian Academy and its expected revival” in 1969.

9. Athanasios E. Karathanasis. Guilford’s Unknown Efforts to Establish the Ionian Academy. Athens, GR: The Fundraiser 67, 1975. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Athanasios E. Karathanasis published the book “Guilford’s Unknown Efforts to Establish the Ionian Academy” in 1975.

10. Bulletin of the Ionian Academy – Volume I. Corfu, GR: Ionian Academy, 1977. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The Ionian Academy published the “Bulletin of the Ionian Academy – Volume I” in 1977.

11. George Patrick Henderson. The Ionian Academy. Corfu, GR: Ionian Academy, 1980. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The translation in Greek of George Patrick Henderson’s book “The Ionian Academy” was published in 1980.

12. Georgios Metallinos. The Ionian Academy. Critical presentation of the namesake book by G.-P. Henderson. Athens, GR: Parnassos, 1981. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Georgios Metallinos published the article “The Ionian Academy. Critical presentation of the namesake book by G.-P. Henderson” in 1981.

13. George Typaldos-Iakovatos. History of the Ionian Academy. Athens, GR: Ermis – New Hellenic Library, 1982. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

George Typaldos-Iakovatos published the book “History of the Ionian Academy” in 1982.


14. Daphne I. D. Kyriaki. Εxtraordinary Bulletin: Corfu Guilford Archive, 1984. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Daphne I. D. Kyriaki published the book “Εxtraordinary Bulletin: Corfu Guilford Archive” in 1984. The Corfu Guilford Archive comprises 644 documents that the Corfu Reading Society purchased from the Phillips auction house in London on 2 July 1981. This Archive, whose content relates to the foundation of the Ionian Academy, was compiled by Daphne I. D. Kyriaki in 1984.

15. Bulletin of the Ionian Academy. Volume II: Tribute to the memory of Linos Politis. Corfu, GR: Ionian Academy, 1986. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

The Ionian Academy published the “Bulletin of the Ionian Academy. Volume II: Tribute to the memory of Linos Politis” in 1986.

16. George Patrick Henderson. The Ionian Academy. Edinburgh, UK: Scottish Academic Press, 1988. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

George Patrick Henderson published the book “The Ionian Academy” in 1988.

17. Stella Georgala-Priovolou. Latin in the Ionian Academy. Anecdotal Testimonies from the Guilford Archive. Teaching Manuals. Athena, GR: 1989. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Stella Georgala-Priovolou published the book “Latin in the Ionian Academy. Anecdotal Testimonies from the Guilford Archive. Teaching Manuals.” in 1989.

18. Michael G. Lykissas. The History of the Ionian Academy. Athens, GR: Society of Friends of the Great Idea, 1993. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Michael G. Lykissas published the book “The History of the Ionian Academy” in 1993.

19. Helen Angelomatis-Tsougarakis. The Ionian Academy: The Chronicle of the Founding of the First Greek University (1811-1824). Athens, GR: Little Romios, 1997. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Helen Angelomatis-Tsougarakis published the book “The Ionian Academy: The Chronicle of the Founding of the First Greek University (1811-1824)” in 1997.

20. Vasiliki Bobou-Stamati. Testimonies about the Guilford Library from the Guilford Archive of the Corfu Reading Society. Anecdotal Correspondence and Other Related Papers (June 1827 – July 1830). Athens. Αθήνα, GR: Hellene, 1999. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Vasiliki Bobou-Stamati published the book “Testimonies about the Guilford Library from the Guilford Archive of the Corfu Reading Society. Anecdotal Correspondence and Other Related Papers (June 1827 – July 1830)” in 1999.

21. Helen Angelomatis-Tsougarakis. Lord Guilford’s Travels in the Eastern Mediterranean. Athens, GR: Academy of Athens, 2000. Courtesy of the Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu.

Helen Angelomatis-Tsougarakis published the book “Lord Guilford’s Travels in the Eastern Mediterranean” in 2000.

22. Proceedings of the Conference 13-14 December 2019. Christoforos Filitas (1787-1867) and the formation of Modern Greek Literature in the 18th and 19th centuries. Athens, GR: Library of the Hellenic Parliament, 2022. Courtesy of the Corfu Heritage Foundation, Corfu.

The proceedings of the conference of 13-14 December 2019 entitled “Christoforos Filitas (1787-1867) and the formation of Modern Greek Literature in the 18th and 19th centuries” were published in 2022.

§

VII.      CONTEMPORARY ART EXHIBITION

“Your most obedient servant and friend Earl Guilford”

Curation: Megakles Rogakos, MA MA PhD

With the present catalogue of material (works of art, archives and documents) a visual contemporary art exhibition entitled “Your most obedient servant and friend Earl of Guilford” is created, about Lord Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827); this for the 200th anniversary of the Ionian Academy in Corfu.

Guilford was a British classicist scholar and collector of rare books and manuscripts; son of the 2nd Earl of Guilford; first British Governor of Ceylon in the period 1798-1805; and founder of the Ionian Academy, Corfu, in 1824. He is known above all for his philhellenic activity, especially during his life in the British protectorate of the United States of the Ionian Islands (1815-1827). In spite of the fact that the Ionian Academy was short-lived and eclipsed with the Union in 1864, it is the first Greek academic institution of modern times and the forerunner of the University of Athens. Guilford promoted not just classical Greek culture but began the establishment of modern Greek as a language of education. His fascination with all things Greek had led him, earlier in life, to secretly become a member of the Orthodox Church, secretly, at the instigation of Georgios Prosalentis. The Protopapás (Protopope) Dimitrios Petrettinis (1722-1795) baptised Guilford in the Orthodox faith in the Petrettinis Mansion, at 10 Kapodistriou Street, on 23 January 1791, at the age of 25, giving him the name “Dimitrios”. He later became a Member of the British House of Commons and the first British Governor of Ceylon, before becoming involved in his Ionian project.

The exhibition aims to update Guilford and his vision with 22 works by contemporary artists that masterfully revive his great personality and eccentric appearance. It is presented at the Ionian Parliament of Corfu, a neoclassical building designed in 1855 by Corfiot architect Ioannis Chronis (1800-1879), from 1 to 31 August 2024.

1.         Demosthenis Agrafiotis (Karpenissi GR, b. 1946).

2.         Ismini Bonatsou (Kefalonia GR, b. 1964).

3.         Lamprini Boviatsou (Athens GR, b. 1975).

4.         Angeliki Douveri (Athens GR, b. 1974).

5.         Milly Flamburiari (London UK, b. 1945).

6.         Antonis Frantzeskakis (Chania GR, 1965).

7.         Dimosthenis Gallis (Athens GR, b. 1967).

8.         Nikos Giavropoulos (Thessaloniki GR, b. 1971).

9.         Vassilis Karakatsanis (Athens GR, b. 1957).

10.        Diane Katsiaficas (USA TX, b. 1947).

11.        Agalis Manesi (Corfu GR, b. 1952).

12.        Georges Megoulas (Euboea GR, b. 1952).

13.        Ioannis Monogyios (Kavala GR, b. 1965).

14.        Nicholas Moore (London UK, b. 1958).

15.        K.N. Patsios (Athens GR, b. 1977).

16.        Marina Provatidou (Thessaloniki GR, b. 1978).

17.        Ifigenia Sdoukou (Larissa GR, b. 1962).

18.        Chrysoula Skepetzi (Rethymnon GR, b. 1964).

19.        Angelos Skourtis (Patras GR, b. 1949).

20.        Vassilis Solidakis (Crete GR, b. 1948).

21.        Margarita Vasilakou (Sparta GR, b. 1966).

22.        Secondo Art Group (Florina GR, f. 2023).

Demosthenes Agrafiotis (Karpenisi GR, b. 1946). knOWLedge, 2023. Digital print on paper, 50 x 70 cm.

For the 200th anniversary of the Ionian University, Demosthenes Agrafiotis presents a visual essay with the help of a computer’s graphics and artificial intelligence. Against the background of the human eye, influenced by the ancient Greek cultural contribution of vision as the origin and tool of universal knowledge, which perceives things fundamentally through the senses, he constructs a map of co-images for the academic world of Guilford. It begins in the centre of the composition with two visual poems. The first image shows the Athenian owl, emblem of wisdom and logo of the Ionian Academy. The word “wisdom” in Greek, English and French is accompanied by the symbol for copyright on works, which today prohibits the promiscuous dissemination of knowledge and controls its use. The second image gives key nuggets of the words “information”, “knowledge” and “intelligence” in Greek and English, revealing that the word “owl” in English happens to be contained and stands out in the centre of the quotation. On the periphery of the main images are arranged in a mechanical fan-like manner visuals that refer to the general context of the Ionian Academy – portraits of the founder, a book cover on the history of the institution, relevant historical artefacts on the origin, past and evolution of the institution. Through his representations – past and present – Guilford is presented as the off-centre and eccentric English lord, whose personal passion formed the necessary condition for the timeless innovative production of the institution, which today is part of its extroversion. His achievement was the founding of a university with the potential to enquire on the mode of critical knowledge, on the meaning of scientific endeavour in the framework of global crisis and as a conductor by which to advance technoscience.

Ismini Bonatsou (Kefalonia GR, b. 1964). The Earl of Guilford & the Ionian Academy, 2023. Graphite and cut-out paper, 30 x 30 cm.

For the 200th anniversary of the Ionian University, Ismini Bonatsu was inspired by its original emblem, in which its founder, Guilford, chose to feature the Athenian owl as a symbol of strength, insight and wisdom. In her characteristic way of paper cutting, she created a distinctive embossed medal with overlapping papers in a black and white range. On a white olive branch she supported the design that forms the owl. In the place of her head she drew with graphite the face of Guilford from the 1883 statue of Kosmas Apergis. She composed the two elements – the owl and Guilford – to become one body and to remind in this way that the founder himself is the soul of the educational organisation called “Ionian University”. By subtraction she formed the letters on the circumference of the circle – “Ionian Academy” in Greek for his beloved Greece and “Frederick North – Earl of Guildford” in English as a reference to the distant birthplace of the philhellene Englishman.

Lamprini Boviatsou (Athens GR, b. 1975). The pregnant moment, 2023. Graphite and coloured pencils on wood, glass and terracotta. 80 × 60 x 3 cm.

Lamprini Boviatsou honours Guilford with a work referring to the moment of the birth of Athena, goddess of wisdom. Zeus, father of the gods, having swallowed his pregnant wife, became pregnant in the head and at the moment of birth asked Hephaestus to open it with his hammer. Thus, from his shattered head emerged Athena fully armoured. Here, Zeus’ place is taken by a design of a marble bust of Guilford. The eyes are polychrome and the tear that is shed enlivens its area with flesh colour. The bust is cracked by an internal earthquake of emotion and the top of the head has exploded, giving birth from its depths to the Athenian owl, which, having been born, emerges from the paper and acquires three dimensions. Guilford is moved to tears by the emotion of the sense of the crucial moment, what Gotthold-Ephraim Lessing (1729-1781) in his 1766 essay Laocoön, or On the Limits of Painting and Poetry called the “pregnant moment”. He is in awe of the Hellenic wisdom that took root within him and flows out into the world through his institution – the Ionian Academy. A three-dimensional fragment of Guilford’s head reflects the artist’s gaze during this miraculous moment of creation.

Angeliki Douveri (Athens GR, b. 1974). Guilford envisioning, 2023. Giclée print on archival paper, 50 x 50 cm.

Angeliki Douveri is moved by Guilford’s youthful vision to found the Ionian Academy, a wishful thought for which he was honoured by the University of Oxford in 1818. She reconstructs the painting by Hugh-Douglas Hamilton in 1790 of the 24-year-old Guilford, an age when young adults are at their prime in terms of spiritual strength and physical performance. His standing figure rests here on a horizon that separates the earth from the sky in flat light colours – blue and brown. The two resulting areas become an opportunity to contrast two different worlds. The sky is associated with the timeless world of knowledge and education, which takes the linear form of the Athenian owl resting on the rugged point of the horizon and the book hanging from the figure’s outstretched arm. The land references the romantic world in the form of a wall bearing graffiti from the future, with Guilford’s handwritten signature as “servant and friend” of the worthy recipient, which is modern Greece. As is the nature of creative and imaginative youth, Guilford envisions the future with the Ionian Academy, which, by shaping the necessary education, will liberate Greece from both slavery and foreign protection.

Milly Flamburiari (London UK, b. 1945). Lear and Guilford, 2023. Digital print on paper, 52 x 34 cm.

Inspired by two cultural figures of note – Edward Lear (1812-1888) and Lord Guilford (1766-1827) – Milly Flamburiari has brought them together, though the two were not contemporary. However, they both associated with Corfu and were both interested in the owl for different reasons – the former as a zoological illustration and the latter for its value as an emblem of wisdom. Flamburiari used as a base Lear’s Eagle Owl of 1837 and placed on it a figure of Guilford resting on its back as if in a gesture of comradeship. The figure of Guilford originates in the marble statue of 1883 by Kosmas Apergis, whose artistic value was underestimated. Using Photoshop techniques, the artist accentuated the sitter’s eccentric appearance by adding colour to this statue and also the large hat, based on the period illustration entitled The late Earl of Guilford in his Greek College Dress (Spiros P. Gaoutsis Collection, Corfu).

Antonis Frantzeskakis (Chania GR, 1965). Earl of Guilford, 2023. Pencils and digital print on period framed paper, 68 x 56 x 6 cm.

Antonis Franzeskakis was inspired by the 1827 marble bust of Guilford by Ioannis Kalosgouros to create a new portrait based on the aesthetics of hand-painted engraving that was traditional in the 19th century. In his own version, however, he took care of a series of important refinements. The immovable eyes acquire a blue colour from the hopeful sky of Greece. The icy lips here turn red from his warm heart. His obvious maturity is succeeded by a creative late youth. The classicising dressing is replaced by his contemporary European fashion. The feeling of self-confidence and contentment turns into a faint and invisible concern for the future. The band with laurels on his forehead refers to classical antiquity and symbolises recognised success and subsequent glory. The owl, like a pin on his lapel, is a symbol of the power of wisdom. At the base of the bust is presented on a plaque with a decorative Bodoni frame in English the name “Earl of Guilford” in Copperplate font and below the reference to his position of “The Chancellor of the Ionic Academy” with calligraphic writing in Californya font. Hovering in the background are elements that emphasise the philhellenic interests of the sitter – a classical relief fragment possibly of Aphrodite, an ancient clay sistrum and a modern Greek bone zurna. The new portrait reconstructs the lord’s personality and enables the viewer to understand the essence of his love for Greece.

Dimosthenis Gallis (Athens GR, b. 1967). Your most sincere servant and friend Earl of Guilford, 2023. Giclée print on archival paper, 66 x 66 cm.

Dimosthenis Gallis materialised this particular image from a dream he had about Guilford. The profile view of the 1827 marble bust of Guilford by Ioannis Kalosgouros is shown here as a coral cameo relief. Although he himself is of northwestern origin, his gaze has always been directed to the southeast and for this reason he is thus placed in the background which is accordingly oriented. His gaze is directly on Odysseus’ bow, which was so important for his return to Ithaca. On his shoulder rests confidently the wise Athenian owl. The blossoming cherry branch hints at the beginning of spiritual spring in a land impoverished after a winter of four centuries. The back of the portrait is accompanied by the humble signature in letters of the excellent philhellene in her English “Your most obedient servant and friend Earl of Guilford”. The dreamy image, despite the weathering, maintains a note of colourful optimism that will continue to inspire its viewers.

Nikos Giavropoulos (Thessaloniki GR, b. 1971). The restless spirit of the Earl of Guilford, 2023: Digital printing on plexiglas, 50 x 50 cm.

Nikos Giavropoulos is known for his love of representational art and the modern air with which he invests classical works. Here he uses strong duotone shading, juxtaposing the white of modern life with the black of historical depth. The work is designed on two parallel levels. On the first level it reproduces the calm marble bust of Guilford of 1827 by Ioannis Kalosgouros. On a second level, he reproduces his beloved owl from a photograph of her with her wings outstretched, flying powerfully in a hunting phase, ready to achieve her goal. Thus, he creates a work where the calmness of Guilford’s personality is contrasted with the dynamism of the preying bird in action. It refers to the adventure of the double challenge that Guilford faced when he put forward his vision – on the one hand the hostility of the British High Commissioner, who did not embrace Guilford’s passion for the establishment and operation of the Ionian Academy, and on the other hand the outbreak of the Greek Revolution, which forced Guilford to abandon his original idea of commemorating Odysseus’ Ithaca and accept Corfu as a safe base for his foundation. Despite the absolute juxtaposition, the artist made sure that the bust and the owl coincide at the point of the eyes, thus giving a clear impression in the snapshot that this is a mask of one level against the other. The work expresses the artist’s admiration for the English aristocrat who became an exemplary philhellene, achieving a goal higher than himself and his life in the midst of certain obstacles.

Vassilis Karakatsanis (Athens GR, b. 1957). Urban-Tools No. 7, 2023. Mixed media on canvas, 100 x 100 cm.

With the Urban Tools series, Vassilis Karakatsanis presents the constructed things which leave deep imprints on our lives. The painter uses mechanical reproduction as the basic construct of his composition. Here, he uses the symbol of the Ionian Academy – the owl standing on an olive branch and looking head- on at the viewer, to resonate the culmination of Guilford’s life’s achievement as representing the survival of all higher civilization. This symbol is here shown in the form as an impressed stamp, reproduced ten times face to face in eight rows. In the intervals between the gaps are to be found images taken from a broad impression of this English Officer’s service in exotic Ceylon – his hopes, expectations and notes. The background, inspired by the printed textile tradition of the Subcontinent, combines the ornate with the sacred. These narrative or symbolic resonances encapsulate an energy field in the form of a prayer rug. In this way, any misunderstanding of reproduction is avoided; within this imagery, the quilting of the carpet becomes the essence of all. Within this carpet, which is entirely black and white, the painter emphasises, with fiery colours in the centre of the composition, a square frame that represents a typified summary of memory of the old town of Corfu. Here, the bell tower of Saint Spyridon, acquires a special significance – because Guilford not only loved Greece, but, in a certain secrecy, he also embraced the orthodox Christian faith. So it is that, now, the said frame is open at its base and offers a potential pathway that enables the viewer to energetically connect with its essential content.

Diane Katsiaficas (USA TX, b. 1947). Guilford’s Stole, 2023. Thread embroidered on velvet, 9 x 91 cm.

Intrigued by the call to commemorate the unsurpassable philhellene Guilford (1766-1827), Diane Katsiaficas was inspired by a detail of his description of the Ionian Academy’s official opening, on 17 May 1824, in a letter to his sister Anne written at Otranto on 1 June 1824, “However, instead of Odysseus’ hat, I wore around my head a narrow black velvet ribbon embroidered on the front with gold laurel leaves and a golden owl” (British Library, Add. MS 61983, p. 129). Therefore, the artist embroidered in golden thread relevant designs throughout a black velvet ribbon, to be worn around the neck of the respective Rector of the Ionian University as a stole. Centrally she created an emblem that contains a profile portrait of Frederick North, the Athenian owl, a laurel wreath, a magnifying glass for reading and various tomes. On the lateral ends she put text that includes the dates of his life “1766-1827”, his title “5th Earl of Guilford”, his distinction “Philhellene”, his position “Archon of the Ionian Academy” and the base of his activity “Corfu”. In honour of the 200-year celebration of the founding of the Ionian Academy, 200 talismans with the emblem of Guilford will be given to visitors.

Agalis Manesi (Corfu GR, b. 1952). The Earl and the Owl, 2023. Hand painted tin-glazed terracotta, 45 x 45 cm.

As a specialist painter of ceramics, Agalis Manesi illustrates the relationship between Guilford and his emblem, the Athenian owl, sacred to the goddess of wisdom. In its immediacy, the title “The Earl and the Owl” resonates with “The Owl and the Pussy-Cat”, the best-known poem of Edward Lear (1812-1888), written and illustrated for a young English girl to be initiated to literature and published in Nonsense Songs, Stories, Botany and Alphabets (1871). As the poem’s protagonists, the Earl and the Owl enjoy a powerful and productive relationship, whose fruit is the love of books. The composition’s circular shape evokes the spherical cosmos. Against the starry sky, the bust of the Earl, in full regalia, springs centrally from an assortment of books hovering opened and closed in the foreground, evocative of his great gift to the Ionian Academy, the library. The beloved owl stands faithfully nearby the sitter on an open book. Three leaves of laurel over Guilford’s head guarantee his deserved honour.

George Megoulas (Euboea GR, b. 1955). The Spirit of Guilford, 2023. Resin, 82 x 35 x 30 cm.

Here Guilford’s spirit takes the form of an Athenian owl updated by the aesthetics of abstraction. It has rounded contours and simplified features. The eyes are defined by a deep slit that expresses her acute vision. The body is appropriated as an open book and deconstructed into three horizontal planes moving spirally along the natural inclination of the owl ready for action. Conical in shape, her body is wedged into the heart of six concentrically moving books. Deconstruction, as the most dominant intellectual movement of the 20th century, fits the case of the romantic Guilford. By establishing the Ionian Academy, he disrupted the academic establishment, which wanted the offspring of the local aristocracy to study abroad, and destabilised the established structures that required Italian to be the official language. The creation of the first university on Greek soil and the teaching of the new Greek language was a form of fruitful deconstruction.

Ioannis Monogyios (Kavala GR, b. 1965). A Lord’s dream, 2023. Collage on paper, 70 x 50 cm.

Ioannis Monogyios was moved by the story of Lord Guilford, who loved Greece and dedicated his life and fortune to it. He noted Guilford’s remark to Andreas Papadopoulos-Vretos: “Ah! my child, if I were not the Earl of Guildford, I would have liked to be a librarian”. Considering the book as a means of knowledge par excellence, he created a bibliocosmos (world of books), where everything is influenced by it. He composed an image on three levels. The first level is the viewer’s objective world, where the corners define its boundaries and reflect scientific images of the insides of the human body. One corner, upper right, is bursting with dream elements from the second level, the world that Guilford envisioned. Down there Guilford leans on stacks of books as a young man envisioning his contemporary world spreading with knowledge. Everything is made of books – the shoots in the environment, the buildings on the horizon, the flock of birds in the sky. In the sky, the silhouette of the human head creates a passage to the third space, the spiritual, which is full of clouds. The Athenian owl, emblem of Guilford’s Academy, sits at the point of the head where the mental functions of man take place. Centrally, on either side of the books on the horizon, projects the building where the Ionian Academy was relocated from 1838.

Nicholas Moore (London UK, b. 1958). The Owl and the Earl, 2023. Acrylic on wooden panel, 30 x 30 x 3 cm.

Nicholas Moore identifies with Guilford in that he too is an Englishman with a deep love for Greece and all things Greek. Taking from both The late Earl of Guilford in his Greek College Dress of c. 1830 and Ingres’ 1815 portrait sketch, Moore’s painting focuses on the head and shoulders of the subject set against a floral wallpaper. The surround combines elements derived from traditional embroidery and two short texts “the Owl and the Earl sipped their tea” and “dreaming away for a year and a day”, inspired by another British import to Corfu, Edward Lear (1812-1888). The portrait revels in Guilford’s eccentric dressing style and preference for strong colour, a trait shared by the artist. Guilford’s saturno hat, known as such because of its resemblance to the ringed planet Saturn, is tilted as if to form a halo. This hat’s circular brim offers the artist the space to inscribe on its woven straw rings memories from his first trip to post-junta Greece in 1976. The inscrisptions include his recollections from Olympia where he met his first owl in the wild, felt the presence of the old gods and came to realise that “we are all temporary visitors here”. Therefore this portrait of Guilford turns to be the artist’s opportunity to reflect on the impact of first encountering the spirit of Greece for both himself and the Earl.

K.N. Patsios (Athens GR, b. 1977). The man who speaks to owls, 2023. Painting and collage on canvas, 50 x 50 cm.

K.N. Patsios was inspired by Guilford as a philhellenic visionary who cared for the education of young Greeks as the continuation of ancient Greece. He begins with an ink scribble based on the classical portrait of him drawn by Ingres in Rome in 1815. Then, in an entertaining mood, he offers a postmodern palimpsest. The basis of the work is a collage of newspapers from the “Kathimerini” newspaper in various directions to express the fact that Guilford dynamically supported the new Greek language over the ancient one. Photographs from the newspaper serve a deconstructive mood inspired by the aesthetics of the enfants terribles of the artistic avant-garde – mainly Warhol and Rauschenberg. On a second level he uses a red wrapping paper as a wallpaper with retro polka dots that evokes a vintage aesthetic to touch on urban gentility in a humorous way. Another wrapping paper with pink flowers in nature dyed blue from the night includes the motif of the owl. Since Guilford adored the owl as an emblem of wisdom, here they appear three times to the right in front of him and inspire the work’s title. On the left side are presented three contemporary children’s portraits which, like the cherubsof the Renaissance, refer to the Ionian Academy as something new and hopeful. Children’s stickers from other elements of the animal and plant kingdom have been added to the composition, to endow it with an exotic air, reminiscent of the Botanical Garden of the Academy at Kastrádes (today’s Garitsa). The work gives off a contemporary atmosphere of a cabinet of curiosities, thus updating the practice of the old nobility.

Marina Provatidou (Thessaloniki GR, b. 1978). Guilford in his Nature, 2023. Etching on paper, 70 x 50 cm.

Marina Provatidou was inspired by the 1872 engraved portrait of Guilford by Periklis Skiadopoulos (1833-1875), which includes the star of the Knight Commander prominently displayed on his jacket lapel. Here, however, he replaced the characteristic face of the sitter with the head of an owl looking directly at the viewer. The distinctly surreal find is explained by Guilford’s obsession with the particular Athenian symbol of wisdom, which served as the emblem of the Ionian Academy, crowned the band he formally wore on his head, was displayed in full relief on the top of the university sceptre and appeared in relief on the gold ring which was donated to him by the Philomuse Society of Athens. Thus the background, which in the original engraving is abstract, here represents a typical image of the natural Greek landscape that is endemic to the owl – the wild mountain slopes with the pine forests.

Ifigenia Sdoukou (Larissa GR, b. 1962). Guilford, the Greatest Philhellene, 2023. Thread on cotton fabric, 32 x 22 cm.

Ifigenia Sdoukou was interested in Guilford as the greatest philhellene deserving perpetual honour. Wishing to immortalise him she instinctively chose the art of embroidery which by its nature means isolation, patience and perseverance. She chose threads in the three colours of the English flag – white, red and blue. She copied in hues of blue Guilford’s face from William-Thomas Fray’s 1817 portrait, which is characterised by gentleness and sweetness. Next to it, she embroidered in hues of red the head of the Athenian owl, which the founder of the Ionian Academy made its emblem. At the bottom she reproduces in the same red color in Greek his handwritten signature – “Your most obedient servant and friend, Earl of Guilford”. Guilford was a romantic of his time, who loved Greece and envisioned reviving it from the ashes of centuries of slavery through education. As is often the case in romantic scenarios, Guilford’s vision met with obstacles from the English government of the Ionian Islands. His anxiety about the fate of the Academy is expressed in the extract from a letter to Lord Bathurst in London which he wrote in Corfu on 17 March 1827, and which is reproduced in blue thread around his face – “It only grieves me that I can not do many little things at my own expense which would be of use to the Clergy, to the University and to the State” (Gennadius Library, Athens). The greatest philhellene countered these obstacles with the same passion that embroidery requires.

Chrysoula Skepetzi (Rethymnon GR, b. 1964). Gutter, 2023. Mixed media: thread and ink on baby diaper, 81 x 37 cm.

With her well-known embroidery technique, Chrysoula Skepetzi realistically reproduces the central façade of the Ionian Academy in Corfu. In addition, she places at nodal points diametrically – the founder at the upper right and the symbol of wisdom at the lower left. In between them and approximately in the centre of the building, a gutter joins the face of Guilford and the figure of the Athenian owl. It is known that the former Grimani Barracks served as the seat and library of the Ionian University from 1836 to 1864 and from 1984 to the present day. However, Guilford, who died only in 1827, is ancestrally connected with the new building. The interconnecting gutter, which runs through the building with a red thread, serves as a major artery of blood flow that indicates in the project the continuous flow of knowledge resulting from the action of the three parties involved. The basic baby diaper refers to Guildford’s innately aristocratic ancestry. The yarns and their consequent slops refer to the embroiderer’s struggle with her materials as a sign of the Ionian University’s struggle for survival with the need for continuous support from the state in its various activities.

Angelos Skourtis (Patras GR, b. 1949). Ionian Dream – Ithaca, 2023. Digital print on paper, 50 x 40 cm.

Angelos Skourtis was impressed by the ambitious ground plan of the Ionian Academy that Guilford wanted to build in Ithaca as the land of Odysseus. For the construction of his academy there, the Philhellenic made his own plan with the help of the English engineer John Hulme, using as a basis a rough plan of the well-known architect and explorer Charles Robert Cockrell (1788-1863) (Helen Angelomatis-Tsougarakis, The Ionian Academy: The Chronicle of the Founding of the First Greek University 1811-1824, 1997:92). Unfortunately, the Ionian Academy never materialised in Ithaca due to the outbreak of the Greek Revolution. So, this particular plan remained an unconsummated desire. Eager to immortalise Guilford’s worthy vision, the artist was inspired to appropriate the colourful geometric compositions on variously long and narrow boards from his 2019-2021 installation titled Everything will be poetry in the end. The intense chromatic scheme with its pulsating geometric formation refer to the reconstruction of a new society with roots in the history of the Greek nation and with hopes for a better life. Feeling that Guilford envisioned the same with his academy, the artist superimposed the cheerful façades of 2021 with mathematical precision over the architectural plan of 1821. Unlike the neoclassical plan, which is drawn in black ink on white paper and with symmetrical arrangement, the contemporary strips are sensibly spaced and proportioned to each other and coloured with a discordant yet weighted logic. The juxtaposition of old with new creates a dynamic that duly updates Guilford’s unfulfilled dream.

Vassilis Solidakis (Crete GR, b. 1948). The Bibliophile Guilford, 2023. Oil on canvas, 70 x 50 cm.

Vassilis Solidakis admired Guilford as a bibliophile. He used the 1790 full-length youthful portrait of him in Rome by Hugh-Douglas Hamilton (1740-1808), but the place of his aristocratic face is taken by the head of the Athenian owl, a symbol of wisdom, with which he became obsessively associated. The painter placed the philhellene in a dreamy background against a sky that imitates the blue and white Greek flag. It is known that by founding the Ionian Academy, Guilford had created an extensive library of rare books that was considered outstanding even during his lifetime. At its height, the library had 30,000 volumes and was considered the most complete collection of modern Greek literature in the world. His intention and stated desire was to house it in his “own” Ionian Academy, which he envisioned to be based in Ithaca as Odysseus’ homeland. That is how he is presented here, resting his body on a library whose continuity is sublimated in the surrounding space. His right hand, which is extended on the upper shelf of the bookcase, holds one of his books. An additional book is offered to the viewer open on the floor as a flower in a garden that will make the whole university bloom.

Margarita Vasilakou (Sparta GR, b. 1966). Earl of Guilford, 2023. Collage on paper, 40 x 30 cm.

Margarita Vasilakou refers to the 1872 portrait of Guilford engraved by Periklis Skiadopoulos (1833-1875), because it captures his idealistic nature in his expression. Wishing to fully preserve this feature, she appropriated a photographic reproduction of it. A key element of the composition are the hands, which almost compete with his physiognomy itself. They are autonomous, dynamic and imply the intense interaction of the sitter with his desires and situations – the environment and people – as well as their general ability to take and give value to life. In this particular composition they carefully frame the owl, a symbol consciously chosen by Guilford, indicating his relationship with Greek culture, ancient and modern. As a central symbol, the owl connects over time wisdom, which is the metamorphosis of knowledge into experience and spirituality into a stance of life. The golden colour surrounding the owl tells a story of successful effort, influence, boldness, prestige and ultimately victory. With the red thread, she makes an indirect reference to the myth through which it symbolises the relationship between man and his destiny. She symbolically chose to frame the index of the hand, since that is related to self-confidence, leadership characteristics, but also the spirituality of man. Finally, in terms of design, the building complex with the perspective elements at the base of the work is an abstract allusion to Guilford’s great achievement, the Ionian Academy.

Secondo Art Group (Florina GR, f. 2023). The Take-off, 2023. Iron, 180 x 80 x 80 cm.

The Secondo Art Group presents the collaborative work of Stelios Karas (Athens, b. 1955), Harris Kondosphyris (Lesbos, b. 1965) and Vassilis Sentzas (Larissa, b. 1970). With rebars and metal scraps of sheet metal, it fashioned a night scene based on a turbulent building, culminating in a ferocious crescent and in between the flight of an owl. The building is based on the concept of the Ionian Academy with edges that refer to its founding by Guilford and shadows that refer to its foundering by petty interests. The crescent in the form of a jagged diadem refers to the enemy of knowledge who was the heir of Guilford who for unworthy and petty gain (!) contrived to have his will broken and the said precious library sold abroad. The owl, so warmly embraced by Guilford, is shown with its wings wide open so that their upper side is transformed into the pages of an open book. The flight of the owl is associated with the take-off of knowledge brought about by the incomparable beneficence of the Ionian library to its professors and students as long as the good energy of its founder endured.

§

VIIΙ.     SELECTION OF 26 ARTEFACTS FROM THE CORFU GUILFORD ARCHIVE

Φ III 46.- 25.10.1819 | Printed announcement of the book offering from the University of Cambridge to the Ionian Academy, in English.

Φ IV 4.- 5.4.1820 | Printed presentation of the founding of the Ionian Academy in Ithaca, in Italian.

Φ IV 5.- 7.3.1820 | Letter from K. Logothetis to Guilford, in Greek, praising and thanking the English.

Φ IV 11.- 25.3.1820 | Document of the senate of the Ionian State, in Italian, which appoints Guilford lord of the university.

Φ IV 25.- 31.1.1820 | Printed notification in Latin of the book offering from the University of Cambridge to the Ionian Academy.

Φ V 5.- 17.5.1824 | Plan for the founding of the Ionian Academy, in English.

Φ V 14.- 11.11.1824 | Announcement of the Archon of the Academy, in Italian, announcing uniforms, appearance and conduct.

Φ V 17.- 27.12.1824 | Letter from Guilford to Dimitrios Schinas (Librarian 1819-1824), in Italian, containing the sender’s coat of arms.

Φ V 20.- 14.2.1825 | Letter from Guilford to Henry Bathurst, in English, referring to the operation of the Academy.

Φ V 28.- 22.4.1825 | Letter from Guilford to Henry Bathurst, in English, referring to the secularism of the Academy.

Φ VIII 46.- 30.11.1827 | Letter from Frederick Adam to anonymous, in English, mentioning Guilford’s death.

Φ VIII 47.- 24.12.1827 | Letter from Ioannis Chronis to anonymous, in Italian, mourning Guilford’s death.

Φ VIII 48.- 27.12.1827 | Letter from Guilford to Sheffield, in French, informing him of Guilford’s instructions for the operation of the library after his death.

Φ VIII 64.- 15.8.1829 | Report by A. Papadopoulos-Vretos, in Italian, on the library.

Φ VIII 66.- 10.1830 | Catalogue of books from the library, in Italian.

Φ IX 6.- after 1819 | Document with text praising Guilford, in Latin.

Φ IX 10.- about 1820 | Document with four verses by hieromonk Daniel Varizios praising Guilford, in Greek and calligraphic.

Φ IX 18.- about 1820 | Document with praise of the hieromonk Manuel Petalas Ioannis for the Kingdom of England, for Great Britain and Guilford, in Greek.

Φ IX 35.- circa 1820 | Hymn, with elements from classical literature, by an anonymous author for Guilford, in Greek.

Φ IX 36.- circa 1820 | A hymn, with 39 verses, for the Greek education of Guilford, by Bernardo Zamania, in Latin.

Δ 1.- 27.5.1814 | Diploma of the election of Guilford as President of the Board of Directors of the Philomuse Society, in Greek.

Δ 2.- 4.3.1817 | Guilford’s certificate from the Italian Academy, in Italian.

Δ 3.- 10.4.1820 | Guilford’s certificate from the Etruscan Academy, in Italian.

Δ 4.- 8.8.1820 | Letter from the University of Cambridge to Guilford, as Chancellor of the Academy, in Latin.

Δ 5.- 19.4.1822 | Guilford’s certificate from the Royal Academy of Lucca, in Italian.

Τ 1.- 13.10.1827 | Guilford’s will, which among other things defines his donations to the Ionian Academy, in English.

• Daphne I. D. Kyriaki. Corfu Guilford Archive. Corfu, GR: Corfu Reading Society, 1984.

§

Guilford papers about the Ionian Academy in the British Library

Western Manuscripts 1815-1827

Ref: Add MS 88900/1/13-68

Extent: 56 volumes in English, Italian, Modern Greek, French, Latin and Spanish

Creators: North, Frederick, 5th Earl of Guilford, 1766-1827; Lusignan, James, fl 1815-1830, Professor of English in the Ionian Academy.

Contents: By the Treaty of Paris (1815), the Ionian Islands became a protectorate of Great Britain, and in the same year Guilford began discussions about a possible Ionian University with Ioannis Kapodistrias, the Greek diplomat and eventual first head of state of independent Greece. This part of the collection includes many letters relating to the Ionian Academy, from both before and after its foundation in 1824. Guilford’s correspondents on the subject include academics, scientists, the nobility, diplomats, government officials and clergy, mostly Italian but also from throughout Europe. Copies of his own letters and replies are frequently present. There are letters from the following Professors of the Academy: Ioannis Aristeidis, Francis Belfour, Giovanni Carandino, Georgios Falireus, Theoklitos Farmakidis, Christoforos Filitas, Gaetano Grassetti, Leopoldos Joss, Nikolaos Maniakis, Nikola Piccolo, Athanasios Politis, Stamatellos Pylarinos, Konstantinos Sakellaropoulos, Georgio Teriano and Giovanni Turlinos. There are lists of books and scientific equipment purchased for the Academy. There are also numerous Greek and Italian petitions addressed to Guilford (some from refugees), and many letters dealing with administrative matters addressed to Guilford’s assistant, and Professor of English in the Academy, James Lusignan. As part of the valuation of the papers at Christie’s, Guilford’s Greek correspondents were identified and the contents of their letters briefly summarised in English. The slips of paper on which this was done have been retained with the letters; each has been placed immediately after the letter to which it refers.

• 1 letter from Isabella Teotochi Albrizzi (Add MS 88900/1/13) salonnière and intellectual.

• 1 letter from Conte Dionisi de Roma (Add MS 88900/1/49) rector of Corfu and senator in the Ionian Islands.

• 6 letters from Dionysios Salomon (Add MS 88900/1/52) poet and lyricist of the Greek anthem.

• 1 letter from Baron Emmanuel Theotokis (Add MS 88900/1/58) president of the Ionian Senate.

• 45 letters from Spyridon Trikoupis (Add MS 88900/1/61) first Prime Minister of Greece.

https://searcharchives.bl.uk/primo_library/libweb/action/search.do;jsessionid=EC9C6629B11AABEF70F724BF78DB0528?fn=search&ct=search&initialSearch=true&mode=Basic&tab=local&indx=1&dum=true&srt=rank&vid=IAMS_VU2&frbg=&vl%28freeText0%29=MS+88900%2F1%2F13-68&scp.scps=scope%3A%28BL%29

§

APPENDIX 1

The Orthodox Churches and the West

Papers read at the Fourteenth Summer Meeting and the Fifteenth Winter Meeting of the Ecclesiastical History Society

Edited by Derek Baker

Published for the Ecclesiastical History Society by Basil Blackwell, Oxford 1976

The 5th Earl of Guilford (1766-1827) and his Secret Conversion to the Orthodox Church

By Metropolitan Kallistos Ware (1934-2022)

In September 1725 archbishop Wake of Canterbury wrote to patriarch Chrysanthos of Jerusalem, warning him that the non-jurors were in schism from the official and established church of England;1 and so the remarkable correspondence between the non-juring bishops and the patriarchs of the east was suspended without ever coming to any decisive conclusion. Wake’s letter marks in many ways the end of an era. During the previous hundred years, from the reign of king James I onwards, there had been a series of surprisingly positive contacts between England and the Orthodox world. Archbishop Abbot, for example, exchanged letters with Cyril Lukaris (I572-1638), patriarch first of Alexandria and then of Constantinople; and as a result of this Cyril not only sent the Codex Alexandrinus as a gift to king Charles I in 1628, but also despatched his most promising disciple, Mitrophanis Kritopoulos (I589-1639), future patriarch of Alexandria, to study for five years at Balliol College, Oxford (1617-1622). Later in the century Orthodoxy was made known in England through a series of books, such as Thomas Smith’s An Account of the Greek Church, published in Latin in 1676 and in English four years later, and Paul Rycaut’s The Present State of the Greek and Armenian Churches, published in 1679. To these should be added John Covel’s magnum opus entitled Some Account of the Present Greek Church, which did not appear until 1722, but which reflects experience gained in the Levant some fifty years before. During 1699-1705 there was even a short-lived Greek College at Gloucester Hall, Oxford. Last but not least, in 1716-1725 came the negotiations between the non-jurors and the Orthodox, to which reference has been already made.

In the hundred years following 1725 the situation is strangely dif-ferent. A century of flourishing contacts is followed by a century of mutual isolation and ignorance. Visiting Constantinople in the 1830s, Robert Curzon was disconcerted to find that the ecumenical patriarch had never so much as heard of the archbishop of Canterbury.2 Relations were not effectively renewed until the pioneer visit of William Palmer of Magdalen to Russia in I840-1841.3 In comparison with the seventeenth and the nineteenth centuries, the eighteenth century—more exactly, the period 1725-1840—appears to be, from an Anglo-Orthodox standpoint, almost entirely a blank.

Yet there were always contacts. On the Isle of Wight, for example, the family of Paleologos-Colnot, whose members claimed to be heirs to the Byzantine throne, possessed at their residence in Strathwell House an Orthodox chapel, with vestments, reliquaries, icons and censers.4 A number of them maintained an ecclesiastical double life as prince-bishops of the Orthodox church and as incumbents in the established church of England. In 1763 John Wesley had some of his preachers ordained by one Erasmus, claiming to be Greek bishop of Arcadia in Crete; it has been argued that Wesley was duped by an imposter, but the truth of the matter remains uncertain. Rycaut, Smith and Covel found a worthy successor in the person of John Glen King, whose weighty volume on The Rites and Ceremonies of the Greek Church, in Russia was published in 1772. But perhaps the most unexpected Anglo-Orthodox happening in the hundred years following 1725 was the secret baptism of the honourable Frederick North during a visit to the island of Corfu.

Frederick North, subsequently 5th Earl of Guilford, was born in 1766.6 He was the third and youngest son of Frederick North, second earl of Guilford, who as head of the government during 1770-1782 failed to prevent the loss of the American colonies. Frederick North the younger, although always weak in health, lived to survive his two elder brothers, succeeding to the earldom in 1817, and dying unmarried in 1827. Because of the extreme delicacy of his constitution, he spent much of his childhood abroad at health resorts, thus laying the basis of his future wide-ranging knowledge of languages. He was at Eton for a short while and went up to Christ Church, Oxford, in 1782. After Oxford he travelled in Europe, visiting Italy and then sailing from Venice to Corfu, where he arrived on 4 January (OS), probably in the year 1792.7 He was at that time approaching twenty-six; the island was still under Venetian rule.

The Greeks of Corfu quickly noted that in behaviour the new visitor was wholly different from the usual young aristocrat making the grand tour. He went constantly to church, following the Greck services with marked reverence. As one Corfiot noted in his diary for 14 January in that year:

He speaks a little modern Greek, but with a difficult pronunciation different from our own. He loves our church services and is closely familiar with the Orthodox ritual. He has attended the liturgy in the churches of the Most Holy Mother of God Spiliotissa and of saint Spyridon, and he delights to hear the Constantino-politan chanting. He repeatedly makes the sign of the cross as if he were a monk, which is scarcely consistent with the outlook and character of the English.8

North spent his evenings at the chief coffee-house in the city, conversing with leading Corfiots; and here he met among others a certain George Prosalendis, a layman in his late seventies with a keen interest in religious topics, and a senior member of the local nobility.9 Prosalendis took every opportunity to speak with the Englishman about the Orthodox church, and was delighted to find that North was already familiar with its theology, having acquired during the earlier part of his travels books by patriarch Dositheos, Meletios Syrigos and Symeon of Thessalonika.10 Prosalendis accompanied North to church for the Sunday liturgy, and observed with satisfaction how the young nobleman—the archon, as the local Greeks called him—made the sign of the cross in the Orthodox way on entering the church, prostrating himself three times to the ground; throughout the service he continued to make profound bows and prostrations.11

One evening in the coffee-house North asked whether the Orthodox church accepted the validity of anglican baptism. Prosalendis inquired how the anglicans baptise, and North replied that the priest dips three fingers in water, and with these moistens the forehead of the child, invoking the name of the Holy Trinity (this is revealing evidence as to the anglican practice at this date.) Prosalendis said that baptism ought strictly to be by threefold immersion, but in cases of illness and emergency it is sufficient to baptise by affusion, pouring water over the candidate’s forehead. For this reason, he continued, the Orthodox receive Roman catholic converts by anointing them with chrism; their Latin baptism, albeit performed by affusion and not by immersion, is accepted as valid. But moistening the child’s forehead cannot by any standards be considered genuine baptism, and so an anglican convert must be baptised.12 A point of interest here is that Prosalendis appears to know nothing of the decree issued at Constantinople in I755, requiring all Latin and other converts to Orthodoxy to be without exception rebaptised. The 1755 decree takes a Cyprianic stand: regardless of the manner in which the rite is per-formed, whether by immersion, affusion or otherwise, all non-Orthodox baptism is deemed invalid, if performed outside the church.13 Although Corfu and the other Ionian Islands were under the jurisdiction of the patriarchate of Constantinople, presumably the 1755 decision was never applied there because of the offence that it would have given to the Venetian authorities.

After this last conversation with Prosalendis, North asked to see him privately, and they had a long conversation about the Orthodox faith.14 A few days later, on 22 January, North expressed a firm desire to receive Orthodox baptism.15 He had made up his mind with some speed: he had only arrived at Corfu eighteen days previously, on 4 January, and his first meeting with Prosalendis was not until I0 January;16 but perhaps the idea of becoming Orthodox was already in his mind some time before this. The matter was referred to the protopope of Corfu, father Dimitrios Petrettinos. The title ‘protopope’ calls for some explanation: the Venetians did not allow the Orthodox to maintain a hierarchy in the Ionian Islands, and so in each island the bishop’s place was taken by a senior married priest elected, in the case of Corfu, for a five-year period–who was styled the protopope and exercised episcopal jurisdiction, while lacking of course the sacramental power to ordain.17

North laid down one condition: the baptism must be performed in strict secrecy. As he explained, perhaps a little naively, to the protopope:

For many years I have been convinced, through my study of the old and new testaments, the holy ecumenical councils and the holy fathers, that I find myself in error. But the social and economic circumstances of myself and my family led me to shrink back. Eventually I decided to travel through the world, in the hope that the Lord would show me some way of giving my soul to Him, while still preserving the social status of my family … I desire my baptism to be secret, because of the social and economic commitments of my family.18

To this request for concealment the protopope agreed. The baptism took place in the late evening of 23 January, in an inner room at the protopope’s residence. Apart from North, only four others were present: the priest Spyridon Montesanto, in whose company North had travelled from Venice to Corfu and who was deputed to perform the ceremony; the protopope himself and Prosalendis, who acted jointly as sponsors or godparents (anádochoi); and a deacon. Earlier in the day North had submitted to the protopope a profession of faith, written in Italian,19 and had made his confession to Montesanto.20 Prosalendis describes the service thus:

The doors of both the outer and the inner rooms were closed, and the nobleman withdrew to the inner bedroom, where the curtains were drawn. Here he removed his outer garments and came out clothed only in his shirt, as the rubrics prescribe. At once father Montesanto began the service, with the protopope standing on the nobleman’s right and myself on his left. First the exorcisms were read, and then the questions about renouncing the devil and accepting Christ: the nobleman gave the answers himself and recited the creed three times. The protopope named him by his own name ‘Frederick’, and I by the other name which he wished to receive (as father Montesanto had told me), ‘Dimitrios’. Then, with his two sponsors holding him by the arms and with the priest going in front, he was led unshod to the holy font, and the sacrament of baptism was administered to him. After this he received the seal of the gift of the Holy Spirit through anointing with the holy chrism (myrrh), and all the ceremonies were performed exactly as prescribed by the service book and by the tradition of the holy eastern Orthodox church … Afterwards we had a short talk, at which it was said that this holy action must be kept secret from everyone apart from the five of us… If anyone were to question us out of curiosity, while not in any way denying what had been done we should refrain from confirming it; our constant and unvarying response should be simply to profess ignorance.21

Very early next morning North attended the liturgy and received communion in one of the churches of Corfu, and he was later given a written baptismal certificate by the protopope.22 To Prosalendis North stated that “he would keep the matter secret for the time being, but under no circumstances would he actually deny it”. Prosalendis expressed the hope that the moment for public disclosure would quickly arrive.23 He also envisaged the possibility that North, on returning home, would serve as a missionary, initiating a crypto-Orthodox movement within the English aristocracy: “Through the collaboration of this nobleman with other peers of the realm who have become secret Orthodox, there will be an increase of Orthodoxy in that kingdom.”24

North left Corfu on 4 February, and does not seem to have returned for more than twenty-five years. He passed lent in a monastery of the island of Levkas, observing the fast with exemplary strictness, and even persuading the monks to celebrate the presanctified liturgy daily, not merely on Wednesdays and Fridays according to the usual custom. He received communion at the start of lent.25 After brief visits to Ithaka and Zante he then returned to England.

But the hope of Prosalendis that North would quickly make his Orthodox allegiance public was not realized. During I792-1794 he sat as member of parliament for Banbury; it seems unlikely that he could have done this had it been general knowledge that he was no longer anglican. Up to the present day he remains, so far as I am aware, the only member of the Orthodox church to have sat in parliament. He does not seem to have joined the congregation of the Russian embassy chapel in London, the sole Orthodox place of worship in the capital until the opening of the Greek chapel at 9 Finsbury Circus in I838; had he received the sacraments openly and regularly at the Russian chapel, this would surely have been noticed by his English friends. During his seven years as governor of Ceylon (I798-I805), he had no Orthodox chaplain῞῞῞ in his retinue. Even when he returned to Corfu in 1820, spending the greater part of each year there until his death in I827, his status as an Orthodox was not generally known to the Greeks, although some of those close to him certainly guessed the truth.26

To the British and Greek public of the time, the 5th Earl of Guilford was simply one among a number of British philhellenes. They knew him as the author of a Pindaric ode in Greek honouring the empress Catherine of Russia,27 as president of the ‘Society of the Lovers of the Muses’ (Philomuse Society of Athens) founded at Athens in I814,28 as an indefatigable collector of books and manuscripts.29 They knew him above all as an ever-generous patron of Greek letters, as benefactor to a host of Greek students in western universities, and as chancellor of the Ionian Academy founded at Corfu in 1824, almost entirely through his efforts. This academy or university, as it could with some justice claim to be, served as a notable centre of education to the whole Greek nation during the years of the rising against the Turks and in the period immediately following, when the Greeks possessed as yet no other institute of higher learning. The running of the academy was the consuming interest of Guilford’s last years. It declined in importance after his death, particularly with the foundation of the University of Athens in I837.

His English contemporaries found Guilford courteous and exceptionally amiable in manner, generous and gentle, but definitely eccentric. Courtesy marked him from his early years; in his diary for 1788, Sir Gilbert Elliott describes him as “the only pleasant son of the family, and he is remarkably so”.30 His acquaintances could not understand his passion for books and education; as captain Robert Spencer remarked, “I am a friend of the Earl of Guilford and I respect him, but in my judgement his consuming desire to have large numbers of students and professors with him amounts to madness”,31 “A queer fish, but very pleasant”, commented Charles James Napier after meeting him at a dinner party in 18I9; and, alluding to Guilford’s wide range of languages, he speaks of him as addressing every person in a different language, and always in that which the person addressed did not understand. His reputation for oddity was enhanced by his practice in Corfu of wearing the dress of classical Greece. “He goes about”, protests Napier, “dressed up like Plato, with a gold band around his mad pate and flowing drapery of a purple hue.”33 But Napier and others seem to know nothing of his Orthodoxy.

Yet, hidden though his church membership remained, the earl of Guilford continued faithful to it until the end. In his later years he was certainly a friend of the Russian chaplain in London, father Smirnov, to whom he gave a copy of his Pindaric ode,33 and when he lay dying at the London house of his nephew, the Earl of Sheffield, he sent for the Russian priest. In the words of his biographer Andreas Papadopoulos-Vretos:

Perceiving that the last moment of his life was near at hand, he repeatedly asked for the chaplain of the Russian embassy chapel, his old friend father Smirnov, and from his hands he received communion, to the great displeasure of his relatives, and especially of his nephew the Earl of Sheffield, in whose house he died. The Earl of Sheffield tried in every way to prevent him receiving the ministrations of a priest of a foreign dogma, contrary to that of his forefathers.34

Sheffield’s conduct strongly suggests that he had not known previously that his uncle was Orthodox. Guilford received communion in the presence of two Greeks, his personal doctor from Kephallinia and his valet from Parga; presumably it was from them that Papadopoulos-Vretos learnt the story of his last days. The Earl of Sheffield, as Guilford’s heir, did his best to suppress all evidence of his uncle’s conversion; according to Papadopoulos-Vretos, on learning about the existence of an eye-witness account written by Prosalendis, he paid £400 to the owner of the manuscript, on the understanding that it should not be published.35 It did not finally appear in print until a half-century later, in I879.

Such, then, was the 5th Earl of Guilford: a British philhellene, but not as the other philhellenes. His devotion to the hellenic tradition extended not only to classical but to Christian Greece. He saw how impossible it is to understand the continuity of Greek history without appreciating the part played by the Orthodox church; nor was he content merely to admire that church from a distance, but himself became a communicant member of it. Even though he never made his action public and so disappointed the hopes of his Corfiot friends that he would initiate an English-Orthodox movement, yet his conversion shows how the Christian east has never ceased to exercise an attraction in the occident, even over members of the eighteenth-century tory aristocracy.

University of Oxford

Footnotes

1 – In G. Williams, The Orthodox Church of the East in the Eighteenth Century (London I868) pp Iv-Iviii.

2 – R. Curzon, Visits to Monasteries in the Levant, with an introduction by D. G. Hogarth (London 1916) pp 333-334.

3 – See his highly readable account of this journey, Notes of a Visit to the Russian Church in the Years 1840, 1841, ed cardinal Newman (London I882).

4 – The family was established at Strathwell by 1545; inventories of the chapel survive from the years 1630, 1753 and 177s. The house was sold by the family in I866, and then or subsequently the contents of the chapel were presumably dispersed. The family name is variously spelt Colnot, Kolnot or Colnett.

5 – See George Tsoumas, “Methodism and Bishop Erasmus”, The Greek Orthodox Theological Review, 2, 2 (Brookline I956) pp 62-73; A. B. Sackett, “John Wesley and the Greek Orthodox Bishop”, Proceedings of the Wesley Historical Society, 38 (Chester I97I-1972) pp 8I-87, 97-102.

6 The chief account of his life is by [Andreas Papadopoulos-Vretos], Notizie [Biografiche-Storiche su Federico Conte di Guilford Pari d’Inghilterra, e sulla da lui fondata Universita Ionia], text in Italian and Greek on opposite pages (Athens 1846). Papadopoulos-Vretos first met Guilford in 1820, and from 1824 acted as librarian for his personal library as well as for that of the Ionian academy. While detailed and on the whole accurate concerning Guilford’s last years and the foundation of the Ionian academy, he provides only vague and sketchy information about Guilford’s early life. On Guilford’s orthodox baptism we have a fascinating first-hand account by his sponsor at the ceremony, [Georgios] Prosalendis; this was edited by [Laurentios S.] Vrokines and published under the title “Anecdotal manuscripts [concerning the baptism according to the Dogma of the Orthodox Church of the English Philhellene Earl of Gildord]” (Corfu 1879). Guilford and the Ionian Academy form the theme of a special issue of the Athenian periodical “Hellenic Creation” (no 3, I949): see in particular the articles by Gerasimos I. Salvanos and Vaso G. Salvanou, “The Ionian Academy, its founder Earl Guilford, its patrons and students”, and by K. A. Diamantis, “The Ionian Academy of Earl Guilford”. In English there is a short account of Guilford’s career by J. M. Rigg in DNB 41 (London I895) pp 164-166, and a fuller presentation in [Z. Duckett] Ferriman, [Some English Philhellenes. VI. Lord Guilford] (Anglo-Hellenic League, London 1919) pp 75-109.

7 – There is some uncertainty about the date: the year is usually given as I79I, but several factors point to 1792. The evidence in Prosalendis is contradictory. He writes that North arrived in Venice on 2 December 1791, left four days later, and then reached Corfu on January 1791 (p 57). Either the earlier date is a mistake for 2 December 1790, or else Prosalendis dates the beginning of the new year from 25 March, in which case North’s arrival at Corfu was in fact on 4 January 1792, by modern methods of dating. Certain evidence favours the second hypothesis. North stayed on Corfu until 3 February, when he left to spend lent on Levkas, proceeding after easter for short visits to Ithaka and Zante. While at Zante, so Prosalendis states, he heard about the ending of the Russo-Turkish War (p. 166). This could be a reference to the preliminary peace signed at Galatz on 11 August 1791, or else to the treaty of Jassy, concluded on 9 January 1792. From Zante North was summoned home by his family: he travelled via Frankfort, attending the coronation of the emperor Leopold (p. 167), and reached England just before the death of his father (p. 168). Something is wrong here: Leopold was crowned on 9 October 1790, that is, before North’s visit to Corfu, whichever year we choose. Perhaps Prosalendis is referring to the coronation of Leopold’s successor Francis II on 14 July 1792. North’s father died on 5 August 1792. If we assume that North left Corfu on 3 February 1791 and Lefkas after easter, it is difficult to fill in the fifteen months between then and his arrival in England shortly before his father’s death. But if we place his visit to Corfu and all the subsequent events in 1792, there is a reasonable time sequence. The account in Notizie p. 5 seq, disagrees at several points with Prosalendis, but is in general imprecise and untrustworthy.

8 – Diary of Nicolas Arliotis, cited by Vrokines in his introduction to Prosalendis,

“Anecdotal manuscripts”, p. 47.

9 – Vrokines recounts the life of Prosalendis (1713-1795) in his introduction, ibid pp I5-36.

10 – Ibid p. 66.

11 – Ibid p. 69.

12 – Ibid pp 74-75.

13 – On the 1755 decree and its background, see [K.] T. Ware, Eustratios Argenti: A Study of the Greek Church under Turkish Rule (Oxford I964) pp 65-107.

14 – Described in great detail by Prosalendis pp 78-143.

15 – Ibid p. 145.

16 – Ibid p. 63.

17 – Petrettinos (1722-1795) was elected protopope in I784, and was re-elected in 1789 and 1794, holding office until his death.

18 – Prosalendis pp 11-12.

19 – Full text in ibid pp 41-43.

20 – Ibid p. 150.

21 – Ibid pp 153-154.

22 – Ibid pp 156-157.

23 – Ibid p. 1б0.

24 – Ibid p. 149.

25 – Ibid pp 160-164.

26 – Theoklitos Pharmakidis, professor of theology at the Ionian Academy during 1824-1825, realised that North was orthodox: see his “Apology” (Athens 1840) p 125, cited Notizie, p. 15. But Pharmakidis is probably inaccurate when he asserts that this was a matter of common knowledge in Corfu at the time.

27 – Entitled “Το Catherine Peacemaker”, this was published anonymously, with a Latin translation (no place or date of publication: ? Leipzig 1792). The text and translation were reprinted with an introduction by A. Papadopoulos-Vretos (Athens 1846).

28 – See Notizie pp 27-29, for North’s reply in attic Greek, accepting this office; he signs himself “an Athenian citizen”.

29 – As he remarked to Papadopoulos-Vretos: “Ah! my child, if I were not the earl of Guilford I would have liked to be a librarian”, Το Catherine Peacemaker, intro p 4. His vast collection of books and manuscripts was dispersed in a series of sales at London during I828-1835. One of the most interesting items, in the sale beginning on 9 November 1835, is no 1795: “A very Curious, Valuable and Extensive Collection of Books in the Modern Greek Language… in all 627 volumes” The auctioneer rightly appreciated the importance of this collection, stating in the sale catalogue: “This is the most Extensive Assemblage of Modern Greek Books ever submitted to Public Sale.” It seems that the collection was acquired by the British Museum. Also in the possession of the British Museum are manuscript catalogues of Guilford’s modern Greek books (Add MSS 8220, 16572), which show that the greater part of the collection was on theological topics. This is evidence of Guilford’s continuing interest in Orthodoxy, although of course he may have collected the books for use in the Ionian Academy rather than for his own personal consultation.

30 – Cited in Ferriman p. 77.

31 – Notizie p. 93.

32 – Cited in Ferriman pp 94-95.

33 – The copy of the first edition of Το Catherine Peacemaker in the British Museum bears the inscription on the inside cover, “Reverend J. Smirnove, with the Author’s most affectionate Respects”, but there is unfortunately no indication of date.

§

APPENDIX 2

Frederick North – Praise of a Great Philhellene

By Dr Nikolaos K. Kourkoumelis, Major General

Two hundred years have passed since the second tour in the area, of the multilingual traveller and collector of antiquities and manuscripts British philhellene, who remained in the national memory as “Lord Guilford”. This is Frederick North, 5th Earl of Guilford (7 February 1766 – 14 October 1827), known until 1817, inheriting the title Earl, as “Honourable Frederick North”, the youngest son of Prime Minister Frederick North, 2nd Earl of Guilford (1732-1792, during whose prime ministership, 1770-1782, the War of American Independence took place).

With Zakynthos, apart from the social relations created by his periodic stay, he is also connected by relations of friendship, protection and collaboration with the intellectual community. He was the patron of Andreas Kalvos, Stylianos Spathis, Georgios Therianos, Nikogiorgos Kokkinis (later metropolitan of Zakynthos Nikolaos), Nikolaos Madrikardis, Spyridon Rosolymos, Spyridon Garzonis, Spyridon Mondinos, Dimitrios Makris, Georgios Tsoukalas, Spyridon Skourtas, Dimitrios Konitopoulos, Panagiotis Fourtounis, Dionysios Varotsis, Spyridon Sidirokastritis, Georgios Varvias, Nikolaos Kourtis, Konstantinos Spathis, Nikolaos Goustis, but also a friend and correspondent of Dionysios Solomos, the abbot of Skopiotissa Konstantinos Logothetis, Dionysios Voultzos and Pavlos Merkatis. Excessively to the Zakynthians who benefited from Guilford must be added Gaetano Grassetti, the second husband of Adelaide Carvella, the supposed “Donna Velata”, who took the position of professor at the Ionian Academy thanks to the brokerage of Dionysios Solomos, who was the bridesmaid at their wedding.

After his studies, Guilford represented Banbury in the House of Commons from 1792 to 1794 and then held the positions of secretary to the Regent of Corsica, Sir Gilbert Elliot (1795-1796) and first Governor of Ceylon (1798-1805). He toured Europe and the Middle East, staying for long periods in Italy and Greece. He particularly studied the Greek Orthodox world and in 1791 in Corfu, embraced Orthodoxy and was named Dimitrios. He also became a member of various European academies and President of the “Philomuse Society of Athens” (1814).

Perhaps during his first tour of the area (1791-1792), that is long before the relevant experiments of the French Republicans, or during subsequent tours (1810-1813), he envisioned the establishment of a higher school in the Ionian Islands with which the classical studies would be revived in the homeland and Greece would regain its ancient splendour. This vision defined his whole life. So when, after the death of his second-born brother, he inherited his paternal title and property (approximately 11,000 British pounds per annum), increasing his political and economic potential, he focused his efforts on strengthening education in Greece, on the financial support of those who wished to complete their studies and to attract personalities who, either individually or through scientific associations (such as the Philomuse Society of Athens and the British Academy of Zakynthos) would create the conditions for support of such an institution.

After the settlement of the British in the region, the establishment of the British protectorate “United States of the Ionian Islands” (1815) and the granting of the Constitution of 1817, he changed tactics and now offered scholarships to distinguished Greeks studying in European universities (Konstantinos Asopios, Theolitos Farmakidis, Christoforos Filitas, Nikolaos Maniakis, Ioannis Chronis, Dimitrios Schinas, Spyridon Trikoupis etc.), or attracted personalities who had already completed their studies and were engaged in education (Andreas Kalvos, Stylianos Spathis, Theodoros Achilleas, Athanasios Psalidas, Athanasios Politis etc.).

Prior to May 1819, he received from George, Prince of Wales and regent, and the Secretary of War and Colonies Lord Bathurst the assurance that he would be entrusted with the establishment of the University in Corfu, provided for in article 23 of the 1817 Constitution, a fact that was confirmed in January / February 1820 with the award of the title “Archon, Chancellor of the project University” and the Grand Cross of the Order of Saint Michael and Saint George. Following this, on 25 March 1820, the Ionian Senate, at the suggestion of the High Commissioner, Lieutenant General Sir Thomas Maitland, appointed Guilford “Lord” of education, a virtually unpaid coordinator of all public education and not just the university.

Guilford’s involvement in Greek education is an exemplary case of the results of the fascination with classical studies. A graduate of Eaton and Oxford, he had become a man in the climate of the so-called “British Enlightenment”. With his tours, however, he had created his own theories. In addition to his warm philhellenism, which urged him to declare that he was “Greek and not Philhellenic” and made him enthusiastically accepted by the Greeks, Guilford had the raw material to undertake such a serious undertaking: political access, huge fortune, administrative and organisational skills, ethos and noble character.

After much adversity, raised by the protectorate and Maitland himself, Guilford organised public education in the Ionian State, creating three cycles of education: Lower, Middle and Higher. In the lower one, attended by boys and girls in all the big villages and cities, he introduced the peer teaching system of Bell and Lancaster, as harmonised with the Greek needs by his collaborator Athanasios Politis. In the Middle he created eight “secondary” schools in the capitals of the islands and Lixouri. In the Higher he operated a university, the “Ionian Academy”, the first of the European type in the Near and Middle East, with four faculties: Theology, Law, Medicine and Philosophy, inviting his old fellows to teach: Ioannis Karantinos, Nikola Piccolo, Konstantinos Asopios, Theoklitos Farmakidis, Christoforos Filitas, Georgios Therianos, Nikolaos Maniakis, Georgios Ioannidis, James Lusignan, Athanasios Politis, Andreas Kalvos, Stylianos Spathis, Konstantinos Typaldos, Paschalis Karousos, Stylianos Maratos, Ioannis Aristeidis, Georgios Tourlinos, Stamatellos Pylarinos, Ioannis Sordinas. At the same time he organised institutions supervised by the university: the University Library under the direction of Andreas Papadopoulos-Vretos, the Botanical Garden under the direction of Stylianos Spathis, the Public School of Fine Arts under the direction of Pavlos Prosalentis and the School of Architecture and Calligraphy under the direction of Antonios Villas. At the same time, the Student Restaurant and the Foreign Language Tutoring Centres operated.

Guilford had acquired a large personal collection of books, publications, and manuscripts. He submitted these to the Academy so that with donations from Greeks and philhellenes and the existing in Corfu from the period of the Ionian State “Library of the Nation” to create a large University Library. He appointed Andreas Kalvos responsible for the cataloguing and publishing of the manuscripts. After his death, the library was handed over to the representatives of the Archon’s heir (his nephew by his sister) Earl of Sheffield, thanks to the commissioner Sir Frederick Adam, who did not comply with the provisions of Guilford’s will, who sold it in London in seven auctions between 1828 and 1835. Many of them, fortunately, were bought by the British Museum and are now available to researchers.

Guilford’s personal radiance, the reputation of the professors’ wisdom, the staff’s codes of conduct, the teaching of the modern Greek language (which he warmly endorsed in his addresses to the Ionian Senate consisting of Greeks) and the archaic university attire, despite the British comments that circles of the protectorate provoked, gave prestige to the Ionian University and organised the foundations of a special university community in the European region. Thanks to Guilford’s manipulations, its strong Greek Orthodox characteristics resembled the established European practices, foreshadowing a harmonious coexistence and a brilliant development. The historical approach of these two factors at the University of Corfu, is directly related to its founder, whose presence extended beyond the teachers and at social and political levels, produced models of behaviour with Hellenism and Orthodoxy as its main elements and built the mentality of a large social group. This group very soon redefined the spiritual, social and political parameters of the island societies in highly national and patriotic directions.

The complete changes, which had as their first goal the Greek character of the institution and the regression, which followed Guilford’s death, but also the possibilities given to the Protection to reformulate its original question whether the Greek Ionian University is useful to it, are the strongest evidence of the value of Guilford’s presence at the Archonship of the Ionian Academy and the Greekness of his intentions. The Protectorate’s objections to the operation of a higher education institution as Guilford intended it are summed up in the views of Commissioner Adam “…all his aspirations are Greek and there is nothing in the whole institution that can strengthen, to a minimum, or improve, the relations between the protected and the protective force…”

Today the memory of this great man is honoured in Corfu with a main road, the marble statue that has been erected in the municipal thicket and his portrait in the new “Ionian University” (The two busts and the portrait that existed in the old Ionian Academy were destroyed by the arson of 14 September 1943, caused by the Luftwaffe air raid). In “blissful Zakynthos”, where the monuments are systematically desecrated and the names of the streets are abused, fortunately there is neither a road nor a monument in his honour.

This article was published at www.ermisnews.gr.

§

Great Respect for Guilford’s Greek Orthodoxy

By Dr Bruce Clark – Author of Twice A Stranger: How Mass Expulsion Forged Modern Greece and Turkey (2006)

One of the most striking features of Lord Guilford’s life as a passionate philhellene was the way he combined a fascination for classical Greece with a deep and serious-minded embrace of the Greek Orthodox faith. To put it mildly, this was an unusual combination among Britons of his generation, and among western philhellenes in general. But for the young North, who became Earl of Guilford in 1817, the two passions seem to go hand in hand.

While exploring Venetian-ruled Corfu in 1791 and 1792 he seems to have absorbed the liturgy and choreography of Greek Orthodox worship very quickly. Despite the differences in pronunciation, his Oxford-honed expertise in ancient Greek was easily sufficient for him to understand the Byzantine typicon and enter its spirit and rhythm. He was in any case an excellent natural linguist and cultural interpreter who rapidly picked up all the main Latin languages and modern Greek, during his youthful roaming around the Mediterranean.

In Corfu, he would have found a Greek Orthodox scene that was both tolerated and circumscribed by the island’s Venetian masters. On one hand, the Serene Republic was happy for Greek Orthodox liturgical texts to be type-set by Venetian printers who became the main suppliers of such material. On the other hand, the Catholic city-state did not permit Orthodox bishops to be established on its territory, so the care of Greek souls in the Ionian islands was left to a senior married cleric or protopapas. Guilford duly approached the protopapás of Corfu, Dimitrios Petrettinis (1722-1795), and expressed his desire to be received into the Eastern Orthodox faith – albeit secretly, in view of the “social and economic commitments” of his distinguished family. His request was granted, and the young Briton took the Orthodox name of his clerical mentor, Dimitrios.

Guilford thus became the first Orthodox Christian to sit in the British Parliament, when he represented the constituency of Banbury in Oxfordshire. However, his adopted faith had to be kept under wraps, given the virtually Anglican monopoly on public life and education in England which still prevailed. During certain phases of his lie, such as his governorship of Ceylon, Guilford would have had little opportunity to practise the Orthodox faith. But he clearly took his chosen religion seriously. At the end of life, in 1827, he asked the chaplain of the tsarist embassy in London, Yakov Smirnov (1754-1840), to come and administer the last rites. The Russian cleric would have been the only Orthodox cleric in Britain at the time. When asked about his reasons for converting, the young North apparently replied that he wanted “to be fully Greek”.

Meanwhile there were plenty of influential Britons whose travels in Greece led them to very different conclusions. Some were struck by the significant doctrinal differences between their own Anglican faith and that of the Orthodox Church. Others were sympathetic to Orthodox theology but baulked at the evident human flaws and untutored earthiness of the religion as they saw it practised on the ground. One of the most withering critiques of ecclesiastical reality in late Ottoman Greece came from the Anglo-Irish painter Edward Dodwell (1767-1832), who spent seven months in Athens in 1805. “As in the time of Ion,” he declared, “the modern Athenians are divided into four distinct classes: cultivators, craftsmen, military and priests. The Albanians cultivate the land, the Greeks engage in commerce and the mechanical arts, the Turks garrison the city and smoke, and the priests do nothing.”

Lord Byron (1788-1824), a more emphathetic observer, took his cue from his Greek manservant Vassilis, who managed simultaneously to be deeply respectful of the Church and its traditions and utterly contemptuous of its contemporary representatives. “Our Church is holy, [the] priests are thieves”, the servant once declared – making in jocular language what some would see as quite a subtle theological point. If the Orthodox Church has survived so many centuries of oppression and manipulation, it must in part be for this reason: the validity of its sacraments, its mysterious role as a place of encounter between humanity and God, is to some degree independent of the moral character of its clerics. Orthodox theology emphasises that the ineffable presence of Christ in the Eucharist reflects the action of the Holy Spirit, not the infallibility or even the relative moral virtue of the celebrant. In his own untutored way, Vassilis grasped that point, and perhaps at some level Byron did too.

Half a century later, the great Victorian philanthropist Florence Nightingale (1820-1910), who had an evangelical background and had pretensions to being a theologian, arrived in Athens. She was exceptionally harsh in her assessment of Greek Orthodoxy, as she was of Greek reality in general.

“The Greek Church is dead, it seems to me: the priests are her undertakers, the churches her vaults. The priests are so ignorant that they can hardly read, except the liturgy which they learn by heart. They neither are fit nor wish to be treated like gentlemen, would be quite embarrassed if you did. They come out of the lowest class and stay in it. They never preach a sermon and could not. I prefer the most intolerant fanaticism to this. Out of bigotry can come a St Paul, but nothing can come out nothing… I never go into a church without being disgusted and, in the monasteries, they seem not have the remotest idea of doing good, of a vocation.”

Her highly acerbic tone has to be seen in the light of her general stance as what we should now call a liberal interventionist. As a representative of the world’s most powerful country, she (like her 21st century equivalents) was supremely confident of her own ability to discern right from wrong, including the right way to be a Christian (as an example of her attitude, she supported the use of the Navy to make the Athenians pay compensation for the mistreatment of a British subject).

How can one explain the difference between Guilford’s empathetic embrace of a new religious practice, and the dismissive arrogance of so many of his compatriots? Perhaps the key point is that for an encounter between two cultural worlds to be productive or indeed transformative, there has to be a degree of real vulnerability at least on one side, preferably on both. In the young North, one can detect a real vulnerability. For all his privileged background, this intelligent and sensitive product of the British elite was plainly in search of something which the starchiness and complacency of Georgian London could not provide. He was not attracted merely by the Mediterranean climate’s obvious pleasures but rather by the cultures, in all their humanity, mystery and sensuality, which that sunshine had nurtured. He felt that his Greek friends could teach him something that none of his British mentors knew.

The 20th century would bring a cascade of vulnerable encounters which transformed the relationship between Anglicanism and Orthodoxy. In the wake of the Bolshevik revolution, many of Russia’s most brilliant religious thinkers fled to Paris, and in some cases ended up in England. The jaded Christians of the West were moved and astonished by their new Russian acquaintances – and in particular by their ability to combine an aptitude for high theological debate with the intense emotions of popular religion. Despite their propensity to engage in arcane disputes with one another, these bedraggled theological refugees had an electrifying effect both on French Catholicism and British Anglicanism. That in turn prompted West European Christians to look more closely at the Greek theological and spiritual tradition, and in a few cases to embrace it. Another spark of what might be called creative vulnerability came from the expulsion of almost all Orthodox Christians from their ancestral lands in Asia Minor, and the very precarious situation in which the Patriarchate of Constantinople was left.

A fellow contributor to this volume, Metropolitan Kallistos of Diokleia (1934-2022) exemplifies – as I am sure he would agree – the changed circumstances in which members of the British establishment encountered Orthodox Christianity in the mid-20th century. As the product of an upper-middle class family whose father was a brigadier, the teenaged Timothy Ware was transformed by the experience of attending vespers, celebrated by Russian clerics in moth-eaten robes, in a borrowed London church. That prompted the young Ware, who like the young North was an Oxford classicist, to investigate Greek Orthodoxy more deeply – and ultimately spend a year at the ancient monastery on Patmos, where he was mentored by a spiritually gifted elder, the future Saint Amphilochios. He was immersed in the Orthodox typicon and helped to parlay his ancient learning into fluent, if Oxford-accented, modern Greek.

This was not an easy path to follow in the late 20th century, even though Metropolitan Kallistos made the connection between the two selves – the learned Oxford academic and the practitioner of Greek religion in an island monastery – look more seamless than it was. It is fair to assume that like Byron and his servant, he observed plenty of human imperfection in his travels around the monasteries and country parishes of Greece. But he also understood that these fallibilities were not the main point.

A high point in the friendly rapprochement between Greek Orthodoxy and Anglicanism came with the coronation service in May 2023. King Charles III, a regular visitor to Mount Athos with a deep interest in Byzantine iconography, chose to include many obvious and not-so-obvious Greek Orthodox features in the service – from the participation of His Eminence Metropolitan Nikitas of Thyateira to the performance by a Byzantine choir of Psalm 71. For the solemn moment of his anointing – with oil consecrated by the Greek Patriarch of Jerusalem – the King was concealed by a screen which had been magnificently embroidered by the Orthodox iconographer Aidan Hart (b. 1957), a spiritual mentee of Metropolitan Kallistos. It is striking that these features of the ceremony were widely appreciated by those who understood them and did not encounter any significant objection.

For Guilford, the path was much harder. The British establishment which he represented was even more xenophobically arrogant than it was 150 years later, and the Greek Church was even more enclosed in its nativist defences. And yet the future Earl of Guilford was somehow able to penetrate those defences; he understood that Greece and its Church could give him something, an encounter with the divine, that was not available in his homeland. For that he deserves great respect.

Athens, 8 March 2024

§

[GREEK TRANSLATION OF ALL THE TEXTS ABOVE]

§

«Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ»

1824 – 200ετηρίδα της Ιονίου Ακαδημίας

Αφιέρωμα στον Φρέντερικ Νορθ, Κόμη του Γκίλφορντ

υπό την επιμέλεια του Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD

§

Ευγνωμοσύνη στον Γκίλφορντ και μια ευχή για το μέλλον του Ιονίου Πανεπιστημίου

Αναμφισβήτητα, ο Γκίλφορντ ήταν ο μεγαλύτερος φιλέλληνας όλων των εποχών. Είχε εμμονή με την Ελλάδα και είχε σκοπό να ιδρύσει την Ιόνιο Ακαδημία στην Ιθάκη, τη γενέτειρα του ειδώλου του, του Οδυσσέα.

Το πιο σημαντικό, όμως, υπενθύμισε στον ακαδημαϊκό κόσμο την ελληνικότητα της καταγωγής, των ιδανικών και της γλώσσας του. Η μεγαλύτερη κληρονομιά του Γκίλφορντ, ωστόσο, ήταν να αποκαταστήσει μια γενναιόδωρη κατανόηση του τί σημαίνει να είσαι Έλληνας.

Ήταν αφοσιωμένος οπαδός του φημισμένου ρητού στον Πανηγυρικό του Ισοκράτη, «το όνομα Έλληνες κατόρθωσε να μη συμβολίζει πια την καταγωγή, αλλά την καλλιέργεια του πνεύματος, και Έλληνες να ονομάζονται πιο πολύ όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικιάς μας αγωγής και μόρφωσης παρά αυτοί που έχουν την ίδια με εμάς καταγωγή» [Ισοκράτης, Πανηγυρικός 4.50]. Έτσι, αγκαλιάζοντας τις Ιονίους νήσους και επιμελούμενος την εκπαίδευση εκεί, ο Γκίλφορντ ήταν πιστός στο δικό του κάλεσμα ως ανθρώπου που μπορούσε δικαίως να διεκδικήσει τον τίτλο του Έλληνα.

Επιπλέον, η παρουσίαση του έργου του Γκίλφορντ είναι ένα από τα καλύτερα μέσα για την οικοδόμηση πολιτιστικών γεφύρων μεταξύ Ελλάδας και Αγγλίας. Για αυτό η 200ετηρίδα της Ιονίου Ακαδημίας είναι μια χρυσή ευκαιρία για να γιορτάσουμε τις αγγλοελληνικές σχέσεις. Αυτή ήταν η κύρια αποστολή των χορηγών της εκδήλωσης, τόσο του Κόμητος Σπύρου Φλαμπουριάρη (1930-2023) όσο και του Λόρδου Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ (1936-2024), και των δύο Ελλήνων με την ευρύτερη και υψηλότερη έννοια. Αυτοί οι δύο πιο αξιότιμοι αείμνηστοι κύριοι είναι οι πλησιέστεροι πολιτιστικοί κληρονόμοι του Γκίλφορντ και –μετά τον πρόσφατο θάνατό τους– έχουν ήδη λείψει πολύ. Είμαστε βαθιά ευγνώμονες και στους δύο που αποτελούσαν αιώνιο παράδειγμα για την ανθρωπότητα για όλους τους απογόνους, όπως και ο ίδιος ο Γκίλφορντ.

Δεδομένης αυτής της σημαντικής επετείου, ένας από τους πολλούς τρόπους που μπορούμε να τιμήσουμε τον Γκίλφορντ είναι να στείλουμε ένα μήνυμα ελπίδας και ενθάρρυνσης στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Θα θέλαμε να του ευχηθούμε μακροζωία και επιτυχία στη χάραξη του μέλλοντός του ως ανταγωνιστικού, εξωστρεφούς και καινοτόμου τόπου μάθησης που εμπνέει τους νέους και καλύπτει τις διαρκώς εξελισσόμενες ανάγκες τους. Αυτό είναι σύμφωνο με το ελληνικό ιδεώδες και όραμα του Γκίλφορντ.

Μεγακλής Ρογκάκος, MA MA PhD

Ιστορικός Τέχνης και Αρχισυντάκτης του παρόντος τόμου

§

Φρέντερικ Νορθ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ

Κάθε Πρέσβης του Ηνωμένου Βασιλείου στην Ελλάδα είναι ευτυχής όποτε του δίδεται η ευκαιρία να συνδεθεί με ένα γεγονός, μία προσωπικότητα ή μία τοποθεσία που σχετίζεται με τη νήσο της Κερκύρας.

Πολλοί και δυνατοί είναι οι ιστορικοί και πολιτιστικοί δεσμοί που συνδέουν την Κέρκυρα με την ευρύτερη Ελληνο-Βρετανική σχέση. Και βέβαια η συγκεκριμένη νήσος είναι σημείο αναφοράς για ανέμελες ημέρες ξεκούρασης και χαράς της ζωής όσο και πνευματικής και καλλιτεχνικής δημιουργίας για πάρα πολλούς συμπατριώτες μου, εδώ και αιώνες.

Εάν κάποιος μπορούσε να ξεχωρίσει μία συγκεκριμένη μορφή η οποία –εξαιτίας της αγάπης της για την Κέρκυρα και την Ελλάδα και της τεράστιας συμβολής στη σχέση μας καθώς έθεσε ένα από τα πιο γερά θεμέλιά της– ενσαρκώνει τη σύνδεση της Βρετανίας με την Κέρκυρα, τότε αναμφίβολα αυτή η μορφή πρέπει να είναι ο Φρέντερικ Νορθ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ.

Υιός του Δευτέρου Κόμη του Γκίλφορντ ο οποίος, ως Λόρδος Νορθ, υπήρξε πρωθυπουργός την εποχή του Βασιλέα Γεωργίου του Γ’, ο Γκίλφορντ ξεκίνησε τη γνωριμία του με την Ελλάδα, από την Κέρκυρα, το 1791.

Από την Κέρκυρα ταξίδεψε σε πολλά μέρη της Ελλάδας και απέδειξε το ενδιαφέρον και την αγάπη του για ό,τι ελληνικό όταν ασπάστηκε μυστικά την Ορθοδοξία, σε ηλικία μόλις 25 ετών. Έγινε έτσι ο πρώτος και γενικά ένας από τους ελαχίστους Ορθοδόξους Χριστιανούς βουλευτές του Βρετανικού Κοινοβουλίου.

Δεν θα μπω στις πολύ γνωστές λεπτομέρειες της διακεκριμένης σταδιοδρομίας του Γκίλφορντ ως Κυβερνήτη της νήσου της Κεϋλάνης (σημερινής Σρι Λάνκα) και του μετέπειτα διορισμού του ως Διευθυντή Εκπαίδευσης των Ιονίων Νήσων. Αλλά, ήταν αυτός ο διορισμός που, μαζί με το ισχυρό ενδιαφέρον του για τους κλασικούς και τα γράμματα γενικότερα, οδήγησε στο μεγάλο επίτευγμα της ζωής του, την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας, του πρώτου πανεπιστημίου που ιδρύθηκε στην Ελλάδα, διακόσια χρόνια πριν, το 1824.

Το παρελθόν του ως μέλους και μετέπειτα Προέδρου της Φιλομούσου Εταιρείας στην Αθήνα, το πάθος του για τον αρχαιοελληνικό κόσμο και, βέβαια, η γενναιοδωρία του (άφησε στην βιβλιοθήκη της Ακαδημίας 10.000 τόμους από την προσωπική του συλλογή) ήταν οι βάσεις για την επιτυχία του εγχειρήματος.

Βέβαια, υπήρχαν την εποχή εκείνη, το προεπαναστατικά χρόνια, αρκετά ιδρύματα που καλλιεργούσαν τη μάθηση και την παιδεία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, και που κανείς θα μπορούσε να τα αποκαλέσει «κολλέγια», στη Χίο, τις Κυδωνίες, τη Σμύρνη και αλλού. Αλλά η Ιόνιος Ακαδημία υπήρξε το πρώτο και μόνο πραγματικό πανεπιστήμιο στον ελληνόφωνο κόσμο μέχρι την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών, το 1837. Ο Γκίλφορντ είχε κάθε λόγο να είναι υπερήφανος για το δημιούργημά του και μάλιστα σχεδίασε μόνος του τη στολή που φόρεσε κατά την εναρκτήρια τελετή, με σχέδιο που όπως φαίνεται συνδύαζε αρχαιοελληνικά και σύγχρονα στοιχεία.

Όταν σήμερα εμείς οι διπλωμάτες και οι φίλοι και συνεργάτες μας στα Πανεπιστήμια της Βρετανίας και της Ελλάδας ομιλούμε για την τεράστια σημασία της εκπαίδευσης για τη διμερή μας σχέση, τις επιτυχίες που φέρνει η συνεργασία Ελληνικών και Βρετανικών Πανεπιστημίων, για υποτροφίες, κοινότητες αποφοίτων και όλους τους δεσμούς που μας ενώνουν και μας δυναμώνουν, πρέπει πάντοτε να βρίσκουμε λίγο χρόνο για να θυμηθούμε τον αφοσιωμένο ιδεαλιστή που τα ξεκίνησε όλα αυτά.

Κλείνοντας αυτό το μικρό σημείωμα έκφρασης ευγνωμοσύνης, θα αναφερθώ στον Καθηγητή Ρίτσαρντ Κλογκ ο οποίος έγραψε μία σύντομη εργασία για το θέμα αυτό προ μερικών ετών και αναφέρεται στον Φρέντερικ Νορθ, Πέμπτο Κόμη του Γκίλφορντ ως έναν άνθρωπο «του οποίου τα φιλελληνικά αισθήματα και οι εκπαιδευτικές προσπάθειες τον οδήγησαν στο να επιτύχει μία σημαντικότερη συμβολή στη μελλοντική ανάπτυξη της Ελλάδας από αυτές πολλών από τους άλλους φιλέλληνες. Οπωσδήποτε υπήρξε ένα εκκεντρικό άτομο… αλλά η σύνδεσή του με ό,τι Ελληνικό… μας επιτρέπει νομίζω να τον αποκαλέσουμε φιλέλληνα των φιλελλήνων.»

Μάθιου Λοτζ

Βρετανός Πρέσβης στην Ελλάδα

§

Γκίλφορντ, Ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας

Είναι καλό που οι θαυμαστές του στην Κέρκυρα αποτίουν φόρο τιμής στον 5ο Κόμη του Γκίλφορντ, ιδρυτή και κοσμήτορα της Ιονίου Ακαδημίας, γιατί αν και η προσφορά του στην ιστορία των τεχνών και των γραμμάτων στις Ιόνιες Νήσους δεν ταιριάζει με αυτή των μεγαλύτερων Επτανησίων ποιητών, σίγουρα προσέθεσε στην ψυχαγωγία και τη διασκέδαση πολλών Κερκυραίων και άλλων, όχι μόνο για την αφοσίωσή του στην Ελλάδα και την ποίηση του αρχαίου κόσμου, αλλά και για το αδιαμφισβήτητο ύφος ένδυσής του, συμπεριλαμβανομένων των κεφαλόδεσμων και της ποικιλίας των καπέλων του. Υποθέτω ότι λαμβάνει τη θέση του ως ένας από τους πιο αξιομνημόνευτους εκκεντρικούς της εποχής του. Είναι καλό που τον θυμούνται μέχρι σήμερα στη νήσο, την οποίο κόσμησε όχι μόνο με την ένδυσή του αλλά και με τα βιβλία του και τις λογοτεχνικές του εξορμήσεις. Τον θυμόμαστε με ένα ειρωνικό χαμόγελο, αλλά και με σεβασμό για όσα επέτυχε.

Σερ Μάικλ Λουέλιν-Σμιθ ΔΒΒΤ ΤΑΜΓ KCVO CMG

Βρετανός Πρέσβης στην Ελλάδα (1996-1999)

§

Αφιέρωμα στον Γκίλφορντ

Ο αγγλοελληνισμός έχει μακρά ιστορία και οι περισσότεροι από εμάς, που ασχολούμαστε με τις σχέσεις μεταξύ Βρετανών και Ελλήνων, εντοπίζουμε εντός του τους αγαπημένους μας χαρακτήρες. Οι δικοί μου έχουν διάφορες μορφές. Ξεκινούν από εκκλησιαστικούς, όπως ο Άγιος Θεόδωρος της Ταρσού, ο οποίος έφτασε στο Καντέρμπουρυ το 669 μ.Χ. ως ο πρώτος και μέχρι στιγμής μοναδικός Έλληνας επικεφαλής της Εκκλησίας στην Αγγλία. Εν συνεχεία, τον δέκατο έβδομο αιώνα, έχουμε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και Αρχιεπίσκοπο Ηγούμενο του Καντέρμπουρυ Κύριλλο Λούκαρη, ο οποίος συνεφώνησε ότι οι Έλληνες φοιτητές θα μπορούσαν να σπουδάσουν θεολογία στην Οξφόρδη (η εκπαίδευση είναι ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στον αγγλοελληνισμό). Αργότερα τον ίδιο αιώνα, ο Αρχιεπίσκοπος Σάμου Γεωργιρένης ίδρυσε την πρώτη ελληνική εκκλησία στο Λονδίνο και ίδρυσε ένα βραχύβιο Ελληνικό Κολλέγιο στην Οξφόρδη. Πέρα από δογματικές αρχές, οι εκκλησιαστές πέταξαν σχοινιά για να χτίσουν γέφυρες. Συνεχίζουν να το κάνουν. Στην εποχή μας το παράδειγμα του αειμνήστου Επισκόπου Καλλίστου Γουέαρ φλέγεται λαμπρά.

Οι διανοούμενοι είναι επίσης κεντρικοί σε αυτήν την ιστορία. Οι Καπετανάκης, Φίνλεϊ, Γκόρντον, Λικ, Ράνσιμαν, Στάνγκος, Σέραρντ: υπάρχουν πολλά διακεκριμένα ονόματα για να υπολογίσει κάποιος. Και οι δημιουργικοί συγγραφείς έπαιξαν επίσης έναν εξαιρετικά σημαντικό ρόλο: οι Μπάιρον, Σέλεϋ και Κάλβος τον δέκατο ένατο αιώνα· Ντάρελ, Λη Φέρμορ, Βαλαωρίτης στον εικοστό. Στον επαναστατικό πόλεμο, του οποίου τη δισεκατοντηρίδα συνεχίζουμε να εορτάζουμε, οι Φιλέλληνες, φυσικά, βγήκαν στο πεδίο, ως πολεμιστές, ταραχοποιοί, φιλελεύθεροι ιδεαλιστές. Σκεφτείτε τους Τσερτς, Χέιστινγκς, Μπάιρον (ξανά), Στάνχοουπ, Τρελώνη. Και εδώ και δύο αιώνες, οι πολιτικοί σε κάθε χώρα εμπνέονται από τους άλλους και καθοδηγούν τα αμοιβαία μας συμφέροντα: Κάνινγκ, Μαυροκορδάτος, Γκλάντστοουν, Τρικούπης πατέρας και Τρικούπης υιός, Βενιζέλος, Λόιντ Τζορτζ, Τσέρτσιλ. Υπήρξαν και σημαντικοί διπλωμάτες: ο Γεννάδιος επάνω από όλους, αλλά και, νομίζω, οι Λίπερ, Σεφεριάδης. Προσθέστε σε αυτή την ομήγυρη τους ηγέτες των αγγλοελληνικών επιχειρήσεων (εκείνες τις διάσημες οικογένειες των οποίων οι πιο επιχειρηματικοί υιοί και κόρες θάπτονται επιφανώς στο Γουέστ Νόργουντ του Λονδίνου) και, στην εποχή μας, καλλιτέχνες και σχεδιαστές όπως οι Ισηγώνης, Κοκοσαλάκη, Κράξτον, Τάκις.

Πολλά σπουδαία ονόματα, που δίδουν πολλή τροφή για σκέψη. Δεν υπάρχει κάποιο νήμα που να τα ενώνει όλα, εκτός από τον ίδιο τον αγγλοελληνισμό. Αλλά υπάρχει μία ιδιαιτέρως δονούμενη πτυχή: η εκκεντρικότητα. Ο αγγλοελληνισμός υπήρξε συχνά μία εκκεντρική αναζήτηση και ορισμένοι από τους κορυφαίους εκφραστές του θα μπορούσαν κάλλιστα να θεωρηθούν εκκεντρικοί. Ενας άνθρωπος συγκεκριμένως ξεχωρίζει τόσο για το βάθος του φιλελληνισμού του όσο και για την απόλυτη έξαρση της εκκεντρικότητάς του. Είναι ο Φρέντερικ Νορθ, ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ (1766-1827). Είμαι πολύ υπόχρεος σε μία μέχρι στιγμής αδημοσίευτη διάλεξη που έδωσε περί αυτού ο Ρίτσαρντ Κλογκ το 2016 στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο με χαρακτηριστικό τίτλο «Ο Φιλέλληνας των Φιλελλήνων».

Ήταν, όντως, ως ένας εκκεντρικός που ο Γκίλφορντ ήρθε για πρώτη φορά στην προσοχή μου, προ πολλών ετών. Επρόκειτο, έμαθα, περί ενός ανθρώπου που, κατά τη διάρκεια του βρετανικού προτεκτοράτου των Ιονίων Νήσων, κατανάλωσε ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του για να ζήσει στην Κέρκυρα ως πλατωνικός φιλόσοφος, ντυμένος με ό,τι θεώρησε τα άμφια ενός Αθηναίου του 5ου αιώνα (σχετικά με την εκκεντρική αίσθηση της ένδυσης του Γκίλφορντ, δείτε Τζόναθαν Κ. Κούπερ, «Η Ακαδημαϊκή Ενδυμασία της Ιονίου Ακαδημίας, 1824-1864», Συναλλαγές της Εταιρείας Μπέργκον, 14, 2014: 35-47). Σύγχρονοι όπως ο σκληρός και θρασύς Ύπατος Αρμοστής, Τομ Μαίτλαντ, δεν τον έλαβαν πολύ στα σοβαρά. Και όμως, διακόσια έτη μετά, εορτάζουμε τώρα την επέτειο της Ιονίου Ακαδημίας, που ίδρυσε ο Γκίλφορντ. Η σοβαρότητα του σκοπού διαφαίνεται μέσα από την εκκεντρική φήμη.

Κατά κάποιον τρόπο, ο Γκίλφορντ δεν ήταν καθόλου φιλέλληνας για τα σύγχρονα πρότυπα: εκτός από κάποια βοήθεια για τη συγκέντρωση κεφαλαίων, κράτησε μακριά από τον αγώνα για την ανεξαρτησία και δεν προσέφερε ποτέ στρατιωτική ή ανθρωπιστική δράση σε αυτόν. Αλλά έχει, νομίζω, μία αξιόπιστη αξίωση να είναι ο πληρέστερος από όλους τους φιλέλληνες της γενιάς του, ίσως και περισσότερο από τον Μπάιρον. Όπως πολλοί νέοι της τάξης και της εποχής του, είχε μελετήσει βαθιά τους Κλασικούς και ερωτεύτηκε την Ελλάδα, αρχαία και μοντέρνα, όταν επέκτεινε τη μεγάλη περιοδεία του στα Επτάνησα και την ηπειρωτική Ελλάδα (1791-1792· βρέθηκε ξανά στην Ελλάδα το 1810). Ίσως ενήργησε παρορμητικά, ίσως έφτασε έχοντας στο μυαλό μια σταθερή αποστολή· εν πάση περιπτώσει, σε εκείνη την πρώτη περιοδεία έγινε αποδεκτός με βάπτισμα στην Ορθόδοξη Εκκλησία και φαίνεται ότι διατήρησε την Ορθόδοξη πίστη μέχρι το τέλος της ζωής του (τα στοιχεία εξετάζονται στο Κάλλιστος Γουέαρ, «Ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ και η Μυστική Προσηλύτισή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία», δημοσιευμένο για την Εταιρεία Εκκλησιαστικής Ιστορίας από τον Μπάζιλ Μπλάκγουελ, Οξφόρδη 1976. Επίσης, ασχολήθηκε με την εκμάθηση των νέων ελληνικών με δεξιοτεχνία. Αφού υπηρέτησε ως Κυβερνήτης της Κεϋλάνης (1798-1805) και κληρονόμησε τον οικογενειακό τίτλο και τον πλούτο (το 1817), ο Γκίλφορντ επέστρεψε στις Ιόνιες Νήσους, τώρα υπό το βρετανικό προτεκτοράτο, και συνέλαβε το μεγάλο του έργο: να ιδρύσει ένα πανεπιστήμιο για Έλληνες.

Και αυτό μπορεί να φαινόταν ως ένα εκκεντρικό ή ακόμα και δονκιχωτικό εγχείρημα. Όμως, όπως έδειξαν πρόσφατοι μελετητές, ο Γκίλφορντ το ανέλαβε με πλήρη επαγγελματισμό και διοικητική ικανότητα (δείτε, π.χ., Τζωρτζ-Πάτρικ Χέντερσον, Η Ιόνιος Ακαδημία, Σκωτία, UK: Σκωτικός Ακαδημαϊκός Τύπος, 1988, ιδιαίτερα τα κεφάλαια 2-5· Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη. Η Ιόνιος Ακαδημία: Το Χρονικό της Ίδρυσης του Πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου – 1811-1824, Αθήνα, GR: Μικρός Ρωμηός, 1997, ιδιαίτερα τα κεφάλαια 14-16· Έρικ Γκλάσγκου, «Ο Λόρδος Γκίλφορντ και η Ιόνιος Ακαδημία», Ιστορία Βιβλιοθήκη 18.2, Ιούλιος 2002: 140-143). Ήθελε να δημιουργήσει μία έδρα γνήσιας ενημερωμένης ευρωπαϊκής μάθησης, βασιζόμενη στα καλύτερα ευρωπαϊκά μοντέλα· και γνώριζε ότι προϋπόθεση επιτυχίας του ήταν η δημιουργία και ενός καταλλήλου συστήματος προπανεπιστημιακής εκπαίδευσης στις νήσους. Επιθυμούσε η διδασκαλία στο πανεπιστήμιό του να τελείται, όσο το δυνατόν περισσότερο, στην ελληνική. Όπως ο σύγχρονος του Μπάιρον, ο Γκίλφορντ ήταν πλούσιος και επένδυσε πολύ με τη δική του περιουσία στο εγχείρημα.

Εάν είχε ζήσει περισσότερο, η Ιόνιος Ακαδημία μπορεί κάλλιστα να είχε κάτι παραπάνω από τοπική σημασία. Το επακόλουθο, ωστόσο, δεν ήταν τόσο ευγενικό. Το 1864, το Ελληνικό Βασίλειο –με τις συγκεντρωτικές του τάσεις και τα αδύναμα οικονομικά του– αποφάσισε ότι δεν μπορούσε να αντέξει οικονομικά πανεπιστήμια τόσο στην Αθήνα όσο και στην Κέρκυρα. Έτσι κατέληξε τότε η Ιόνιος Ακαδημία. Αλλά είναι μαρτυρία της επίμονης ελληνικής αγάπης για τη μάθηση και της σπίθας που άναψε ο Γκίλφορντ ότι το Ιόνιο Πανεπιστήμιο έπρεπε να επανιδρυθεί στην Κέρκυρα το 1984.

Λίγοι μπορούν να αμφισβητήσουν ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι ένα από τα δυνατά σημεία της σημερινής βρετανοελληνικής σχέσης, με πολλούς Έλληνες να σπουδάζουν και να εργάζονται σε βρετανικά πανεπιστήμια και πολλούς Βρετανούς, όπως ο Γκίλφορντ πριν από διακόσια έτη, να μελετούν την Ελλάδα ανά τους αιώνες. Ελπίζω ότι η διακοσαετηρίδα από την αρχική ίδρυση του Φκίλφορντ θα προσφέρει περαιτέρω δυνατότητες προβληματισμού και ενίσχυσης των αγγλοελληνικών εκπαιδευτικών συμφερόντων. Και χαιρετίζω αυτή την πρωτοβουλία του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς.

Τζον Κίτμερ, Διδάκτωρ

Πρόεδρος του Αγγλοελληνικού Συνδέσμου

Πρέσβης της Βρετανίας στην Ελλάδα (2013-2016)

§

Λόρδος Γκίλφορντ

Πριν από δύο αιώνες, το ακαδημαϊκό τοπίο της Ελλάδας μεταμορφώθηκε με τη δημιουργία της Ιονίου Ακαδημίας από τον Λόρδο Γκίλφορντ, που γεννήθηκε το 1766 με ένδοξη καταγωγή. Η ζωή του Γκίλφορντ διαμορφώθηκε από την αυστηρή εκπαίδευση στα κολλέγια Ήτον και Κράιστ Τσερτς της Οξφόρδης. Τα ταξίδια του στην Ελλάδα τον ενέπνευσαν και ανέπτυξαν τη βαθιά του συγγένεια με τον ελληνικό πολιτισμό.

Καθώς οι άνεμοι της αλλαγής σάρωσαν την Ευρώπη μετά το Συνέδριο της Βιέννης το 1815, με το βρετανικό προτεκτοράτο να διασφαλίζει τις νήσους του Ιονίου, το όραμα του Λόρδου Γκίλφορντ για την Ακαδημία ύψωσε έναν φάρο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, εμποτισμένο με ελληνικές πνευματικές παραδόσεις, αλλά προοδευτικό στην προσέγγισή του. Τα αρχικά σχέδια στέγασης της Ακαδημίας στην Ιθάκη έδωσαν τη θέση τους στην Κέρκυρα, θέτοντας τις βάσεις για την ίδρυση αυτού του ιδρύματος το 1824.

Στο επίκεντρο του προγράμματος σπουδών της Ακαδημίας βρισκόταν η αρχαία ελληνική γλώσσα και ο πολιτισμός της, αλλά επιπλέον αγκάλιαζε τα μαθήματα της αγγλικής λογοτεχνίας, των μαθηματικών και της βοτανικής, που αντιπροσωπεύουν μία συρροή της ελληνικής κληρονομιάς και της σύγχρονης σκέψης. Συγκεντρώνοντας φωτισμένους του ελληνικού ακαδημαϊκού κόσμου στο διδακτικό προσωπικό της, η Ακαδημία προσέλκυσε τουλάχιστον 150 φοιτητές κατά το παρθενικό της έτος.

Καθώς μνημονεύουμε την 200ή επέτειο της Ακαδημίας, εορτάζουμε όχι μόνο έναν θεσμό, αλλά μία παρακαταθήκη – μία που πάντρεψε τον κλασικό με τον σύγχρονο κόσμο. Το όνειρο του Λόρδου Γκίλφορντ όχι μόνο εμπλούτισε την ακαδημαϊκή ταπισερί του 19ου αιώνα, αλλά συνεχίζει να μας εμπνέει σήμερα.

Εκ προσωπικής άποψης, είμαι ιδιαίτερα υπερήφανος που ο Λόρδος Γκίλφορντ και εγώ έχουμε ορισμένα κοινά στοιχεία: εκπαιδευθήκαμε και οι δύο στα ίδια κολέγια της Οξφόρδης. Έχουμε λάβει και οι δύο τιμητικούς τίτλους από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και έχουμε υπάρξει μέλη της Εταιρείας Ντιλετάντι, που συμμερίζονται το πάθος τους για την Ελλάδα και τη Ρώμη. Ένας πολύ σημαντικός παράγοντας στη ζωή μας υπήρξε η μεγάλη μας αγάπη για την όμορφη νήσο της Κερκύρας. Η μοναδική συνεισφορά του Λόρδου Γκίλφορντ στην ακαδημαϊκή ζωή στη νήσο θα εκτιμηθεί και θα μνημονεύεται στο διηνεκές.

Λόρδος Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ

Πρόεδρος του Ιδρύματος Ρόθτσαϊλντ

§

Ιόνιος Ακαδημία

Με το παρόν λεύκωμα, τιμούμε τη 200ή επέτειο της Ιονίου Ακαδημίας, που ίδρυσε ο μέγιστος φιλέλληνας Λόρδος Φρέντερικ Νορθ, 5ος κόμης του Γκίλφορντ, το 1824.

Γνωστή πλέον ως Ιόνιο Πανεπιστήμιο, αυτή η Ακαδημία ήταν το πρώτο ελληνόφωνο ακαδημαϊκό ίδρυμα της νεότερης εποχής. Ο Γκίλφορντ οραματίστηκε τη δημιουργία μίας ελληνικής ακαδημίας· την οποία επρόκειτο αποφασιστικά να επιτύχει στα Επτάνησα, ένα μέρος που είναι τόσο σκληρό και τραχύ όσο και μαλακό και υπέροχο. Η εναγκάλιση αυτού του ευγενούς Άγγλου του Ελληνισμού, μαζί με τη θρησκευτική του Ορθοδοξία, ενεργοποίησε όλα τα μεγάλα του επιτεύγματα. Και, έτσι, ιδρύθηκε από αυτόν, σε έκδηλη και απτή μορφή, η πρώτη μεγάλη πολιτιστική γέφυρα μεταξύ Ελλάδας και Ηνωμένου Βασιλείου.

Ο Γκίλφορντ είχε επίσης δημιουργήσει μια πολύ εκτεταμένη βιβλιοθήκη που περιελάμβανε σπάνια βιβλία και χειρόγραφα που θεωρούνταν εξαιρετική, ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Πρόθεσή του και δεδηλωμένη επιθυμία του ήταν να τη στεγάσει στην «ιδική του» Ιόνιο Ακαδημία, μέσα στην ψυχή της Ιθάκης, της πατρίδας του Οδυσσέα. Ωστόσο, αποδείχθηκε ότι οι συγγενείς του Γκίλφορντ ατίμασαν αυτήν την ετοιμοθάνατη επιθυμία, όπως αναφέρεται στη διαθήκη του. Αλλά η μοίρα ήταν με το μέρος του, παρά την ηθική αυθαιρεσία των κληρονόμων του στην αντιμετώπιση των επιδράσεών του, καθώς αυτά τα πολυτιμότατα βιβλία και χειρόγραφα διατηρούνται στη Βρετανική Βιβλιοθήκη. Και αυτό διότι η μοίρα αποφασίζει ορισμένα πράγματα παρά τις ανοησίες του ανθρώπου. Διότι, εάν η βιβλιοθήκη του είχε παραμείνει στο κτήριο της στην Παλαιά Πόλη Κερκύρας, θα είχε υποστεί την ίδια καταστροφή από φωτιά της θρυλικής προτομής του Γκίλφορντ του Προσαλέντη, η οποία, μαζί με το κτίριο στο οποίο στεγαζόταν, καταστράφηκε ολοσχερώς από την εμπρηστική τρομοκρατική βομβιστική επίθεση της γερμανικής Λουφτβάφε στην Κέρκυρα, κατά τη διάρκεια εκείνης της φρικτής νύχτας της ιδικής της «Γκερνίκα», στις 13 Σεπτεμβρίου 1943.

Χαίρομαι που η προσωπογραφία του κόμητος του Γκίλφορντ καθώς και το πτυχίο που του απένειμε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1819 – και τα δύο μαζί κοσμούν τώρα την είσοδο της Πρυτανείας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Είθε αυτό το επίτευγμα, χάρη στη συνεργασία του Ιδρύματος Ρόθτσαϊλντ και του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, το 2022, να αποτελέσει παράδειγμα για τους άλλους και για όλους εμάς.

Αυτό το λεύκωμα μας δείχνει την απαραίτητη διαχρονικότητα των εκπαιδευτικών αξιών, που το Ιόνιο Πανεπιστήμιο εξακολουθεί να κρατά υψηλά. Όλοι όσοι συνεισφέρουν σε αυτήν την επετειακή έκδοση είναι φιλέλληνες. Στο παρελθόν, οι φιλέλληνες, όπως ο Γκίλφορντ, ήταν οραματιστές πρωταγωνιστές που προσπάθησαν να επιστήσουν την προσοχή στον ελληνικό πολιτισμό και να επιτρέψουν τη διάδοσή του. Σήμερα ο φιλελληνισμός είναι έκδηλος σε όλες τις επιστήμες – όπως η αρχαιολογία, η ιστορία, η κοινωνιολογία, η γεωμετρία και τα μαθηματικά.

Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο προσφέρεται ιδανικά για να υπηρετήσει τον σκοπό του. Είμαστε ιδιαιτέρως ευγνώμονες σε όλους εκείνους τους αξιόλογους φιλέλληνες του παρελθόντος – και, τώρα, εκείνους που συνεχίζουν στην ιδική μας εποχή – όπως εκείνους που έχουν συνεισφέρει τα δοκίμιά τους σε αυτό το ευγενές ακαδημαϊκό πλαίσιο μνήμης.

Η ιστορία της 200ετηρίδας της Ιονίου Ακαδημίας είναι πλούσια με προόδους και, δυστυχώς, πισωγυρίσματα – όπως ο πόλεμος και οι στερήσεις που φέρνει αυτός στο κακόβουλο πέρασμά του. Ωστόσο, είθε αυτή η επέτειος να σηματοδοτεί μία ανοδική και προοδευτική καμπύλη για το Ιόνιο Πανεπιστήμιο – ώστε όλα αυτά να είναι προς όφελος των φοιτητών του, για αυτούς που θα ακολουθήσουν και ούτω καθεξής προς όφελος του κοινωνικού συνόλου, παροντικό και μελλοντικό.

Κόμης Σπύρος Φλαμπουριάρης

Πρόεδρος του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς

§

Ο Γκίλφορντ, ο ξεχασμένος φιλέλληνας: Πώς ένας εκκεντρικός Βρετανός αριστοκράτης ίδρυσε το πρώτο πανεπιστήμιο στη νεότερη Ελλάδα

Του Άλεξ Σακαλή, MA

Ο διακεκριμένος συγγραφέας ελληνικών υποθέσεων Κρίστοφερ Μόνταγκιου Γούντχαουζ έγραψε κάποτε ότι οι δύο φιλέλληνες με τη μεγαλύτερη επιρροή στην Ευρώπη ήταν ο Λόρδος Μπάιρον και ο Κόμης του Γκίλφορντ. Αλλά ενώ ο Μπάιρον, η ζωή του οποίου ήταν παράδειγμα της χρυσής εποχής του ρομαντικού ιδεαλιστή και περιπλανωμένου επαναστάτη, παραμένει είδωλο τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ελλάδα, ο Γκίλφορντ έχει ξεθωριάσει στην αφάνεια. Ωστόσο, ο Γκίλφορντ, ο εκκεντρικός αριστοκράτης που ίδρυσε το πρώτο πανεπιστήμιο της νεότερης Ελλάδας, παραμένει μία από τις πιο συναρπαστικές και άπιαστες φιγούρες της χρυσής εποχής, σε αντίθεση με οποιονδήποτε άλλον εκείνης της εποχής.

Ο Γκίλφορντ γεννήθηκε ως Φρέντερικ Νορθ το 1766, ο νεότερος από τους τρεις υιούς του Λόρδου Νορθ, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός μεταξύ 1770 και 1782, περίοδο κατά την οποία ‘απώλεσε’ τις αμερικανικές αποικίες. Όπως και ο πατέρας του, ο νεαρός Γκίλφορντ σπούδασε στο Ήτον και στην Οξφόρδη και μετά ταξίδεψε άσκοπα και πήρε ανασφαλείς θέσεις στην Κεϋλάνη και στην Κορσική. Όλα αυτά είχαν σκοπό να τον προετοιμάσουν για μία πολιτική καριέρα όπως ο πατέρας του.

Αντίθετα, ενώ επισκεπτόταν την Ελλάδα, ο Γκίλφορντ ερωτεύτηκε παράφορα τη χώρα, κατακτώντας τη γλώσσα και ασπαζόμενος τον ελληνορθόδοξο χριστιανισμό, προς μεγάλη δυσαρέσκεια της οικογενείας του. Πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του εργαζόμενος για την ελληνική χειραφέτηση μέσω της εκπαίδευσης, ιδρύοντας στην Κέρκυρα το πρώτο πανεπιστήμιο της νεότερης Ελλάδας, παρέχοντας υποτροφίες σε Έλληνες φοιτητές για σπουδές στο εξωτερικό και διανθίζοντας το πανεπιστήμιο με χιλιάδες πολύτιμα βιβλία από την προσωπική του βιβλιοθήκη. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, ήλθε σε στενή επαφή με εμβληματικές μορφές όπως ο Λόρδος Μπάιρον, ο Αλή Πασάς και ο Ιωάννης Καποδίστριας, ο πρώτος Κυβερνήτης της ανεξάρτητης Ελλάδας. Αποκηρυγμένος σε μεγάλο βαθμό από την οικογένειά του πίσω στην Αγγλία, συνέχισε να αφιερώνει όλη του τη ζωή και τα οικονομικά του για να βοηθά τον ελληνικό λαό μέχρι το θάνατό του, άγαμος και άτεκνος το 1827.

Ο Γκίλφορντ επισκέφτηκε για πρώτη φορά την Ελλάδα το 1791, φτάνοντας στην Κέρκυρα και πέρασε τα επόμενα δύο χρόνια ταξιδεύοντας στη χώρα, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας ήταν υπό Οθωμανική κυριαρχία εκείνη την εποχή. Γρήγορα ερωτεύτηκε την Ελλάδα, δαμάζοντας τη γλώσσα και απορροφώντας την ιστορία. Το 1792, ο Γκίλφορντ επέστρεψε στην Κέρκυρα, όπου, σε ηλικία 25 ετών, ασπάστηκε τον Ελληνορθόδοξο Χριστιανισμό, με αποτέλεσμα να τον αποφεύγει η οικογένειά του. Παρεμπιπτόντως, έγινε ο πρώτος Ελληνορθόδοξος Χριστιανός που κάθισε στο βρετανικό κοινοβούλιο –ήταν βουλευτής του Μπάνμπερι τότε– και ίσως ο μοναδικός μέχρι την εκλογή του Μπάμπο Χαραλάμπους ως βουλευτή του Ένφιλντ Σάουθγκεϊτ το 2017. Για πολιτικούς λόγους η αλλαγή θρησκεύματος κρατήθηκε μυστική από όλους εκτός από την οικογένειά του και τους στενούς του φίλους – αυτή ήταν σε μία περίοδο που απαγορευόταν στους Καθολικούς να λαμβάνουν θέση στο κοινοβούλιο και το να έχουν να κάνουν με έναν Ελληνορθόδοξο βουλευτή θα ήταν μεγάλος πονοκέφαλος για το πολιτικό κατεστημένο.

Αν και ο Γκίλφορντ συνέχισε να ταξιδεύει εκτενώς, συμπεριλαμβανομένης της θητείας του ως Κυβερνήτης της Κεϋλάνης, η καρδιά του παρέμεινε στην Ελλάδα. Το 1814 έγινε πρόεδρος της Φιλομούσου Εταιρείας στην Αθήνα, μίας οργάνωσης που συγκέντρωνε φιλέλληνες και μέλη της ελληνικής διανόησης. Ο χρόνος του στην Αθήνα, ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία, εδραίωσε την επιθυμία του να κάνει κάτι για την υπόθεση της ελληνικής χειραφέτησης.

Το 1815, παρακολούθησε το Συνέδριο της Βιένης όπου συναντήθηκε με τον Ιωάννη Καποδίστρια, με την τότε ιδιότητα του Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Συζήτησαν για την ίδρυση ενός ινστιτούτου τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στα Επτάνησα, που μόλις είχε γίνει Βρετανικό Προτεκτοράτο. Σκέφτηκαν ότι ένα αυτόνομο, αυτοδιοικούμενο ελληνικό πανεπιστήμιο, με Έλληνες καθηγητές και Έλληνες φοιτητές, θα ήταν ένα σημαντικό βήμα για τη χειραφέτηση του ελληνικού λαού. Ο Γκίλφορντ ήταν ενθουσιασμένος – είχε επιτέλους βρει τον ‘προσαντολισμό’ του.

Μέχρι εκείνη τη στιγμή, είχε κληρονομήσει τον τίτλο του Λόρδου Γκίλφορντ από τον πατέρα του και άρχισε να εκμεταλλεύεται όλες τις διασυνδέσεις του για να πραγματοποιήσει το τρελό του έργο να χτίσει ένα πανεπιστήμιο στην Κέρκυρα. Έπεισε τον Λόρδο Μπάθερστ, Υπουργό Εξωτερικών για τον Πολέμο και τις Αποικίες, να τον διορίσει διευθυντή εκπαίδευσης για τα Ιόνια Νησιά. Το 1824 άνοιξε τις θύρες της η Ιόνιος Ακαδημία. Οι καθηγητές του αριθμούσαν μερικά από τα καλύτερα ελληνικά μυαλά της εποχής, διδάσκοντας τόσο διαφορετικά μαθήματα όπως τα μαθηματικά, τη βοτανική και την αγγλική.

Ίσως σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη Βρετανία, όπου απαγορεύτηκε στους Καθολικούς να φοιτούν στην Οξφόρδη ή στο Κέιμπριτζ, ο Γκίλφορντ φρόντισε να είναι ανοιχτή η Ακαδημία σε οποιονδήποτε άνδρα οποιασδήποτε πίστης. Ωστόσο, όπως και στη Βρετανία, μόνο οι άνδρες είχαν δικαίωμα εισαγωγής. Υπήρχε επίσης ένας αυστηρός κώδικας συμπεριφοράς που απαγόρευε τα πάντα, από το μεθύσι μέχρι τη «συμπεριφορά ανάξια κυρίου». Οι παραβάτες ήταν περιορισμένοι στο φρούριο της νήσου για έως και ένα μήνα. Αυτό επρόκειτο να είναι ένα μέρος για σοβαρή ακαδημαϊκή μελέτη μόνο.

Ο Γκίλφορντ σχεδόν χρεοκόπησε αγοράζοντας σπάνια βιβλία για να γεμίσει τη βιβλιοθήκη της Ακαδημίας, η οποία είχε ήδη διακοσμηθεί με τη δική του συλλογή. Στην ακμή της, η βιβλιοθήκη είχε 30.000 τόμους, συμπεριλαμβανομένης της «πληρέστερης συλλογής νεοελληνικής λογοτεχνίας στον κόσμο». Πλήρωσε υποτροφίες για υποσχόμενους Έλληνες φοιτητές να σπουδάσουν στο εξωτερικό, με την προσδοκία ότι θα επέστρεφαν για να διδάξουν στην Ακαδημία. Επίσης στήριξε οικονομικά πολλούς Έλληνες φοιτητές από την ηπειρωτική χώρα που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά τα έξοδα διαβίωσης στην Κέρκυρα.

Ο Γκίλφορντ πέθανε το 1827, άγαμος και άτεκνος, έχοντας αφιερώσει ολόκληρη την ενήλικη ζωή του στην υπόθεση της ελληνικής χειραφέτησης μέσω της εκπαίδευσης. Δυστυχώς, αυτή θα ήταν η αρχή του τέλους για την Ιόνιο Ακαδημία. Οι συγγενείς του στη Βρετανία πολέμησαν για τη διαθήκη του και κατάφεραν να ανακτήσουν πολλά από τα βιβλία του, αποδεκατίζοντας τη βιβλιοθήκη. Χωρίς την υποστήριξη του Γκίλφορντ, η Ακαδημία αγωνίστηκε για χρηματοδότηση και έχασε πολλά από τα πιο ταλαντούχα στελέχη της. Μετά την ένωση των Επτανήσων με το Βασίλειο της Ελλάδας το 1864, η Ιόνιος Ακαδημία έκλεισε για να υποστηρίξει το νεοσύστατο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Η Κέρκυρα θα έμενε χωρίς ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μέχρι το 1984, όταν δημιουργήθηκε το Ιόνιο Πανεπιστήμιο ως διάδοχος της Ακαδημίας.

Ο Γκίλφορντ ήταν σίγουρα εκκεντρικός. Ντυνόταν με αρχαιοελληνικά άμφια όπως ο Πλάτωνας και συνομιλούσε με αρχαϊκά ελληνικά με τους ντόπιους στην Κέρκυρα. Επέμεινε επίσης σε έναν αυστηρό κώδικα ενδυμασίας για τους φοιτητές του πανεπιστημίου του, ο οποίος βασιζόταν σε αρχαιοελληνικές χτιώνες, με διαφορετικά χρώματα για τις διαφορετικές βαθμίδες των φοιτητών. Από την άλλη πλευρά, αναγνώριζε τη σημασία της εκπαίδευσης για την ελληνική χειραφέτηση και είχε συνείδηση της ανάγκης να δημιουργηθούν ισχυροί, αυτοδιοικούμενοι θεσμοί στην Ελλάδα ως προετοιμασία για την τελική ανεξαρτησία της χώρας.

Οι σύγχρονοι είδαν αναμφίβολα τη σημασία του Γκίλφορντ για την ελληνική εθνική αναγέννηση και τη διαδικασία οικοδόμησης του κράτους, όπως φαίνεται από την ονομασία σημαντικών δρόμων στην Κέρκυρα και την Αθήνα με το όνομά του. Ένας ανδριάντας του Γκίλφορντ στέκεται σε έναν κήπο όχι μακριά από το σημερινό Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Παρόλα αυτά, ο Γκίλφορντ έχει σε μεγάλο βαθμό ξεχαστεί τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Βρετανία. Ο Μπάιρον, ο σαθρός ήρωας, γυναικοθήρας και ποιητής του οποίου ο πρόωρος θάνατος κατά την πολιορκία του Μεσολογγίου βοήθησε να κινητοποιηθεί η διεθνής υποστήριξη για τον Ελληνικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας, ταιριάζει εύκολα σε μία αφήγηση ρομαντικών φιλελλήνων που δίδουν τη ζωή τους για την ευγενή υπόθεση της ελληνικής χειραφέτησης.

Συγκριτικά, είναι δύσκολο να χωρέσουμε τον Γκίλφορντ σε αυτή την αφήγηση. Η εκκεντρικότητά του γελοιοποιήθηκε, παρά θαυμάστηκε. Δεν ήταν αυτοπροβαλόμενος και οι συνεισφορές του ήταν πολύ λιγότερο δραματικές, αν και όχι λιγότερο σημαντικές. Δεν είχε μεγάλες σχέσεις, δεν είχε στρατιωτικά κατορθώματα, περιορισμένη επαφή με βασικά πρόσωπα στην Ελλάδα και το εξωτερικό και περιόρισε σε μεγάλο βαθμό τις δραστηριότητές του στον ακαδημαϊκό χώρο. Ως αποτέλεσμα, αποκλείστηκε από τη μετα-αφήγηση της Ελλάδας μετά την ανεξαρτησία και ξεχάστηκε σε μεγάλο βαθμό.

Όμως, καθώς η Ελλάδα εόρταζε τα 200 χρόνια ανεξαρτησίας, έγινε μία επανεκτίμηση του Γκίλφορντ, σώζοντάς τον από το περιθώριο της ιστορίας και αποκαθιστώντας την ιδιότητά του ως ενός από τους σημαντικότερους φιλέλληνες. Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο δημιούργησε πρόσφατα το Εγχείρημα Γκίλφορντ για να ερευνήσει και να προωθήσει την κληρονομιά του, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη σχέδια να τον αναδείξουν ως την «προσωπικότητα» της Κέρκυρας στους εορτασμούς της εκατονταετηρίδας. Εν τω μεταξύ, το περσινό Λογοτεχνικό Φεστιβάλ της Κέρκυρας φιλοξένησε μία εκδήλωση για τον εορτασμό του Γκίλφορντ και τον σεβασμό του ως πρωτοπόρου της αγγλοελληνικής φιλίας, έναν ολόκληρο αιώνα πριν φτάσουν οι Ντάρελ. Φυσικά ο Γκίλφορντ, όντας ο σεμνός άνθρωπος που ήταν, θα εύρισκε ολίγον ντροπιαστική όλη αυτή τη φασαρία γύρω από αυτόν. Και όμως είναι σεμνοί άνδρες σαν αυτόν που αξίζουν να αποθανατίζονται.

[Ομιλία στην Αγγλικανική Εκκλησία της Αγίας Τριάδας, 16 Σεπτεμβρίου 2021]

§

Φρέντερικ Νορθ (1766-1827), ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ – Ο Φιλέλλην του Φιλελλήνος

Του Καθηγητή Ρίτσαρντ Κλογκ

Το 2021, η 200ή επέτειος από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης οδήγησε στη δημοσίευση πολυάριθμων βιβλίων και άρθρων που καταγράφουν τα κατορθώματα των εξεγερμένων και εκείνων των φιλελλήνων εθελοντών που έσπευσαν στα ελληνικά εδάφη για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον αγώνα για την ανατροπή της οθωμανικής κυριαρχίας. Δεν εκπλήττει το γεγονός ότι αυτές οι δημοσιεύσεις έτειναν να επικεντρωθούν σε μεγάλο βαθμό στις στρατιωτικές πτυχές του πολέμου για την ίδρυση ενός ανεξαρτήτου ελληνικού κράτους, ένα εγχείρημα που στα μάτια πολλών συγχρόνων παρατηρητών φαινόταν απίθανο να επιτύχει.

Σε ένα βιβλίο που εκδόθηκε για τον εορτασμό της 150ης επετείου από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, ο Αλέξης Δημαράς συνεισέφερε ένα κεφάλαιο αφιερωμένο σε αυτό που αποκάλεσε «οι άλλοι Βρετανοί φιλέλληνες», εκείνοι που, ενώ δεν έλαβαν μέρος στις μάχες, εντούτοις ασχολούνταν με δραστηριότητες που αποσκοπούσαν στην προώθηση του φιλελληνικού σκοπού («Οι Άλλοι Βρετανοί Φιλέλληνες» στο Ρίτσαρντ Κλογκ, εκ., Ο Αγώνας για την Ελληνική Ανεξαρτησία, Λονδίνο 1973: 200-223). Ένας από τους πιο σημαντικούς από αυτούς τους «άλλους φιλέλληνες» ήταν ο Φρέντερικ Νορθ (1766-1827), ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος, ο Γκίλφορντ ήταν γύρω στα πενήντα του και απείχε πολύ από το να είναι μία πολεμική φιγούρα. Ωστόσο, ήταν ένας από τους πιο αποτελεσματικούς και αφοσιωμένους από τους φιλέλληνες και συνέβαλε στην ίδρυση το 1824 της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα, η οποία ήταν ουσιαστικά το πρώτο πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε στον ελληνικό κόσμο. Ο Ουίλιαμ Σεν Κλερ στην εξαιρετική του μελέτη για τη συμβολή των φιλελλήνων στον πόλεμο της ανεξαρτησίας, ..και πάλι μία Ελεύθερη Ελλάδα! Οι Φιλέλληνες στον Αγώνα της Ανεξαρτησίας (Λονδίνο 1972) αφιέρωσε μόνο μισή σελίδα για αυτόν σε ένα βιβλίο 400 σελίδων.

Το 1817 είχε γίνει ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ μετά το θάνατο δύο μεγαλυτέρων αδελφών. Η Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη δημοσίευσε μία εντυπωσιακή παρατήρηση του Γκίλφορντ όταν υποστήριξε «σίγουρα είμαι μεροληπτικός, αλλά θεωρώ τους Έλληνες του δέκατου ένατου αιώνα πολύ ανωτέρους από εκείνους του δέκατου πέμπτου, και μέσα σε αυτά τα είκοσι χρόνια η πρόοδος που έφεραν στην επιστήμη, ναυσιπλοΐα, εμπόριο και ανεξαρτησία πνεύματος είναι αδιανόητη. Η γνώμη που έχουν για αυτούς στη Δύση είναι πολύ λανθασμένη και ατελής και δεν πιστεύω ότι κανένα άλλο έθνος στον κόσμο θα μπορούσε να έχει κάνει τόσα πολλά για τον εαυτό του κάτω από τόσο μακρά και σκληρή δουλεία». («Οι Περιηγήσεις του Λόρδου Γκίλφορντ στην Ελλάδα» στα Πρακτικά του 5ου Διεθνούς Πανιωνίου Συνεδρίου, Αργοστόλι 1990: ii 76).

Ο Γκίλφορντ ήταν εκείνος ο σπάνιος ξένος του οποίου ο θαυμασμός για την αρχαία Ελλάδα και τον πολιτισμό της εξισωνόταν με το ενδιαφέρον του για τη μεταβυζαντινή Ελλάδα και τον πολιτισμό της και, ειδικότερα, με τον ζήλο του για την προώθηση των εκπαιδευτικών ευκαιριών που προσφέρονται στον λαό της. Ακόμη πιο ασυνήθιστο, το 1792 ο εικοσιεξαετής Γκίλφορντ είχε γίνει μυστικός προσήλυτος στην Ορθοδοξία. Αυτό δεν ήταν παροδικός ενθουσιασμός από την πλευρά του διότι στο νεκροκρέβατό του τριανταπέντε έτη αργότερα κάλεσε τον πατέρα Γιάκοβ Σμιρνόφ, τον ιερέα της Ρωσικής Πρεσβείας στο Λονδίνο και διπλωμάτη, να κάνει τις τελευταίες ιεροτελεστίες. Ο Γκίλφορντ ήταν πιθανότατα ο μόνος από τους Βρετανούς φιλέλληνες που υιοθέτησε τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ελλήνων για τους οποίους είχε τέτοιο ενδιαφέρον. Ο Γκίλφορντ πέθανε στις 14 Οκτωβρίου 1827, σε ηλικία εξηνταενός ετών, έξι ημέρες προ της μάχης του Ναβαρίνου, η οποία γνώρισε την ήττα του Οθωμανικού και του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου από έναν συνδυασμένο βρετανικό, γαλλικό και ρωσικό στόλο. Αυτή, η τελευταία μεγάλη ναυμαχία στην εποχή των ιστίων, ήταν να εξασφαλίσει ότι θα επέλθει κάποιο μέτρο ανεξαρτησίας για την Ελλάδα. Σίγουρα θα ήταν ευχαριστημένος ο Γκίλφορντ εάν είχε ζήσει αρκετά ώστε να μάθει για αυτή τη νίκη.

Ο Γκίλφορντ είχε επισκεφτεί τις νήσους του Ιονίου και την Οθωμανική Αυτοκρατορία το 1791 και το 1810-1813. Έπρεπε να αναλάβει το ρόλο του επίτιμου προέδρου της Φιλομούσου Εταιρείας. Αυτή ιδρύθηκε το 1813 στην Αθήνα με σκοπό την προώθηση της εκπαίδευσης στον ελληνικό κόσμο. Αμέσως μετά την ίδρυσή της αριθμούσε 21 Αθηναίους και 22 Βρετανούς μεταξύ των μελών της. Δύο έτη αργότερα το 1815, ο Γκίλφορντ επισκέφθηκε τη Βιέννη ενώ το Κογκρέσο της Βιέννης ασχολούνταν με την αναμόρφωση των υποθέσεων της Ευρώπης μετά την αναταραχή των ναπολεοντείων πολέμων. Ενώ βρισκόταν στη Βιέννη, ο Γκίλφορντ συναντήθηκε με τον Κόμη Ιωάννη Καποδίστρια, έναν Κερκυραίο και τότε υπουργό εξωτερικών με τον Καρλ Νέσελροντ στην υπηρεσία του Ρώσου αυτοκράτορα Αλεξάνδρου Α’. Ο Καποδίστριας, ο οποίος ήταν επικεφαλής του κλάδου της Βιέννης της Φιλομούσου Εταιρείας, συζήτησε με τον Γκίλφορντ την πιθανότητα ίδρυσης ιδρύματος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από τους Βρετανούς στις Ιόνιες Νήσους, τώρα που η Συνθήκη των Παρισίων (1815) είχε επιβεβαιώσει το βρετανικό προτεκτοράτο εκεί, με τον τίτλο «Ηνωμένες Πολιτείες των Ιονίων Νήσων».

Με την ανάληψη του τίτλου του Πέμπτου Κόμη, ο Γκίλφορντ είχε κληρονομήσει τα απαραίτητα κεφάλαια για τη δημιουργία της Ιονίου Ακαδημίας, το μεγαλύτερο επίτευγμά του. Ο Γκίλφορντ αρχικά σκόπευε να ιδρυθεί η Ιόνιος Ακαδημία στη νήσο της Ιθάκης, με τους υποτιθέμενους ομηρικούς συνειρμούς της. Όμως ο Στρατηγός Σερ Τόμας Μαίτλαντ που είχε διοριστεί Λόρδος Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων αντιτάχθηκε στην επιλογή της Ιθάκης. Ήταν, κατά την άποψή του, πολύ κοντά στις εχθροπραξίες στην ηπειρωτική χώρα μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων που είχαν ξεσπάσει το 1821. Αν και ο Γκίλφορντ αρχικά απογοητεύτηκε από την απόφαση του Μαίτλαντ, κατέληξε σε μία πιο θετική άποψη για την πόλη της Κερκύρας ως έδρας της Ιονίου Ακαδημίας. Τα δικαστήρια των Ιονίων Νήσων, για παράδειγμα, ιδρύθηκαν στην πόλη, όπως και το νοσοκομείο. Αυτό αποδείχθηκε χρήσιμο στην εκπαίδευση δικηγόρων και γιατρών. Υπήρχαν ανησυχίες, ωστόσο, ότι κάποιοι από τους μαθητές μπορεί να υποκύψουν στους πειρασμούς της ζωής στην πόλη.

Είμαστε τυχεροί που έχουμε πολλές πληροφορίες για τα μαθήματα που θα διδάσκονταν στην Ακαδημία, η οποία ήταν ουσιαστικά το πρώτο πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε στον ελληνικό κόσμο, και για τους δασκάλους τους. Υπήρχαν τέσσερις σχολές: Θεολογική, Νομική, Ιατρική και Φιλοσοφική. Ο ίδιος ο Γκίλφορντ έγινε Άρχων της Ακαδημίας, όπως δείχνει το βιβλιόσημό του, το οποίο άλλαξε από το οικόσημο της οικογένειας Γκίλφορντ σε μαρμάρινη πλάκα με την επιγραφή «Ο ΑΡΧΩΝ ΤΗC ΙΟΝΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΙΑC ΚΟΜΗC ΓΥΙΛΦΟΡΔ».

Κατά τα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας ιδρύθηκαν επτά θέσεις καθηγητών. Αυτές κρατούσε η αφρόκρεμα της ελληνικής διανόησης της εποχής της. Διδάσκονταν στα αγγλικά, εκτός από την αγγλική γλώσσα και λογοτεχνία, η ιστορία, η ρητορική, τα μαθηματικά, η βοτανική και η φιλοσοφία. Ο Γκίλφορντ σκόπευε ότι, με τον καιρό, επαγγελματικά θέματα, όπως η πλοήγηση και η τήρηση βιβλίων, θα έπρεπε να προστεθούν στο πρόγραμμα σπουδών. Στο καταστατικό της Ιονίου Ακαδημίας, αναφερόταν ότι «κάθε άτομο όποιας χώρας ή θρησκείας και αν είναι» θα μπορούσε να εγγραφεί στην Ακαδημία, αλλά οι γυναίκες δεν μπορούσαν να το κάνουν (Τ.Π. Χέντερσον, Η Ιόνιος Ακαδημία, Εδιμβούργο 1988).

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της Ιονίου Ακαδημίας ήταν η θαυμάσια βιβλιοθήκη που δημιούργησε ο Γκίλφορντ, βοηθούμενος έμπειρα από τον βιβλιοθηκονόμο που διόρισε, Ανδρέα Παπαδόπουλο Βρετό. Ο Γκίλφορντ σκόπευε πάντα να παραμείνει η βιβλιοθήκη στην Κέρκυρα, αλλά αυτό δεν συνέβη. Ένα τμήμα αυτής της υπέροχης βιβλιοθήκης, που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον ιστορικό της νεώτερης Ελλάδας, αποτελείται από βιβλία που εκδόθηκαν στα ελληνικά για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό τις κρίσιμες δεκαετίες πριν από την έκρηξη του ελληνικού πολέμου της ανεξαρτησίας το 1821. Αυτό που είναι ουσιαστικά ένας κατάλογος αυτών εκδόθηκε από τον Παπαδόπουλο Βρετό στην Αθήνα το 1845 ως Κατάλογος τῶν ἀπό τῆς πτώσεως τῆς Κωνσταντινουπόλεως μέχρι τοῦ 1821 τυπωθέντων βιβλίων παρ᾽ Ἑλλήνων εἱς τήν ὁμιλουμένην ἥ εἱς τήν ἁρχαίαν ἑλληνικήν γλῶσσαν. Τέτοια ήταν η κατανυκτική αγάπη του Γκίλφορντ για τα βιβλία που καταγράφεται να έχει πει στον Παπαδόπουλο Βρετό: «ἐὰν δὲν ἢμουν ὁ Κόμης τοῦ Γκίλφορντ, θὰ ἢθελα νὰ ἢμουν βιβλιοθηκάριος». Ο Γκίλφορντ δεν ήταν απλώς ένας βιβλιόφιλος, αλλά ένας βιβλιομανής, ένα άτομο με παθιασμένο ενθουσιασμό για τη συλλογή και την κατοχή βιβλίων.

Η μεγάλη αίθουσα της βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας είχε ως πρότυπο τις βιβλιοθήκες του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης όπου ο Γκίλφορντ είχε σπουδάσει στο Κράιστ Τσερτς. Οι ώρες λειτουργίας της βιβλιοθήκης ήταν πράγματι γενναιόδωρες. Τα βιβλία θα παραλαμβάνονταν καθημερινά μεταξύ 8 και 12 το πρωί, 1-5 το απόγευμα και 6 και 10 το βράδυ. Η βιβλιοθήκη της Κερκύρας επρόκειτο να είναι ανοιχτή καθημερινά, εκτός Κυριακής και θρησκευτικών εορτών. Οι δωρεές στη βιβλιοθήκη καταγράφηκαν από το Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, πολλά από αυτά αφορούσαν τη μελέτη της κλασικής Ελλάδας, τους Μαρκήσιο και Μαρκισία του Μπιουτ και τον Βασιλέα της Δανίας.

Ο Γκίλφορντ πάντα σκόπευε αυτή η συλλογή να αποτελέσει τον πυρήνα της βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας, αλλά αυτό δεν επρόκειτον να συμβεί. Διαμάχη περιέβαλε τη διαθήκη του, που εκτελέστηκε περίπου τρεις εβδομάδες πριν από το θάνατό του το 1827 και τροποποιήθηκε από έναν κωδίκελλος που προστέθηκε στις 13 Οκτωβρίου, μία ημέρα πριν πεθάνει. Η διαθήκη και ο κωδίκελλος έθεσαν ως προϋπόθεση για την κληρονομιά των βιβλίων του η Ιόνιος κυβέρνηση να προικίσει το πανεπιστήμιο με ετήσιο ποσό 3.500 λιρών, ένα μεγάλο ποσό στην εποχή του. Είναι δύσκολο να αποφευχθούν οι υποψίες για αυτές τις αλλαγές της τελευταίας στιγμής στη διαθήκη του που μπορεί κάλλιστα να έγιναν κατόπιν εντολής συγγενών που επιθυμούν να εξασφαλίσουν μεγαλύτερο μερίδιο της περιουσίας του για τους εαυτούς τους. Ο κληρονόμος του Γκίλφορντ, Φράνσις Νορθ, υποστήριξε επιτυχώς ότι, λόγω της μη εκπλήρωσης αυτής της ρήτρας από την Ιόνιο κυβέρνηση, οι εκτελεστές της διαθήκης κανόνισαν την επιστροφή μεγάλου μέρους της βιβλιοθήκης του Γκίλφορντ στην Αγγλία, όπου τελικά τέθηκε προς πώληση.

Η συλλογή των ελληνικών εντύπων βιβλίων πριν από το 1821 που συγκέντρωσε ο Παπαδόπουλος Βρέτος πουλήθηκε το 1835 στο Λονδίνο. Αυτό καταχωρήθηκε στον κατάλογο πωλήσεων ως «Βιβλιοθήκη Ελληνο-Νεωτερική. Μία πολύ Περίεργη, Πολύτιμη και Εκτενής Συλλογή Βιβλίων στη νεοελληνική γλώσσα». Χαρακτηρίστηκε ως «Η πιο Εκτεταμένη Σύνθεση Νεοελληνικών Βιβλίων που υποβλήθηκε ποτέ σε Δημοπρασία. Συλλέχθηκαν από τον αείμνηστο Κόμη του Γκίλφορντ για την Ενημέρωση των Καθηγητών του Ιονίου Πανεπιστημίου και την Διδασκαλία των Νέων Ελλήνων αυτού του Ιδρύματος. Κανείς δεν είχε περισσότερες ευκαιρίες να σχηματίσει την καλύτερη Συλλογή Νεοελληνικών Βιβλίων και κανείς δεν εκμεταλλεύτηκε ποτέ τις ευκαιρίες του με περισσότερο ζήλο, θέρμη ή φιλελευθερία από τον αείμνηστο Κόμη του Γκίλφορντ. Η Συλλογή αποτελείται από Γενική Θεολογία, Θρησκευτικές Θέσεις, Κηρύξεις, Μαρτυρολογίες, Εκκλησιαστικές Ιστορίες, Πραγματείες Λογικής, Φιλοσοφία, Μεταφυσική, Γεωμετρία, Μαθηματικά, Γραμματική, Ποίηση, Ιστορία, Μεταφράσεις Αρχαίων και Νεωτέρων Συγγραφέων… και Έργα σε κάθε Τμήμα Λογοτεχνίας. Η Αναβίωση της Ελλάδος ως Ανεξαρτήτου Κράτους και το σημερινό ενεργό και αυξανόμενο Εμπόριό της θα οδηγήσει αναγκαστικά στη μελέτη της Γλώσσας της και αυτή η συλλογή θα αποτελέσει μια πολύ χρήσιμη, και ίσως για μερικά χρόνια, μία Απαράμιλλη Βιβλιοθήκη Αναφοράς». Ολόκληρη η συλλογή των 627 τόμων αγοράστηκε για την τότε Βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου, η οποία εν συνεχεία έγινε η Βρετανική Βιβλιοθήκη, για το ποσό των 137 λιρών και έντεκα σελινίων, ένα πολύ μικρό ποσό για μία συλλογή που σίγουρα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες συλλογές ελληνικών εντύπων βιβλίων πριν από το 1821 οπουδήποτε, μη εξαιρουμένης της Ελλάδας. Ο Ιωάννης Γεννάδιος, ο οποίος ήταν για πολλά έτη Έλληνας Υπουργός, ουσιαστικά Πρέσβης, στο Λονδίνο, ένας βιβλιομανής σαν τον Γκίλφορντ και του οποίου η τεράστια προσωπική βιβλιοθήκη αποτέλεσε το κύριο μέρος της Γενναδίου Βιβλιοθήκης της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, περιέγραψε τη μεταφορά της συλλογής στη βιβλιοθήκη του Βρετανικού Μουσείου ως ανυπολόγιστη απώλεια για την Ελλάδα.

Ένα μεγάλο μέρος του πολύ μεγάλου αριθμού χειρογράφων, μερικά από αυτά στα ελληνικά, από τη συλλογή του Γκίλφορντ αποκτήθηκε επίσης από το Βρετανικό Μουσείο. Μόλις το 2000 τα χιλιάδες χειρόγραφα από τη συλλογή του Γκίλφορντ άρχισαν να καταλογογράφονται σωστά σε αυτό που είναι γνωστό ως «Εγχείρημα Γκίλφορντ». Το κίνητρο των συγγενών του Γκίλφορντ να πωλήσουν τα βιβλία του, τα χειρόγραφά του και ακόμη και το ακαδημαϊκό ένδυμα που είχε παραγγείλει για τα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας ήταν απληστία. Αυτό αποκαλύφθηκε σε ένα ανέκδοτο που είπε στον Παπαδόπουλο Βρετό ο Γεώργιος Παπανικόλας, ένας από τους Έλληνες που έφερε στην Αγγλία ο Γκίλφορντ με δικά του έξοδα για περαιτέρω μελέτη, στην περίπτωσή του, της ναυτοσύνης. Ο Παπανικόλας πλησίασε τον ξάδελφο του Γκίλφορντ και διάδοχο του τίτλου του Γκίλφορντ, ο οποίος ήταν επίσης κληρικός στην Εκκλησία της Αγγλίας, τον αιδεσιμότατο Φράνσις Νορθ, για να πληρώσει για την επιστροφή του στην Κέρκυρα. Λέγεται ότι ο Νορθ απάντησε: «Εάν ήτο τρελός ο εξάδελφος μου να δαπανά τα χρήματα του δια εσάς τους Έλληνας, εγώ δεν είμαι τοιούτος, και ύπαγε εν είρηνη, επείδη εσείς οι Έλληνες αρκετά εφάγατε από τα χρήματα του Κόμητος Φριδερίχου Γυΐλφορδ (Βιογραφικά-ἱστορικά ὑπομνήματα περί τοῦ Κόμητος Φριδερίχου Γυΐλφορδ, Ὁμοτίμου τῆς Ἀγγλίας, καί περί τῆς παρ᾽ αὐτοῦ συστηθείσης Ἀκαδημίας, Αθήνα 1846, σ. 184 του ελληνικού κειμένου. Ο Παπαδόπουλος Βρέτος συζήτησε για τη διασπορά και τις αμφισβητούμενες διατάξεις στη διαθήκη του Γκίλφορντ στις σς 152-183).

Φαίνεται ότι η κακία του αιδεσιμοτάτου Νορθ προς τον νεαρό Παπανικόλα συνετέλεσε στην ικτερική άποψη του τελευταίου για τα οφέλη της βρετανικής διοίκησης των Ιονίων Νήσων. Όταν ο Τζωρτζ Μπόουεν δημοσίευσε μία εγκωμιαστική περιγραφή της βρετανικής κυριαρχίας στις νήσους με τίτλο Τα Ιόνια Νησιά υπό Βρετανική Προστασία (Λονδίνο 1851), ο Παπανικόλας, γράφοντας με το ψευδώνυμο «Εἷς Ἰόνιος», δημοσίευσε μία σθεναρή απάντηση εναντίον του Μπόουεν με τίτλο Αἱ Ἰόνιοι Νῆσοι: τί ἒχασαν καὶ ὑπέφεραν κατά τὴν τριανταπενταετή διαχείριση τῶν Λόρδων Ὑπάτων Ἁρμοστῶν ποὺ ἐστάλησαν ἵνα τὶς κυβερνήσουσιν (Λονδίνο, 1851). Ο Παπανικόλας είχε ξεκάθαρα αποκτήσει άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας κατά τα χρόνια του στην Αγγλία και το έκανε καλά στην πολεμική του εναντίον του Μπόουεν. Κατηγόρησε τον δύστυχο Μπόουεν ως έναν άνθρωπο «του οποίου ο διορισμός, ο μισθός του και τα προνόμια του είναι σκάνδαλο μεταξύ των Ιώνων… Ένας άγουρος μελετητής… [αυτός] αναδεικνύει στο πρόσωπό του το θέμα των εκατό σατίρων και τον περίγελο της Αγγλικής καθώς και της Ιονίου Κοινωνίας εν Κερκύρα».

Το 2008 η Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη δημοσίευσε μία λεπτομερή μελέτη για τα σχεδόν 8.000 βιβλία που συγκεντρώθηκαν για την Ιόνιο Ακαδημία αλλά εστάλθηκαν πίσω στο Λονδίνο με τον θάνατό του. Δικαίως αφιέρωσε τη μελέτη της στη μνήμη του Γκίλφορντ «του πιο αξιαγάπητου και ειλικρινούς όλων των φιλελλήνων, αν και ποτέ μαχητή» (Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη, Η Βιβλιοθήκη του Λόρδου Γκίλφορντ στην Κέρκυρα – 1824-1830, Αθήνα 2008: 16).

Λονδίνο, 1 Δεκεμβρίου 2023

§

Ένα επιχειρούμενο όραμα νεοτερικής εποχής του 5ου Λόρδου Γκίλφορντ

Τα υψηλότερα επιτεύγματα, που επιτεύχθηκαν παρά τις τερατώδεις δυσκολίες

Του Ρόμπερτ Χριστοφορίδη – συγγραφέα του Ο Αργυρός Κύκνος Έργα και Ημέρες του Γουίλφρεντ Όουεν – Ένα Βιογραφικό Μυθιστόρημα

Λεπτομέρεια από την Προσωπογραφία Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ (1766-1827) του Πιέτρο Μανσιόν, π. 1830. Χαλκογραφία σε χαρτί, 45 x 36 εκ. Παραχώρηση Αναγνωστικής Εταιρείας Κέρκυρας, Παλαιά Πόλη Κέρκυρας.

Οι τερατώδεις δυσκολίες, με τις οποίες έπρεπε να αντιπαρατεθεί αυτός ο εξαιρετικός άνδρας, Φρέντερικ Νορθ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ, που μερικές φορές είναι γνωστός ως Λόρδος Γκίλφορντ (αναφέρεται σε αυτό το δοκίμιο ως ‘ο δικός μας Γκίλφορντ’), είχαν να κάνουν και με εσωτερικές οικογενειακές κακοήθειες καθώς και με την ανάγκη να αγωνιστεί ενάντια σε τρομακτικά εξωτερικά εμπόδια και προκαταλήψεις. Μία εικόνα, όπως η παρούσα περίπτωση, ισούται με χίλιες λέξεις…

Αλλά ίσως θα ήταν καλύτερο να γίνει αρχή με το τελικό επίτευγμα αυτού του μεγάλου ανθρώπου, σε φυσική μορφή, στο έδαφος του έθνους που σήμερα είναι η Ελλάδα. Μόλις ληφθεί υπόψη αυτό το τελικό επίτευγμα, τότε είναι που το υπόβαθρο αυτού του σπουδαίου ανθρώπου – και οι δοκιμασίες και οι θλίψεις του – θα εκληφθούν ως αρωγοί των επιτευγμάτων του.

Η Ιθάκη ήταν η πατρίδα του ήρωα του δικού μας Γκίλφορντ, του Οδυσσέα. Στον ομηρικό λόγο, ο Οδυσσέας μας ομιλεί για τη γενέτειρά του (εδώ, στη μετάφραση των Νίκου Καζαντζάκη και Ιωάννη Κακριδή).

Είμαι ο Οδυσσέας, ο γιος του αντρόκαρδου Λαέρτη· ο κόσμος όλος

ξέρει τους δόλους μου, κι η δόξα μου ψηλά στα ουράνια φτάνει!

Πατρίδα μου ειν᾿ η Ιθάκη η ξέφαντη, με το καμαρωμένο

το Νήριτο, το φυλλοσούσουρο βουνό της, κι ένα γύρο

νησιά πολλά προβάλλουν, όλα τους κοντά κοντά βαλμένα,

η Σάμη, η δασωμένη Ζάκυθο και το Δουλίχιο᾿ κι είναι

η Ιθάκη χαμηλή, στο πέλαγο ψηλά ψηλά, στη δύση,

μα τ᾿ άλλα αλάργα στου ήλιου βρίσκουνται και στης αυγής τα μέρη.

Πετραδερό νησί, μα ασύγκριτη λεβεντομάνα, κι ούτε

άλλο στον κόσμο εγώ γλυκύτερο μπορώ να δω απ᾿ τη γη μου.

(Ομήρου Οδύσσεια, ix.19-28)

Ο παρακάτω χάρτης δείχνει την Ιθάκη – όπως είναι σε σχέση με τα άλλα νησιά του Ιονίου και τις νεότερες ακτές της Ελλάδας. Σημείωσατε ότι η Σάμη βρίσκεται στη νήσο του Ιονίου που σήμερα είναι γνωστή ως Κεφαλονιά.

Χάρτης των Ιονίων Νήσων, με έμφαση στην Ιθάκη.

Τον Ιούλιο του 1821, ο μηχανικός Τζον Χιούμ σχεδίασε το αρχιτεκτονικό σχέδιο για το προβλεπόμενο κτίριο της Ιονίου Ακαδημίας του Γκίλφορντ στην Ιθάκη. Αυτό έγινε σε συνεργασία με τον δικό μας Γκίλφορντ. Βασίστηκε σε ένα πρόχειρο σχέδιο του Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκρελ RA (1788-1863). Εδώ είναι ένα σχέδιο του ονείρου του Γκίλφορντ, το οποίο υποδηλώνει την πυθαγόρεια αναλογικότητα.

Τζον Χιούμ (Αγγλία). Αρχιτεκτονικό σχέδιο για το κτίριο της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, Ιούλιος 1821. Μελάνι σε χαρτί, 50 x 40 εκ. Παραχώρηση του Πανεπιστημίου Οξφόρδης – Μποντλιανή Βιβλιοθήκη, Οξφόρδη.

Αλλά, δυστυχώς, δεν ευοδώθηκε. Ο Πόλεμος της Ανεξαρτησίας μαινόταν στη δυτική Ελλάδα και η Ιθάκη ήταν ένα πολύ άστατο μέρος εκείνη την εποχή. Ο δικός μας Γκίλφορντ βρέθηκε έτσι σε δυσχερή θέση. Ήταν φανατικός υποστηρικτής του αγώνα της Ελλάδας· αλλά ο αγώνας είχε καταστροφικές συνέπειες για το σχέδιό του για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας του στη νήσο του Οδυσσέα. Έτσι, σήκωσε τον εαυτό του από τα λούκια της απόγνωσης και τοποθέτησε την Ακαδημία του στην Κέρκυρα – αλλά, παρά την τεράστια επιτυχία της ως έργο, αυτή, για τον ίδιο, ήταν ελάχιστα παρηγορητική. Όμως την αποδέχτηκε στωικά. Και έτσι, πέθανε φορτωμένος με αυτή την τραγική απογοήτευση – σε ηλικία 61 ετών, στις 14 Οκτωβρίου 1827.

Συχνά, φαίνεται ότι η ιστορία έχει μικρή αξία. Σίγουρα, αποδεικνύει ελάχιστα. Και τα περισσότερα από τα δεδομένα της είτε χάνονται ανεπανόρθωτα είτε διασκευάζονται από ατομικές και συλλογικές σιγές. Αυτό ισχύει ακόμη περισσότερο για τα άτομα.

Υπάρχει πληθώρα γεγονότων για τον δικό μας Γκίλφορντ. Αυτό το δοκίμιο επιχειρεί να διερευνήσει πώς κάποια γεγονότα στη ζωή ενός ατόμου επεμβαίνουν σε αυτήν τη ζωή, πώς η παρέμβασή τους το διαμορφώνει συνειδητά και ασυνείδητα, πώς μπορεί να διαμορφωθεί ο εσωτερικός κόσμος του από τέτοια και, τέλος, πώς εκδηλώνεται μία τέτοια συσσώρευση γεγονότων στα έργα ζωής αυτού του ατόμου. Σε αυτό το πλαίσιο, πώς μπορούμε να προσεγγίσουμε μία ιστορική κατανόηση του Γκίλφορντ, ο οποίος ήταν ένας Βρετανός εκκεντρικός, πολιτικός, αποικιακός διαχειριστής «ο οποίος ήθελε να γίνεις Έλληνας»;

Η οικογένειά του ξεκίνησε την αναρρίχηση του ‘λιπαρού πόλου’ του εξευγενισμού όταν ένας Φράνσις Νορθ χρίστηκε 1ος Βαρόνος Γκίλφορντ (1637-1685). Σύμφωνα με τα σημερινά πρότυπα, η ορθογραφία του ονόματος «Γκίλφορντ» είναι εκκεντρική επειδή οποιοδήποτε μέρος με όνομα τέτοια ορθογραφία φαίνεται να μην υπάρχει σε ολόκληρο το Ηνωμένο Βασίλειο – επομένως ο πραγματικός τόπος αυτού του ονόματος εξευγενισμού πρέπει να είναι το Γκίλντφορντ, το οποίο είναι μία πόλη νότια του Λονδίνου στην κομητεία του Σάρρεϋ –στην κοινή αγγλική γλώσσα το όνομα αυτής της πόλης ομιλείται με το πρώτο «ντ» να είναι σιωπηλό– έτσι συμβαίνει, στην πραγματικότητα σήμερα, το όνομα αυτής της πόλης να καλείται όπως φωνητικά γράφεται το όνομά του δικού μας Γκίλφορντ. Το νόημα του ονόματος, φαίνεται χαμένο. Βεβαίως, υποδεικνύοντας ένα σημείο διέλευσης πέρα από τον ποταμό Γουέυ – που είναι παραπόταμος του Τάμεση – μπορεί να σημαίνει απλώς «διάβαση ανθρώπων» ή «διάβαση διοδίων» που θα ήταν ένα μέρος όπου μπορεί κανείς να διασχίσει τον ποταμό, αλλά μόνο με πληρωμή διοδίων.

Ο δικός μας Γκίλφορντ ήταν το πέμπτο από έξι τέκνα – Τζορτζ Ωγκούστους Νορθ (1757-1802)· Κάθριν Αν Νορθ (1760-1817), που παντρεύτηκε τον Συλβέστερ Ντάγκλας, 1ο Βαρόνο Γκλενμπέρβι, και δεν είχε παιδιά· Φράνισς Νορθ (1761-1817)· Λαίδη Σάρλοτ Νορθ (πέθανε στις 25 Οκτωβρίου 1849), η οποία παντρεύτηκε τον Αντισυνταγματάρχη Σεβάσμιο Τζον Λίντσεϊ (1762-1826), υιό του 5ου Κόμητος του Μπαλκάρες· Φρέντερικ Νορθ (1766-1827), τον δικό μας Γκίλφορντ· Αν Νορθ-Χόλροϋντ (1782-1832). Όπως φαίνεται από τον προαναφερόμενο κατάλογο, προηγήθηκαν δύο μεγαλύτερα αδέρφια, άρρενες κληρονόμοι του τίτλου και έτσι, στα νιάτα του, δεν θα είχε καμία λογική προσδοκία να κληρονομήσει τον τίτλο – αλλά, κατά περίεργη αριθμητική τύχη, συνέβη μετά τους θανάτους, άτεκνοους, των αδελφών του, Τζορτζ και Φράνσις – ως εκ τούτου, γίνοντας 5ος Λόρδος Γκίλφορντ, ήταν τότε 51 ετών.

Θα είχε δύσκολα παιδικά χρόνια. Η οικογένειά του είχε εξέχουσα θέση και ο πατέρας του ήταν πρωθυπουργός όταν συνέβη ένα από τα πιο καταστροφικά γεγονότα στη βρετανική ιστορία· δηλαδή την ταπεινωτική απώλεια των αμερικανικών αποικιών. Αυτό ήταν τόσο καταστροφικό που προτάθηκε ότι ο πατέρας του έπρεπε να κατηγορηθεί και ο Βασιλέας σκέφτηκε ακόμη και την παραίτηση από τον θρόνο. Η εθνική κακομεταχείριση κατά της οικογένειας πρέπει να ήταν υπολογίσιμη.

Ο πόλεμος είχε γίνει διεθνής εφόσον η Γαλλία και η Ισπανία – απερίσκεπτα για αυτούς όπως αποδείχτηκε – στήριξαν τις αποικίες στον αγώνα τους. Οι στόλοι τους ηττήθηκαν αποφασιστικά από τον Βρετανό ναύαρχο Τζορτζ Μπρίτζες Ρόντνεϊ (1718-1792) στις Δυτικές Ινδίες στη ναυμαχία των Σέιντς. Αυτό μετέφερε τη στρατηγική πρωτοβουλία στους Βρετανούς, των οποίων η κυριαρχία στη θάλασσα επιβεβαιώθηκε εκ νέου. Η είδηση της ήττας έφτασε στους αποίκους, οι οποίοι συνειδητοποίησαν ότι δεν θα είχαν πλέον υποστήριξη από τη Γαλλία και την Ισπανία στο μέλλον. Κατά τη διάρκεια της τελικής κρίσης αυτού του πολέμου, η Ισπανία είχε βάλει το Γιβραλτάρ σε πολιορκία με την πρόθεση να το καταλάβει. Η νίκη του ναύαρχου Ρόντνεϊ έδωσε τη δυνατότητα να ανακουφιστεί η πολιορκία και έτσι το Γιβραλτάρ διατηρήθηκε από τη Βρετανία.

Μη ταπεινωμένοι πλέον, οι Βρετανοί ενίσχυσαν την αποφασιστικότητά τους. Διέψευσαν τους ισχυρισμούς των αποίκων για την αλιεία της Νέας Γης και τον Καναδά. Όχι μόνο απέρριψαν τις ελάχιστες απαιτήσεις τους και επέμειναν στη μοναδική προϋπόθεση της αναγνώρισης της ανεξαρτησίας τους, αλλά πρότειναν επίσης την εγκατάλειψη της δέσμευσής της από την Αμερική να μην συνάψει χωριστή συνθήκη ειρήνης χωρίς τους Γάλλους. Η νίκη των Σέιντς επέφερε την κατάρρευση της γαλλοαμερικανικής συμμαχίας. Αν και η νίκη του ναύαρχου Ρόντνεϊ μπόρεσε κάλλιστα να αποτρέψει μία επανάσταση στο Ηνωμένο Βασίλειο, δεν μπόρεσε να ανατρέψει την αναπόφευκτη πορεία των Αμερικανών αποίκων προς την ανεξαρτησία, ούτε να αποκαταστήσει τη φήμη του Λόρδου Νορθ –είχε παραιτηθεί στις αρχές του 1782– και το όνομά του, ακόμη και σήμερα, συνδέεται με και αποτελεί σύνθημα για τη μνημειώδη και καταστροφική αποτυχία.

Ο δικός μας Γκίλφορντ θα ήταν περίπου 16 ετών όταν ο Αμερικανικός Πόλεμος της Ανεξαρτησίας έφτανε στο τέλος του. Η ατμόσφαιρα στα πάτρια πρέπει να ήταν φρικτή για εκείνον και τα αδέρφια του. Αυτή η δυσάρεστη ατμόσφαιρα θα ήταν πράγματι πολύ μεγάλης διάρκειας, γιατί ο πόλεμος ήταν μακρύς – οι επίσημες ημερομηνίες του ήταν 19 Απριλίου 1775 – 3 Σεπτεμβρίου 1783. Έτσι, από την ηλικία των 8 έως την ηλικία των 16 ετών, ο δικός μας Γκίλφορντ, ως αγόρι και έφηβος θα είχε υποφέρει πολύ – και στον απόηχο του πολέμου, όχι λιγότερο. Θα ένιωθε έντονα την ντροπή του πατέρα και της οικογενείας του. Σε αυτές τις συνθήκες, το ευαίσθητο παιδί στρέφεται προς το ένδον. Δημιουργεί τον δικό του κόσμο που τον απομακρύνει από τις εξωτερικές θλίψεις και τις διαμάχες επί των οποίων δεν έχει κανέναν έλεγχο. Κανένα από τα παιδιά του Λόρδου Νορθ δεν είχε παιδιά. Αυτή η παρατυπία μπορεί να είχε ως σημαντική αιτία τη μακρά σκιά της διαρκούς ντροπής της οικογένειας.

Τώρα μπορούμε να στραφούμε στην εικόνα – το πρόσωπο αυτού του ανθρώπου. Η εγχάρακτη προσωπογραφία του Γκίλφορντ από τον Πιέτρο Μανσιόν λέγεται ότι είναι της προτομής ή μετά την προτομή που σμίλεψε μετά θάνατον ο σερ Παύλος Προσαλέντης (1784-1837) το 1827. Αυτή η προτομή καταστράφηκε από τους γερμανικούς βομβαρδισμούς της Κέρκυρας το 1943 και δεν υπάρχει φωτογραφία της. Καμία από τις σωζόμενες εικόνες και γλυπτά του δικού μας Γκίλφορντ δεν έχει τον εσωτερικό χαρακτηρισμό που αποκαλύπτεται στην έντυπη εικόνα. Σε αυτό το πρόσωπο, σίγουρα βλέπουμε κάποιον που είδε τον εαυτό του ως…

«Καταπεφρονημένος και απερριμμένος υπό των ανθρώπων· άνθρωπος θλίψεων και δόκιμος ασθενείας…» [Ησαΐας 53:3-8 Παλαιά Διαθήκη]

Έτσι λοιπόν «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα» (Έξοδος 20:5). Εάν αυτή η τεκμηριωμένη υπόθεση είναι σωστή, τότε πρέπει να αυτή η εικόνα να δημιουργήθηκε από κάποιον που γνώριζε τον δικό μας Γκίλφορντ προς το τέλος της ζωής του. Φαίνεται πιθανό ότι έγιναν σκίτσα εκ του φυσικού όπως θα αποκάλυπτε το πρόσωπο κάποιου με τέτοιες θλιβερές αναμνήσεις που αποδίδονται εντός του.

Αυτό συνεπάγεται έναν άνθρωπο με φυγές φαντασιακών οραμάτων. Ίσως, αυτός είναι ο λόγος που, υποσυνείδητα, ο δικός μας Γκίλφορντ είχε την υποστήριξη του Γεωργίου Δ’ (1762-1830), γιατί αυτός ο Αντιβασιλέας και Βασιλέας ήταν επίσης ένας επιεικής φαντασιαστής και πολύ επιρρεπής στη φυγή – εξ ου και, για παράδειγμα, το εξαιρετικά λαμπρό του Περίπτερο του Μπράιτον και η υπόκυψή του, αλίμονο, στη λαιμαργία. Έτσι, εάν θεωρήσουμε τον δικό μας Γκίλφορντ στο πλαίσιο της –ίσως υποσυνείδητης– φυγής και φαντασίωσης του, ίσως βρούμε κλειδιά για τα οράματα και τη ιδιοφυΐα του.

Στην παιδική και στην πρώιμη ανδρική του ηλικία, θα είχε μία σε βάθος κλασική παιδεία που θα περιλάμβανε τους αρχαίους ποιητές, ιδιαίτερα στα αρχαία ελληνικά, την επική ποίηση του Ομήρου. Αυτό θα έδινε σε ένα ευαίσθητο και δυστυχισμένο παιδί πολλή φυγή και φαντασιακή ανακούφιση από την οικογενειακή δυστυχία. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του, αυτό επρόκειτο να τον ξαναεπισκεφτεί, αλλά με μία σοβαρή και οριστική κρούση απογοήτευσης. Όλα αυτά που μπορεί να προκάλεσαν τον πρόωρο θάνατό του από στομαχικές παθήσεις -που μπορεί να ήταν έλκος προκεκλημένο από το στρες- αθεράπευτες και πολύ οδυνηρές.

Αργότερα, η ‘φυγή’ του στην Κεϋλάνη –στην κατεξοχήν νήσο του φαντασιακού– επέτρεψε τα σημαντικά διοικητικά του επιτεύγματα εκεί. Αυτή η πολύ προφανής επιτυχία θα είχε δικαιολογήσει τη φυγή και τον φαντασιασμό του· δηλαδή ως χρήσιμα πλεονεκτήματα στην επιλεγμένη του καθημερινή ζωή.

Επίσης, ο δικός μας Γκίλφορντ και ο Γεώργιος Δ’ αρέσκονταν να μεταμφιέζονται (!) με, μερικές φορές, περίεργες και –στην περίπτωση του πρώτου– αρχαιοελληνικές ενδυμασίες. Και, καθώς και οι δύο μεγάλωναν, οι κλίσεις τους να πράττουν αυτό έγιναν πιο έντονες και ακραίες. Για τον Γκίλφορντ, το δικό του προσωπικό πέρασμα στον κόσμο της αρχαίας Ελλάδας -και μεταφέροντάς το στην τότε και τώρα μοντέρνα εποχή- ήταν το απόγειο όλων των εσωτερικών του κλίσεων, που στη συνηθισμένη ζωή και κοινότητά του έγιναν και θα θεωρούνταν ως εκκεντρικό στα άκρα.

Αλλά αυτές οι εκκεντρικότητες βρέθηκαν να εξυπηρετούν τους ύψιστους σκοπούς και επιτεύγματα, όπως – την επανίδρυση της ελληνικής γλώσσας ως πρώτης και κύριας γλώσσας σε χρήση από όλο το νέο Ελληνικό Κράτος· την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας ως το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο της νεότερης εποχής· την καθιέρωση υποτροφιών για πολλούς πολλά υποσχόμενους Έλληνες φοιτητές, τους οποίους επρόκειτο να χαρακτηρίσει ως ιδιαίτερα προικισμένους – από την άποψη αυτή είχε δίκιο καθώς πολλοί από αυτούς, τους ‘λογίους’ του, έγιναν καθηγητές στο πανεπιστήμιό του ή δραστηριοποιήθηκαν στους δημοσίους φορείς της νεότερης Ελλάδας· τη δική του συλλογή βιβλιοθήκης με σπάνια χειρόγραφα και πρώιμα βιβλία για την Ελλάδα, τα οποία, παρά τις διατάξεις της διαθήκης του, όπου αναφερόταν ότι θα παραχωρηθούν στο πανεπιστήμιό του, πουλήθηκαν στη Βρετανική Βιβλιοθήκη.

Αλλά με αυτή την τελευταία ατασθαλία και με άλλες ανατροπές της μοίρας, αυτή η αξιοσημείωτη συλλογή βιβλίων και χειρογράφων γλίτωσε την καταστροφή της κερκυραϊκής ‘Γκερνίκα’ – δηλαδή της γερμανικής τρομοκρατικής βομβιστικής επίθεσης και της ωμής θηριωδίας κατάληψης της νήσου που έλαβε χώρα στις 13 Σεπτέμβριο 1943, μετά την Ιταλική παράδοση στους Συμμάχους. Οι Γερμανοί, έχοντας καταστρέψει πολλά ιστορικά κτίρια, μετά τον βομβαρδισμό της Παλαιάς Πόλης της Κέρκυρας, κατέλαβαν τελικά τη νήσο στις 27 Σεπτεμβρίου 1943. Η Κέρκυρα τελικά απελευθερώθηκε από τα βρετανικά στρατεύματα στις 14 Οκτωβρίου 1944.

«Η πένα είναι ισχυρότερη από το ξίφος.»

[Έντουαρντ Μπούλβερ-Λύτον από το ιστορικό θεατρικό του Καρδινάλιος Ρισελιέ (1839)]

«Η φαντασία είναι πιο σημαντική από τη γνώση, γιατί η φαντασία περιέχει ολόκληρο τον κόσμο.»

[Ρήση του Άλμπερτ Άινσταϊν σε μία συνέντευξη με τον Τζορτζ Σιλβέστερ Βίρεκ, «Τί σημαίνει η ζωή για τον Αϊνστάιν», Ίβνινγκ Ποστ (26 Οκτωβρίου 1929)]

Κέρκυρα, 8 Σεπτεμβρίου 2023

§

Η ανάγκη για μία ακόμη ξεχωριστή προσωπογραφία του Γκίλφορντ

Του Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD

Ο φιλελληνισμός -θαυμασμός της ελληνικότητας- είναι ένα μοναδικό φαινόμενο που εστιάζει αποκλειστικά στον πολιτισμό της Ελλάδας. Υπάρχουν φιλέλληνες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης. Ο κοινός τους παρονομαστής είναι η κληρονομιά της ελληνικής νοοτροπίας και κουλτούρας σύμφωνα με τον περίφημο ορισμό του Ισοκράτη, «Έλληνες ονομάζονται όσοι δέχτηκαν τον τρόπο της δικής μας διαπαιδαγώγησης» (Ισοκράτης, Πανηγυρικός 4.50). Σήμερα αντιπροσωπεύεται θεσμικά από τους επικεφαλής των εδρών κλασικών σπουδών σε διεθνή πανεπιστήμια και των ξένων αρχαιολογικών σχολών στην Αθήνα – Αμερικής, Αυστραλίας, Αυστρίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Γεωργίας, Δανίας, Ελβετίας, Ιρλανδίας, Ιταλίας, Καναδά, Νορβηγίας, Ολλανδίας, Σουηδίας και Φινλανδίας.

Ο Γκίλφορντ υπήρξε και παραμένει κορυφαίος φιλέλληνας. Μαρτυρίες συγχρόνων του τον παρουσιάζουν να έχει έναν εμφατικό φιλελληνισμό, που τον προέτρεπε να δηλώνει άλλοτε πως ήταν Έλληνας και όχι απλώς φιλέλληνας και μερικές φορές ότι διέφερε με τους συμπατριώτες του που στην Αγγλία αυτοπαρουσιάζονταν ως κατά το ήμισυ Έλληνες. Έτσι λοιπόν υπέγραφε ως «Αθηναίος πολίτης» και δεν θα αποχωριζόταν ποτέ το δαχτυλίδι με την αθηναϊκή γλαύκα που του δώρισε η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών (Νικολάος Κ. Κουρκουμέλης, Η Εκπαίδευση στην Κέρκυρα κατά τη διάρκεια της Βρετανικής Προστασίας – 1816-1864, Αθήνα 2002:155). Επιπλέον, η αρχαία τηβεννοειδής πανεπιστημιακή αμφίεσή του -παρά τα χλευαστικά σχόλια που προκάλεσαν κύκλοι της βρετανικής υπαλληλίας του προτεκτοράτου- προσέδωσε κύρος στην Ιόνιο Ακαδημία και το ώθησε στη βάση μίας ξεχωριστής πανεπιστημιακής κοινότητας στον ευρωπαϊκό χώρο. Έτσι, ο Γκίλφορντ ήταν και εξακολουθεί να εκτιμάται και να επαινείται από όλους τους λογίους Έλληνες. Ο φιλελληνισμός του ήταν γνωστός καθ’ όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, που ήταν η εποχή που κάλυπταν οι προσωπογραφίες του όπως εκτελέστηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του – δηλαδή από το 1790 έως το 1883. Μάλιστα, η αντοχή της φήμης του είναι τέτοια που οι προσωπογραφίες του που δημιουργήθηκαν μετά τον θάνατό του ξεπερνούν σε αριθμό ακόμη και αυτά που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του. Οι προσωπογραφίες διακρίνονται κυρίως σε δύο κατηγορίες – η πρώτη που τον παρουσιάζει με αριστοκρατική ένδυση και η δεύτερη αλ᾽αντίκο, με τον τρόπο των αρχαίων.

Από τον 20ό αιώνα έως σήμερα, όμως, το όνομα Γκίλφορντ -για τη συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων κυρίως της Αθήνας και της Κερκύρας- δεν είναι τίποτα άλλο από μνημόσυνο μόνο σε δρόμους, καθώς φέρουν το όνομά του σε αυτές τις δύο πόλεις! Παρόμοια απαξίωση, δυστυχώς, έχουν υποστεί και πολυάριθμοι άλλοι φιλέλληνες. Εδικά στον Γκίλφορντ, όμως, είναι τεραστίας σημασίας να διατηρηθεί η μνήμη του ζωντανή –εκτός από οτιδήποτε άλλο ως παράδειγμα για άλλους– ώστε, κατά κάποιο τρόπο, και προσαρμοσμένα στη σύγχρονη εποχή, να ακολουθήσουν τα βήματά του. Ας γίνει γνωστό ότι χάρη σε αυτόν ομιλείται η νέα ελληνική γλώσσα. Η κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Οθωμανούς στα μέσα του 15ου αιώνα είχε ως συνέπεια την αιφνίδια διακοπή και της πνευματικής ζωής του Ελληνισμού γενικά και ειδικά της εκπαιδευτικής ζωής του (Ιωάννης Κ. Βογιατζίδης, «Το χάσμα εν τη πνευματική παραδόσει του Ελληνικού λαού» στο Ιστορικαί Μελέται, Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο 1933). Οι κύριοι λόγοι ήταν η φυγή όλων σχεδόν των Ελλήνων λογίων στη Δυτική Ευρώπη, ο μαρασμός των πνευματικών κέντρων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η σοβαρή μείωση του πληθυσμού των αστικών κέντρων, η μεγάλη κάμψη κάθε οικονομικής δραστηριότητας και η εξαθλίωση των πληθυσμών και οι δημογραφικές μεταβολές που σημειώθηκαν στις κατακτημένες περιοχές λόγω της φυγής των εντοπίων και της εποίκησης από τουρκικούς ή σλαβικούς πληθυσμούς (Κωνσταντίνος Κ. Χατζόπουλος, Ελληνικά Σχολεία στην Περίοδο της Οθωμανικής Κυριαρχίας 1453-1821, Θεσσαλονίκη: Βάνιας 1991). Στις Ιόνιες Νήσους επί Βενετοκρατίας η επίσημη γλώσσα δεν ήταν πλέον η ελληνική, αλλά η ιταλική (βενετική διάλεκτος). Οι επιτόπιοι άρχοντες και αστοί προτιμούσαν τη γλώσσα των κυριάρχων, με αποτέλεσμα η ελληνική να χρησιμοποιείται αυτοδίδακτα μόνον από τους κατοίκους της υπαίθρου! Η αναγνώριση της «νεοελληνικής» ως επίσημης γλώσσας στα Επτάνησα θεσπίστηκε επί Βρετανικής Προστασίας με το Σύνταγμα του 1817 (άρθρα 4-6) και με την αποφασιστική συμβολή του Γκίλφορντ. Σε αυτόν οφείλεται η χρήση της νέας ελληνικής γλώσσας και υπερασπίστηκε, πιο πολύ και από τα μέλη της Γερουσίας, την επικράτησή της στην Ιόνιο Ακαδημία, που είναι το πρώτο Ελληνικό πανεπιστήμιο της σύγχρονης εποχής ιδρυθέν από τον Γκίλφορντ στην Κέρκυρα, πριν η Ελλάδα αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Ο Γκίλφορντ πάντοτε θεωρούσε ως κύριο στόχο της Ακαδημίας του την πρόοδο και τη διάδοση της νέας ελληνικής γλώσσας (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Η Ιόνιος Ακαδημία, Αθήνα: Μικρός Ρωμηός 1997:76). Με το διδακτικό προσωπικό του, ευεργέτησε την Ελλάδα, αναμορφώνοντας την παιδεία της κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο!

Η αρχή για τον άδικο μαρασμό της εκτίμησης της υστεροφημίας του Γκίλφορντ μπορεί να εντοπισθεί στην αναπάντεχη μοίρα του σχετικού Ανδριάντα του που φιλοτέχνησε ο Κοσμάς Απέργης το 1883, που φιλοτεχνήθηκε για να τοποθετηθεί παράλληλα με τον Αδαμάντιο Κοραή στα προπύλαια του Εθνικού Πανεπιστημίου στην Αθήνα (Νίκος-Δημήτριος Μάμαλος, «Οι Περιπέτειες του Ανδριάντα του Γκίλφορντ» στο Πορτόνι, Καλοκαίρι 2020, σς 50-53). Παρότι ο γλύπτης αναδείχθηκε νικητής διαγωνισμού, η Σύγκλητος θεώρησε το τελικό έργο ακατάλληλο να εκτεθεί όπου προοριζόταν να είναι. Αντ’ αυτού έκρινε καλύτερο να στηθεί στην Κέρκυρα. Και εκεί, όμως, πλειοψηφία της γνωμοδοτικής επιτροπής (που περιλάμβανε τους καλλιτέχνες Χαράλαμπο Παχή, Αντώνιο Βίλλα, Άγγελο Γιαλλινά και Βικέντιο Μποκατσιάμπη), υποτιμώντας την καλλιτεχνική αξία του έργου, αποφάσισε να το κρίνει ως μέσης καλλιτεχνικής αξίας και συμφώνησε στη δημόσια τοποθέτησή του μόνο εφόσον βρεθεί για αυτό θέση «ουχί πολύ επιδεικτική»! Αναδρομικά, με κριτήρια σημερινά, ο συγκεκριμένος αρνητισμός αποβαίνει εις βάρος όχι τόσο της τέχνης όσο της ιστορίας ευρύτερα. Όταν διακυβεύεται η πολιτιστική κληρονομιά, οι μικρές και φθονερές διαφορές πρέπει να παραμερίζονται. Η πολιτιστική οικουμενικότητα πρέπει να επικρατεί.

Προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι στην 100ετηρίδα της Ιονίου Ακαδημίας, το 1924, δεν έγινε καμία γνωστή εορτή! Βεβαίως όλη η Ελλάδα συνερχόταν από τις επιπτώσεις της Μικρασιατικής Καταστροφής του 1922. Ωστόσο, με αφορμή τη 200ετηρίδα, όταν το Ιόνιο Πανεπιστήμιο κάνει άλματα στην εξωστρέφεια και στην καινοτομία, η δημιουργία μίας ακόμη προσωπογραφίας, έστω και άυλης, του Γκίλφορντ θα πρέπει να θεωρηθεί ως μια κρίσιμη και επιτακτική ανάγκη για την Ελλάδα να τιμήσει τον υπέρτατο θαυμαστή και πολιτιστικό συντηρητή και υποστηρικτή της.

§

Ο Λόρδος Γκίλφορντ, ένας εμπνευσμένος υποστηρικτής χορηγώντας την εκπαίδευση, αναβιώνοντας μία κληρονομιά στη γνώση και την επιστήμη

Της Έλλης ΔρούλιαΙστορικού, π. Διευθυντρίας της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων

Πιστός στην υπόθεση της εθνικής αναγέννησης του ελληνικού λαού και της ίδρυσης ενός ελεύθερου σύγχρονου κράτους, ο Φρέντερικ Νορθ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ (1766-1827), περιγράφεται σήμερα σε γενικές βιογραφίες ως «Βρετανός πολιτικός και αποικιακός διαχειριστής», αντιλήφθηκε τη σημασία και θεμελιώδης ουσία του ρόλου της εκπαίδευσης για την ελληνική κοινωνία. Η εκπαίδευση ήταν καθοριστικός παράγοντας για την απελευθέρωση του οθωμανικού ζυγού και τη δημιουργία ενός νεοελληνικού κράτους, που εδραιώθηκε στην παρακαταθήκη της αρχαίας ελληνικής κληρονομιάς.

Ο Έλληνας κύριος εκπρόσωπος της Εποχής του Διαφωτισμού Αδαμάντιος Κοραής (1748-1833) υποστήριξε ότι ήταν επιτακτική ανάγκη η εκπαίδευση των Ελλήνων ως απαραίτητη προϋπόθεση για να επαναστατήσουν με επιτυχία εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το εκδοτικό του πρόγραμμα αποτελεί βάσιμη απόδειξη. Ο Γκίλφορντ συμμεριζόμενος καταρχήν την αξία της εκπαίδευσης και καλλιεργώντας το πάθος για τις αρχαιότητες, επιγραφές και χειρόγραφα ανταποκρίθηκε στο αίτημα για βασική εκπαίδευση και προστασία των θησαυρών της κλασικής αρχαιότητας, αποφασιστικά και δυναμικά μέσα από μία σειρά πολύπλευρων δράσεων. Ήδη από το 1813, πριν καν σχηματιστεί η Φιλική Εταιρεία στην Οδησσό, προύχοντες της Αθήνας και το αγγλικό προξενείο της πόλης ίδρυσαν τη Φιλόμουσο Εταιρεία Αθηνών με φιλελληνικά κίνητρα. Μεταξύ των στόχων της Εταιρείας ήταν «…να δει τις επιστήμες και να επιστρέψει στο Λύκειο και στην αρχαία Ακαδημία», με άλλα λόγια να ανυψώσει την διανόηση των Ελλήνων με την ίδρυση σχολείων και την μελέτη, φροντίδα και προστασία των αρχαίων μνημείων. Παρέμεινε ενεργή μέχρι το 1825, όταν ο Ρεσίντ Μεχμέτ Πασάς, γνωστός και ως Κιουταχή Πασάς (1780-1839) πολιόρκησε την Ακρόπολη και τελικά κατέλαβε την Αθήνα το 1827. Ο Γκίλφορντ διετέλεσε πρόεδρός της Εταιρείας το 1814, καθώς ήθελε να υποστηρίξει τους παραπάνω σκοπούς. Μαθαίνοντας για την ύπαρξη της Εταιρείας με έδρα την Αθήνα, ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831) τότε υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας, ένθερμος υποστηρικτής της απόλυτης ανάγκης της μαζικής εκπαίδευσης, πήρε την πρωτοβουλία να πείσει τον Τσάρο Αλέξανδρο Α’ της Ρωσίας να δημιουργήσει μία αντίστοιχη Φιλόμουσο Εταιρεία Βιέννης. Ο Καποδίστριας σε όλη του την ζωή προσπάθησε να αναπτύξει ευνοϊκές πολιτικές και ενέπνευσε άλλους να ενταχθούν στην ελληνική υπόθεση και συγκεκριμένα, να φροντίσουν για την εκπαίδευση των νέων Ελλήνων και αργότερα των ορφανών του πολέμου. Τέτοια είναι η περίπτωση του Ιωάννη Χρόνη (1800-1879), ο οποίος έλαβε υποτροφία από τη Φιλόμουσο Βιέννης για να συνεχίσει τις σπουδές του στην αρχιτεκτονική. Η πρόταση συγχώνευσης των δύο Εταιρειών για τη μεγιστοποίηση των αποτελεσμάτων δεν υλοποιήθηκε, ούτε καν ελήφθη υπόψη από τη Φιλόμουσο Αθηνών.

Το 1820, ο Γκίλφορντ πέτυχε να οριστεί υπεύθυνος για τη συνολική εκπαίδευση στα Επτάνησα ενώ ήταν υπό βρετανικό έλεγχο και ο πρώτος Λόρδος Επίτροπος των Ηνωμένων Πολιτειών των Ιονίων Νήσων ήταν ο Τόμας Μέιτλαντ (1760-1824), ο οποίος έθεσε εμπόδια και δυσκολίες στην αρχική του διαδρομή. Ανέλαβε, όμως, την θέση του «Λόρδου της Εκπαίδευσης» και συνεπώς, είχε την έγκριση της βρετανικής κυβέρνησης για την διαμόρφωση των πολιτικών και την διαχείριση του γενικού εκπαιδευτικού συστήματος της Ιονίου Πολιτείας, συμπεριλαμβανομένης της ίδρυσης πανεπιστημίου, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ο Κοραής είχε διατυπώσει ότι η εκπαίδευση θα έπρεπε να διαρθρωθεί σε τρεις βαθμίδες εκπαίδευσης (κοινά, γυμνάσια, νέα γυμνάσια) και ότι τα δυτικά επιτεύγματα θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνονται προς όφελος των Ελλήνων. Ο Γκίλφορντ δημιούργησε τρεις κύκλους: α) Δημοτικά που απευθύνεται σε αγόρια και κορίτσια σε πόλεις και μεγάλα χωριά, β) Μεσαία σχολεία στην πρωτεύουσα κάθε νήσου συν ένα στο Ληξούρι της Κεφαλονιάς και γ) Ανώτατα, σε πανεπιστημιακό επίπεδο.

Το 1824, ο Γκίλφορντ υλοποίησε το όραμά του να ιδρύσει την Ιόνιο Ακαδημία της Κερκύρας, το πρώτο πανεπιστήμιο που απευθύνόταν σε σύγχρονους Έλληνες σε έδαφος που κατοικείτο από Έλληνες. Είχε επενδύσει στον συνολικό σχεδιασμό, τον συντονισμό, την δημιουργία των κατάλληλων πολιτικών συνθηκών, την διάθεση οικονομικών πόρων και το σημαντικότερο, την χορηγία, την παροχή προοπτικών σε νέους, καταξιωμένους Έλληνες που στρατολογούσε συστηματικά προσωπικά.

Επιπλέον, στη Ζάκυνθο, ο Γκίλφορντ είχε δημιουργήσει ένα συνεκτικό δίκτυο διανοουμένων, που συνδέονταν φιλικά, ανταποκρίνονταν και αντάλλασσαν απόψεις, καλλιεργούσαν ιδέες, προσφέροντας την υποστήριξη ή την αιγίδα του. Επίσης, χορήγησε υποτροφίες σε αρκετούς φερέλπιδες Έλληνες, όπως ο Κωνσταντίνος Ασώπιος (1785-1872), ο Θεόκλητος Φαρμακίδης (1784-1860), ο Χριστόφορος Φιλήτας (1787-1867), ο Μιχαήλ Σχινάς, ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873) και αργότερα οι μικρότεροι αδελφοί του, ο Ιωάννης Καραντινός (1784-1834) και άλλοι. Έτσι, οι ‘υπότροφοι΄ μπόρεσαν να διευρύνουν την καθιερωμένη ελληνική εκπαιδευτική διαδρομή προς την Ευρώπη.

Περιπτώσεις και παραδείγματα της καλοπροαίρετης και γενναιόδωρης υποστήριξης του Γκίλφορντ καταγράφηκαν σε διάφορες περιστάσεις. Χρηματοδότησε τις σπουδές στα μαθηματικά του Ιωάννη Καραντινού σε πανεπιστήμια της Ιταλίας και της Αγγλίας, καθώς και στη Γαλλική Πολυτεχνική Σχολή το 1820. Στάθηκε στο πλευρό του Αθανασίου Πολίτη (1790-1864) με καταγωγή από την Λευκάδα. Ο Πολίτης φοίτησε στη Σχολή της Τένεδου και συνέχισε τις σπουδές της ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Παβίας στην Ιταλία. Στο Παρίσι, γνώρισε τον Καποδίστρια και τον σύστησαν στον Γκίλφορντ. Ο Γκίλφορντ και ο Καποδίστριας είχαν συναντηθεί κατά την διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης το 1815. Και οι δύο ανταποκρίθηκαν πρόθυμα στο αίτημά του να προμηθεύσουν τον απαραίτητο εξοπλισμό για την έναρξη ενός χημικού εργαστηρίου στην Κέρκυρα. Επιπλέον, ο Καραντινός επέλεξε να μάθει την Αλληλοδιδακτική (Λανκαστεριανή) μέθοδο διδασκαλίας, που βασιζόταν στην αμοιβαία διδασκαλία μεταξύ των ίδιων των μαθητών και του δασκάλου, την οποία εισήγαγε ήδη από το 1819 στα ελληνικά και εξαπλώθηκε σε όλες τις ιόνιες δημόσιες σχολές της κατώτερης βαθμίδας, σύμφωνα με την γενική εκπαιδευτική οργάνωση που ανέλαβε μεθοδικά ο Γκίλφορντ. Δίδαξε επίσης χημεία για πολλά συναπτά έτη στην Ιόνιο Ακαδημία.

Παρακάτω ακολουθούν ορισμένες περιπτώσεις νέων Ελλήνων που επωφελήθηκαν από την προσφερόμενη ευκαιρία για περαιτέρω μάθηση και εξειδίκευση. Ο Γκίλφορντ πήρε υπό την προστασία του και άνοιξε τον δρόμο για περαιτέρω μελέτη νέων που είχαν ήδη αποδείξει την εργατικότητά τους.

Ο Κωνσταντίνος Ασώπιος (1785-1872) είχε γνωρίσει τον Γκίλφορντ την περίοδο που έζησε στα Ιωάννινα μετά τον θάνατο του πατέρα του. Όντας ήδη καταξιωμένος λόγιος, συνέχισε τις σπουδές του με την οικονομική του υποστήριξη στα πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν, του Βερολίνου και του Παρισιού. Ο Γκίλφορντ φρόντισε για τα έξοδα των σπουδών στο γερμανικό Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν το 1819 και για τον Θεόκλητο Φαρμακίδη. Υπολόγιζε στην διδακτική τους προσφορά στην Ιόνιο Ακαδημία που ήδη σχεδίαζε να ιδρύσει. Ο Ασώπιος υπηρέτησε ως ρήτορας και πρύτανης κατά το πρώτο έτος της Ακαδημίας το 1824. Και πράγματι, δίδαξαν και οι δύο επί σειρά ετών εκεί.

Μετά τον θάνατο του Γκίλφορντ το 1827 και την επακόλουθη παρακμή του ιδρύματος, ο Ασώπιος απέκτησε εξέχουσα θέση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Επί τρεις θητείες διετέλεσε πρύτανης (1843-1844, 1856-1857, 1861-1862), προτού συνταξιοδοτηθεί το 1866. Από την άλλη, ο Φαρμακίδης είχε μία πολυτάραχη καριέρα ως δημοσιογράφος, συγγραφέας, πολιτικός, άνθρωπος της Εκκλησίας, καθηγητής στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Ο Γκίλφορντ προσέφερε υποτροφία υπό προϋποθέσεις, στον στενό φίλο και συγχωριανό του Ασωπίου, Χριστόφορο Φιλητά (1787-1867). Ο Φιλητάς είχε ολοκληρώσει τις σπουδές του στην ιατρική, δίδαξε στην ακμάζουσα ελληνική κοινότητα της Τεργέστης, όταν γνώρισε τον Γκίλφορντ. Ο Φιλητάς του έκανε καλή εντύπωση, κέρδισε την εμπιστοσύνη του και βλέποντας τις δυνατότητές του στα γράμματα, του χορήγησε υποτροφία (1818) για να μάθει την αγγλική γλώσσα και να μελετήσει την Αλληλοδιδακτική μέθοδο στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το 1819, μέσω Παρισιού, ο Φιλητάς έφτασε στην Αγγλία και εγκαταστάθηκε στην Οξφόρδη. Τον Ιούνιο του 1820 μετακόμισε στο Τσάρτερχαουζ στο Λονδίνο για να μυηθεί στην Αλληλοδιδακτική. Έμεινε λίγους μήνες, μέχρι τον Σεπτέμβριο, οπότε έφυγε από την Μεγάλη Βρετανία για την Κέρκυρα. Κατά την διάρκεια της παραμονής του, καταλογογράφησε και μελέτησε κυρίως σε βιβλιοθήκες ελληνικά χειρόγραφα και πρώιμες έντυπες εκδόσεις, αντί να τελειοποιήσει τις δεξιότητές του στην αγγλική γλώσσα και να μάθει σε βάθος την σύγχρονη μέθοδο εκπαίδευσης. Παρ’ όλα αυτά, ο Φιλητάς ανέλαβε την οργάνωση του μαθήματος της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας στις ιόνιες σχολές, όπου τον βρήκε το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Κατά το 1842-1865 δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία ελληνικά και λατινικά. Εξέδωσε, μεταξύ άλλων, μία λατινική γραμματική.

Αξιοσημείωτη περίπτωση και το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873). Μετά τα σχολικά του χρόνια στην γενέτειρά του και εν συνεχεία στην Πάτρα, μπόρεσε να συνεχίσει τις σπουδές του στην αρχαιολογία στη Νάπολη (1819) και στην γραμματεία στο Παρίσι (1820-1822), χάρη στην οικονομική συμπαράσταση του Γκίλφορντ. Υποστηρίζεται ότι συναντήθηκαν είτε το 1810 είτε το 1813 στο αγγλικό προξενείο της Πάτρας, όπου ο νεαρός Τρικούπης κατείχε θέση γραμματέα. Εκεί, είχε μάθει τέλεια αγγλικά και καλά γαλλικά. Στην περίπτωση του Τρικούπη, «Αγαπητέ μου Σπύρο», όπως τον προσφωνούσε τρυφερά ο Γκίλφορντ στην διάρκεια της ζωής τους και την τακτική επικοινωνία τους, αναπτύχθηκε μία στενότερη σχέση. Του προσέφερε την θέση του προσωπικού του γραμματέα, για να τον συνδράμει με την ελληνική αλληλογραφία και το ελληνικό τμήμα της βιβλιοθήκης του (1817-1822), ενώ μπορούσε να παρακολουθήσει φιλολογικές σπουδές. Ο Τρικούπης μερίμνησε για την συγκέντρωση χορηγιών υπέρ της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, συνεργαζόμενος με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο (1791-1865), τον κουνιάδο του καθώς νυμφεύθηκε την αδελφή του Αικατερίνη (1800-1871). Υπήρξε όχι μόνο λόγιος, συγγραφέας, δημόσιος λειτουργός που ασχολήθηκε με την πολιτική αλλά επιπλέον διπλωμάτης, όντας, μεταξύ άλλων διορισμών, ο πρώτος πρεσβευτής του νεοσύστατου ελληνικού κράτους στην Αγγλία (1834-1838, 1841-1843, 1851-1861).

Ο Γκίλφορντ «επέλεξε» τους νέους Έλληνες ώστε να γίνουν κατάλληλοι υπότροφοί «του»· στην μετέπειτα ζωή τους διέπρεψαν στους επιλεγμένους τομείς και γενικότερα στην ζωή τους. Διείσδυσαν στην αναδυόμενη ελληνική κοινωνία με τους νέους τρόπους τους· συνέβαλαν μεταδίδοντας περαιτέρω τις γνώσεις τους, όπως ήταν η αρχική του θέληση· γνώσεις και  κατάρτιση που είχαν αποκτήσει κατά την διάρκεια των σπουδών τους χάρη στην προσφερόμενη φροντίδα και ετις ευκαιρίες του Γκίλφορντ. Ο Ιωάννης Καραντινός θεωρείται ο ιδρυτής των νεοελληνικών μαθηματικών. Ο Ασώπιος δικαιωματικά κέρδισε τον τίτλο του «Πρύτανη των Ελληνικών Γραμμάτων», αφήνοντας πίσω του μία κληρονομιά σημαντικών έργων, αφήνοντας το στίγμα του μέχρι τις ημέρες μας. Άλλοι επιφανείς καθηγητές της Ιονίου Ακαδημίας μετέφεραν την διδασκαλία τους στο Οθώνειο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκτός από την ακαδημαϊκή καριέρα, υπότροφοι, δάσκαλοι και καθηγητές ακολούθησαν πολλές επιτυχημένες σταδιοδρομίες. Τέτοιο παράδειγμα αποτελεί και ο Κωνσταντίνος Τυπάλδος-Ιακωβάτος (1795-1867) που εντάχθηκε στις εκκλησιαστικές τάξεις και πρωτοστάτησε στη μεταρρύθμιση της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης στην Κωνσταντινούπολη.

Γνωρίζοντας ο ένας τον άλλον οι υπότροφοι, διεμόρφωσαν μεταξύ τους έναν ισχυρό δεσμό, και τα μετέπειτα χρόνια, μετά την εξέγερση του 1821, την κρίσιμη εποχή της πολιτειακής συγκρότησης, την εποχή της θεμελίωσης της σύγχρονης Ελλάδας, συνεργάστηκαν προς ένα κοινό εκπαιδευτικό όφελος, και όχι μόνο.

§

I.          ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ ΓΚΙΛΦΟΡΝΤ

1.         Χιού-Ντάγκλας Χάμιλτον (Ιρλανδία, 1740-1808). Προσωπογραφία Γκίλφορντ, 1790, Ρώμη.

2.         Ζαν-Ωγκύστ-Ντομινίκ Ενγκρ (Γαλλία, 1780-1867). Προσωπογραφία Γκίλφορντ, 1815, Ρώμη.

3.         Τσαρλς-Τζόζεφ Χάλμαντελ (Αγγλία, 1789-1850). Πρ. Γκίλφορντ από Ενγκρ, 1815, Ρώμη.

4.         Γουίλιαμ-Τόμας Φράυ (Αγγλία, 1789-1843). Προσωπογραφία Γκίλφορντ, Αύγουστος 1817.

5.         Έντουαρντ Ορμ (Αγγλία, 1775-1848). Προσωπογραφία Γκίλφορντ, 1 Μαΐου 1818, Λονδίνο.

6.         Ιωάννης Καλοσγούρος (Κέρκυρα, 1794-1878). Προτομή Γκίλφορντ από Προσαλέντη, 1827.

7.         Πιέτρο Μανσιόν (Ιταλία, 1803-1888). Προσωπογραφία Γκίλφορντ, π. 1830, Ρώμη.

8.         Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Προσωπ. Γκίλφορντ, π. 1846, Αθήνα.

9.         Περικλής Σκιαδόπουλος (Κορώνη, 1833-1875). Πρ. Γκίλφορντ από Παυλίδη-Μηνώτο, π. 1872, Αθήνα.

10.        Σπυρίδων Προσαλέντης (Κέρκυρα, 1830-1895). Πρ. Γκίλφορντ από Σκιαδόπουλο, 1882, Αθήνα.

11.        Κοσμάς Απέργης (Τήνος, 1836-1898). Ανδριάντας Γκίλφορντ, 1883, Αθήνα.

12.        Τσαρλς Φρέντερικ ντε Μπρόκτορφ (Γερμανία, 1775-1850). Γκίλφορντ – Κολεγιακή Ένδυση, π. 1825, Μάλτα.

1. Χιού-Ντάγκλας Χάμιλτον (Ιρλανδία, 1740-1808). Προσωπογραφία του Αξιοτίμου Φρέντερικ Νορθ, μετέπειτα 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ (1766-1827), 1790, Ρώμη. Γραφίτης, παστέλ και γκουάς σε χαρτί αναρτημένο σε καμβά, 95 x 68 εκ. Παραχώρηση Εθνικής Πινακοθήκης Τέχνης, Ουάσινγκτον DC, ΗΠΑ. | Αυτός ο πίνακας του νεαρού Γκίλφορντ συνοψίζει το ρομαντικό όραμα της Ρώμης. Ο εικονιζόμενος βρίσκεται στην καρδιά της Ρωμαϊκής Αγοράς, κέντρο της αρχαίας Ρώμης και τοποθεσία των πιο εντυπωσιακών ναών και μνημείων της πόλης. Στέκεται στηρίζοντας το χέρι του στον τοίχο εμπρός από το Ναό του Κρόνου (497 π.Χ.), με τους γνωστούς στύλους του ιωνικού ρυθμού, μια εικόνα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της αρχαίας Ρώμης από την Ελλάδα. Στο μακρινό βάθος διακρίνονται η Βασιλική του Μαξεντίου (306-312 μ.Χ.) και το Κολοσσαίο (72-80 μ.Χ.). Στα δεξιά του Γκίλφορντ ορθώνεται ένα σπασμένο θραύσμα από τον θριγκό του εγγύς Ναού του Βεσπασιανού (80 μ.Χ.). Οι γλυπτικές παραστάσεις του περιλαμβάνουν όργανα θυσίας: από τα αριστερά προς τα δεξιά φαίνεται το κέρατο του βουκρανίου κρεμασμένο με σχοινί στον ναό, η τελετουργική κανάτα που περιέχει τον οίνο που πρέπει να ραντιστεί στην κεφαλή του ζώου λίγο πριν τη θυσία του, τη θυσιαστική μάχαιρα για τον διαμερισμό και η πατέρα (ρηχό πιάτο) για την κατακράτηση του οίνου. Σε ηλικία 24 ετών, αυτή είναι η παλαιότερη γνωστή αναπαράσταση του Γκίλφορντ. Το βλέμμα του μοιάζει να χάνεται στην ονειροπόληση του κλασικού κόσμου, που τον αγαπούσε τόσο πολύ. Φορά μπλε φράκο και κρατά, με το γυμνό δεξί του χέρι, το καπέλο του και με το αριστερό χέρι το άλλο. αφόρετο, γάντι του.

2. Ζαν-Ωγκύστ-Ντομινίκ Ενγκρ (Γαλλία, 1780-1867). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, μετέπειτα 5ου Κόμη του Γκίλφορντ (1766-1827), 1815, Ρώμη. Γραφίτης σε χαρτί, 21 x 17 εκ. Παραχώρηση Πινακοθήκης Νέας Νότιας Ουαλίας, Σύδνεϋ, Αυστραλία. | Ο Ζαν-Ωγκύστ-Ντομινίκ Ενγκρ (1780-1867) ήταν Γάλλος νεοκλασικός ζωγράφος. Αν και θεωρούσε τον εαυτό του ζωγράφο της ιστορίας ακολουθώντας την παράδοση των Νικολά Πουσέν και Ζακ-Λουί Νταβίντ, στα εργαστήρια των οποίων σπούδασε, είναι οι προσωπογραφίες του, ζωγραφισμένες και σχεδιασμένες, που αναγνωρίζονται ως η μεγαλύτερη παρακαταθήκη του. Επηρεάστηκε βαθιά από τις προηγούμενες καλλιτεχνικές παραδόσεις και φιλοδοξούσε να γίνει ο θεματοφύλακας της ακαδημαϊκής ορθοδοξίας εναντίον του ανερχομένου ρομαντικού ύφους, όπως δειγματίζεται από τους Εζέν Ντελακρουά και Τεοντόρ Ζερικώ. Μετά την πτώση του Ναπολέοντα το 1815, ο Ενγκρ βρήκε μία ενθουσιώδη πελατεία μεταξύ των Άγγλων τουριστών στη Ρώμη, που είχαν συρρεύσει πίσω στην πόλη που είχε απελευθερωθεί από τη γαλλική κυριαρχία. Ο ένας τουρίστας μετά τον άλλον ελάξευναν ένα μονοπάτι προς την πόρτα του επιθυμώντας να ζωγραφίσει την προσωπογραφία τους. Ο πρώτος Άγγλος που πόζαρε για τον Ενγκρ ήταν ο Φρέντερικ Νορθ (1766-1827), 5ος Κόμης του Γκίλφορντ και νεότερος γιος του Λόρδου Νορθ, πρωθυπουργού του Γεωργίου Γ’. Ήταν ένας ελκυστικός εκκεντρικός, απεικονισμένος με ένα διεισδυτικό μάτι για την ταχύτητα του μυαλού του. Ο Ενγκρ έκανε πολλά σχέδια του Γκίλφορντ, των οποίων η πλεονάζουσα αλλά ζωηρή περιγραφική γραμμή μολυβιού εντυπωσίασε το μοντέλο του. Ένα από αυτά βρίσκεται στην Πινακοθήκη της Νέας Νότιας Ουαλίας, στο Σίδνεϊ. Παθιασμένος φιλέλληνας και γλωσσολόγος, ο Γκίλφορντ ταξίδεψε πολύ και έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο εξωτερικό. Μετά από μία θητεία ως γενικός κυβερνήτης της Κεϋλάνης (1798-1805), ηγήθηκε της εκστρατείας για την ίδρυση του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα γίνοντας ο πρώτος Άρχοντάς του το 1824. Όταν ο Γκίλφορντ αποσύρθηκε στο Λονδίνο λίγα χρόνια αργότερα, διασκέδαζε τους φίλους του κυκλοφορώντας με ακαδημαϊκές ενδυμασίες ή εμφανιζόμενος σε δείπνο φορώντας τα άμφια ενός αρχιεπισκόπου της Ορθόδοξης Εκκλησίας, στην οποία ήταν προσήλυτος. Την εποχή αυτού του έργου, ο Ενγκρ βρισκόταν αναμφισβήτητα στο απόγειο των δυνάμεών του ως γραφίστας προσωπογράφος [Δρ Μαρκ Στόκερ, Επιμελητής, Ιστορική Διεθνής Τέχνη – Απρίλιος 2018].

3. Τσαρλς-Τζόζεφ Χάλμαντελ (Αγγλία, 1789-1850). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, μετέπειτα 5ου Κόμη του Γκίλφορντ (1766-1827), από τον Ενγκρ, 1815, Ρώμη. Οξυγραφία σε χαρτί, 25 x 20 εκ. Παραχώρηση του Μητροπολιτικού Μουσείου Τέχνης, Νέα Υόρκη, ΗΠΑ. | Εφευρημένη στη Βαυαρία το 1796, η λιθογραφία ήταν ακόμα ένα νέο μέσο όταν ο Τσαρλς-Τζόζεφ Χάλμαντελ (1789-1850), ένας Άγγλος χαράκτης, ανέλαβε με ενθουσιασμό τη διαδικασία στο Μόναχο και δημιούργησε ένα τυπογραφείο στο Λονδίνο το 1818. Αυτό η λιθογραφημένη προσωπογραφία του Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, μετέπειτα 5ου Κόμη του Γκίλφορντ είναι ένα πρώιμο έργο στην ιστορία του μέσου και τυπώθηκε μεταξύ 1818-1827, από γνήσιο σχέδιο του Ζαν-Ωγκύστ-Ντομινίκ Ενγκρ (1780-1867). Καθώς η λιθογραφία μπορούσε να παράγει πολυάριθμα αντίγραφα υψηλής ποιότητας ενός πρωτοτύπου, ήταν σημαντική για την ανάπτυξη της διάδοσης αφανών αλλά σημαντικών έργων, όπως αυτό, για ένα ευρύ κοινό.

4. Γουίλιαμ-Τόμας Φράυ (Αγγλία, 1789-1843). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμη του Γκίλφορντ (1766-1827), από τον Τζων Τζάκσον, Αύγουστος 1817. Οξυγραφία σε χαρτί, 38 x 33 εκ. Παραχώρηση της Εθνικής Πινακοθήκης Προσωπογραφίας, Λονδίνο. | Ο Βρετανός καλλιτέχνης Τζων Τζάκσον (1778-1831) ήταν ένας παραγωγικός και επιτυχημένος ζωγράφος προσωπογραφιών. Η αριστοκρατική υποστήριξη του έδωσε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει τη Σχολή της Βασιλικής Ακαδημίας, όπου έγινε φίλος με τον Ντέιβιντ Ουίλκυ και τον Μπέντζαμιν Χέυντον. Στο Κάστρο Χάουαρντ, κατοικία του Κόμη του Καρλάιλ, μπορούσε να μελετήσει και να αντιγράψει από μία μεγάλη συλλογή έργων ζωγραφικής. Οι ακουαρέλες του κρίθηκαν ως ασυνήθιστα εξαιρετικής ποιότητας. Εκλέχτηκε τακτικό μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας το 1817. Την ίδια χρονιά ο Γουίλιαμ-Τόμας Φράυ (1789-1843), ένας από τους πρώτους χαράκτες που πειραματίστηκαν με χαλύβδινες πλάκες, φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του Γκίλφορντ από έναν χαμένο πλέον γνήσιο πίνακα του Τζάκσον. Η προσωπογραφία εκφράζει την επισημότητα του εικονιζομένου στην ηλικία των πενήντα ενός ετών. Φορά μία κορδέλα από τον ώμο μέχρι τον γοφό κάτω από το παλτό του· μία τελετουργική αναγνώριση υψηλών επιτευγμάτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι στη δεξιά πλευρά του Γκίλφορντ υπάρχει μία συσσώρευση βιβλίων, που υποδηλώνει την αγάπη του για τη λογοτεχνία ως ανθρώπου των γραμμάτων. Η ράχη του οριζοντιωμένου βιβλίου με την επιγραφή στην αγγλική «Ελλάδα», το απόλυτο αντικείμενο του δια βίου φιλελληνισμού του, θα μπορούσε να είναι ένας τόμος από το πιο γνωστό έργο του Γουίλιαμ Μίτφορντ, «Η Ιστορία της Ελλάδας» (1784-1810). Ο Γκίλφορντ βρίσκεται σε ένα τυπικό ελληνικό τοπίο, απέναντι σε ένα βραχώδες έδαφος που κατηφορίζει προς ένα ίχνος της ήρεμης Μεσογείου Θάλασσας στο βάθος. Στην κορυφή του βράχου η απόκοσμη παρουσία μίας αφηρημένης ενδεδυμένης φιγούρας από τους Κλασικούς χρόνους υψώνεται από το έδαφος ως αναζωογονημένο θραύσμα γλυπτικής από τη δόξα της αρχαίας Ελλάδας.

5. Έντουαρντ Ορμ (Αγγλία, 1775-1848). Ο Κόμης του Γκίλφορντ, 1 Μαΐου 1818, Λονδίνο. Οξυγραφία σε χαρτί, 35 x 25 εκ. Παραχώρηση της Εθνικής Πινακοθήκης Προσωπογραφίας, Λονδίνο. | Η λεζάντα γράφει «Από ένα σχέδιο που έγινε στην Κεϋλάνη και χαράχθηκε με την επιθυμία των κατοίκων εκείνης της νήσου». Εν συνεχεία ακολουθεί κείμενο γραμμένο στα Σινχαλέζικα: «Ο Βασιλεύς της Αγγλίας στην Κεϋλάνη, προς όφελος του λαού της και για την ανάπτυξη του λαού και της χώρας, διόρισε τον Λόρδο Φρειδερίκο Νορθ ως Αξιότιμο Κυβερνήτη. Ο ευγενής Βασιλιεύς τον διόρισε μετά από ένα χρόνο μετά από αίτημα του λαού της Κεϋλάνης. Η σφραγίδα του Βασιλέα αποδεικνύει την έγκρισή του. Σρι Βικράμα Ραζασίνχα, Βασιλεύς της Κάντι.» Κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του στην Κεϋλάνη (1798-1805), ο Νορθ συνέβαλε με βελτιώσεις σε διάφορους τομείς της δημόσιας ζωής, συμπεριλαμβανομένης της οικοδόμησης, της αποστράγγισης, της εξόρυξης, της δημιουργίας καναλιών, του σχηματισμού ενός τάγματος πεζικού που αποτελείται από σέποϋ (Ινδούς στρατιώτες) του Μαντράς και της εισαγωγής εμβολιασμών κατά της ευλογιάς (Add MS 88900/2/11). Εδώ παρουσιάζεται καθισμένος σε πολυθρόνα επάνω σε μπαλκόνι με θέα την όχθη του ποταμού Κελάνη στην πρωτεύουσα Κολόμπο. Φορά χρυσοποίκιλτο πανωφόρι που αρμόζει σε Κυβερνήτη και κάθεται κρατώντας ένα βιβλίο στο πόδι του. Το βιβλίο ήταν, πιθανότατα, ένα για την Κεϋλάνη.

6. Ιωάννης Καλοσγούρος (Κέρκυρα, 1794-1878). Προτομή του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμη του Γκίλφορντ, από τον Σερ Παύλο Προσαλέντη, 1827. Μάρμαρο, 90 x 63 x 61 εκ. Παραχώρηση της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου, Αθήνα. | Ο Ιωάννης Καλοσγούρος ανήκει, μαζί με τον Παύλο Προσαλέντη τον πρεσβύτερο και τον Δημήτριο Τριβώλη-Πιέρη, στους επτανησίους καλλιτέχνες που αναβίωσαν την τέχνη της γλυπτικής εκεί, δημιουργώντας τα πρώτα έργα της νεοελληνικής γλυπτικής. Η προτομή του διαπρεπή ελληνιστή και φιλέλληνα Φρέντερικ Νορθ, Κόμητος του Γκίλφορντ (1776-1827), που το 1824 ίδρυσε στην Κέρκυρα την Ιόνιο Ακαδημία και με την οικονομική του συνδρομή αρκετοί Έλληνες σπούδασαν στο εξωτερικό, φιλοτεχνήθηκε το έτος του θανάτου του, το1827, αρχικά από τον Προσαλέντη, κατά παραγγελίας του συλλόγου καθηγητών της Ιονίου Ακαδημίας. Ο Καλοσγούρος φιλοτέχνησε τότε ανάλογη προτομή με δική του πρωτοβουλία, σε μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό, που αποτελούσε σχεδόν πιστό αντίγραφο εκείνης του Προσαλέντη. Όταν η τελευταία προτομή ζητήθηκε να σταλεί στην Αθήνα, αντικαταστάθηκε με εκείνη από τον Καλοσγούρο. Η βάση της όμως, με την επιγραφή συνταγμένη από τον διακεκριμένο φιλόλογο και συνεργάτη του Γκίλφορντ, Χριστόφορο Φιλητά, παρέμεινε στην Ιόνιο Ακαδημία και επί αυτής τοποθετήθηκε η προτομή του Προσαλέντη, που καταστράφηκε το 1943 από βομβαρδισμούς. Ο άγγλος φιλέλληνας φορά την ειδικά σχεδιασμένη αρχαϊζουσα τηβεννοειδή στολή του Άρχοντα της Ιονίου Ακαδημίας, που συγκρατείται στον δεξιό ώμο με πόρπη. Η ώριμη ηλικία του δηλώνεται από τα ρυτιδωμένα μάγουλα και τον νευρώδη αλλά κάπως χαλαρό λαιμό, ενώ τα μάτια είναι απλανή, κατά το κλασικιστικό πρότυπο, τα φρύδια πυκνά και τα χείλη σαρκώδη, μειδιώντας ελαφρά. Τα αραιά στην κορυφή της κεφαλής μαλλιά πλαισιώνονται από ανάγλυφα διακοσμημένη ταινία, που στο κέντρο έχει μία γλαύκα, σύμβολο της παιδείας. Η επιβλητική απόδοση της μορφής δηλώνει αυτοπεποίθηση και ικανοποίηση και τονίζει τη δυναμική προσωπικότητα του Κόμητος (Τώνια Γιαννουδάκη. Εθνική Γλυπτοθήκη – Μόνιμη Συλλογή. Αθήνα, GR: Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, 2006, σ.30).

7. Πιέτρο Μανσιόν (Ιταλία, 1803-1888). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμη του Γκίλφορντ, π. 1830. Οξυγραφία σε χαρτί αναρτημένη σε επίχρυσο ξύλινο πλαίσιο, 45 x 36 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο δημιουργός της παρούσας μεταθανάτιας Προσωπογραφίας του Γκίλφορντ είναι εν πολλοίς άγνωστος – ένας Πιέτρο Μανσιόν, γεννημένος το 1803 στη Ραγούσα και ενεργός στη Ρώμη, όπου πέθανε το 1888. Φιλοτέχνησε χαρακτικά την προσωπογραφία με βάση την περίφημη μαρμάρινη προτομή του 1827, έτος του θανάτου του, από τον Παύλο Προσαλέντη (1784-1837). Σε αυτή την εκδοχή, ο Γκίλφορντ αγναντεύει μακριά με το κύρος ενός Άρχοντα ή Πρύτανη και είναι ενδεδυμένος αρχαιοπρεπώς ως διδάκτορας της Νομικής, σε σχέδιο του ίδιου του Προσαλέντη. Σύμφωνα με περιγραφή σε επιστολή του προς την αδελφή του Ανν, γραμμένη από το Οτράντο την 1η Ιουνίου 1824, φορά κατάσαρκα λευκό χιτώνα και από επάνω φέρει πορφυρό ιμάτιο που συγκρατεί στον ώμο μία χρυσή ανθόμορφη πόρπη. Ένα διακριτό εξάρτημα είναι ο αρχαιοπρεπής τρόπος που διατηρεί σταθερή την πλούσια πλευρική κόμη της κεφαλής του. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ωστόσο, αντί για τη σκούφια του Οδυσσέα, έφερα γύρω από την κεφαλή μου μία στενή μαύρη βελούδινη ταινία κεντημένη στο εμπρόσθιο μέρος με χρυσά φύλλα δάφνης και μία χρυσή γλαύκα» (Βρετανική Βιβλιοθήκη, Add. MS 61983, p. 129).

8. αποδ: Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ, π. 1846. Λιθογραφία σε χαρτί, 5 x 5 εκ. Παραχώρηση της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, Αθήνα. | Ο Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος ήταν καθηγητής ελαιογραφίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μεταξύ 1854-1862. Η ζωγραφική του εξειδικεύτηκε στη προσωπογραφία που διακρίνεται για το ακαδημαϊκό της ιδίωμα. Με σπουδές ζωγραφικής στην Ιταλία και γνώση των ζωγραφικών τάσεων του Παρισιού και του Μονάχου, επηρεάστηκε σαφώς από την Επτανησιακή Σχολή, που χαρακτηρίζεται από λυρισμό και διακρίνεται για λεπτό σχεδιασμό. Η παρούσα μεταθανάτια προσωπογραφία αποκαλύπτει τα χαρακτηριστικά της, όπως αυτά αναπτύχθηκαν κατά την περίοδο της ανάδειξής της στις Ιόνιες Νήσους από τους Νικόλαο Κουτούζη και Νικόλαο Καντούνη και διατηρήθηκαν από τους απογόνους τους, στους οποίους ανήκει ο Παυλίδης-Μηνώτος. Αυτή είναι μία ημίσεος μήκους φιγούρα του Γκίλφορντ. Το βλέμμα του απομακρύνεται από τον θεατή γαλήνια προς τα αριστερά. Τα μάτια του είναι καρφωμένα και τα χείλη του σφραγισμένα. Φορά ένα επίσημο ένδυμα, ένα ευρωπαϊκό σακάκι, ένα πουκάμισο με υψηλή λαιμόκοψη και λαιμοδέτη. Το άνοιγμα του σακακιού αποκαλύπτει την κορδέλα με το παράσημο του Ιππότη Διοικητή του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου. Ο αστέρας του Ιππότη Διοικητή Μεγαλόσταυρου κοσμεί ευκρινώς το πέτο του σακακιού του. Τέλος, ένα μενταγιόν με μεγεθυντικό φακό που κρέμεται στο κορδόνι του λαιμού ανακαλεί την ευρέως γνωστή αγάπη του Γκίλφορντ να μελετά επιμελώς αρχαία ελληνικά χειρόγραφα. Ο Παυλίδης-Μηνώτος επωφελήθηκε από τα νέα λιθογραφικά πιεστήρια που έφερε στο Ναύπλιο ο Καποδίστριας από το Παρίσι και από την έμπειρη προσφορά Βαυαρών καλλιτεχνών στην τέχνη της λιθογραφίας. Διακρίθηκε σε αυτή τη μορφή τέχνης και έφτιαξε δύο λιθογραφίες με θέμα τον Καποδίστρια (Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας και Δημοτική Ιστορική Βιβλιοθήκη Ζακύνθου). Υπήρξε επίτιμος συνέταιρος της Φιλαρμονικής Εταιρείας Κέρκυρας και μάλλον ενδιαφέρθηκε για τον Γκίλφορντ εξαιτίας της στενής σχέσης του με την Κέρκυρα.

8. Περικλής Σκιαδόπουλος (Κορώνη, 1833-1875). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ, π. 1872, Αθήνα. Ξυλογραφία σε χαρτί, 25 x 20 εκ. Παραχώρηση της Συλλογής Γιώργου Χ. Σουρτζίνου, Κέρκυρα. | Ο Περικλής Σκιαδόπουλος ήταν ένας από τους ικανότερους Έλληνες χαράκτες, με σπουδές ξυλογραφίας σε Αθήνα, Παρίσι και Λονδίνο, και γνωστός για την ποιότητα του έργου του [Γιάννης Μπόλης & Δημήτρης Παυλόπουλος, Ελληνική Χαρακτική, 1843-1915. Ιστορία – Λεξικό Χαρακτών, Αθήνα 2012, σς 59-62]. Για να ξυλογραφήσει τη παρούσα μεταθανάτια Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ, περίπου το 1872, ο Σκιαδόπουλος χρησιμοποίησε ως πρότυπο τη σχετική λιθογραφία του 1846 του Πέτρου Παυλίδη-Μηνώτου. Αποδεικτικό αυτής της αναφοράς είναι η διατήρηση του κορδονιού του λαιμού παρότι η παρούσα σύνθεση περιλαμβάνει το μενταγιόν με τον μεγεθυντικό φακό. Η τεχνική, όπως παραδειγματίζεται στη συγκεκριμένη ξυλογραφία, έχει φτάσει στην αποκορύφωσή της, φανερώνοντας με μαεστρία, όπως συμβαίνει, ακόμη και την παραμικρή χαραγμένη λεπτομέρεια.

9. Σπυρίδων Προσαλέντης (Κέρκυρα, 1830-1895). Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ (1766-1827), 1882. Λάδι σε καμβά, 100 x 80 εκ. Παραχώρηση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Αθήνα. | Ο Σπυρίδων Προσαλέντης είναι σημαντικός εκπρόσωπος της εν λόγω εικαστικής οικογένειας – υιός του ζωγράφου και γλύπτη Παύλου του πρεσβύτερου και πατέρας των ζωγράφων Αιμιλίου και Παύλου του νεοτέρου. Πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής στην καλλιτεχνική σχολή που είχε ιδρύσει και διηύθυνε ο πατέρας του στην Κέρκυρα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βενετίας, αποφοιτώντας με το πρώτο βραβείο. Μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα παραμονής στη Βενετία επέστρεψε στην Κέρκυρα, ενώ το 1865 διορίστηκε καθηγητής της ζωγραφικής στο Σχολείον των Τεχνών και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Μετά από ένα σύντομο διάστημα διδασκαλίας παραιτήθηκε και επέστρεψε στη Βενετία, όπου βραβεύτηκε στη Διεθνή Έκθεση της πόλης. Το 1870, με προτροπή του βασιλέα Γεωργίου Α’, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα και ανέλαβε τη διακόσμηση του παρεκκλησίου των παλαιών ανακτόρων, ενώ το 1876, με τη σύσταση δεύτερης έδρας ζωγραφικής στο Σχολείο των Τεχνών, διορίστηκε και πάλι καθηγητής, παραμένοντας στη θέση αυτή έως τον θάνατό του. Κυρίως προσωπογράφος, απεικόνισε διάφορες προσωπικότητες, καθώς και αγωνιστές της Ελληνικής Επανάστασης, συνδυάζοντας το ακαδημαϊκό ύφος με τη ρεαλιστική απόδοση. Για να φιλοτέχνησε την παρούσα μεταθανάτια Προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ το 1882 χρησιμοποίησε ως πρότυπο τη σχετική ξυλογραφία του Περικλή Σκιαδοπούλου. Η ζωγραφική του φέρει τα ξεκάθαρα χαρακτηριστικά της Επτανησιακής Σχολής – ωραίο σχέδιο και λυρική ατμόσφαιρα. Αυτός ο πίνακας αποκαλύπτει επίσης τα τυπικά χαρακτηριστικά της ιονικής προσωπογραφίας – το μέγεθος της μορφής, η θέση του σώματος, η έκφραση του χαρακτήρα και η δηλωμένη ταυτότητά του είναι στοιχεία που αναπτύχθηκαν κατά την περίοδο της ακμής της από τους Νικόλαο Κουτούζη και Νικόλαο Καντούνη και διατηρήθηκαν. από τους απογόνους τους, στους οποίους ανήκει ο Προσαλέντης. Ωστόσο, στο έργο αυτό είναι εμφανείς οι νέες τάσεις της εποχής και η συνάντησή του με τους καλλιτεχνικούς κύκλους του εξωτερικού και της Αθήνας. Η ημίσεως μεγέθους φιγούρα του Γκίλφορντ, καθισμένη σε έναν θρόνο, δεσπόζει στο κέντρο της εικόνας σε σκούρο φόντο. Έχει μία μικρή κλίση προς τα δεξιά, ενώ το βλέμμα στρέφεται προς την άλλη κατεύθυνση μακρυά από τον θεατή. Το ύφος του είναι γαλήνιο και τα χείλη του σφραγισμένα. Φορά ένα επίσημο ένδυμα – ένα ευρωπαϊκό σακάκι, ένα πουκάμισο με υψηλή λαιμόκοψη και λαιμοδέτη. Το αριστερό του χέρι, που στηρίζεται στη ντυμένη πλάτη του θρόνου, φέρνει την προσοχή στον αστέρα του Ιππότη Μεγαλόσταυρου που κοσμεί το πέτο του παλτού του. Το δεξί του χέρι, βρίσκοντας στήριγμα στο λυγισμένο του γόνατο, στηρίζει ένα δερματόδετο βιβλίο, πιθανότατα για το αγαπημένο του θέμα της Ελλάδας. Η κορδέλα, περνώντας από τον δεξιό ώμο στον αριστερό γοφό, παρουσιάζει στο κάτω άκρο της το παράσημο του Ιππότη Διοικητή του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου.

10. Κοσμάς Απέργης (Τήνος, 1836-1898). Ανδριάντας του Γκίλφορντ, 1883. Μάρμαρο. Παραχώρηση του Μποσκέτου, Κέρκυρα. | Φιλοτεχνώντας τον Ανδριάντα του Γκίλφορντ ο Κοσμάς Απέργης αποθανάτισε πιστά την ύψιστη στιγμή της επίσημης έναρξης της λειτουργίας της Ιονίου Ακαδημίας στις 8.30 το πρωί της 29ης Μαΐου 1824. Παρουσιάζεται με κάθε επισημότητα σε θρόνο επάνω σε ένα υπερυψωμένο βάθρο, όπως αναφέρει ο ίδιος ο Γκίλφορντ, «ανάμεσα στον Πολίτη και τον Φιλητά στη μεγάλη αίθουσα της Ακαδημίας, που ήταν κατάμεστη από όλους τους επισήμους και των δύο φύλων» (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη 1997:207). Είναι ενδεδυμένος αρχαιοπρεπώς με τήβεννο στερεωμένη στον δεξιό του ώμο με ένα χρυσό κομβίο και φέρει γύρω από την κεφαλή του μία στενή μαύρη βελούδινη ταινία κεντημένη στο εμπρόσθιο μέρος με χρυσά φύλλα δάφνης και μία χρυσή γλαύκα. Το χέρι του, που στηρίζεται στο γόνατο, κρατά ένα βιβλίο μάλλον για την αρχαία Ελλάδα.

Τσαρλς Φρέντερικ ντε Μπρόκτορφ (Γερμανία, 1775-1850). Ο αείμνηστος Κόμης του Γκίλφορντ με την Ελληνική Κολεγιακή Ένδυσή του, π. 1825, Μάλτα. Γκουάς σε χαρτί, 27 x 19 εκ. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Ο Τσαρλς Φρέντερικ ντε Μπρόκτορφ ήταν Γερμανός καλλιτέχνης που είναι περισσότερο γνωστός για τις ακουαρέλες του. Πολέμησε ως αξιωματικός πεζικού στη Γερμανική Λεγεώνα του Βασιλιά για το εκλογικό σώμα του Αννόβερου κατά τη διάρκεια των Ναπολεοντείων Πολέμων. Παραιτήθηκε το 1809 και μετακόμισε στο Ηνωμένο Βασίλειο και περίπου το 1810 μετακόμισε στη Μάλτα, τότε βρετανικό προτεκτοράτο, όπου και εγκαταστάθηκε. Άνοιξε ένα εργαστήριο στη Βαλέτα και έγινε επιτυχημένος καλλιτέχνης. Πρέπει να ήταν εκεί που ζωγράφισε τον Γκίλφορντ με την ελληνική κολεγιακή ενδυμασία αμέσως μετά τα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας το 1824. Φορά έναν απλό και ηπίας πράσινης χρωματικής ποδήρη χιτώνα που ομοιάζει τόσο με ρωμαϊκή τήβεννο όσο και με ιερατικό άμφιο. Επάνω από αυτό κρατιέται με πόρπη ένας μανδύας σε πορφυρό χρώμα. Χαρακτηριστικό είναι και το καπέλο σατούρνο (Κρόνιο), γνωστό ως τέτοιο επειδή η εμφάνισή του θυμίζει τον δακτυλιοειδή πλανήτη Κρόνο, που είναι καπέλο ιεράρχη με φαρδύ, κυκλικό χείλος και συνήθως στρογγυλεμένο επίστεμμα που φοριέται σε εξωτερικούς χώρους από καθολικούς κληρικούς. Τέλος ένα μενταγιόν με μεγεθυντικό φακό που κρέμεται στο κορδόνι του λαιμού ανακαλεί την ευρέως γνωστή αγάπη του Γκίλφορντ να μελετά επιμελώς αρχαία ελληνικά χειρόγραφα. Είχε παρουσιαστεί έτσι, με αυτό το εργαλείο, τουλάχιστον δύο επιπλέον φορές (δείτε τις χαρακτικές προσωπογραφίες από τον Πέτρο Παυλίδη-Μηνώτο και Περικλή Σκιαδαρέση). Η έντονη χρωματική στα ερυθρά μποτίνια μάλλον επιλέγηκε με σκοπό να ελκύσει την προσοχή του κόσμου.

II.         ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ ΤΟΥ ΚΥΚΛΟΥ ΤΟΥ ΓΚΙΛΦΟΡΝΤ

1.         Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Ισαβέλλα Θεοτόκη-Αλμπρίτζι (1760-1836), π. 1830.

2.         Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831), π. 1846.

3.               Σερ Φράνσις Τσάντρεϋ, RA (1781-1841).Γεώργιος Δ’ (1762-1830), 1827.

4.         Σερ Παύλος Προσαλέντης (1784-1837).Σερ Τόμας Μαίτλαντ (1760-1824), 1822.

5.         Σερ Παύλος Προσαλέντης (1784-1837).Σερ Φρέντερικ Άνταμ (1784-1853), 1825.

1. Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Προσωπογραφία της Ισαβέλλας Θεοτόκη-Αλμπρίτζι (1760-1836), π. 1830. Λάδι σε καμβά, 55 x 40 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Η Ισαβέλλα Θεοτόκη-Αλμπρίτζι (1760-1836) ήταν φημισμένη οικοδέσποινα και λογία. Ιταλίδα ελληνικής καταγωγής, γεννήθηκε το καλοκαίρι του 1760, από πατέρα κερκυραίο, τον Κόμη Αντώνιο Θεοτόκη, του περίφημου κλάδου Θεοτόκη-Καλοκαρδιάρη, και μητέρα βενετσιάνα, την Κοντέσα Νικολέτα ντε Βέτζια. Ο πατέρας της ασχολήθηκε προσωπικά με τη μόρφωση της κόρης του, επιλέγοντας αξιόλογους δασκάλους οι οποίοι της έμαθαν ιταλικά, γαλλικά, λατινικά και αρχαία ελληνικά. Σε ηλικία 16 ετών, μετά από μεσολάβηση της οικογενείας της, παντρεύτηκε τον μεσήλικα αξιωματικό του ναυτικού και έπειτα γνωστό συγγραφέα ιστορικών πραγματειών Κάρλο Αντόνιο Μαρίν (1745-1815) από τη Βενετία. Απέκτησαν έναν υιό, μετά τη γέννηση του οποίου αποφάσισαν να μετακομίσουν στη Βενετία. Η Ισαβέλλα δεν επέστρεψε ξανά στη γενέτειρά της, αλλά φρόντισε να την κρατήσει ζωντανή στη σκέψη της και να στηρίξει με τον τρόπο της κάθε αγώνα προς επιδίωξη της ελευθερίας των Επτανήσιων. Το 1796, έχοντας χωρίσει από τον πρώτο της σύζυγο, παντρεύτηκε τον Κόμη Τζοβάνι Μπατίστα Δ’ Τζουζέπε Αλμπρίτζι, με τον οποίο απέκτησε έναν ακόμη υιό. Ο δεύτερος σύζυγός της, θαύμαζε ιδιαιτέρως την έντονη προσωπικότητα της Ισαβέλλας και στήριξε τις συναντήσεις που διοργάνωνε πλέον στo Παλάτσο Αλμπρίτζι. Εκείνο τον καιρό, η Βενετία, αποτελούσε σημαντικό κέντρο της ευρωπαϊκής πολιτιστικής, κοινωνικής και καλλιτεχνικής δραστηριότητας. Η Ισαβέλλα σύντομα αναδείχθηκε σε χαρισματική οικοδέσποινα. Η οικία της έγινε στέκι για ανθρώπους του πνεύματος που συζητούν τα νέα ρεύματα και τις ιδέες που έφερε η Γαλλική Επανάσταση ενώ η ίδια διακρίθηκε για την πλατιά της μόρφωση, το χιούμορ, την οξύνοια και την αμεσότητα που είχε με το κοινό της, τόσο ως οικοδέσποινα όσο και ως συγγραφέας. Στο φιλολογικό της σαλόνι συνέρρεαν προσωπικότητες από όλη την Ευρώπη όπως οι Γκαίτε, Αντόνιο Κανόβα, Ιωάννης Καποδίστριας, Ανδρέας Μουστοξύδης, Λόρδος Μπάιρον, Μάριο Πιέρι, Ιππόλιτο Πιντεμόντε, Σατωμπριάν, Σερ Γουόλτερ Σκοτ, Μαντάμ ντε Σταλ και Ούγκο Φόσκολο. Μετά τη διάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας (1797) ταξίδεψε για καιρό σε άλλες πόλεις της Ιταλίας αλλά και στο Παρίσι, όπου επίσης διοργάνωσε φιλολογικές συναντήσεις με ανθρώπους που μοιράζονταν τις προοδευτικές της ιδέες. Το 1807 δημοσίευσε το βιβλίο της Ριτράτι (Προσωπογραφίες), μία σειρά λογοτεχνικών απεικονίσεων που συνέθεσε από άνδρες που γνώριζε και σύχναζαν στο σαλόνι της, εκφράζοντας τα κοσμοπολίτικα ιδανικά της κοινωνικότητας. Πέθανε στη Βενετία στις 27 Σεπτεμβρίου 1836 και ο θάνατός της βύθισε σε πένθος τον πνευματικό κόσμο της Ιταλίας. [www.capodistriasmuseum.gr/persons/isavella-theotoki-albritzi/]. Στο Αρχείο Γκίλφορντ για την Ιόνιο Ακαδημία στη Βρετανική Βιβλιοθήκη φυλάσσεται επιστολή της προς τον Γκίλφορντ (Add MS 88900/1/13).

2. Πέτρος Παυλίδης-Μηνώτος (Ιωάννινα, 1800-1861). Προσωπογραφία του Ιωάννη Καποδίστρια, π. 1846. Λάδι σε καμβά, 70 x 57 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας (1776-1831) ήταν Έλληνας διπλωμάτης και πολιτικός. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια με πολιτική παράδοση, για αυτό και αναμείχθηκε με την πολιτική ήδη από το 1803, οπότε και διορίστηκε γραμματέας της επικρατείας της Ιονίου Πολιτείας, δηλαδή τη Δημοκρατία που συγκροτήθηκε από τα επτά Επτάνησα. Με την κατάληψη των Επτανήσων από τους Γάλλους, αποσύρθηκε και εντάχθηκε στη ρωσική διπλωματική υπηρεσία. Εκεί, ανέλαβε σημαντικές θέσεις καταφέρνοντας να αναδειχθεί σε υπουργό εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας από το 1815 έως το 1822, οπότε και υποχρεώθηκε σε παραίτηση λόγῳ της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Στις 14 Απριλίου 1827 η Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας τον επέλεξε πρώτο Κυβερνήτη της Ελλάδας, θέση από την οποία ήλθε σε τριβή με τους τοπικούς οπλαρχηγούς, με αποτέλεσμα τη δολοφονία του στις 9 Οκτωβρίου 1831, στο Ναύπλιο, από τον αδελφό και τον υιό του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, σε αντίποινα της φυλάκισης του τελευταίου. Ως κυβερνήτης της Ελλάδας προώθησε σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την αποκατάσταση των πολιτικών διοικήσεων του κράτους, καθώς και για τη θέσπιση του νομικού πλαισίου της πολιτείας, απαραίτητου για την εγκαθίδρυση της τάξης. Επίσης, αναδιοργάνωσε τις ένοπλες δυνάμεις υπό ενιαία διοίκηση. § Ο Παυλίδης-Μηνώτος (1800-1862) ήταν καθηγητής ελαιογραφίας στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο μεταξύ 1854-1862. Η τέχνη του αντιπροσωπεύει μία ζωγραφική με εξαιρετικό σχέδιο και χαρακτηρίζεται από τη γλυκύτητα και την εξειδίκευση στην εικονογράφηση. Με σπουδές ζωγραφικής στην Ιταλία και γνώση των ζωγραφικών τάσεων του Παρισιού και του Μονάχου, επηρεάστηκε σαφώς από την Επτανησιακή Σχολή. Η ημισείου μήκους φιγούρα του Καποδίστρια, καθισμένου σε έναν θρόνο δεσπόζει στο κέντρο της εικόνας σε σκούρο φόντο. Έχει μία ελαφρά κλίση προς τα δεξιά, το βλέμμα στρέφεται προς τον θεατή, το ύφος του είναι γαλήνιο και τα χείλη του σφραγισμένα. Φορά επίσημη ένδυση, πλούσια κάπα, ευρωπαϊκό κοστούμι, πουκάμισο με υψηλή λαιμόκοψη και λαιμοδέτη. Το παράσημο του Αστέρα κοσμεί ευδιάκριτα το πέτο του παλτού του. Το αριστερό του χέρι ακουμπά στο μπράτσο του θρόνου, ενώ το δεξί παραμένει κάτω. Ο παρών πίνακας αποκαλύπτει το χαρακτηριστικό της ιονίας προσωπογραφίας. Το μέγεθος της μορφής, η θέση του σώματος, η έκφραση του χαρακτήρα και η δηλωμένη ταυτότητά του είναι στοιχεία της τέχνης που αναπτύχθηκε κατά την περίοδο της ανάδειξής της επί Νικολάου Κουτούζη και Νικολάου Καντούνη και διατηρήθηκε από τους απογόνους τους, στους οποίους ανήκει ο Παυλίδης-Μηνώτος. Ωστόσο, στο έργο του φαίνονται οι νέες τάσεις της εποχής και η σύγκλισή του με τους καλλιτεχνικούς κύκλους του εξωτερικού και της Αθήνας. Διακεκριμένος στη χαρακτική έφτιαξε δύο λιθογραφίες με θέμα τον Καποδίστρια (Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας και Δημοτική Ιστορική Βιβλιοθήκη Ζακύνθου) χαλαρά με βάση αυτόν τον πίνακα. § Με τη Συνθήκη των Παρισίων (1815) τα Επτάνησα έγιναν προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας και, το ίδιο έτος, ο Γκίλφορντ ξεκίνησε συζητήσεις με τον Καποδίστρια για ένα πιθανό Ιόνιο Πανεπιστήμιο. Ο Καποδίστριας αποκάλεσε τον Γκίλφορντ σε επιστολές του «ο μεγάλος μας Έλληνας» (Βρετανική Βιβλιοθήκη, Add. Ms 41535).

3. Σερ Φράνσις Τσάντρεϋ, RA (1781-1841). Προτομή του Γεωργίου Δ’ (1762-1830), Βασιλέα του Ηνωμένου Βασιλείου Μεγάλης Βρετανίας & Ιρλανδίας, 1827. Μάρμαρο. Παραχώρηση του Ανακτόρου Αγίων Μιχαήλ & Γεωργίου, Κέρκυρα. | Ο Γεώργιος Δ’ (1762-1830) ήταν βασιλέας του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Ιρλανδίας και βασιλέας του Ανόβερου από τον θάνατο του πατέρα του, Βασιλέα Γεωργίου Γ’, το 1820, μέχρι τον θάνατό του δέκα χρόνια αργότερα. Κατά την άνοδό του στον θρόνο, ενεργούσε ως Πρίγκιπας Αντιβασιλέας, πράττοντας έτσι από το 1811, κατά τη διάρκεια της εσχάτης ασθενείας του πατέρα του. Ο Γεώργιος χαρακτηρίστηκε ως ο «Πρώτος κύριος της Αγγλίας» λόγω του ύφους και των τρόπων του. Ήταν εύστροφος, έξυπνος και γνώστης, αλλά η αυταπάρνηση και η λαιμαργία του τον οδήγησε να σπαταλήσει μεγάλο μέρος του ταλέντου του. Η περίοδος της Αντιβασιλείας είδε μία αλλαγή στη μόδα που καθορίστηκε σε μεγάλο βαθμό από τον Γεώργιο. Ήταν ο μεγαλύτερος βασιλικός υποστηρικτής της τέχνης, της αρχιτεκτονικής, της μουσικής και της επιστήμης. Οι πολλές παρακαταθήκες του περιλαμβάνουν το Πάρκο Αντιβασιλέα (Ρίτζεντς Παρκ) και την Εθνική Πινακοθήκη Προσωπογραφίας. Το εγκώμιο του Δούκα του Ουέλινγκτον, που εκφωνήθηκε στη Βουλή των Λόρδων, εξήρε τη γνώση και το ταλέντο του Γεωργίου και τον αποκάλεσε «τον πιο ολοκληρωμένο άνδρα της εποχής του». Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του ανεγέρθηκε ένας μεγάλος αριθμός αγαλμάτων του Γεωργίου, τα οποία περιλαμβάνουν ένα χάλκινο έφιππο από τον Σερ Φράνσις Τσάντρεϋ στην πλατεία Τραφάλγκαρ. Ο Τσάντρεϋ σκάλισε την πρώτη εκδοχή δεκαπέντε παρομοίων μαρμάρινων προτομών σε γύψο το 1821, το έτος της στέψης του (τώρα στο Ασμόλειο Μουσείο της Οξφόρδης). Με τις ολόσωμες προσωπογραφίες του Σερ Τόμας Λώρενς σε λάδια, καθιέρωσε την επίσημη εικόνα του Βασιλέα σε όλη τη δεκαετή βασιλεία του. Αποτυπώνει την ικανότητα του γλύπτη να εξιδανικεύει χωρίς να χάνει την ομοιότητα. Ο Βασιλέας εμφανίζεται ταυτοχρόνως υψηλός και αγαπητός, ντυμένος ως αρχαίος στρατάρχης αλλά φορώντας μία από τις δικές του καστανές περούκες. Ο Γεώργιος γνώριζε ότι οι Βρετανοί θεωρούσαν τον Γκίλφορντ προσωπικότητα προβεβλημένη ως αυθεντία για τα ελληνικά εκπαιδευτικά της εποχής (Νικόλαος Κ. Κουρκουμέλης. Η Εκπαίδευση στην Κέρκυρα κατά τη διάρκεια της Βρετανικής Προστασίας 1816-1864. Αθήνα, GR: Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, 2002:155). Πέρα από την προσωπική του εκτίμηση και την τιμή της φιλίας του, ο Γεώργιος τον υποστήριζε με αφανείς ενέργειες. Φαίνεται να του έδωσε τη διαβεβαίωση για την ανάθεση της ίδρυσης του Πανεπιστημίου πριν τον Μάιο του 1819. Έτσι εξηγείται και η απονομή στον Γκίλφορντ του τίτλου του διδάκτορα της νομικής από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στις 25 Οκτωβρίου 1819. Μετά την άνοδό του στον θρόνο, Ιανουάριο 1820, ο Γεώργιος απένειμε στον Γκίλφορντ τον τίτλο «Άρχων» (αυτόθι 2002:158-159).

4. Σερ Παύλος Προσαλέντης (1784-1837). Προτομή του Σερ Τόμας Μαίτλαντ (1760-1824), Πρώτου Υπάτου Αρμοστή των Ιονίων Νήσων, 1822. Ορείχαλκος. Παραχώρηση του Ανακτόρου Αγίων Μιχαήλ & Γεωργίου, Κέρκυρα. | Ο Σερ Τόμας Μαίτλαντ(1760-1824) ήταν Κυβερνήτης της Μάλτας και υπηρέτησε ως Λόρδος Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων κατά την περίοδο 1815-1823, με έδρα την Κέρκυρα. Ευρέως γνωστός ως «Βασιλέας Τομ», ήταν ένας ικανός διαχειριστής. Ίδρυσε κυβερνητικές τράπεζες, έφτιαξε δρόμους και φάρους. Έχοντας επίγνωση της σημασίας που έδιδαν οι Ιόνιοι στους τίτλους, ίδρυσε το Τάγμα των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, των οποίων οι τιμές επρόκειτο να απονείμονται σε καταλλήλους αποδέκτες στα Επτάνησα και τη Μάλτα. Για να εξοπλίσει το νέο Τάγμα με έδρα καθώς και για να στεγάσει τη Γερουσία και να παράσχει στέγη στον Λόρδο Ύπατο Αρμοστή, ανέθεσε το ανάκτορο που εξακολουθεί να κοσμεί την κάτω Σπιανάδα στην πόλη της Κέρκυρας. Όταν πέθανε και τάφηκε στη Μάλτα το 1824, τον θρήνησαν στην Κέρκυρα με ειδικές τελετές μνημοσύνου. Η προτομή του, φιλοτεχνημένη από τον Προσαλέντη, είναι η πρώτη στη μοντέρνα Ελλάδα που χυτεύτηκε σε μπρούτζο. Είναι ενδιαφέρον ότι μια γύψινη μελέτη του 1817 αυτής της προτομής, που στεγάζεται στο Μουσείο Τόρβαλντσεν της Κοπεγχάγης, υποδηλώνει ότι ο Προσαλέντης είχε ζητήσει τη συμβουλή του συναδέλφου του γλύπτη Μπέρτελ Τόρβαλντσεν (1797-1838) για τη χύτευση. Αμέσως μετά την απονομή του τίτλου «Άρχων» στον Γκίλφορντ από τον Γεώργιο Δ’, στις 24 Φεβρουαρίου 1820 ο Μαίτλαντ ζήτησε από τη Ιόνιο Βουλή να κάνει τη Γερουσία να τον αναγνωρίσει, σύμφωνα με την επιθυμία του, ως άμισθο συντονιστή όλης της εκπαίδευσης στην Ιόνιο Πολιτεία. Σύμφωνα με αυτή την ενέργεια, στις 25 Μαρτίου 1820 η Γερουσία διόρισε τον Γκίλφορντ «Άρχοντα» και στις 28 Μαρτίου ανέλαβε τα καθήκοντά του (Νικόλαος Κ. Κουρκουμέλης. Η Εκπαίδευση στην Κέρκυρα κατά τη διάρκεια της Βρετανικής Προστασίας 1816-1864. Αθήνα, GR: Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, 2002:160). Στις 17 Μαΐου 1821 ο Μαίτλαντ αποφάσισε να υποστηρίξει την αρχική επιθυμία του Γκίλφορντ να ιδρύσει την Ακαδημία στην Ιθάκη, ως γενέτειρας του Οδυσσέα. Ωστόσο, το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης αναστάτωσε τις νησιωτικές κοινωνίες και προβλημάτισε τις βρετανικές αρχές. Στις 4 Μαρτίου 1823, ο Μαίτλαντ επανέφερε το θέμα στην Ιόνιο Βουλή, παρουσιάζοντας τους φόβους του και τις λύσεις του προβλήματος. Στα επιχειρήματα που χρησιμοποίησε ανέφερε ότι ο θεσμός που αρχικά προβλεπόταν στην Ιθάκη, κοντά στις τοποθεσίες της εθνεγερσίας, θα δημιουργούσε αυξημένα λειτουργικά και άλλα προβλήματα. Για τον λόγο αυτό πρότεινε ως καταλληλότερη την Κέρκυρα, όπου η Κυβέρνηση μπόρεσε να παραχωρήσει το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο (αυτόθι 2002:180). Μετά από συνεννόηση με τον Γκίλφορντ, ο οποίος θεώρησε ότι οι αναθεωρημένες απόψεις του Μαίτλαντ είχαν βάση, με υπόδειξη του Αρμοστή, αποφασίστηκε στις 29 Μαΐου να ανοίξει η Ακαδημία μέσα στο επόμενο έτος, το 1824, στην Κέρκυρα (αυτόθι 2002:181).

5. Σερ Παύλος Προσαλέντης (1784-1837). Προτομή του Σερ Φρέντερικ Άνταμ (1784-1853), Δευτέρου Υπάτου Αρμοστή των Ιονίων Νήσων, 1825. Μάρμαρο. Παραχώρηση του Ανακτόρου Αγίων Μιχαήλ & Γεωργίου, Κέρκυρα. | Ο στρατηγός Σερ Φρέντερικ Άνταμ (1784-1853) ήταν Σκωτσέζος στρατηγός που έλαβε μέρος στη μάχη του Βατερλό. Μεταξύ 1824 και 1832 ήταν Λόρδος Ύπατος Αρμοστής των Ιονίων Νήσων. Παντρεύτηκε την Κερκυραία Διαμαντίνα Παλατιανού και για χάρη της έκτισε το Ανάκτορο του Μον Ρεπό. Στην Προτομή του Άνταμ ο Προσαλέντης τονίζει τα καθαρά ιδεαλιστικά στοιχεία, την ηρωική έκφραση και το αυτοκρατορικό ύφος σε μία πιστή απόδοση των κλασικιστικών ιδεωδών. Στο βάθρο παρουσιάζει τέσσερα ανάγλυφα με την εξής σειρά: στην εμπρόσθια πλευρά τον Άρη, στη δεξιά πλευρά τον Αγραίο Νόμιο (Προστάτη των Αγρών), στην αριστερή πλευρά την Αθηνά και στο πίσω μέρος την προσωποποίηση της Κερκύρας. Πρόκειται για συμβολικές φιγούρες, προκειμένου να αναδειχθούν οι αρετές του θέματος, η στρατιωτική του ιδιότητα, η προσφορά του στη γεωργία της νήσου, η σοφία του και η αγάπη του για τη νήσο.

6. Νικόλαος Οικονομόπουλος (περ.1850-1900). Προσωπογραφία Σπυρίδωνα Τρικούπη (1788-1873), Έλληνα Πολιτευτή, Διπλωμάτη και Συγγραφέα, 1825. Οξυγραφία σε χαρτί, 15 x 10 εκ. Παραχώρηση του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κέρκυρα. | Ο Σπυρίδων Τρικούπης (1788-1873) ήταν Έλληνας πολιτικός, διπλωμάτης, συγγραφέας και ρήτορας. Γεννήθηκε στο Μεσολόγγι και ήταν υιός ενός εντοπίου προύχοντα, του Ιωάννη Τρικούπη. Μετά τις σπουδές του στο Παρίσι και το Λονδίνο, έγινε ιδιωτικός γραμματέας στον Φρέντερικ Νορθ, 5ο Κόμη του Γκίλφορντ, Πρύτανη της Ιονίου Ακαδημίας. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης, κατέλαβε πολλές σημαντικές διοικητικές και διπλωματικές θέσεις. Ήταν μέλος της προσωρινής κυβέρνησης το 1826, μέλος της εθνικής συνέλευσης στην Τροιζήνα το 1827 και πρόεδρος του Συμβουλίου Επικρατείας και υπουργός εξωτερικών το 1832. Ο Όθωνας Α’, Βασιλέας της Ελλάδας, τον διόρισε πρώτο Πρωθυπουργό το 1833 Υπήρξε τρεις φορές Έλληνας Πρέσβης στο Λονδίνο (1834-1837, 1841-1843 και 1849-1862) και το 1850 Έκτακτος Απεσταλμένος στο Παρίσι. Ο επικήδειος λόγος του για τον φίλο του Λόρδο Βύρωνα, που εκφωνήθηκε στον καθεδρικό ναό του Μεσολογγίου το 1824, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες. Μία συλλογή των προηγούμενων θρησκευτικών και πολιτικών του ομιλιών δημοσιεύτηκε στο Παρίσι το 1836. Ήταν ο συγγραφέας της Ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης (Λονδίνο: Τέιλορ και Φράνσις, 1853-1857). Ήταν πατέρας του Χαρίλαου Τρικούπη, επίσης Πρωθυπουργού της Ελλάδας.

III.       ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΕΣ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΗΣ ΙΟΝΙΟΥ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ

1.         Ανδρέας Ιδρωμένος (1764-1843), Αρχιμανδρίτης της Ιονίου Ακαδημίας.

2.         Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829), Επίτιμος Διδάκτωρ Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας.

3.         Θεόκλητος Φαρμακίδης (1784-1860), Καθηγητής Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας.

4.         Κωνσταντίνος Ασώπιος (1785-1872), Καθηγητής Ιστορίας της Ιονίου Ακαδημίας.

5.         Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867), Καθηγητής Φιλολογίας της Ιονίου Ακαδημίας.

6.         Αθανάσιος Πολίτης (1790-1864), Καθηγητής Χημείας της Ιονίου Ακαδημίας.

7.         Ανδρέας Κάλβος (1792-1869), Καθηγητής Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας.

8.          Νικόλαος Πίκκολος (1792-1865), Καθηγητής Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας.

9.         Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός (1800-1876), Βιβλιοθηκάριος της Ιονίου Ακαδημίας.

•           Στυλιανός Μαράτος (γ. Ιθάκη), Καθηγητής Ανατομίας. | Γνωστός για τις ικανότητές του  (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη 1997:189).

•           Μάριος Πιέρης (1776-1852), προτεινόμενος Καθηγητής Φιλολογίας. | Γνωστός λογοτέχνης.

•           Στυλιανός Σπαθής (;), Καθηγητής Βοτανικής. | Ιατρός του Πανεπιστημίου του Γκέτινγκεν.

•           Ιωάννης Καραντηνός (1784-1834), Καθηγητής Μαθηματικών της Ιονίου Ακαδημίας.

•           Γεώργιος Ιωαννίδης (;), Καθηγητής Ελληνικής Φιλολογίας.

•           Τζαίημς Λουσινιάν (;), Καθηγητής Φιλολογίας & Γραμματέας. | Πολύγλωσσος, ο οποίος, εκτός από αρχαία και νέα ελληνικά, λατινικά και αγγλικά, καταλάβαινε ιταλικά, γαλλικά και γερμανικά (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη 1997:187).

•           Φράνσις Μπαλφούρ (Francis Balfour), Καθηγητής Εβραϊκής και Ανατολικών Γλωσσών & Κοσμοφύλαξ. | Είχε δίπλωμα Μάστερ Τεχνών από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, όπου είχε παραμείνει για πολύ και γνώριζε τους κανονισμούς του και τον τρόπο εφαρμογής τους. Καταλάβαινε τέλεια τα νέα ελληνικά και το γεγονός ότι ήταν ξένος θα απομάκρυνε κάθε υποψία μεροληψίας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη 1997:188).

•           Πάκκο Μπένσα (Pacco Bensa), Καθηγητής Ιατρικής. Σικελός, ο οποίος γνώριζε νέα ελληνικά και εργαζόταν στο αγγλικό στρατιωτικό νοσοκομείο. Ήταν γνωστός για την επιστημοσύνη του και τις επιτυχίες του (Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη 1997:189).

•           Φρέντερικ Γκριγκ (Frederic Grigg), προτεινόμενος Καθηγητής Εμπορίου.

1. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Ανδρέα Ιδρωμένου (1764-1843), Αρχιμανδρίτη της Ιονίου Ακαδημίας, 1874. Οξυγραφία σε χαρτί, 26 x 22 εκ. Παραχώρηση της Συλλογής Γιώργου Χ. Σουρτζίνου, Κέρκυρα. | Ο Ανδρέας Ιδρωμένος (1764-1843) γεννήθηκε στην Πάργα και μαθήτευσε πλάι στους Ακάκιο Δεσύλλα, ο οποίος ήταν θείος του, και Αγάπιο Λεονάρδο, λόγιο μοναχό. Το 1791 χειροτονήθηκε ιερέας και εν συνεχεία μελέτησε κείμενα αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, καταφέρνοντας να καλλιεργήσει τη φιλολογική του μόρφωση. Διορίστηκε αρχειοφύλακας και στη συνέχεια διευθυντής του κοινοτικού σχολείου στην Πάργα. Προσωπικός του βοηθός ήταν ο Χριστόφορος Περραιβός, μέσω του οποίου μυήθηκε στα επαναστατικά σχέδια του Ρήγα Βελεστινλή. Μετά από όλα αυτά αναδείχθηκε ο κυριότερος πολιτικός σύμβουλος των κατοίκων της Πάργας και του Σουλίου στον αγώνα τους εναντίον του Αλή Πασά. Ο Αλή Πασάς τον κάλεσε ανεπιτυχώς στα Ιωάννινα, έχοντας απώτερο σκοπό να τον δολοφονήσει. Όταν, το 1797, η Κέρκυρα καταλήφθηκε από τους Γάλλους, παρακάλεσε τον Ναπολέοντα να συμπεριλάβει και την περιοχή της Πάργας υπό την προστασία του. Τα γεγονότα που ακολούθησαν, όπως η Άλωση της Πρέβεζας από τον Αλή Πασά το 1798 και η υποταγή του Σουλίου το 1803, απογοήτευσαν τον Ιδρωμένο, ο οποίος αναγκάστηκε το 1804 να μετακομίσει στην Κέρκυρα, μετά από πρόσκληση του Ιωάννη Καποδίστρια. Εκεί υπήρξε διευθυντής του Ελληνικού Φροντιστηρίου, ενώ από το 1808 υπήρξε μέλος της Ιονικής Ακαδημίας και της Βιβλικής Ακαδημίας. Το 1824 εξελέγη επίτιμος καθηγητής Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας, ενώ παράλληλα συνέγραψε ηθικοδιδακτικά έργα, λόγους, επιστολές, θρησκευτικές ακολουθίες αλλά και ωδές χρησιμοποιώντας αρχαϊκό μέτρο. Ο Γκίλφορντ απένειμε τον στέφανο του διδάκτορα της Θεολογίας στον Ιδρωμένο κατά την τελετή εγκαινίων της Ιονίου Ακαδημίας, στις 24 Μαΐου 1824 (Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Η Ιόνιος Ακαδημία: Το Χρονικό της Ίδρυσης του Πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου 1811-1824, Αθήνα, GR: Εταιρεία Αρχειακών Μελετών και Εκδόσεων «Ο Μικρός Ρωμηός», 1997:207).

2. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Αθανασίου Ψαλίδα (1767-1829), Επιτίμου Διδάκτωρος Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας, 1874. Ξυλογραφία από το βιβλίο του Αναστασίου Ν. Γούδα, Βίοι Παράλληλοι των επί της Αναγεννήσεως της Ελλάδος Διαπρεψάντων Ανδρών, τόμος Β’, 1874 Αθήνα. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Αθανάσιος Ψαλίδας (1767-1829) υπήρξε Έλληνας συγγραφέας, λόγιος και μία από τις πιο γνωστές μορφές του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Γεννήθηκε το 1767 στα Ιωάννινα, όπου ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Συνέχισε τις σπουδές του στη Ρωσική Αυτοκρατορία (1785-1787) και στην Αυστρία (1787-1795). Το 1791 δημοσίευσε το πρώτο του έργο, Αληθής Ευδαιμονία, με το οποίο αποκατέστησε θεμελιώδεις θεωρητικές θέσεις για την ύπαρξη του Θεού, την αθανασία, τη μετά θάνατον ζωή, την ελευθερία του ανθρώπου και την έννοια των ορίων της ελευθερίας. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Βιέννη, εργάστηκε σε αρκετές ελληνικές εκδοτικές εταιρείες και τυπογραφεία. Το 1792, μαζί με τον Κύπριο Ιωάννη Καρατζά (1767-1798), εξέδωσε το Έρωτος Aποτελέσματα (1792), αποτελούμενο από τρεις ρομαντικές ιστορίες. Σε διάψευση των συντηρητικών κύκλων, που δεν εμπιστεύονταν τις ιδέες και τις καινοτομίες του, δημοσίευσε το έργο Καλοκινήματα (1795), όπου καταγγέλλει ολόκληρη την επίσημη πνευματική ηγεσία των Ελλήνων, οι οποίοι, σύμφωνα με τη γνώμη του, κρατούσαν στην αμάθεια και στη βαρβαρότητα τον υπόδουλο ελληνικό λαό. Το 1796 επέστρεψε στα Ιωάννινα, όπου έγινε διευθυντής του πιο φημισμένου σχολείου της πόλης, του Καπλανείου, και παρέμεινε σε αυτή τη θέση για 25 χρόνια. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου ενίσχυσε το πρόγραμμα σπουδών του σχολείου εισάγοντας μαθήματα ιστορίας, γεωγραφίας, φυσικών επιστημών, οικονομικών και ξένων γλωσσών. Ο Ψαλίδας έφερε επίσης μαζί του εκπαιδευτικό εξοπλισμό και ειδικά όργανα για να διδάξει την αστρονομία και να πραγματοποιήσει μία σειρά από χημικά και φυσικά πειράματα. Τα μαθήματά του δεν παρακολουθούνταν μόνο από τους μαθητές του, αλλά και από ντόπιους που θαύμαζαν το έργο του. Εξόπλισε επίσης τη βιβλιοθήκη του σχολείου και προσέλαβε εξειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό. Επιπλέον, πρόσφερε υποτροφίες στους καλύτερους μαθητές του. Είχε γίνει μία από τις πιο διακεκριμένες προσωπικότητες της πόλης των Ιωαννίνων, συμμετέχοντας σε τοπικά δικαστήρια και συμβούλια και ως σύμβουλος του Αλή Πασά. Όταν ξέσπασε ένοπλη σύγκρουση μεταξύ του Αλή Πασά και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1820-1822) βρήκε καταφύγιο στο κοντινό Ζαγόρι. Εν συνεχεία έζησε στην Κέρκυρα, όπου έγινε διδάκτορας της Ιονίου Ακαδημίας, αλλά του αρνήθηκαν την ευκαιρία να διδάξει λόγω των προοδευτικών του ιδεών. Αργότερα έγινε διευθυντής του σχολείου της Λευκάδας, όπου και πέθανε, το 1829.

3. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Θεοκλήτου Φαρμακίδη (1784-1860), Καθηγητή Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας, π. 1860. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης (1784-1860) ήταν Έλληνας λόγιος και δημοσιογράφος. Υπήρξε μία αξιόλογη φυσιογνωμία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Γεννήθηκε το 1784 στη Νίκαια κοντά στη Λάρισα, στην περιοχή της Θεσσαλίας της βόρειας Ελλάδας. Σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στη Κωνσταντινούπολη (1804-1806). Μετά τον ιδρυτή Άνθιμο Γαζή συνέχισε την έκδοση του «Ερμής ο Λόγιος» με τον σύντροφό του Κωνσταντίνο Κοκκινάκη. Εντάχθηκε στη Φιλική Εταιρεία και έγινε θαυμαστής του Αδαμαντίου Κοραή, υποστηρικτή της ελληνικής ανεξαρτησίας και επικριτής του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Μετά το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης έγινε φίλος με τον Δημήτριο Υψηλάντη. Τον Αύγουστο του 1821, στην Καλαμάτα άρχισε να εκδίδει την ελληνική εφημερίδα «Ελληνική Σάλπιγξ». Έλαβε μέρος στις Εθνοσυνελεύσεις Επιδαύρου και Άστρους και αργότερα δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία (1823-1825). Υπήρξε οπαδός του αγγλικού κόμματος και του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου. Επί Όθωνα διετέλεσε σύμβουλος επί εκκλησιαστικών θεμάτων και υποστηρικτής της ίδρυσης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ήταν φιλελεύθερος και ανεκτικός στα διαφορετικά δόγματα και έγινε φίλος με τον Τζόνας Κινγκ (1792-1869), τον αμφιλεγόμενο προτεστάντη ιεραπόστολο στην Ελλάδα. Έντονα φιλοδυτικός υποστηρικτής, ήταν κατά της ελληνικής εμπλοκής στον Κριμαϊκό πόλεμο.

4. Ιάσων Ζωχιός (Κέρκυρα, 1840-1909). Προσωπογραφία του Κωνσταντίνου Ασωπίου (1785-1872), Καθηγητή Ιστορίας της Ιονίου Ακαδημίας, 1873, Αθήνα. Λιθογραφία από το «Αττικόν Ημερολόγιον του Έτους 1874», τ. Η’. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Κωνσταντίνος Ασώπιος (1785-1872) ήταν Έλληνας λόγιος και πανεπιστημιακός καθηγητής του 19ου αιώνα από την Ήπειρο. Γεννήθηκε σε φτωχή οικογένεια στο Γραμμένο Ιωαννίνων και έφερε το επώνυμο Ράδος. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, ακολούθησε τη μητέρα του στα Ιωάννινα όταν εκείνη βρήκε εργασία στην οικία της οικογένειας Μελά. Χάρη στις επιδόσεις του στα γράμματα κατέστη υπότροφος του Ζώη Καπλάνη ενώ αργότερα έλαβε από τον σχολάρχη του, Αθανάσιο Ψαλίδα, το επίθετο «Ασώπιος», το οποίο και υιοθέτησε. Παράλληλα με τις σπουδές του, εργαζόταν ως ιδιωτικός δάσκαλος και με το χρηματικό ποσό που συγκέντρωσε μετέβη μαζί με τον Χριστόφορο Φιλητά στην Νάπολη για να σπουδάσει ιατρική, όμως ένα πρόβλημα υγείας τον ανάγκασε να μεταβεί το 1813 στην Κέρκυρα προς θεραπεία. Μετά την ανάρρωσή του, επέστρεψε στην Ιταλία και συγκεκριμένα στη Βενετία όπου δραστηριοποιήθηκε ως μεταφραστής και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Τεργέστη όπου και με προτροπή του αντιπροέδρου της παροικίας Ιακώβου Ρώτα χρημάτισε για μια πενταετία δάσκαλος στην ελληνική σχολή της πόλης. Χάρη στη συνάντησή του με τον Γκίλφορντ, τον οποίο γνώριζε από τα Ιωάννινα, σπούδασε με έξοδά του στα πανεπιστήμια του Γκέτινγκεν, του Βερολίνου και του Παρισίου ώστε να αναλάβει καθηγητής της Ιονίου Ακαδημίας, που ο Άγγλος ευγενής σκόπευε να ιδρύσει. Ο Γκίλφορντ προσέφερε στον Ασώπιο το αξίωμα του Ρήτωρα και Κοσμήτωρα για το πρώτο έτος λειτουργίας της Ακαδημίας, το 1824. Μετά τον θάνατο του Γκίλφορντ το 1827 και την παρακμή της Ιονίου Ακαδημίας που ακολούθησε, ο Ασώπιος αποδέχτηκε τις προτάσεις του ελληνικού κράτους και κατέλαβε θέση στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ενώ διετέλεσε τρεις φορές πρύτανης (1843-1844, 1856-1857, 1861-1862). Αποσύρθηκε το 1866 εξαιτίας του σοβαρού προβλήματος υγείας που αντιμετώπιζε από παλαιότερα και απεβίωσε το 1872. Εκτός από τα Σούτσεια, στην εργογραφία του περιλαμβάνεται ένα συντακτικό και μία γραμματολογία καθώς και εισαγωγή στον Πίνδαρο.

5. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Χριστοφόρου Φιλητά (1787-1867), Καθηγητή Φιλολογίας της Ιονίου Ακαδημίας. Χαλκογραφία από το βιβλίο της Έλλης Δρούλια, Το γραφείο ενός κοσμοπολίτη λογίου του 19ου αι: Τα χειρόγραφα τετράδια του Χριστοφόρου Φιλητά, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, 2019 Αθήνα. | Ο Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867) ήταν Έλληνας δάσκαλος, λόγιος, γιατρός και πανεπιστημιακός καθηγητής που έζησε τον 19ο αιώνα. Γεννήθηκε το 1787 στο Γραμμένο Ιωαννίνων και πραγματοποίησε τις πρώτες σπουδές του στην Καπλάνειο Σχολή των Ιωαννίνων, όπου δάσκαλός του υπήρξε και ο Αθανάσιος Ψαλίδας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του στα Ιωάννινα, μετέβη στην Κέρκυρα και στην συνέχεια στην Νάπολη της Ιταλίας μαζί με το φίλο του Κωνσταντίνο Ασώπιο. Εκεί σπούδασε ιατρική, επιτυγχάνοντας το 1817, σε ηλικία 30 ετών, να αναγορευθεί διδάκτορας. Μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του, δίδαξε αρχικά στην Τεργέστη με προτροπή του αντιπροέδρου της ελληνικής παροικίας Ιάκωβου Ρώτα. Τότε γνώρισε τον Άγγλο φιλέλληνα Γκίλφορντ, που πίστεψε στις ικανότητές του και αποφάσισε να του παρέχει υποτροφία για σπουδές φιλολογίας στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Στον δρόμο για την Αγγλία το 1819 σταμάτησε πρώτα στο Παρίσι όπου γνώρισε τον Αδαμάντιο Κοραή και υιοθέτησε τις θέσεις του για το γλωσσικό ζήτημα. Έπειτα έφτασε στην Αγγλία όπου έμεινε σπουδάζοντας για μερικούς μήνες ελληνικά χειρόγραφα και έντυπα. Επιστρέφοντας στον ελλαδικό χώρο μέσω Βενετίας, όπου μελέτησε την πλούσια Δημοτική Βιβλιοθήκη, έγινε το 1820 διευθυντής του Λυκείου της Κερκύρας. Έγινε ρήτωρας και κοσμήτωρας για το δεύτερο έτος λειτουργίας της Ακαδημίας, το 1825, το πρώτο ελληνόφωνο πανεπιστήμιο που ίδρυσε ο Γκιλφορντ. Μετά το θάνατο Γκίλφορντ το 1827 και την παρακμή της Ακαδημίας, το 1829 ανέλαβε διευθυντής της Σχολής Ζακύνθου, το 1840 καθηγητής στο Γυμνάσιο Κερκύρας, την εποχή που εκεί ζούσε ο Διονύσιος Σολωμός. Δίδαξε και σε ελληνικά σχολεία του Μελένικου στη σημερινή Βουλγαρία. Ορίστηκε πρύτανης της Ιονίου Ακαδημίας την περίοδο 1853-1854 και Διευθυντής του Αρχοντείου της Παιδείας την περίοδο 1862-1865. Το 1866 διορίστηκε καθηγητής ελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, απεβίωσε όμως τον Ιούλιο του επόμενου έτους στην Κέρκυρα. Ο Φιλητάς άφησε πλούσιο έργο, μεγάλο μέρος από το οποίο έμεινε ανέκδοτο. Μελέτησε τη δημώδη γλώσσα και τα δημοτικά τραγούδια. Κύρια έργα του είναι η «Γραμματική της ελληνικής γλώσσης» (Κέρκυρα,1827) και τα «Φιλολογικά πάρεργα» (δύο τεύχη, Αθήνα, 1847). Επίσης μετέφρασε πλήθος έργων και άρθρων όπως τα «Ιλίου πέρσις», Β’ βιβλίο της Αινειάδας, «Η υπεράσπισις της Γραικικής Εκκλησίας εσχάτως προσβληθείσης υπό Δομινίκου Τεϊξέιρα», «Εις το περί της προς τους Ανατολικούς εγκυκλίου Πίου του Θ’» κ.ά. Επίσης, συνέταξε το 1843, ως καθηγητής της Φιλοσοφικής της Ιονίου Ακαδημίας, την επιγραφή του «Οβελίσκου του Ντάγκλας» στη Γαρίτσα της Κερκύρας, που αναφερόταν στις ευεργεσίες του του Λόρδου Υπάτου Αρμοστή των Ιονίων Νήσων Σερ Χάουαρντ Ντάγκλας (1776-1861) προς την Κέρκυρα, καθώς και την επιτύμβια επιγραφή για τον ευεργέτη Δημήτριο Καρυτσιώτη (1741-1819) στην Τεργέστη. Δυστυχώς δεν σώζεται η φυσική μορφή του Φιλητά. Η παρούσα γκραβούρα που τον απεικονίζει επιλέγηκε από την Έλλη Δρούλια, Διευθύντρια της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, για να υποδηλώσει τη μορφή του, θέτοντας το πρόσωπό του, δια της απουσίας του, στη σκιά της ιστορίας.

6. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Δρος Αθανασίου Πολίτη (1790-1864), Καθηγητή Χημείας της Ιονίου Ακαδημίας, π. 1880. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Δρ Αθανάσιος Πολίτης εκ Λευκάδος υπήρξε Καθηγητής χημείας στην Ιόνιο Ακαδημία. Εκ των μαθητών της Σχολής Τενέδου, σπούδασε ιατρική στο Πανεπιστήμιο της Παβίας στην Ιταλία. Συνεχίζοντας τις σπουδές του στο Παρίσι γνώρισε τον Γκίλφορντ και τον Καποδίστρια. Και οι δυο τον βοήθησαν να ολοκληρώσει τις σπουδές του και να προμηθευθεί τον απαραίτητο εξοπλισμό για την ίδρυση Χημικού Εργαστηρίου στην Κέρκυρα. Παράλληλα σπούδασε την αλληλοδιδακτική μέθοδο, την οποίαν ήταν ο πρώτος που εισήγαγε στην Ελλάδα και άρχισε να τη διδάσκει το 1819, όταν γύρισε στην Κέρκυρα, όπου ίδρυσε δικό του σχολείο. Αυτή η μέθοδος εκπαίδευσης βασίζεται στην ιδέα της συνεργασίας και της κοινής εμπειρίας, έτσι ώστε μαθητής και δάσκαλος να μαθαίνουν αμοιβαία, αν και οι στόχοι σπουδών τους μπορεί να είναι διαφορετικοί – επομένως, θεωρείται ότι οι μαθητές είναι οι εμπνευστές της ανάπτυξης της δικής τους γνώσης. Τα θετικά αποτελέσματα της μεθόδου αυτής έπεισαν τους υπεύθυνους για την παιδεία στα Επτάνησα να την εφαρμόσουν σε όλες τις σχολές των ιονίων νήσων. Επί πολλά χρόνια καθηγητής στην Ιόνιο Ακαδημία εδίδαξε χημεία προσφέροντας πολλά στην ελληνική επιστήμη. Μετέφρασε στα ελληνικά το μυθιστόρημα του Ούγου Φωσκόλου Οι τελευταίες επιστολές του Ιακώβου Όρτις (1802). Είναι σημαντικό ότι αυτό το μυθιστόρημα ακολούθησε την προσέγγιση του Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου του 1774 του Γκαίτε, το οποίο πραγματεύεται τη μάχη με τη μοίρα ενός ανθρώπου και την τελική αυτοκαταστροφή του, που είναι συχνά θέμα στην Αρχαία Ελληνική τραγωδία.

7. Χρήστος Ρουσέας (1896-1978). Προσωπογραφία του Ανδρέα Κάλβου (1792-1869), Καθηγητή Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας, π. 1960. Λάδι σε χάρντμπορντ, 71 x 60 εκ. Παραχώρηση του Μουσείου Σολωμού & Επιφανών Ζακυνθίων, Ζάκυνθος. | Ο Ανδρέας Κάλβος (1792-1869) υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ελληνες ποιητές. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο και ενηλικιώθηκε γλωσσικά στην Ιταλία (1802-1816). Μέχρι το 1820 ταξίδεψε και έζησε στην Ελβετία, την Αγγλία και τη Γαλλία. Η μόρφωση και η ποιητική του παιδεία σφραγίστηκαν από την προσωπικότητα του μεγαλύτερου Ιταλού, με ζακυνθία καταγωγή, ρομαντικού ποιητή του 19ου αιώνα, Ούγκο Φώσκολο, στην υπηρεσία του οποίου εργάστηκε ως γραμματέας κατά το χρονικό διάστημα 1812-1816. Ο Γκίλφορντ προσκάλεσε τον Ανδρέα Κάλβο να διδάξει γενική φιλολογία στην Ιόνιο Ακαδημία. Πέρα από αυτό τον όρισε να τακτοποιήσει, να καταγράψει και να δημοσιέψει τη συλλογή χειρογράφων του (Κουρκουμέλης 2002:205). Ήταν ευερέθιστος, μελαγχολικός και φυγάνθρωπος. Ζούσε μοναχικά κατ’ επιλογήν του, ντυνόταν πάντα στα μαύρα και έβαφε πάντα μαύρα τα έπιπλα. Παρά τη σημασία του έργου του, δεν διασώθηκε καμία προσωπογραφία του και οι εικαστικοί τον αποδίδουν με βάση περιγραφές αποκλειστικά από τους μαθητές του. Είναι γνωστό πως ήταν μετρίου αναστήματος, με βαρύ βηματισμό, μεγάλη κεφαλή, ζωηρά και διαπεραστικά μάτια, μελαχρινός, με ένα σύνολο αυστηρό και ιδιόρρυθμο. Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο ψυχικός του κόσμος, που διέπεται από εντιμότητα, φίλεργη επιμονή, απότομες μεταπτώσεις ύφους, καθως και ψήγματα ευθιξίας. Η μόρφωσή του ήταν κλασικιστική και διαφαίνεται στην ποιήσή του μία τάση αρχαϊσμού. Όλη η ποίησή του είναι επηρεασμένη και εμπνευσμένη από τον εθνικό αγώνα, αλλά σε κάποια ποιήματα υπάρχει και μία ατμόσφαιρα ενός πνευματικού ρομαντισμού, η οποία εκφράζεται με μελαγχολία, συννεφιασμένους ουρανούς και ερείπια. Έμεινε βαθύτατα προσηλωμένος στην αρετή, την οποία και ύμνησε. Μοναδικός ως άνθρωπος, ήταν μια ιδιαίτερη προσωπικότητα χωρίς προδρόμους της φύσης του ταξιδιού της ζωής του και χωρίς μιμητές της πορείας του.

8. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Δρος Νικολάου Πικκόλου (1792-1865), Καθηγητή Φιλοσοφίας της Ιονίου Ακαδημίας, π. 1880. | Ο Δρ Νικόλαος Πίκκολος ήταν Έλληνας ιατρός, φιλόλογος και συγγραφέας. Ανήκει στους κορυφαίους εκπροσώπους των νεοελληνικών γραμμάτων του α’ ημίσεως του 19ου αιώνα εξαιτίας των πρωτοτύπων μελετών του για αρχαίους συγγραφείς. Γεννήθηκε το 1792 στο Βέλικο Τάρνοβο της Βουλγαρίας και στις αρχές του 19ου αιώνα εγκαταστάθηκε στο Βουκουρέστι όπου σπούδασε στην Ηγεμονική Ακαδημία με καθηγητές τον Λάμπρο Φωτιάδη και τον Κωνσταντίνο Βαρδαλάχο. Στην Ηγεμονική Ακαδημία δίδαξε και ο ίδιος, τη γαλλική γλώσσα, από το 1810 και για πέντε έτη, συγχρόνως δε μετείχε και στη Φιλολογική Εταιρία του Βουκουρεστίου. Το 1815 ακολούθησε τον Βαρδαλάχο που πήγε να διδάξει μαζί με τον Νεόφυτο Βάμβα στην Ελληνική Σχολή της Χίου. Στη σχολή αυτή δίδαξε κατά τη διετία 1815-1816. Το 1818 ακολούθησε τον Βαρδαλάχο και στην Οδησσό, όπου παρουσίασε το θεατρικό έργο του Ο θάνατος του Δημοσθένους (1818) και μία μετάφραση του Φιλοκτήτη του Σοφοκλή. Έπειτα μετέβη στο Παρίσι όπου σπούδασε ιατρική και μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία. Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον Αδαμάντιο Κοραή και γνωρίστηκε με τον φιλέλληνα Κλωντ Φωριέλ με τον οποίο συνεργάστηκε για τη συλλογή ελληνικών δημοτικών τραγουδιών. Κατά την έναρξη της ελληνικής επανάστασης ήταν στο Παρίσι και εργάστηκε για την ενίσχυση των επαναστατών στην Ελλάδα με χρήματα και εφόδια. Όμως οι ενέργειές του ενόχλησαν την Υψηλή Πύλη και έτσι έπειτα από πιέσεις της ο ίδιος αλλά και άλλοι λόγιοι αφορίστηκαν από το Πατριαρχείο. Το θέρος του 1822 επέστρεψε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στην Ύδρα όπου ανέπτυξε στενές σχέσεις με τους προκρίτους της νήσου και κυρίως με τους αδελφούς Κουντουριώτη. Αν και διορίστηκε μέλος της αποστολής για το συνέδριο της Ιερής Συμμαχίας στη Βερόνα το φθινόπωρο του ιδίου έτους τελικά δεν συμμετείχε λόγω ρήξης του με τους Υδραίους προύχοντες. Από το 1823 και για δύο έτη υπήρξε ο πρώτος καθηγητής της φιλοσοφίας στην Ιόνιο Ακαδημία της Κερκύρας, Το 1824 εξέδωσε στην Κέρκυρα την ελληνική μετάφραση του Λόγου περί της Μεθόδου (1637) του Ρενέ Ντεκάρτ και τη μετάφραση μέρους της Λογικής (1662) των Αντουάν Αρνώ και Πιέρ Νικόλ με δικά του σχόλια. Επιπλέον το ίδιο έτος εξέδωσε τη μετάφραση του Παύλος και Βιργινία (1788) του Μπερναρντέν ντε Σαιν-Πιέρ. Το 1825 συνέχισε τις ιατρικές του σπουδές στη Μπολόνια και στην Πίζα, όπου έγινε διδάκτορας το 1829. Το 1838 δημοσίευσε το Φιλομούσου Πάρεργα, μία συλλογή ποιημάτων αρχαίων Ελλήνων και παλαιοτέρων δυτικοευρωπαίων ποιητών και εκδόσεις αρχαίων ελληνικών κειμένων. Μέχρι το 1840 άσκησε την ιατρική στο Βουκουρέστι και έπειτα έζησε στο Παρίσι. Λίγο πριν το θάνατό του εξέδωσε, το 1863, το έργο Περί Ζώων Ιστορίας του Αριστοτέλη. Πέθανε στο Παρίσι το 1865.

9. Ανώνυμος (Ελλάδα). Προσωπογραφία του Ανδρέα Παπαδοπούλου-Βρετού (1800-1876), Βιβλιοθηκαρίου της Ιονίου Ακαδημίας, 3 Δεκεμβρίου 1842. Παραχώρηση της Εφημερίδας «Ηχώ των Επαρχιών», Πάτρα. | Ο Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός (1800-1876) ήταν Έλληνας λόγιος και βιβλιογράφος του 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1800. Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από τη Λευκάδα και υπηρετούσε ως γραμματέας της διοικήσεως της νήσου την εποχή των Γάλλων δημοκρατικών. Μαθήτευσε στη σχολή της Λευκάδας, και από το 1811 ο πατέρας του τον έστειλε μαζί με τη μητέρα του στη Νάπολη για να πάει στο εκεί λύκειο. Γράφτηκε στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης, όπου αποφοίτησε με διδακτορικό ιατρικής. Ήταν φιλομαθέστατος και έμαθε Λατινικά, Γαλλικά και Ιταλικά. Το 1822 επέστρεψε με τη μητέρα του στην Ιόνιο Πολιτεία υπό βρετανική προστασία. Εκεί είχε την ευκαιρία να γνωρίσει τους Βρετανούς φιλέλληνες, κόμη του Γκίλφορντ και ποιητή λόρδο Μπάυρον. Τελικά εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα όπου ανέλαβε τη θέση του πρώτου Διευθυντή της Βιβλιοθήκης της Ιονίου Ακαδημίας. Ο θάνατος του Γκίλφορντ το 1827 είχε δραματικό αντίκτυπο στη ζωή του Παπαδόπουλου-Βρετού. Η περίφημη Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας, η οποία υπολογίζεται ότι φιλοξενούσε περίπου 6.000 τόμους βιβλίων, μεταφέρθηκε στο Λονδίνο στα τέλη του 1830, όποτε πουλήθηκε σε δημοπρασίες από τον νόμιμο κληρονόμο, υιό της αδελφής του Γκίλφορντ, λόρδο Σέφηλντ. H αδυναμία του Ιονίου Κράτους να αγοράσει την εξαιρετική συλλογή βιβλίων είχε ως αποτέλεσμα τη λήξη της θητείας του Βιβλιοθηκονόμου, ο οποίος μετά την παραίτησή του, αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στην απελευθερωμένη Ελλάδα από το 1832. Εξέδωσε στο Ναύπλιο, μαζί με τον Γεώργιο Ράλλη, την ελληνογαλλική εφημερίδα «Ελληνικός Καθρέφτης» (1832-1833), η οποία υποστήριζε ανοικτά τους Καποδιστριακούς. Επιμελήθηκε μία σειρά εγγράφων που αποδεικνύουν την ορθότητα των πολιτικών επιλογών του Καποδίστρια και συνέθεσε μία βιογραφία του. Οι πολιτικές του επιλογές τον έφεραν σε σύγκρουση με τους πολιτικούς αντιπάλους του Καποδίστρια που είχαν υπερισχύσει και τον έκαναν να καταφύγει εν τέλει στη φιλόξενη Ρωσία. Το 1844 παντρεύτηκε τη θυγατέρα του Ρώσου συνταγματάρχη Αλεξάντρ Φάυδροφ και απέκτησε ένα υιό, τον γνωστό δημοσιογράφο Μαρίνο. Με τη βοήθεια του Αλεξάνδρου Στούρτζα κατάφερε να εργαστεί ως μεταφραστής στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, στην Αγία Πετρούπολη. Η ζωή στην Ρωσία όμως δεν τον ευχαριστούσε και σύντομα αναχώρησε για την Ευρώπη. Μετέβη στο Παρίσι για δύο χρόνια προσπαθώντας να διαδώσει ένα αλεξίσφαιρο θώρακα δικής του πατέντας. Το 1849 διορίστηκε στο Ελληνικό Προξενείο της Βάρνας, που ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ασχολήθηκε με αρχαιολογικές ανασκαφές και διοχέτευσε όλη του την ενέργεια στην συγγραφή μιας μελέτης για την ιστορία της Βουλγαρίας. Λίγο αργότερα μετέβηκε στην Ιταλία όπου εργάστηκε κατά διαστήματα για το Ελληνικό Προξενείο της Βενετίας έως το 1855, οπότε επέστρεψε για λίγο στα Επτάνησα. Το 1857 εξέδωσε το πόνημα Η Νεοελληνική Φιλολογία. Η απώλεια του μοναχογιού του, το 1871, τον συνεκλόνισε και επέσπευσε τον δικό του θάνατο το 1876. Ενταφιάστηκε στη γενέθλια γη του πατέρα του, τη Λευκάδα.

IV.       ΑΡΧΕΙΑΚΟ ΥΛΙΚΟ

1.         Τζων Φλάξμαν RA (Αγγλία, 1755-1826). Μνημείο του Φρέντερικ Νορθ, 1792, Οξφόρδη.

2.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Μονή της Παναγίας Τενέδου, 1678-1688.

3.         Εγγραφή τροφίμων της Σχολής Τενέδου στα τμήματά τους, 18 Δεκεμβρίου 1806.

4.         Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Ιονική Ακαδημία 1808-1814, π. 1960.

5.         Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Παναγία Σπηλαιώτισσα και Μέγαρο Φορέστη, π. 1960.

6.         Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Η Ιόνιος Ακαδημία στο Παλαιό Φρούριο, π. 1960.

7.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Η πομπή των εγκαινίων της Ιονίου Ακαδημίας, 17 Μαΐου 1824.

8.         Εγκαίνια Ιονίου Ακαδημίας και Λόγος Χριστοφόρου Φιλητά, 24 Μαΐου – 5 Ιουνίου 1824.

9.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο, π. 1890.

10.        Ανώνυμος (Ελλάδα). Το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο, π. 1941.

11.        Νάκης Πιέρης (Κέρκυρα, 1890-1964). Ιόνιος Ακαδημία και Ανδριάντας Καποδίστρια, π. 1960.

12.        Ανώνυμος (Ελλάδα). Η Πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου, 2021.

1. Τζων Φλάξμαν RA (Αγγλία, 1755-1826). Μνημείο του Φρέντερικ Νορθ με τη Βρεταννία και τον Λέοντα, 1792. Μάρμαρο. Παραχώρηση Εκκλησίας Αγίων Πάντων, Ρόξτον, Οξφόρδη. | Το μνημείο του Φρέντερικ Νορθ, 2ου Κόμητος του Γκίλφορντ KG, PC (1732-1792), πρωθυπουργού του Γεωργίου Γ’ κατά την περίοδο της Αμερικανικής Επανάστασης (1775-1783), είναι τυπικώς νεοκλασικό. Η νέα μανία για ο,τιδήποτε κλασικό ήκμασε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Γεωργίου Γ’ (1760-1820), εμπνευσμένη από την τέχνη της ελληνικής αρχαιότητας και τα πρόσφατα ευρήματα στην Πομπηία και στην Ηρακλεία της επονομαζομένης Μεγάλης Ελλάδας.

2. Ανώνυμος (Ελλάδα). Μονή της Παναγίας Τενέδου, 1663-1678. Παραχώρηση Δήμου Κερκύρας, Κέρκυρα. | Η Μονή της Παναγίας της Τενέδου (1663-1678) κτίστηκε αρχικά ως καθολικός ναός της Παναγίας του Καρμέλο με ομώνυμη ιδρυτική εικόνα από την Τένεδο. Το 1680, ο Λατίνος Επίσκοπος Μαρκαντόνιο Μπαρμπαρίγκο κατασκεύασε και κτίριο για να εγκατασταθεί εκεί το Σεμινάριο (Ιεροσπουδαστήριο). Όταν το 1797 η Κέρκυρα πέρασε στα χέρια των Γάλλων Δημοκρατικών (1797-1799) δημεύτηκε η περιουσία της μονής. Εν συνεχεία, η ιστορία της συνυφαίνεται με την εκπαιδευτική ιστορία της αναγενηθείσας Ελλάδας. Στου χώρους της λειτούργησε η πρώτη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Κερκύρας. Τα βιβλία συγκεντρώθηκαν από μοναστήρια της νήσου και από το κληροδότημα του βενετσιάνου ευγενούς Ντόρια. Αργότερα εμπλουτίστηκε με δωρεές της αδελφότητας Ζωσιμάδων και του Ιονίου Κράτους και αποτέλεσε τη βάση για τη βιβλιοθήκη της ιονίου Ακαδημίας. Στα 1798 στέγασε το πρώτο Δημόσιο Τυπογραφείο. Εκεί τυπώθηκε το 1800 και ο Θούριος (1797) του Ρήγα Βελεστινλή. Κατά την Επτάνησο Πολιτεία δόθηκε ιδιαίτερη βαρύτητα στην εκπαίδευση. Ύστερα από εισήγηση του τότε γραμματέα της Επικρατείας Ιωάννη Καποδίστρια ιδρύθηκε εκεί η περίφημη Σχολή της Τενέδου. Με απόφαση της Ιονίου Γερουσίας της 23 Οκτωβρίου 1805 χρησιμοποιήθηκε ως το πρώτο Δημόσιο Σχολείο για να διδάσκει στους νέους την ελληνική γλώσσα. Το ίδιο ψήφισμα διόρισε Επιθεωρητή της Σχολής αυτής τον Καποδίστρια. Εκεί λειτούργησε και η Ιονική Ακαδημία από το 1808 έως το 1814. Το πρόγραμμα και οι προσωπικότητες που δίδαξαν στη Σχολή (Ασώπιος, Βίλλας, Ιδρωμένος, Κούλσον, Μουστοξύδης, Περραιβός, Φιλητάς) δημιούργησαν ένα υψηλό επίπεδο σπουδών. Η Σχολή της Τενέδου πέρασε και από άλλες χρήσεις μέχρι που καταστράφηκε κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο οξυκόρυψος αναγεννησιακού χαρακτήρα τρούλος επάνω από το ιερό και το πυργοειδές κωδωνοστάσιο καθιστά τη Μονή της Παναγίας Τενέδου μνημείο με ιδιαίτερη πλαστικότητα, που προσδίδει επιπλέον στο σημαντικό ιστορικό της.

3. Είδηση με την οποία ο Επιστάτης της Σχολής της Τενέδου, Κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, προσκαλεί τους τροφίμους να εγγραφούν επίσημα στα τμήματά τους, 18 Δεκεμβρίου 1806. |

4. Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Ιονική Ακαδημία 1808-1814, π. 1960. Υδατογραφία σε χαρτί, ; x ; εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Απεικόνιση της Ιονικής Ακαδημίας στο Ναό του Αγίου Φραγκίσκου της Ασίζης στην Κέρκυρα κατά την περίοδο λειτουργίας της, 1808-1814.

5. Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Η Παναγία η Σπηλαιώτισσα και το Μέγαρο Φορέστη στην Κέρκυρα, π. 1960. Υδατογραφία σε χαρτί, ; x ; εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Πρόκειται για μία φανταστική απεικόνιση βασισμένη σε γεγονότα της Παναγίας της Σπηλαιώτισσας (π. 1577) και του Αρχοντικού Φορέστη (περ. 18ου), πλησίον του Παλαιού Λιμένα Κερκύρας. Ο Γεώργιος Φορέστης παρεχώρησε στον φίλο του Γκίλφορντ προσωπική κατοικία στο μέγαρό του. Σήμερα, μία μαρμάρινη πλακέτα στην πρόσοψη του μεγάρου μνημονεύει: «Το κτίριο αυτό ήταν η κατοικία του φιλέλληνα Άγγλου Λόρδου Φρειδερίκου Νορθ Γκίλφορντ και στις αίθουσές του ξεκίνησαν τα μαθήματα της Ιονίου Ακαδημίας το φθινόπωρο του 1823».

6. Ανώνυμος (Ελλάδα). Η πομπή των εγκαινίων της Ιονίου Ακαδημίας, 17 Μαΐου 1824. «Γαζέτα» #335. Οξυγραφία σε χαρτί, 8 x 17 εκ. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Το παρόν σχεδίασμα παρουσιάζει την πομπή των εγκαινίων της Ιονίου Ακαδημίας στις 17 Μαΐου 1824. Φαίνεται το καθηγητικό προσωπικό πλαισιωμένο από το κοινό της εποχής στην Άνω Σπιανάδα της Παλαιάς Πόλης Κερκύρας, με το Παλαιό Φρούριο στο βάθος. Οι αρχαιοπρεπείς στολές, που σχεδίασε ο Προσαλέντης σύμφωνα με οδηγίες του Γκίλφορντ, μπορεί να προκάλεσαν δυσμενή σχόλια του κόσμου, αλλά προσέδωσαν κύρος στην Ιόνιο Ακαδημία. Το εν λόγω σχεδίασμα εκτυπώθηκε πρώτη φορά στο υπ’ αριθμό 153 φύλλο της Εφημερίδος της Ιονικής Κυβερνήσεως το 1824.

7. Περιγραφή τελετής εγκαινίων της Ιονίου Ακαδημίας και Λόγος του Χριστοφόρου Φιλητά, 24 Μαΐου – 5 Ιουνίου 1824. «Γαζέτα» #336. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων Κράτους, Κέρκυρα. |

8. Ανώνυμος (Ελλάδα). Εσωτερικό του Παλαιού Φρουρίου, 1923. Επιστολικό δελτάριο, 9 x 28 εκ. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Το παρόν επιστολικό δελτάριο αναγράφεται «Εσωτερικό του Παλαιού Φρουρίου» και παρουσιάζει στα αριστερά τον αγγλικό Στρατώνα Πεζικού (1843) και στα δεξιά το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή (1753). Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη από τη νότια πλευρά του Παλαιού Φρουρίου το 1923 και και καταγράφει κυρίως πρόσφυγες στον απόηχο της ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας το 1922, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

9. Ανώνυμος (Ελλάδα). Το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο, π. 1941. [Antonio Rusconi, “Monumenti eraldici e epigrafici veneti dell’ isola di Corfu” στο Annuario della Scuola archeologica di Atene e delle missioni italiani in Oriente tx 27-29 (1949-1953) s. 381-446. ] | Φωτογραφία του Μεγάρου του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο, όπου στεγάστηκε η Ιόνιος Ακαδημία από το 1824 έως το 1838, στην κατάσταση που ήταν μετά τους ιταλικούς βομβαρδισμούς του 1940-1941.

10. Μάριος Πιέρρης (Κέρκυρα, 1906-1990). Το Μέγαρο του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο, π. 1960. Υδατογραφία σε χαρτί, ; x ; εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Μάριος Πιέρρης ζωγράφισε μία όψη του Μεγάρου του Βενετού Προνοητή στο Παλαιό Φρούριο περίπου το 1960.

11. Νάκης Πιέρης (Κέρκυρα, 1890-1964). Η Ιόνιος Ακαδημία και ο Ανδριάντας Καποδίστρια στην Κέρκυρα, π. 1960. Γκουάς και μελάνη σε χαρτί, 20 x 25 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο Νάκης Πιέρης παρουσιάζει το κτηριακό συγκρότημα των στρατώνων της Πόρτας Ρεμούντας, όπου το 1838 μετεστεγάστηκε η Ιόνιος Ακαδημία, και τον Ανδριάντα του Καποδίστρια του 1887, που είναι έργο του Λεωνίδα Δρόση (1834-1882).

12. Ανώνυμος (Ελλάδα). Η Πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου, 1836-1864 & 1985-2024. Παραχώρηση του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κέρκυρα. | Το αρχικό κτίριο οικοδομήθηκε περίπου το 1710 ως Στρατώνας Γκριμάνι, ονομασία που δόθηκε προς τιμήν του Βενετού Γενικού Προνοητή Θαλάσσης Φραντσέσκο Γκριμάνι που επέβλεψε την ανέγερσή του. Το 1836 η έδρα και η βιβλιοθήκη του Ιονίου Πανεπιστημίου μεταφέρθηκε εκεί. Κατά την ένωση των Ιονίων Νήσων με το Βασίλειο της Ελλάδας, το 1864, το ίδρυμα εκλείφθηκε και το καθηγητικό σώμα του μεταφέρθηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το εσωτερικό του κτιρίου κατεστράφηκε από τον εμπρησμό της 14ης Σεπτεμβρίου 1943, που προκάλεσε η αεροπορική επιδρομή της Λουφτβάφε στο πλαίσιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Έτσι χάθηκε η προτομή του ιδρυτή, που μέχρι τότε κοσμούσε το κλιμακοστάσιο. Το 1985 το κτίριο ανακαινίστηκε και έκτοτε λειτουργεί ως πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου.

V.         ΤΕΚΜΗΡΙΑ

1.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Εθνόσημο του Ενωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, π. 1815.

2.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Οικόσημο της Ιονίου Ακαδημίας (1824-1864), 1824.

3.         Ανώνυμος (Ελλάδα). Μετάλλιο για Πρωτεύσαντες Φοιτητές της Ιονίου Ακαδημίας, 1841. 

4.         Δίπλωμα Εκλογής του Γκίλφορντ ως Προέδρου της Φιλομούσου Εταιρείας Αθηνών, 27 Μαΐου 1814.

5.         Δίπλωμα του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης στον Γκίλφορντ, 30 Οκτωβρίου 1819.

6.         Δύο αποκόμματα για το «Ιόνιο Πανεπιστήμιο» στο Περιοδικό Τζέντλεμαν Λονδίνου, 1819.

7.         Απόκομμα «Πανεπιστήμιο της Κερκύρας» στους Τάιμς του Λονδίνου, 30 Δεκεμβρίου 1826.

8.         Ανώνυμος (Βρετανία). Βιβλιόσημο του Γκίλφορντ, π. 1790.

9.         Ανώνυμος (Βρετανία). Βιβλιόσημο του Γκίλφορντ, π. 1820.

10.        Δύο επιστολές του Βρετού προς τον Γκίλφορντ με προσφορές των Ιθακισίων, π. 1820.

11.        Τοπογραφικό σχέδιο της περιοχής της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, π. 1820.

12.        Γεράσιμος Πιτσαμάνος (1787-1825). Σχέδιο Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, π. 1820.

13.        Τζων Χιούμ (Αγγλία). Αρχιτεκτονικό σχέδιο Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, π. 1820.

14.        Τζων Χιούμ (Αγγλία). Σχέδιο πρόσοψης της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, π. 1820.

15.        Χάρτης του Παλαιού Φρουρίου κατά τον 18ο αιώνα.

16.        Βενετικό Κτηματολόγιο: Μεγάρου Προνοητού, π. 1790.

17.        Σκίτσο Μεγάρου Προνοητού, 1942.

18.        Στρατώνας Πασκουαλίγκο (π. 1600), από το 1838 Ιόνιος Ακαδημία.

19.        Πρόγραμμα των Σχολών στην Ιόνιο Ακαδημία, π. 1824.

20.        Επίγραμμα αφιερωμένο στον Γκίλφορντ για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας, 1824.

21.        Απόφαση της Βουλής για τη λειτουργία της Ιονίου Ακαδημίας, 24 Μαΐου 1824.

22.        Ανακοίνωση Ιονίου Ακαδημίας της Έναρξης του 2ου ακαδημαϊκού έτους, 1825.

23.        Κατάλογος των μαθημάτων της Ιονίου Ακαδημίας, 1 Νοεμβρίου 1825, Κέρκυρα.

24.        Ανώνυμος (Ελλάδα). Βιβλιόσημο του Άρχοντα της Ιονικής Ακαδημίας, π. 1824.

25.        Προσωπογραφία και Επιστολή του Γκίλφορντ προς τον Παπαδόπουλο-Βρετό, 1824.

26.        Δίπλωμα Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας στον Απόστολο Μαζαράκη, 1831, Κέρκυρα.

1. Ανώνυμος (Ελλάδα). Εθνόσημο του Ενωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων, 1815-1864. Παραχώρηση Γενικών Αρχείων Κράτους, Κέρκυρα. | Το εθνόσημο παρουσιάζει κεντρικά τον Βασιλικό Θυρεό του Ηνωμένου Βασιλείου, περιτριγυρισμένο από τα εμβλήματα κάθε νήσου, δεξιόστροφα από την κορυφή: Κερκύρας, Ζακύνθου, Ιθάκης, Παξών, Κυθήρων, Λευκάδας και Κεφαλονιάς.

2. Ανώνυμος (Ελλάδα). Οικόσημο της Ιονίου Ακαδημίας, 1824. Παραχώρηση του βιβλίου του Νικολάου Κ. Κουρκουμέλη, Η Εκπαίδευση στην Κέρκυρα κατά τη Διάρκεια της Βρετανικής Προστασίας (1816-1864), Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, 2002 Αθήνα, σ. 151. | Το οικόσημο της Ιονίου Ακαδημίας χρησιμοποιήθηκε την περίοδο 1824-1864. Παρουσιάζει, κεντρικά, την αθηναϊκή γλαύκα, ως έμβλημα σοφίας, σκαρφαλωμένη σε κλάδο ελαίας και πλαισιωμένη από τη διλεκτική ονομασία του ιδρύματος με ελληνικά και κεφαλαία γράμματα.

3. Ανώνυμος (Ελλάδα). Αναμνηστικὀ Μετάλλιο για Πρωτεύσαντες Φοιτητές της Ιονίου Ακαδημίας, 1841 Κέρκυρα.  Άργυρος, Ø: 4 εκ. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Αργυρό αναμνηστικό μετάλλιο της Βουλής των Ιονίων Νήσων που απένειμε ως βραβείο ο 4ος Ύπατος Αρμοστής Σερ Χάουαρντ Ντάγκλας μέσω της Βουλής των Ιονίων Νήσων στους πρωτεύσαντες φοιτητές της Ιονίου Ακαδημίας. Ο εμπροσθότυπος παρουσιάζει γλαύκα να στέκεται επάνω σε κλάδο πλαισιωμένη από δύο διασταυρωμένους κλάδους ελαίας με το εξής κείμενο σε αναγλυφοτυπία στην περιφέρεια: «Επί Χρησταίς Ελπίσιν – Κέρκυραι  ΑΩΜΑ’». Ο οπισθότυπος παρουσιάζει στεφάνη από δύο δεμένους κλαδους δάφνης με το εξής κείμενο σε αναγλυφοτυπία στο κέντρο: «Η Βουλή τοις Μουσοτρὀφοις του Ιονίου». Σημειωτέον ότι η γλαύκα είναι εικαστικό δάνειο από το οικόσημο της Ιονίου Ακαδημίας και οφείλεται στο πάθος του Γκίλφορντ με το συγκεκριμένο έμβλημα σοφίας.

4. Δίπλωμα Εκλογής του Γκίλφορντ ως Προέδρου των Εφόρων της Φιλομούσου Εταιρείας Αθηνών, στην ελληνική, 27 Μαΐου 1814. Μελάνη σε χαρτί, 22 x 33 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Η Φιλόμουσος Εταιρεία Αθηνών, ιδρύθηκε από προκρίτους και λογίους της πόλης την 1η Σεπτεμβρίου 1813. Σκοπός των ιδρυτών ήταν «νὰ ἴδωσι τάς ἐπιστήμας νὰ ἐπιστρέψωσι πάλιν εἰς τὸ Λύκειον καὶ τὴν ἀρχαίαν Ἀκαδημίαν των». Όλες οι οικονομικές εισφορές των μελών της δόθηκαν μυστικώς για τον απελευθερωτικό αγώνα των Ελλήνων. Με Πρόεδρο από το 1814 τον Γκίλφορντ τέθηκε υπό την υποστήριξη των Άγγλων που ενδιαφέρονταν για την εξάπλωση της επιρροής τους στη Μεσόγειο. [Δείτε Έλλη Γιωτοπούλου Σισιλιάνου, «Η Φιλόμουσος Εταιρεία», όπου και η σχετική βιβλιογραφία. Κατά την παραμονή του στην Αθήνα ο Γκίλφορντ έδωσε δείγματα του φιλελληνισμού του. Στο Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας έχει διασωθεί έγγραφο (απόδειξη παραλαβής) της Φιλομούσου Εταιρείας Αθηνών με ημερομηνία 9 Μαρτίου 1813, από το οποίο προκύπτει ότι ο Γκίλφορντ είχε δωρήσει στην πόλη ποσό χρημάτων για την ανέγερση πύργου ωρολογίου στην Αγορά και δωρεά στην εκκλησία της Μεγάλης Παναγίας (βλ. Δάφνη Κυριάκη, δ.π., σ. 30 Φ. II 5). Αναφέρεται επίσης ότι εδαπάνησε για την κατασκευή κρήνης της οποίας έχει διασωθεί η μαρμάρινη επιγραφή. Ο Γκίλφορντ έστειλε από το Λονδίνο το «εξ απτής γης» εκμαγείο της Καρυάτιδας πού απήγαγε ο Έλγιν. Δείτε Ιωάννου Γενναδίου. Βιογραφικά, σ. 526-527 και σημ. 1, όπου σημειώνει οτι έχει τήν πληροφορία από τον Edward Dodwell, Λ Classical Tour through Greece, London 1819, 1, σ. 353 και Thomas Smart Hughes, Travels in Sicily, Greece and Albania, London 1820, Ι, σ. 158. Δείτε Έλλη Γιωτοπούλου, δ.π., σ. 236-237 όπου ο Λυκούργος Λογοθέτης σε επιστολή του της 15 Μαρτίου 1829 πληροφορεί τον Γκίλφορντ οτι έλαβε τη γύψινη Καρυάτιδα. Ύστερα από την τιμητική διάκριση που του έκαμε η Φιλόμουσος Εταιρεία με τό να τον εκλέξει «Έφορο των Εφόρων», ο Γκίλφορντ εξέφρασε τις ευχαριστίες του με τη γνωστή επιστολή του όπου υπογράφει «Πολίτης Αθηναίος». Δημοσιεύτηκε αργότερα στο περιοδικό Ερμής ο Λόγιος, τεύχος 5, 1 Μαρτίου 1817. Μία πολύ μεταγενέστερη και λίγο γνωστή αναδημοσίευση της ιδίας επιστολής από τον Δημήτριο Καμπούρογλου, «Ο Γκίλφορδ πρόεδρος των Φιλομούσων Αθηνών», έφημ. Δίπυλον, 28 Φεβρουαρίου 1911, σ. 1-2. Δείτε σχετικά με την επιστολή Γεώργιος Μεταλληνός, «Γκίλφορντ-Βάμβας και ένα ιστορικό γράμμα», Παρνασσός 25 (1983) 500-509. Ο Γκίλφορντ δεν αποχωρίστηκε ποτέ το δώρο της Φιλόμουσου Εταιρείας, το χρυσό δακτυλίδι με το έμβλημά της, τη γλαύκα, Α. Παπαδόπουλος-Βρετός, δ.π., σ. 31.]

5. Το Διδακτορικό Δίπλωμα, στη λατινική, που απονεμήθηκε στον Γκίλφορντ από το Πανεπιστήμιο Οξφόρδης, 30 Οκτωβρίου 1819. Συνολικό μήκος: 73 εκ· περγαμηνή: 30 x 55 εκ· αργυρό κυτίο: 9 x 7 εκ. Παραχώρηση Ιδρυμάτος Ρόθτσαϊλντ και Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς. | Αυτό είναι το πτυχίο που απένειμε το Πανεπιστήμιο Οξφόρδης στον Γκίλφορντ στις 30 Οκτωβρίου 1819, στο πλαίσιο των προσπαθειών του τιμώμενου προσώπου να ιδρύσει και να οργανώσει την Ιόνιο Ακαδημία. Πρόκειται για χειρόγραφο σε βελούδο με κορδέλα και φούντα που υποστηρίζει τη κήρινη σφραγίδα του Πανεπιστημίου Οξφόρδης μέσα σε επίχρυσο αργυρό οβάλ κυτίο από τον Γουίλιαμ Μπέητμαν, Λονδίνο. Το κάλυμμα του κυτίου είναι χαραγμένο με το οικόσημο του Πανεπιστημίου Οξφόρδης, περικαλυμμένο από μία διδακτορική κάπα. Το πτυχίο αναγράφεται στην επίσημη λατινική γλώσσα και αναφέρει τα εξής: «Ὁ Καγκελάριος, οἱ Διδάσκαλοι καὶ Μελετητὲς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης στοὺς ὁποίους θὰ φθάσει τὸ παρόν Ἔγγραφο, αἰώνιοι χαιρετισμοὶ ἐν Κυρίῳ. Ἐφόσον ὁ πλέον ἀξιότιμος Λόρδος Φρέντερικ Κόμης τοῦ Γκίλφορντ, Βαρόνος Γκίλφορντ, διακεκριμένος σὲ βαθμό, διάνοια καὶ μελέτη ἀνθρωπιστικῶν ἀναζητήσεων, ἔχει αἰσίως ἀνυψώσει τὴ δόξα καὶ τὶς τιμές τῶν προγόνων του, καὶ ἔχει προσφέρει ἐξαιρετικὲς ὑπηρεσίες τόσο σὲ αὐτὸ τὸ πανεπιστήμιο ὅσο καί, ἰδίως, σὲ ὅλα τὰ ἑλληνικὰ πανεπιστήμια καὶ ἀφοῦ ἀνῆλθε στὸ ὑψηλότερο ἀξίωμα καὶ τίτλο τῆς Καγκελαρίας στὴν Ἀκαδημία ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὶς δικές του φροντίδες στὶς Ἰόνιες Νήσους. Ἂς γίνει γνωστὸ ὅτι ἐμεῖς, ὁ Καγκελάριος, οἱ Διδάσκαλοι καὶ Μελετητές, προσευχόμενοι γιὰ ὅ,τι εἶναι εὐνοϊκὸ καὶ αἴσιο γιὰ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἀκαδημία του, κοσμώντας μὲ τὴ μεγαλύτερη τιμή μας τὸν προαναφερθέντα ἄνδρα, ποὺ διακρίνεται γιὰ τόσο μεγάλα καὶ ποικίλα πλεονεκτήματα, διορίζουμε καὶ ἀνακηρύσσουμε αὐτὸν τὸν πιὸ ἀξιότιμο Λόρδο, Λόρδο Φρέντερικ, Κόμη τοῦ Γκίλφορντ, Βαρόνο Γκίλφορντ, ὡς Δόκτορα Ἀστικοῦ Δικαίου, καὶ τὸν θέλουμε νὰ ἀπολαμβάνει καὶ νὰ χαίρει ὃλων τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν προνομίων τοῦ διδακτορικοῦ αὐτοῦ τίτλου. Ὡς ἀπόδειξη τοῦ ὡς ἄνω ἐπισυνάπτουμε ἐδῶ τὴν κοινὴ Σφραγίδα τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης, ποὺ ἐπικυρώνει αὐτὀ τὸ ἀξίωμα. Ἀνακοινώθηκε στὴν Σύγκλητο τὴν 30ὴ Ὀκτωβρίου 1819.» [Μετάφραση Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD – Πανεπιστήμιο του Έσσεξ – Φιλοσοφία & Ιστορία της Τέχνης]. Το σημαντικό αυτό τεκμήριο δωρήθηκε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο το 2021 με χορηγία από κοινού του Λόρδου Τζέικομπ Ρόθτσαιλντ και του Κόμητος Σπύρου Φλαμπουριάρη.

6. Δύο αποκόμματα για το «Ιόνιο Πανεπιστήμιο» στο Περιοδικό του Τζέντλεμαν του Λονδίνου, Ιούλιος έως Δεκέμβριος 1819, τόμος LXXXIX, σς 443 & 445. | Τα παρόντα δύο δημοσιεύματα εμφανίστηκαν στο Περιοδικό του Τζέντλεμαν του Λονδίνου, από τον Ιούλιο έως τον Δεκέμβριο του 1819. Το πρώτο δημοσίευμα της σελίδας 443, αναφέρει: «Οξφόρδη, 6 Νοεμβρίου. Ο Πρίγκιπας Αντιβασιλέας, έχοντας διορίσει τον Κόμη του Γκίλφορντ ως Πρύτανη του Πανεπιστημίου των Ιονίων Νήσων, σε αναγνώριση του ζήλου της Αρχοντιάς του για την προώθηση της Ελληνικής Λογοτεχνίας και ως μαρτυρία του ενδιαφέροντος που δείχνει το Πανεπιστήμιο για την επιτυχία του Ιδρύματος, απεφάσισε να του απονείμει το πτυχίο του Διδάκτωρος Αστικού Δικαίου. Με την ίδια άποψη αποφασίστηκε επίσης να παρουσιαστούν στη Βιβλιοθήκη του Ιονίου Πανεπιστημίου όλα τα βιβλία που εκδώθηκαν στον Τυπογραφείο Κλάρεντον, τα οποία είναι πιθανό να είναι χρήσιμα για τον γενικό σχεδιασμό του Ιδρύματος». Το δεύτερο δημοσίευμα στη σελίδα 445, αναφέρει: «Ελληνικό Πανεπιστήμιο – Ένα Πανεπιστήμιο έχει ιδρυθεί στην Κέρκυρα, από τον Λόρδο Γκίλφορντ, υπό την αιγίδα της Βρετανικής Κυβέρνησης (δείτε σ. 443). Η Αρχοντιά του έχει διορίσει στις διάφορες έδρες Έλληνες των πρώτων ικανοτήτων. και οι προθέσεις του έχουν αποσπαστεί με μεγάλη επίδραση από τον Κόμη Κάπο ντ’Ίστρια [ούτως], με καταγωγή από την Κέρκυρα, ο οποίος αντιλαμβανόμενος ότι ο Κος Πολίτης, ένας νεαρός Λευκαδίτης με γνώσεις και ταλέντα, επιθυμούσε να ασκήσει χημεία στις νλησους του Ιονίου, του απέστειλε κεφάλαια επαρκή για την προμήθεια της συσκευής που είναι απαραίτητη για το εργαστήριο, κλπ.».

7. Απόκομμα με τίτλο «Πανεπιστήμιο της Κερκύρας» στους Τάιμς του Λονδίνου, 30 Δεκεμβρίου 1826. Παραχώρηση της Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Το παρόν δημοσίευμα στους Τάιμς του Λονδίνου ανακοινώνει την έναρξη των σπουδών στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο προ δεκαπενθημέρου, στις 15 Νοεμβρίου 1826. Περιγράφει λεπτομερώς όλη την τελετουργία και κλείνει με την καταληκτική ομιλία του Άρχοντα, Γκίλφορντ, ως εξής: «Μεγάλη ήταν χαρά μου για τη λήξη του δεύτερου έτους του πανεπιστημίου μας, που βλέπω ότι ο αριθμός των νέων φιλολόγων μας ανέρχεται στους 80. Πόσο καλύτερα θεμελιωμένη, και μεγαλύτερη, πρέπει να είναι η ικανοποίησή μου, που βλέπω τώρα να τριπλασιάζεται ο αριθμός των νέων, των οποίων η πρόοδος στον κάθε κλάδο μάθησης εμπνέει τις πιο δίκαιες ελπίδες για την τιμή αυτού του ιδρύματος, και του οποίου η διαγωγή σε καμία περίπτωση δεν μου δημιούργησε οιοδήποτε πρόβλημα! Και δεν είναι μόνο από τους φιλολόγους που η ακαδημία μας αναμένει τη μελλοντική της λαμπρότητα, καθώς πολλοί άλλοι νέοι στο γυμνάσιο διασφαλίζουν τη συνεχή της ευημερία. Είναι ιδιαίτερα ευχάριστο να βλέπεις ανάμεσά τους τόσους πολλούς που προορίζονται για την εκπαίδευση της νεολαίας και την υπηρεσία των βωμών. Ας κάνει ο παράδεισος, αγαπητοί και πολλά υποσχόμενοι φιλόλογοί μου, νέοι, εκκλησιαστικοί και λαϊκοί, να επιμείνετε στη συμπεριφορά που σας έχει τιμήσει μέχρι τώρα, και ο Παντοδύναμος, που μας προστάτευε τόσο ευγενικά, να καθοδηγεί και να ευημερεί τις ταπεινές προσπάθειές μας, προς δόξα του ονόματός του και τη τήρηση των αγίων νόμων του».

8. Ανώνυμος (Βρετανία). Βιβλιόσημο του Αξιοτίμου Φρέντερικ Νορθ, μετέπειτα 5ου Κόμη του Γκίλφορντ, π. 1790. Οξυγραφία σε χαρτί, 11 x 9 εκ (?). Παραχώρηση της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, Λονδίνο. |

9. Ανώνυμος (Βρετανία). Βιβλιόσημο του Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμη του Γκίλφορντ, π. 1820. Οξυγραφία σε χαρτί, 11 x 9 εκ (;). Παραχώρηση της Βιβλιοθήκης Χώτον, Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ΜΑ. | Ο παρόν εραλδικός σχεδιασμός αποτελείται από μία ασπίδα εστεμμένη με κορώνα κόμη, που υποστηρίζεται από δύο αχαλίνωτους δράκους με φτερά υψωμένα και αλυσοδεμένους με περιλαίμιο. Ο θυρεός παρουσιάζει έναν λέοντα που βαίνει μεταξύ τριών κρίνων. Το σύνθημα αναγράφεται «la vertu est la seule noblesse» (η αρετή είναι η μόνη αρχοντιά). Η ασπίδα περικυκλώνεται από την κορδέλα που υποστηρίζει το παράσημο του Ιππότη Διοικητή του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου, που ο Πρίγκιπας Αντιβασιλέας απένειμε στον Γκίλφορντ στις 26 Οκτωβρίου 1819.

10. Δύο επιστολές του Νικολάου Βρετού προς τον Γκίλφορντ με τις προσφορές των Ιθακισίων για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, περί το 1820. Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ , Φ Χ 2α-β, φ. 1-2. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. |

11. Τοπογραφικό σχέδιο της περιοχής όπου θα ανεγειρόταν η Ιόνιος Ακαδημία στην Ιθάκη, π. 1821. Μελάνη και υδατοχρώματα σε χαρτί, 25 x 40 εκ. Παραχώρηση Γενικών Αρχείων Κράτους, Κέρκυρα. | Αριστερά τα ονόματα των ιδιοκτητών των οικοπέδων· δεξιά τοπογραφικές σημειώσεις για τη φύση του εδάφους σε σχέση με τα αρχιτεκτονικά σχέδια. Παραχώρηση του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης – Βιβλιοθήκης Μπόντλιαν.

12. Γεράσιμος Πιτσαμάνος (Κεφαλονιά, 1787-1825). Σχέδιο για το κτήριο της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, π. 1820. Λεύκωμα Πιτσαμάνου, αρ. εισ. 1483/2. Παραχώρηση του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου, Αθήνα. |

13. Τζων Χιούμ (Αγγλία). Αρχιτεκτονικό σχέδιο για το κτήριο της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, Ιούλιος 1821. Μελάνη και υδατοχρώματα σε χαρτί, 50 x 40 εκ. Παραχώρηση του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης – Βιβλιοθήκης Μπόντλιαν. | Έργο του μηχανικού Τζων Χιούμ σε συνεργασία με τον Γκίλφορντ με βάση ένα πρόχειρο σχέδιο του Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκρελ RA (1788-1863).

14. Τζων Χιούμ (Αγγλία). Σχέδιο της πρόσοψης του κτηρίου της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, 1821. Αρχείο Δημητρίου Κόλλα. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Κέρκυρα. |

15. Χάρτης του Παλαιού Φρουρίου κατά τον 18ο αιώνα. Στον αριθμό 10, το Μέγαρο Βενετού Προνοητού. Από τη διατριβή της Αφροδίτης Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Η Αρχιτεκτονική της Πόλεως της Κέρκυρας, 1976. |

16. Βενετικό Κτηματολόγιο: Μέγαρο Βενετού Προνοητού, π. 1790. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Κέρκυρα. |

17. Σκίτσο Μεγάρου του Βενετού Προνοητή. Από το άρθρο του Guglielmo De Angelis d’Ossat, “Il volto veneziano di Corfù” στο Le vie d’Italia, Μάιος 1942, σς. 473-481. |

18. Στρατώνας Πασκουαλίγκο (π. 1600), από το 1838 Ιόνιος Ακαδημία. Τοπογραφικό & Πρόσοψη. Από τη διατριβή της Αφροδίτης Αγοροπούλου-Μπιρμπίλη, Η Αρχιτεκτονική της Πόλεως της Κέρκυρας, 1976. |

19. Πρόγραμμα των Σχολών Θεολογίας, Νομικής, Ιατρικής και Φιλοσοφίας στην Ιόνιο Ακαδημία, π. 1824 (στην Ιταλική). Μελάνη και υδατογραφία σε χαρτί, 20 x 25 εκ. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Κέρκυρα – Α.Ι.Γ. Βουλή Φ303-097. |

20. Σελίδα #372 χειρογράφου τετραδίου του Χριστοφόρου Φιλητά με επίγραμμα αφιερωμένο στον Γκίλφορντ για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας και με αναφορά στα ονόματα των καθηγητών του έτους 1824. Παραχώρηση της Βιβλιοθήκης της Βουλής, Αθήνα. | Στη σελίδα 372 του χειρογράφου τετραδίου του, ο Χριστόφορος Φιλήτας έγραψε ένα επίγραμμα αφιερωμένο στον Γκίλφορντ για την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας και με αναφορά στα ονόματα των καθηγητών του έτους 1824. Τα ονόματα που εμφανίζονται είναι Ιωάννης Αριστείδης, Κωνσταντίνος Ασώπιος, Χριστόφορος Φιλητάς, Γκαετάνο Γκρασέτι, Γεώργιος Θεριανός, Γεώργιος Ιωαννίδης, Ανδρέας Ιδρωμένος, Ανδρέας Κάλβος, Ιωάννης Καραντινός, Πασχάλης Καρούσος, Ιάκωβος Λουζινιάν, Νικόλαος Μανιάκης, Στυλιανός Μαράτος, Στέφανος Παραμυθιώτης, Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρετός, Στέφανος Παραμυθιώτης, Σταματέλλος Πυλαρινός, Στυλιανός Σπαθής, Γεώργιος Τουρλίνος, Λεοπόλδος Τζος και Κωνσταντίνος Τυπάλδος (με αλφαβητική σειρά κατά επώνυμο).

21. Η απόφαση της Βουλής για τη λειτουργία της Ιονίου Ακαδημίας. «Γαζέτα», αρ. 335, 24 Μαΐου 1824. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Κέρκυρα – Α.Ι.Γ. Βουλή Φ303-097. | Η απόφαση της Βουλής για τη λειτουργία της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα, που υπογράφηκε από τον Λόρδο Ύπατο Αρμοστή Φρέντρικ Άνταμ, τον Πρόεδρο της Βουλής Μαρίνο Βέγια, τον Εμπιστευτικό Γραμματέα της Α.Μ. Τόμας Λέιν και τον Γραμματέα της Γερουσίας Σίντνεϋ Όσμπορν στις 24 Μαΐου 1824.

22. Ανακοίνωση της Ιονίου Ακαδημίας περί έναρξης των μαθημάτων του 2ου ακαδημαϊκού έτους (1825-1826), 18 Οκτωβρίου 1825, Κέρκυρα. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. |

23. Κατάλογος των Μαθημάτων της Ιονίου Ακαδημίας, 1 Νοεμβρίου 1825, Κέρκυρα. Λιθογραφία σε χαρτί, 35 x 25 εκ. Παραχώρηση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, Κέρκυρα – ΑΝΚ/ΙΚ/19/146/1. | Ο κατάλογος των μαθημάτων της Ιονίου Ακαδημίας, που εκδόθηκε την 1η Νοεμβρίου 1825, περιλαμβάνει Θεολογία με τον Κωνσταντίνο Τυπάλδο. Νομική με τον Πασχάλη Καρούσο και τον Νικόλαο Μανιάκη· Ιατρική με τους Γεώργιο Θεριανό, Στυλιανό Σπαθή, Χριστόφορο Φιλήτα και Στυλιανό Μαράτο· Φιλοσοφία με τους Γεώργιο Ιωαννίδη, Ιωάννη Καραντινό, Σταμάτη Πυλαρινό, Αθανάσιο Πολίτη, Κωνσταντίνο Ασώπιο, Γκαετάνο Γκρασέτι, Ιωάννη Αριστείδη και Ιάκωβο Λουζινιάν.

24. Ανώνυμος (Ελλάδα). Βιβλιόσημο του Γκίλφορντ, «Ο Άρχων της Ιονικής Ακαδημίας Κόμης Γκίλφορδ», π. 1824. Οξυγραφία σε χαρτί, 3 x 6 εκ. Παραχώρηση του Κολλεγίου Αγίου Ιωάννη του Κέιμπριτζ, Ηνωμένο Βασίλειο. | Βιβλιόσημο στα ελληνικά του Γκίλφορντ, από έργο του 17ου αιώνα για την ιστορία της σουηδικής εκκλησίας του Γιοχάνες Μπαάζιους (1581-1649).

25. Προσωπογραφία και Σημείωμα του Γκίλφορντ προς τον Ανδρέα Παπαδόπουλο-Βρετό (1800-1876), Βιβλιοθηκάριο της Ιονίου Ακαδημίας, 20 Οκτωβρίου 1824, Κέρκυρα. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας, Κέρκυρα. | Ο κατά 34 έτη γηραιότερος Γκίλφορντ χαιρετά τον υφιστάμενό του Παπαδόπουλο-Βρετό ως «φίλος και δούλος». Στην παρούσα επιστολή του Λόρδου Φριδερίκου Νορθ, 5ου Κόμητος του Γκίλφορντ (1766-1827), ιδρυτή της Ιονίου Ακαδημίας, προς τον Ανδρέα Παπαδόπουλο-Βρετό (1800-1876), Βιβλιοθηκονόμο της Ιονίου Ακαδημίας, είναι σημαντικό να σημειωθεί η ευγενής ετικέτα του τρόπου, ότι ο αριστοκράτης πρώτος, 60 ετών, χαιρετά τον υφιστάμενό του δεύτερο, 24 ετών, στα ελληνικά ως «φίλος και δούλος»! Η συνοδευτική προσωπογραφία είναι μετά από λιθογραφία του γ. 1846 που αποδίδεται στον Πέτρο Παυλίδη-Μηνώτο.

26. Διδακτορικό Δίπλωμα Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας στον Απόστολο Μαζαράκη (1801-1868), 3 Ιανουαρίου 1831, Κέρκυρα. Οξυγραφία σε χαρτί, 34 x 46 εκ. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Το Διδακτορικό Δίπλωμα Θεολογίας της Ιονίου Ακαδημίας απονεμήθηκε στον Απόστολο Μαζαράκη (1801-1868), σε ηλικία 30 ετών, στις 3 Ιανουαρίου 1831, επί βασιλείας Γουλιέλμου Δ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου (1765-1837) και αρμοστείας Φρέντερικ Άνταμ (1784-1853) και Αγγέλου Κονδάρη ως προϊσταμένου της δημοσίας παιδείας. Κεφαλονίτης λόγιος, έγινε μία πρωτοπόρος μορφή στην πρώιμη παραγωγή της επτανησιακής ιστοριογραφίας και λαογραφίας. Λαμβάνοντας το όνομα «Άνθιμος», χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Σελευκείας, αρχαία ελληνική πόλη στο βόρειο τμήμα της Πισιδίας, στη σημερινή Τουρκία.

VI.       ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1.         Αθανάσιος Πολίτης. Εγχειρίδιον της Αλληλοδιδακτικής Μεθόδου. Κέρκυρα, 1829.

2.         Κόμης Φρέντερικ Γκίλφορντ. Αικατερίνη Ειρηνοποιώ. Ωδή Πινδαρική, Αθήνα, 1846.

3.         Φιλητάς. Ιωαννίκιος Καρτάνος, Δαμασκηνός Στουδίτης, Παχώμιος Ρουζάνος. Κέρκυρα, 1847.

4.         Σ. Θ. Λάσκαρης. Η Ιονική Ακαδημία επί Ναπολεoντείας Κυριαρχίας. Παρίσι, 1925.

5.         Σπύρος Μελάς, εκ. Ιόνιος Ακαδημία – 17 Μαΐου 1824. Αθήνα, 1949.

6.         Κωνσταντίνος Αθ. Διαμάντης. Η Ιόνιος Ακαδημία του Κόμιτος Γκίλφορντ. Αθήνα, 1949.

7.         Ντίνος Κονόμος. Η Ιόνιος Ακαδημία. Τόμος Β΄. Αθήνα, 1965.

8.          Γεράσιμος Σαλβάνος. Η Ιόνιος Ακαδημία και η αναβίωσις αυτής. Αθήνα, 1969.

9.         Αθανάσιος Καραθανάσης. Προσπάθειες του Γκίλφορδ για την Ιόνιο Ακαδημία. Αθήνα, 1975.

10.        Δελτίον της Ιονίου Ακαδημίας – Τόμος Α΄. Κέρκυρα, 1977.

11.        Τζ. Π. Χέντερσον. Η Ιόνιος Ακαδημία. Κέρκυρα, 1980.

12.        Γεώργιος Μεταλληνός. Η Ιόνιος Ακαδημία. Κριτική του βιβλίου του Χέντερσον. Αθήνα, 1981.

13.        Γεώργιος Τυπάλδος-Ιακωβάτος. Ιστορία της Ιόνιας Ακαδημίας. Αθήνα, 1982.

14.        Δάφνη Ι. Δ. Κυριάκη. Έκτακτο Δελτίο: Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ. Κέρκυρα, 1984.

15.        Δελτίον της Ιονίου Ακαδημίας. Τόμος Β΄. Κέρκυρα, 1986.

16.        Τζ. Π. Χέντερσον. Η Ιόνιος Ακαδημία. Σκωτία, 1988.

17.        Στέλλα Γεωργαλά-Πριοβόλου. Η Λατινική στην Ιόνιο Ακαδημία. Αθήνα, 1989.

18.        Μιχαήλ Γ, Λυκίσσα. Η Ιστορία της Ιονίου Ακαδημίας. Αθήνα, 1993.

19.        Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη. Ιόνιος Ακαδημία: Το Χρονικό (1811-1824). Αθήνα, 1997.

20.        Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη. Μαρτυρίες για τη Βιβλιοθήκη Γκίλφορντ. Αθήνα, 1999.

21.        Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη. Τα Ταξίδια του Λόρδου Γκίλφορντ. Αθήνα, 2000.

22.        Πρακτικά Συνεδρίου. Χριστόφορος Φιλητάς & Νεοελληνική Φιλολογία. Αθήνα, 2022.

1. Αθανάσιος Πολίτης. Εγχειρίδιον της Αλληλοδιδακτικής Μεθόδου, εκδοθέν δαπάνη της Κυβερνήσεως εις χρήσιν των κατά το Ιονικόν Κράτος Παιδαγωγών. Κέρκυρα, GR: Τυπογραφία της Κυβερνήσεως, 1829. Παραχώρηση της Βιβλιοθήκης της Βουλής, Αθήνα. | Ο Λευκάδιος ιατρός Αθανάσιος Πολίτης (1796-1864) ξεκίνησε μεταξύ του 1819-1820 τη διάδοση της Αλληλοδιδακτικής Μεθόδου στα Επτάνησα, που βρίσκονταν τότε κάτω από τη Βρετανική Προστασία. Για την προετοιμασία των δασκάλων εξέδωσε το  Εγχειρίδιον της Αλληλοδιδακτικής Μεθόδου στην Κέρκυρα που τυπώθηκε σε πρώτη έκδοση το 1820 και σε δεύτερη το 1829, προςχρήση των Παιδαγωγών του Ιονικού Κράτους. Η αλληλοδιδακτική μέθοδος αντιμετιόπιστηκε  όχι απλά ως ένας τρόπος κατάλληλος  για το γρήγορο αλφαβητισμό των πτωχών, αλλά και ως ένα σύστημα άρτιας λαϊκής εκπαίδευσης.

2. Κόμης Φρέντερικ Γκίλφορντ. Αικατερίνη Ειρηνοποιώ. Ωδή Πινδαρική, Αθήνα, GR: Δημόσιο Τυπογραφείο, 1846. Παραχώρηση της Βιβλιοθήκης της Βουλής, Αθήνα. |

3. Χριστόφορος Φιλητάς. Επιστολιμαία Διάλεξις: Περί Ιωαννικίου Καρτάνου, Δαμασκηνού του Στουδίτου και Παχωμίου Ρουζάνου. Κέρκυρα, GR: Τυπογραφία της Κυβερνήσεως, 1847. | Στην Επιστολιμαία Διάλεξη του 1847 ο Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867) έγραψε για τρεις φωτισμένους λογίους του 16ου αιώνα- τον Κερκυραίο ιερομόναχο και μέγα πρωτοσύγγελο Ιωάννικο Καρτάνο, τον Θεσσαλονικέα Δαμασκηνό Στουδίτη που έγινε άγιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας και τον Ζακύνθιο μοναχό Παχώμιο Ρουσάνο.

HP x755w:2024-Ionian:LaST1925acad-.jpg

4. Σ. Θ. Λάσκαρης. Η Ιονική Ακαδημία: Ένα Ελληνικό Ινστιτούτο στην Κέρκυρα επί Ναπολεoντείας Κυριαρχίας. Παρίσι, FR: Τεχνικές Εκτυπώσεις, 1925. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:HeCr1949acad-.jpg

5. Σπύρος Μελάς, εκ. Ιόνιος Ακαδημία – 17 Μαΐου 1824. Αθήνα, GR: Ελληνική Δημιουργία 31, 1949. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:DiKA1949guild-.jpg

6. Κωνσταντίνος Αθ. Διαμάντης. Η Ιόνιος Ακαδημία του Κόμιτος Γκίλφορντ. Κατά χειρόγραφον της Συλλογής Γιάννη Βλαχογιάννη. Αθήνα, GR: Ελληνική Δημιουργία, 1949. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:KonS1965acad-.jpg

7. Ντίνος Κονόμος. Η Ιόνιος Ακαδημία. Τόμος Β΄: Αφιερώμα στη μνήμη Λίνου Πολίτη. Αθήνα, GR: Κερκυραϊκή Ένωση Αθηνών, 1965. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

TOSHIBA:SalG1969acad-.jpg

8. Γεράσιμος Σαλβάνος. Η Ιόνιος Ακαδημία και η προσδοκωμένη αναβίωσις αυτής. Αθήνα, GR: Παρνασσός, 1969. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:MarA1975guil-.jpg

9. Αθανάσιος Ε. Καραθανάσης. Άγνωστες Προσπάθειες του Γκίλφορδ για τη σύσταση της Ιονίου Ακαδημίας. Αθήνα, GR: Ο Ερανιστής 67, 1975. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:IoAc1977bull-.jpg

10. Δελτίον της Ιονίου Ακαδημίας – Τόμος Α΄. Κέρκυρα, GR: Ιόνιος Ακαδημία, 1977. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:HeGP1980acad-.jpg

11. Τζωρτζ-Πάτρικ Χέντερσον. Η Ιόνιος Ακαδημία. Κέρκυρα, GR: Ιόνιος Ακαδημία, 1980. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

TOSHIBA:MetG1981acad-.jpg

12. Γεώργιος Μεταλληνός. Η Ιόνιος Ακαδημία. Κριτική παρουσίαση του ομωνύμου βιβλίου του Τ.-Π. Χέντερσον. Αθήνα, GR: Παρνασσός, 1981. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

TOSHIBA:TyIa1982acad-.jpg

13. Γεώργιος Τυπάλδος-Ιακωβάτος. Ιστορία της Ιόνιας Ακαδημίας. Αθήνα, GR: Ερμής – Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, 1982. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

14. Δάφνη Ι. Δ. Κυριάκη. Έκτακτο Δελτίο: Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ. Κέρκυρα, GR: Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας, 1984. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. | Το «Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ» περιλαμβάνει 644 έγγραφα που η Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας αγόρασε από τον οίκο δημοπρασιών Φίλιπς στο Λονδίνο στις 2 Ιουλίου 1981. Το περιεχόμενο του εν λόγω αρχείου, που συνέταξε η Δάφνη Ι. Δ. Κυριάκη το 1984, σχετίζεται με την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας το 1824.

HP x755w:2024-Ionian:IoAc1986bull-.jpg

15. Δελτίον της Ιονίου Ακαδημίας. Τόμος Β΄: Αφιερώμα στη μνήμη Λίνου Πολίτη. Κέρκυρα, GR: Ιόνιος Ακαδημία, 1986. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:HeGP1988acad-.jpg

16. Τζωρτζ-Πάτρικ Χέντερσον. Η Ιόνιος Ακαδημία. Σκωτία, UK: Σκωτικός Ακαδημαϊκός Τύπος, 1988. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:GePr1989acad-.jpg

17. Στέλλα Γεωργαλά-Πριοβόλου. Η Λατινική στην Ιόνιο Ακαδημία. Ανέκδοτες Μαρτυρίες από το Αρχείο Γκίλφορντ. Διδακτικά Εγχειρίδια. Αθήνα, GR: 1989. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:LykM1993acad-.jpg

18. Μιχαήλ Γ. Λυκίσσα. Η Ιστορία της Ιονίου Ακαδημίας. Αθήνα, GR: Εταιρεία Φίλων της Μεγάλης Ιδέας, 1993. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:AnTs1997acad-.jpg

19. Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη. Η Ιόνιος Ακαδημία: Το Χρονικό της Ίδρυσης του Πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου (1811-1824). Αθήνα, GR: Μικρός Ρωμηός, 1997. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:BoSt1999guil-.jpg

20. Βασιλική Μπόμπου-Σταμάτη. Μαρτυρίες για τη Βιβλιοθήκη Γκίλφορντ από το Αρχείο Γκίλφορντ της Αναγνωστικής Εταιρείας Κερκύρας. Ανέκδοτη αλληλογραφία και άλλα σχετικά έγγραφα (Ιούνιος 1827 – Ιούλιος 1830). Αθήνα, GR: Έλλην, 1999. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:AnTs2000guil-.jpg

21. Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη. Τα Ταξίδια του Λόρδου Γκίλφορντ στην Ανατολική Μεσόγειο. Αθήνα, GR: Ακαδημία Αθηνών, 2000. Παραχώρηση Συλλογής Σπύρου Π. Γαούτση, Κέρκυρα. |

HP x755w:2024-Ionian:AnTs2022filitas-.jpg

22. Πρακτικά Συνεδρίου 13-14 Δεκεμβρίου 2019. Ο Χριστόφορος Φιλητάς (1787-1867) και η συγκρότηση της Νεοελληνικής Φιλολογίας τον 18ο και 19ο αιώνα. Αθήνα, GR: Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, 2022. Παραχώρηση Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κέρκυρα. |

§

VII.      ΕΚΘΕΣΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

«Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ»

Επιμέλεια: Μεγακλής Ρογκάκος, MA MA PhD

Με τον παρόντα κατάλογο υλικού (έργα τέχνης, αρχεία και έγγραφα) δημιουργείται μια εικαστική έκθεση σύγχρονης τέχνης με τίτλο «Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ», για τον Λόρδο Φρέντερικ Νορθ, 5ο κόμη του Γκίλφορντ (1766-1827)· για τη 200ετηρίδα της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα.

Ο Γκίλφορντ υπήρξε Βρετανός κλασικιστής μελετητής και συλλέκτης σπανίων βιβλίων και χειρογράφων· υιός του 2ου Κόμητος του Γκίλφορντ· πρώτος Βρετανός κυβερνήτης της Κεϋλάνης την περίοδο 1798-1805 και ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα το 1824. Είναι γνωστός για τη φιλελληνική δράση του, κυρίως κατά τη διάρκεια της ζωή του στη βρετανική προστασία του Ενωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων (1815-1827). Παρά το γεγονός ότι η Ιόνιος Ακαδημία ήταν βραχύβια και εκλείφθηκε με την Ένωση το 1864, ήταν το πρώτο ελληνικό ακαδημαϊκό ίδρυμα της νέας εποχής και πρόδρομος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Γκίλφορντ προώθησε όχι μόνο τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό, αλλά βοήθησε να καθιερωθεί η νέα ελληνική ως γλώσσα εκπαίδευσης. Η γοητεία του με ο,τιδήποτε ελληνικό τον είχε οδηγήσει, ενωρίτερα στη ζωή του, να γίνει μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας κρυφά, με προτροπή του Γεωργίου Προσαλέντη. Ο Μέγας Πρωτοπαπάς Δημήτριος Πετρεττίνης (1722-1795) βάπτισε τον Γκίλφορντ στην Ορθόδοξη πίστη στην Οικία Πετρεττίνη, επί της Οδού Καποδιστρίου 10, τη νύχτα της 23ης Ιανουαρίου 1791, σε ηλικία 25 ετών, δίδοντάς του το όνομα «Δημήτριος». Αργότερα έγινε βουλευτής της βρετανικής Βουλής των Κοινοτήτων και πρώτος Βρετανός κυβερνήτης της Κεϋλάνης, προτού εμπλακεί στο Ιόνιο εγχείρημά του.

Η έκθεση στοχεύει να επικαιροποιήσει τον Γκίλφορντ και το όραμά του με 22 έργα σύγχρονων καλλιτεχνών που αναβιώνουν με μαεστρία τη μεγάλη του προσωπικότητα και την εκκεντρική του εμφάνιση. Παρουσιάζεται στην Ιόνιο Βουλή της Κερκύρας, ένα νεοκλασικό κτίριο που σχεδιάστηκε το 1855 από τον κερκυραίο αρχιτέκτονα Ιωάννη Χρόνη (1800-1879), από 1 έως 31 Αυγούστου 2024.

1.         Δημοσθένης Αγραφιώτης (Καρπενήσι GR, γ. 1946).

2.         Μαργαρίτα Βασιλάκου (Σπάρτη GR, γ. 1966).

3.         Δημοσθένης Γαλλής (Αθήνα GR, γ. 1967).

4.         Νίκος Γιαβρόπουλος (Θεσσαλονίκη GR, γ. 1971).

5.         Αγγελική Δούβερη (Αθήνα GR, γ. 1974).

6.         Βασίλης Καρακατσάνης (Αθήνα GR, γ. 1957).

7.         Νταϊάν Κατσιαφίκα (ΗΠΑ TX, γ. 1947).

8.         Αγαλίς Μάνεση (Κέρκυρα GR, γ. 1952).

9.         Γιώργος Μέγκουλας (Εύβοια GR, γ. 1955).

10.        Ιωάννης Μονόγυιος (Καβάλα GR, γ. 1965).

11.        Νίκολας Μουρ (Λονδίνο UK, γ. 1958).

12.        Λαμπρινή Μποβιάτσου (Αθήνα GR, γ. 1975).

13.        Ισμήνη Μπονάτσου (Κεφαλονιά GR, γ. 1964).

14.        Κ.N. Πάτσιος (Αθήνα GR, γ. 1977).

15.        Μαρίνα Προβατίδου (Θεσσαλονίκη GR, γ. 1978).

16.        Ιφιγένεια Σδούκου (Λάρισα GR, γ. 1962).

17.        Χρυσούλα Σκεπετζή (Ρέθυμνο GR, γ. 1964).

18.        Άγγελος Σκούρτης (Πάτρα GR, γ. 1949).

19.        Βασίλης Σολιδάκης (Κρήτη GR, γ. 1948).

20.        Μίλλυ Φλαμπουριάρη (Λονδίνο UK, γ. 1945).

21.        Αντώνης Φρατζεσκάκης (Χανιά GR, γ. 1965).

22.        Εικαστική Ομάδα Σεκόντο  (Φλώρινα GR, ιδ. 2023).

Δημοσθένης Αγραφιώτης (Καρπενήσι GR, γ. 1946). ΓνώσηΛΑΥΚΑ, 2023. Ψηφιακή εκτύπωση σε χαρτί, 50 x 70 εκ.

Για τη 200ετηρίδα του Ιονίου Πανεπιστημίου, ο Δημοσθένης Αγραφιώτης παρουσιάζει ένα οπτικό δοκίμιο με τη βοήθεια των γραφικών και τεχνητής νοημοσύνης ενός υπολογιστή. Με φόντο τον ανθρώπινο οφθαλμό, επηρεασμένος από την αρχαία ελληνική πολιτιστική συνεισφορά της όρασης ως προέλευσης και εργαλείου της καθολικής γνώσης, που αντιλαμβάνεται τα πράγματα θεμελιωδώς μέσω των αισθήσεων, καταστρώνει έναν χάρτη με συνεικόνες για τον ακαδημαϊκό κόσμο του Γκίλφορντ. Ξεκινά στο κέντρο της σύνθεσης με δύο οπτικά ποιήματα. Η πρώτη εικόνα παρουσιάζει την αθηναϊκή γλαύκα, έμβλημα της σοφίας και λογότυπο της Ιονίου Ακαδημίας. Η λέξη «σοφία» σε ελληνικά, αγγλικά και γαλλικά συνοδεύεται από το σύμβολο για το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί έργων, που πλέον σήμερα απαγορεύει την ασύδοτη διάδοση της γνώσης και ελέγχει τη χρήση της. Η δεύτερη εικόνα δίδει βασικά ψήγματα των λέξεων «πληροφορία», «γνώση» και «νοημοσύνη» σε ελληνικά και αγγλικά, φανερώνοντας ότι η λέξη «γλαύκα» στην αγγλική τυχαίνει να εμπεριέχεται και να ξεχωρίζει στο κέντρο της παράθεσης. Στην περιφέρεια των βασικών εικόνων παρατίθενται με μηχανικό τρόπο βεντάλιας εικόνες που αναφέρονται στο γενικό πλαίσιο της Ιονίου Ακαδημίας – προσωπογραφίες του ιδρυτή, ένα εξώφυλλο βιβλίου για την ιστορία του ιδρύματος, σχετικά ιστορικά τεκμήρια για την καταγωγή, το παρελθόν και την εξέλιξη του θεσμού. Μέσα από τις αναπαραστάσεις του -παρελθοντικές και τωρινές- ο Γκίλφορντ παρουσιάζεται ως ο έκκεντρος και εκκεντρικός Άγγλος  λόρδος, το προσωπικό πάθος του οποίου διεμόρφωσε την αναγκαία  συνθήκη  για τη διαχρονική καινοτόμο  παραγωγή του ιδρύματος, που σήμερα αποτελεί μέρος της εξωστρέφειάς του. Το επίτευγμά του ήταν η ίδρυση ενός πανεπιστημίου με τη δυνατότητα να διερευνεί τα μέσα παραγωγής κριτικής γνώσης, την προώθηση της τεχνοεπιστήμης και την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κρίσης.

Μαργαρίτα Βασιλάκου (Σπάρτη GR, γ. 1966). Κόμης Γυίλφορδ, 2023. Κολάζ σε χαρτί, 40 x 30 εκ.

Η Μαργαρίτα Βασιλάκου αναφέρεται στην προσωπογραφία του Γκίλφορντ του 1872 χαραγμένη από τον Περικλή Σκιαδόπουλο (1833-1875), διότι αποτυπώνει στην έκφρασή του την ιδεαλιστική του φύση. Επιθυμώντας να διατηρήσει πλήρως αυτό το χαρακτηριστικό, οικειοποιήθηκε μία φωτογραφημένη αναπαραγωγή της. Βασικό στοιχείο της σύνθεσης αποτελούν τα χέρια, τα οποία σχεδόν ανταγωνίζονται την ίδια τη φυσιογνωμία του. Είναι αυτόνομα, δυναμικά και υπονοούν την έντονη αλληλεπίδρασή του εικονιζομένου με τις επιθυμίες του και τις καταστάσεις -το περιβάλλον και τους ανθρώπους- όπως και τη γενικότερη ικανότητά τους να παίρνουν και να δίνουν αξία στη ζωή. Στη συγκεκριμένη σύνθεση πλαισιώνουν προσεκτικά τη γλαύκα, σύμβολο συνειδητά επιλεγμένο από τον Γκίλφορντ, υποδηλώνοντας τη σχέση του με τον ελληνικό πολιτισμό, αρχαίο και νεοελληνικό. Ως κεντρικό σύμβολο, η γλαύκα συνδέει σε βάθος χρόνου τη σοφία, που είναι η μετουσίωση της γνώσης σε βίωμα και της πνευματικότητας σε στάση ζωής. Το χρυσό χρώμα που πλαισιώνει τη γλαύκα αφηγείται μία πορεία επιτυχούς προσπάθειας, επιρροής, τόλμης, κύρους και εντέλει νίκης. Με την κόκκινη κλωστή κάνει μία έμμεση αναφορά στο μύθο μέσω του οποίου συμβολίζει τη σχέση του ανθρώπου με το πεπρωμένο του. Επέλεξε συμβολικά να πλαισιώνει τον δείκτη του χεριού, αφού αυτός είναι που σχετίζεται με την αυτοπεποίθηση, τα ηγετικά χαρακτηριστικά, αλλά και την πνευματικότητα του ανθρώπου. Τέλος σχεδιαστικά το κτηριακό συγκρότημα με τα προοπτικά στοιχεία στο κάτω μέρος του έργου, αποτελεί μία αφαιρετική νύξη στη σπουδαίο επίτευγμα του Γκίλφορντ, την Ιόνιο Ακαδημία.

Δημοσθένης Γαλλής (Αθήνα GR, γ. 1967). Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ, 2023. Εκτύπωση Ζικλέ σε αρχειακό χαρτί, 66 x 66 εκ.

Ο Δημοσθένης Γαλλής υλοποίησε τη συγκεκριμένη εικόνα από όνειρο που είδε σχετικά με τον Γκίλφορντ. Η πλαϊνή όψη της μαρμάρινης προτομής του Γκίλφορντ του 1827 από τον Ιωάννη Καλοσγούρο εδώ παρουσιάζεται ως ανάγλυφο καμέο από κοράλλι. Αν και βορειοδυτικής καταγωγής ο ίδιος, το βλέμμα του ήταν πάντα στραμμένο νοτιοανατολικά και για αυτό τοποθετείται έτσι στο φόντο που είναι ανάλογα προσανατολισμένο. Το βλέμμα του είναι ευθέως στραμμένο στο τόξο του Οδυσσέα, που είχε τόση σημασία για την επιστροφή του στην Ιθάκη. Στον ώμο του στηρίζεται εμπιστευτικά η σοφή αθηναϊκή γλαύκα. Ο ανθισμένος κλώνος κερασιάς υπαινίσσεται την απαρχή της πνευματικής άνοιξης σε μία χώρα εξαθλιωμένη μετά από έναν χειμώνα τεσσάρων αιώνων. Το πίσω μέρος της προσωπογραφίας συνοδεύει η ταπεινή υπογραφή σε επιστολές του αρίστου φιλέλληνα στην αγγλική της «Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ». Η ονειρική εικόνα, παρά την πολυκαιρία, διατηρεί μία νότα πολύχρωμης αισοφοξίας που θα επιμένει να εμπνέει τους εκάστοτε θεατές της.

Νίκος Γιαβρόπουλος (Θεσσαλονίκη GR, γ. 1971). Το ανήσυχο πνεύμα του Κόμη Γυίλφορδ, 2023. Ψηφιακή εκτύπωση σε πλεξιγκλάς, 50 x 50 εκ.

ΟΝίκος Γιαβρόπουλος είναι γνωστός για τη λατρεία της παραστατικής τέχνης και τη σύγχρονη πνοή με την οποία επενδύει κλασσικά έργα. Εδώ χρησιμοποιεί έντονη δίχρωμη φωτοσκίαση, συνθέτοντας το λευκό της σύγχρονης ζωής με το μαύρο του ιστορικού βάθους. Το έργο είναι φιλοτεχνημένο σε δύο παράλληλα επίπεδα. Στο πρώτο επίπεδο αναπαράγει την ήρεμη μαρμάρινη προτομή του Γκίλφορντ του 1827 από τον Ιωάννη Καλοσγούρο. Σε δεύτερο επίπεδο αναπαράγει την προσφιλή του γλαύκα από φωτογραφία της με τα φτερά ανοιχτά να πετά δυναμικά σε φάση κυνηγιού, έτοιμη να επιτύχει τον στόχο της. Έτσι, δημιουργεί έργο όπου η ηρεμία της προσωπικότητας του Γκίλφορντ  αντιπαρατίθεται με τον δυναμισμό του αρπακτικού πτηνού εν δράση. Αναφέρεται στην περιπέτεια της διττής πρόκλησης που αντιμετώπισε ο Γκίλφορντ όταν έβαλε εμπρός το όραμά του – αφενός την αντιπαλότητα του Βρετανού Υπάτου Αρμοστή, που δεν ενστερνιζόταν το πάθος του Γκίλφορντ για την ίδρυση και λειτουργία της Ιονίου Ακαδημίας, και αφετέρου το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, που ανάγκασε τον Γκίλφορντ να εγκαταλείψει την αρχική του ιδέα να τιμήσει την Ιθάκη του Οδυσσέα και να αποδεχθεί την Κέρκυρα ως ασφαλή βάση για το ίδρυμά του. Παρά την απόλυτη αντιπαράθεση, ο καλλιτέχνης φρόντισε η προτομή και η γλαύκα να συμπίπτουν στο σημείο των οφθαλμών, δίδοντας έτσι σαφή την εντύπωση στο στιγμιότυπο ότι πρόκειται για μάσκα του ενός επιπέδου στο άλλο. Το έργο εκφράζει τον θαυμασμό του καλλιτέχνη για τον εγγλέζο αριστοκράτη που έγινε παραδειγματικός φιλέλληνας, επιτυγχάνοντας στόχο πιο υψηλά από τον εαυτό και τη ζωή του εν μέσω συγκεκριμένων εμποδίων.

Αγγελική Δουβέρη (Αθήνα GR, γ. 1974). Ο Γκίλφορντ οραματιζόμενος, 2023. Εκτύπωση Ζικλέ σε αρχειακό χαρτί, 50 x 50 εκ.

Η Αγγελική Δουβέρη συγκινείται από το νεανικό όραμα του Γκίλφορντ να ιδρύσει την Ιόνιο Ακαδημία, ευσεβής πόθος για τον οποίο τιμήθηκε από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1818. Ανασυνθέτει τον πίνακα που φιλοτέχνησε ο Χιού-Ντάγκλας Χάμιλτον το 1790 του 24ετούς Γκίλφορντ, μία νεότητα κατά την οποία οι ενήλικες βρίσκονται στην ακμή τους όσον αφορά την πνευματική δύναμη και τη σωματική απόδοση. Η όρθια φιγούρα του στηρίζεται εδώ σε έναν ορίζοντα που διαχωρίζει τη γη από τον ουρανό με πλακάτα ανοιχτά χρώματα –μπλε και καφέ. Οι δύο περιοχές που προκύπτουν γίνονται ευκαιρία να αντιπαρατεθούν δύο διαφορετικοί κόσμοι. Ο ουρανός συνδέεται με τον διαχρονικό κόσμο της γνώσης και της παιδείας, που λαμβάνει τη γραμμική μορφή της αθηναϊκής γλαύκας που στηρίζεται στο κακοτράχαλο σημείο του ορίζοντα και του βιβλίου που κρέμεται από το τεταμένο χέρι της μορφής. Η γη αναφέρεται στον ρομαντικό κόσμο με τη μορφή ενός τοίχου που φέρει γκράφιτι από το μέλλον, με τη χειρόγραφη υπογραφή του Γκίλφορντ ως «δούλου και φίλου» του ανταξίου αποδέκτη. Όπως είναι στη φύση των δημιουργικών και ευφάνταστων νέων, ο Γκίλφορντ οραματίζεται το μέλλον με την Ιόνιο Ακαδημία, που, διαμορφώνοντας την αναγκαία εκπαίδευση, θα απελευθερώσει την Ελλάδα τόσο από τη σκλαβιά όσο και από την ξένη προστασία.

Βασίλης Καρακατσάνης (Αθήνα GR, γ. 1957). Αστικά-Εργαλεία Αρ. 7, 2023. Μικτή τεχνική σε καμβά, 100 x 100 εκ.

Με τη σειρά Αστικά Εργαλεία, ο Βασίλης Καρακατσάνης παρουσιάζει εκείνα τα κατασκευασμένα πράγματα που αφήνουν βαθιά αποτυπώματα στη ζωή μας. Ο ζωγράφος χρησιμοποιεί τη μηχανική αναπαραγωγή ως βασικό κατασκεύασμα της σύνθεσής του. Εδώ, χρησιμοποιεί το σύμβολο της Ιονίου Ακαδημίας – τη γλαύκα να στέκεται σε έναν κλάδο ελαίας και να κοιτάζει κατάματα τον θεατή, για να αντηχήσει το αποκορύφωμα του επιτεύγματος της ζωής του Γκίλφορντ που αντιπροσωπεύει την επιβίωση όλου του ανώτερου πολιτισμού. Αυτό το σύμβολο εμφανίζεται εδώ στη μορφή ως μία εντυπωμένη σφραγίδα, που αναπαράγεται δέκα φορές αντικριστά σε οκτώ σειρές. Στα διαστήματα μεταξύ των κενών βρίσκονται εικόνες βγαλμένες από μία ευρεία εντύπωση της υπηρεσίας αυτού του Άγγλου αξιωματικού στην εξωτική Κεϋλάνη – οι ελπίδες, οι προσδοκίες και οι σημειώσεις του. Το φόντο, εμπνευσμένο από την έντυπη κλωστοϋφαντουργική παράδοση της Υποηπείρου, συνδυάζει το περίτεχνο με το ιερό. Αυτές οι αφηγηματικές ή συμβολικές αντηχήσεις περικλείουν ένα ενεργειακό πεδίο με τη μορφή ενός χαλιού προσευχής. Με αυτόν τον τρόπο, αποφεύγεται κάθε παρανόηση της επανάληψης· μέσα σε αυτήν την εικόνα, το κεντολόγημα του χαλιού γίνεται η ουσία όλων. Μέσα σε αυτό το χαλί, που είναι εξ ολοκλήρου ασπρόμαυρο, ο ζωγράφος τονίζει, με φλογερά χρώματα στο κέντρο της σύνθεσης, ένα τετράγωνο πλαίσιο που αντιπροσωπεύει μια τυπική σύνοψη της μνήμης της παλαιάς πόλης της Κερκύρας. Εδώ, το καμπαναριό του Αγίου Σπυρίδωνα αποκτά ιδιαίτερη σημασία – γιατί ο Γκίλφορντ όχι μόνο αγάπησε την Ελλάδα, αλλά, με κάποια μυστικότητα, ασπάστηκε και την ορθόδοξη χριστιανική πίστη. Έτσι, τώρα, το εν λόγω κάδρο είναι ανοιχτό στη βάση του και προσφέρει μία δυνητική δίοδο που επιτρέπει στον θεατή να συνδεθεί ενεργειακά με το ουσιαστικό περιεχόμενό του.

Νταϊάν Κατσιαφίκα (ΗΠΑ TX, γ. 1947). Εσάρπα του Γκίλφορντ, 2023. Κλωστή κεντημένη σε βελούδο, 9 x 91 εκ.

Ενθουσιασμένη από την πρόκληση για τον εορτασμό του αξεπέραστου φιλέλληνα Γκίλφορντ (1766-1827), η Νταϊάν Κατσιαφίκα εμπνεύστηκε από μία λεπτομέρεια της περιγραφής του για τα επίσημα εγκαίνια της Ιονίου Ακαδημίας, στις 17 Μαΐου 1824, σε μία επιστολή προς την αδελφή του Άννα που έγραψε στο Οτράντο στις 1 Ιουνίου 1824, «Ωστόσο, αντί για τη σκούφια του Οδυσσέα, έφερα γύρω από την κεφαλή μου μία στενή μαύρη βελούδινη ταινία κεντημένη στο εμπρόσθιο μέρος με χρυσά φύλλα δάφνης και μία χρυσή γλαύκη» (Βρετανική Βιβλιοθήκη, Add. MS 61983, σ. 129). Ως εκ τούτου, η καλλιτέχνης κέντησε με χρυσή κλωστή σχετικά σχέδια σε όλη την έκταση μίας μαύρης βελούδινης κορδέλας, για να φοριέται γύρω από τον λαιμό του εκάστοτε Πρύτανη του Ιονίου Πανεπιστημίου ως εσάρπα. Κεντρικά δημιούργησε ένα έμβλημα που περιέχει μία πλαγία προσωπογραφία του Φρέντερικ Νορθ, την αθηναϊκή γλαύκα, μία στεφάνη δάφνης, έναν μεγεθυντικό φακό για ανάγνωση και διάφορους τόμους. Στα πλάγια άκρα έβαλε κείμενο που περιλαμβάνει τις ημερομηνίες της ζωής του «1766-1827», τον τίτλο του «5ος Κόμης του Γκίλφορντ», τη διάκρισή του «Φιλέλληνας», τη θέση του «Άρχων της Ιονίου Ακαδημίας» και τη βάση της δράσης του «Κέρκυρα». Προς τιμήν του εορτασμού των 200 ετών από την ίδρυση της Ιονίου Ακαδημίας, θα δοθούν στους επισκέπτες 200 φυλακτά με το έμβλημα του Γκίλφορντ.

Αγαλίς Μάνεση (Κέρκυρα GR, γ. 1952). Ο Κόμης και η Γλαύκα, 2023. Επιζωγραφισμένη και εφυαλωμένη τερακότα, 45 x 45 εκ.

Ως ειδική ζωγράφος κεραμικής, η Αγαλίς Μάνεση εικονογραφεί τη σχέση ανάμεσα στον Γκίλφορντ και το έμβλημά του, την αθηναϊκή γλαύκα, αφιερωμένη στη θεά της σοφίας. Στην αμεσότητά του, ο τίτλος «Ο Κόμης και η Γλαύκα» αντηχεί με το «Η Γλαύκα και η Γατούλα», το πιο γνωστό ποίημα του Έντουαρντ Λίαρ (1812-1888), που γράφτηκε και εικονογραφήθηκε για μια νεαρή Αγγλίδα που επρόκειτο να μυηθεί. στη λογοτεχνία και δημοσιεύτηκε στο Ανόητα Άσματα, Ιστορίες, Βοτανική και Αλφάβητα (1871). Καθώς οι πρωταγωνιστές του ποιήματος, έτσι ο Κόμης και η Γλαύκα απολαμβάνουν μία δυνατή και παραγωγική σχέση, καρπός της οποίας είναι η αγάπη για τα βιβλία. Το κυκλικό σχήμα της σύνθεσης παραπέμπει στον σφαιρικό κόσμο. Έναντι του έναστρου ουρανού, η προτομή του Κόμη, με πλήρη διάσημα, ξεπηδά κεντρικά από μία συλλογή βιβλίων που αιωρούνται ανοιγόμενα και κλειστά στο προσκήνιο, υποδηλώνοντας το μεγάλο δώρο του Γκίλφορντ στην Ιόνιο Ακαδημία, τη βιβλιοθήκη. Η αγαπημένη γλαύκα στέκεται πιστά κοντά στον καθήμενο σε ένα ανοιχτό βιβλίο. Τρία φύλλα δάφνης επάνω από την κεφαλή του Γκίλφορντ εγγυώνται την τιμή που του αξίζει.

Γιώργος Μέγκουλας (Εύβοια GR, γ. 1955). Το Πνεύμα του Γκίλφορντ, 2023. Ρυτίνη, 82 x 35 x 30 εκ.

Εδώ το πνεύμα του Γκίλφορντ λαμβάνει τη μορφή αθηναϊκής γλαύκας επικαιροποιημένης από την αισθητική της αφαίρεσης. Έχει στρογγυλεμένα περιγράμματα και απλοποιημένα χαρακτηριστικά.  Τα μάτια δηλώνονται από βαθειά σχισμή που εκφράζει την οξεία όρασή της. Το σώμα οκειοποιείται ανοιγμένο βιβλίο και αποδομείται σε τρία οριζόντια επίπεδα κινημένα σπειροειδώς κατά τη φυσική κλίση της γλαύκας που είναι έτοιμη για δράση. Έχοντας κωνικά σχήμα, το σώμα της σφηνώνεται στην καρδιά έξι ομοστρόφως κινημένων βιβλίων. Η αποδόμηση, ως το πιο κυρίαρχο πνευματικό κίνημα του 20ού αιώνα, ταιριάζει στην περίπτωση του ρομαντικού Γκίλφορντ. Ιδρύοντας την Ιόνιο Ακαδημία, εξάρθρωσε το ακαδημαϊκό κατεστημένο, που ήθελε τους γόνους της εντοπίας αριστοκρατίας να σπουδάζει στην αλλοδαπή, και αποσταθεροποίησε τις εδραιωμένες δομές που απαιτούσαν η επίσημη γλώσσα να είναι η ιταλική. Η δημιουργία του πρώτου πανεπιστημίου σε ελληνικό έδαφος και η διδασκαλία της νέας ελληνικής γλώσσας ήταν μία μορφή γόνιμης αποδόμησης.

Ιωάννης Μονογυιός (Καβάλα GR, γ. 1965). Το όνειρο ενός Λόρδου, 2023. Κολλάζ σε χαρτί, 70 x 50 εκ.

Ο Ιωάννης Μονογυιός  συνεκινήθηκε από την ιστορία του Λόρδου Γκίλφορντ, που αγάπησε την Ελλάδα και της αφιέρωσε τη ζωή και την περιουσία του. Στάθηκε στην παρατήρηση του Γκίλφορντ προς τον Ανδρέα Παπαδόπουλο-Βρετό: «Α! τέκνον μου, εάν δεν ήμουν ο Κόμης του Γκίλφορντ, θα ήθελα να ήμουν βιβλιοθηκάριος». Θεωρώντας το βιβλίο ως κατεξοχήν μέσο της γνώσης, δημιούργησε έναν βιβλιόκοσμο, όπου όλα επηρεάζονται από αυτό. Συνέθεσε μία εικόνα σε τρία επίπεδα. Το πρώτο επίπεδο είναι ο αντικειμενικός κόσμος του θεατή, όπου οι γωνίες ορίζουν τα όριά του και αντικατοπτρίζουν επιστημονικές εικόνες από τα σπάχνα του ανθρωπίνου σώματος. Η μία γωνία, επάνω δεξία διαρρηγνύεται με ονειρικά στοιχεία από το δεύτερο επίπεδο, τον κόσμο που οραματίστηκε ο Γκίλφορντ. Εκεί στο κάτω μέρος στηρίζεται ο Γκίλφορντ σε στἰβες από βιβλία ως νέος που οραματίζεται τον σύγχρονό του κόσμο να εξαπλώνεται με γνώση. Όλα γίνονται από βιβλία – τα βλαστά στο περιβάλλοντα χώρο, τα κτίρια στον ορίζοντα, το σμήνος πτηνών στον ουρανό. Στον ουρανό, η σιλουέτα της ανθρώπινης κεφαλής δημιουργεί ένα πέρασμα στον τρίτο χώρο, τον πνευματικό, που είναι πλήρης από σύννεφα. Η αθηναϊκή γλαύκα, έμβλημα της Ακαδημίας του Γκιλφορντ, κάθεται στο σημείο της κεφαλής όπου λαμβανουν χώρα οι νοητικές λειτουργίες του ανθρώπου. Κεντρικά, εκατέρωθεν των βιβλίων στον ορίζοντα, προβάλει το κτίριο όπου από το 1838 μετεστεγάστηκε η Ιόνιος Ακαδημία.

Νίκολας Μουρ (Λονδίνο UK, γ. 1958). Η Γλαύκα και ο Κόμης, 2023. Ακρυλικό σε ξύλινο πλαίσιο, 30 x 30 x 3 εκ.

Ο Νίκολας Μουρ ταυτίζεται με τον Γκίλφορντ στο ότι είναι κι αυτός ένας Άγγλος με βαθιά αγάπη για την Ελλάδα και κάθε τι ελληνικό. Εμπνεόμενος και από δύο έργα Ο αείμνηστος Κόμης του Γκίλφορντ με την Ελληνική Κολεγιακή Ένδυσή του περίπου του 1830 και το σκίτσο προσωπογραφίας του 1815 του Ενγκρ, ο πίνακας του Μουρ εστιάζει στην κεφαλή και τους ώμους του θέματος έναντι μίας φλοράλ ταπετσαρίας. Το πλαίσιο συνδυάζει στοιχεία προερχόμενα από τη παραδοσιακή κεντητική και δύο σύντομα κείμενα «η Γλαύκα και ο Κόμης έπιναν το τσάι τους» και «ενδίδοντας στα όνειρα για ένα έτος και μία ημέρα», εμπνευσμένα από έναν άλλο βρετανικό εισαγόμενο στην Κέρκυρα, τον Έντουαρντ Λίαρ (1812-1888). Η προσωπογραφία απολαμβάνει το εκκεντρικό ύφος ένδυσης και την προτίμηση του Γκίλφορντ για έντονα χρώματα, ένα χαρακτηριστικό που συμμερίζεται ο καλλιτέχνης. Το καπέλο σατούρνο (Κρόνιο) του Γκίλφορντ, γνωστό ως τέτοιο λόγω της ομοιότητάς του με τον δακτυλιωτό πλανήτη Κρόνο, έχει κλίση σαν να σχηματίζει ένα φωτοστέφανο. Το κυκλικό γείσο αυτού του καπέλου προσφέρει στον καλλιτέχνη τον χώρο να γράψει στα υφαντά ψάθινα δαχτυλίδια του αναμνήσεις από το πρώτο του ταξίδι στη μεταπολιτευτική Ελλάδα το 1976. Στα γραπτά συμπεριλαμβάνονται αναμνήσεις από την Ολυμπία όπου συνάντησε την πρώτη του γλάυκα στην άγρια φύση, ένιωσε την παρουσία των παλαιών θεών και συνειδητοποίησε ότι «είμαστε όλοι προσωρινοί επισκέπτες εδώ». Επομένως, αυτό η προσωπογραφία του Γκίλφορντ γίνεται η ευκαιρία του καλλιτέχνη να αναλογιστεί τον αντίκτυπο της πρώτης συνάντησης με το πνεύμα της Ελλάδας τόσο για τον ίδιο όσο και για τον Κόμη.

Λαμπρινή Μποβιάτσου (Αθήνα GR, γ. 1975). Η έγκυος στιγμή, 2023. Γραφίτης και χρωματιστά μολύβια σε ξύλο, γυαλί και πηλός. 80 × 60 × 3 εκ.

Η Λαμπρινή Μποβιάτσου τιμά τον Γκίλφορντ με έργο αναφερόμενο στη στιγμή της γέννησης της Αθηνάς, θεάς της σοφίας. Ο Δίας, πατέρας των θεών, έχοντας καταπιεί έγκυο τη σύζυγό του, εγκυμώνησε στην κεφαλή και κατά τη στιγμή της γέννας ζήτησε από τον Ήφαιστο να την ανοίξει με τη σφύρα του. Έτσι, από τη θρυμματισμένη κεφαλή του αναδύθηκε η Αθηνά πάνοπλη. Εδώ, τη θέση του Δία λαμβάνει σχέδιο μίας μαρμάρινης προτομής του Γκίλφορντ. Οι οθφαλμοί είναι πολύχρωμοι και το δάκρυ που χύνεται ζωντανεύει με σάρκινο χρώμα την περιοχή του. Η προτομή ραγίζει από έναν εσωτερικό σεισμό συγκίνησης και η κορυφή της κεφαλής έχει ανατιναχθεί γενώντας από τα βάθη της την αθηναϊκή γλαύκα, που έχοντας γεννηθεί βγαίνει από το χαρτί και αποκτά τρεις διαστάσεις. Ο Γκίλφορντ δακρύζει από τη συγκίνηση της αίσθησης της καίριας στιγμής, αυτής που ο Γκότχολντ-Εφραίμ Λέσσινγκ (1729-1781) στο δοκίμιό του 1766 Λαοκόων ή Περί των Ορίων της Ζωγραφικής και της Ποιήσεως ονόμασε «έγκυο στιγμή». Αισθάνεται δέος για την ελληνική σοφία που ρίζωσε εντός του και αναβλύζει στον κόσμο μέσα από το ίδρυμά του – την Ιόνιο Ακαδημία. Ένα τριδιάστατο θραύσμα της κεφαλής του Γκίλφορντ αντικατοπτρίζει το βλέμα της καλλιτέχνιδας κατά αυτή τη θαυματουργή στιγμή της δημιουργίας.

Ισμήνη Μπονάτσου (Κεφαλονιά GR, γ. 1964). Ο Κόμης του Γκίλφορντ & η Ιόνιος Ακαδημία, 2023. Γραφίτης και κοπτική σε χαρτί, 30 x 30 εκ.

Για τη 200ετηρίδα του Ιονίου Πανεπιστημίου η Ισμήνη Μπονάτσου εμπνεύστηκε από το γνήσιο έμβλημά του, στο οποίο ο ιδρυτής της, Γκίλφορντ, επέλεξε να πρωταγωνιστήσει η αθηναϊκή γλαύκα ως σύμβολο δύναμης, διορατικότητας και σοφίας. Με τον χαρακτηριστικό τρόπο της χαρτοκοπτικής δημιούργηγσε ένα ξεχωριστό ανάγλυφο μετάλλιο με επάλληλα χαρτιά σε ασπρόμαυρη γκάμα. Σε ένα λευκό κλἀδο ελαίας στήριξε το σχέδιο που σχηματίζει τη γλαύκα. Στη θέση της κεφαλής της σχεδίασε με γραφίτη το πρόσωπο του Γκίλφορντ από τον ανδριάντα του 1883 του Κοσμά Απέργη. Συνέθεσε τα δύο στοιχεία -γλαύκα και Γκίλφορντ- ώστε να γίνουν ένα σώμα και να υπενθυμίσει κατά αυτόν τον τρόπο ότι ο ίδιος ο ιδρυτής είναι η ψυχή του εκπαιδευτικού οργανισμού που καλείται «Ιόνιο Πανεπιστήμιο». Με αφαιρετική μέθοδο σχημάτισε τα γράμματα στην περιφέρεια του κύκλου – «Ιόνιος Ακαδημία» ελληνιστί για την αγαπημένη του Ελλάδα και «Φρέντερικ Νορθ – Κόμης του Γκίλφορντ» αγγλιστί ως αναφορά στη μακρινή γενέτειρα του φιλέλληνα Άγγλου.

Κ.Ν. Πάτσιος (Αθήνα GR, γ. 1977). Ο άνθρωπος που ομιλεί στις γλαύκες, 2023. Ζωγραφική και κολάζ σε καμβά, 50 x 50 εκ.

Ο Κ.Ν. Πάτσιος εμπνεύστηκε από τον Γκίλφορντ ως έναν φιλέλληνα οραματιστή που φρόντισε για την παιδεία των νέων Ελλήνων ως συνεχιστών της αρχαίας Ελλάδας. Ξεκινεί με ένα σκαρίφημα μελάνης βασισμένο στη κλασική προσωπογραφία του που σχεδίασε ο Ενγκρ στη Ρώμη το 1815. Εν συνεχεία, με ψυχαγωγική διάθεση, προσφέρει ένα μεταμοντέρνο παλίμψιστο. Βάση του έργου είναι ένα κολάζ από εφημερίδες της εφημερίδας «Καθημερινή» υπό διάφορες κατευθύνσεις για να εκφράσει το γεγονός ότι ο Γκίλφορντ υποστήριξε δυναμικά τη νέα ελληνική γλώσσα έναντι της αρχαΐζουσας. Φωτογραφίες από την εφημερίδα εξυπηρετούν μία αποδομητική διάθεση που εμπνέεται από την αισθητική των «κακών παιδιών» της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας – κυρίως των Γουόρχολ και Ράουσενμπεργκ. Σε δεύτερο επίπεδο χρησιμοποιεί ένα ερυθρό χαρτί περιτυλίγματος ως ταπετσαρία με βούλες ρετρό που παραπέμπει σε αισθητική βίντατζ για να θίξει την αστική ευγένεια με χιουμοριστικό τρόπο. Άλλο χαρτί περιτυλίγματος με ροζ άνθη σε φύση βαμμένη μπλε από τη νύχτα περιλαμβάνει το μοτίβο της γλαύκας. Δεδομένου ότι ο Γκίλφορντ λάτρεψε τη γλαύκα ως έμβλημα της σοφίας, εδώ παρουσιάζονται τρεις φορές στα δεξιά εμπρός του και εμπνέουν τον τίτλο του έργου. Στην αριστερή πλευρά παρουσιάζονται τρεις σύγχρονες παιδικές προσωπογραφίες που, όπως τα χερουβείμ της Αναγέννησης, παραπέμπουν στην Ιόνιο Ακαδημία ως κάτι καινούργιο και ελπιδοφόρο. Στη σύνθεση έχουν προστεθεί παιδικά αυτοκόλλητα και από άλλα στοιχεία του ζωικού και φυτικού βασιλείου, για να της προσδώσουν κάτι το εξωτικό, που θυμίζει τον Βοτανικό Κήπο της Ακαδημίας στους Καστράδες (σημερινή Γαρίτσα). Το έργο αναδίδει μία σύγχρονη ατμόσφαιρα ερμαρίου με αλλόκοτα αντικείμενα, επικαιροποιώντας έτσι την πρακτική των παλαιών ευγενών.

Μαρίνα Προβατίδου (Θεσσαλονίκη GR, γ. 1978). Ο Γκίλφορντ στη Φύση του, 2023. Οξυγραφία σε χαρτί, 70 x 50 εκ.

Η Μαρίνα Προβατίδου εμπνεύστηκε από τη χαρακτική προσωπογραφία του Γκίλφορντ του 1872 από τον Περικλή Σκιαδόπουλο (1833-1875), που περιλαμβάνει τον αστέρα του Ιππότη Διοικητή Μεγαλόσταυρου ευκρινώς παρουσιασμένο στο πέτο του σακακιού του. Εδώ, όμως, αντικατέστησε το χαρακτηριστικό πρόσωπο του εικονιζομένου με την κεφαλή μίας γλαύκας που κοιτάζει τον θεατή μετωπικά κατευθείαν. Το σαφώς σουρεαλιστικό εύρημα εξηγείται από την εμμονή του Γκίλφορντ για το συγκεκριμένο αθηναϊκό σύμβολο της σοφίας, που χρησίμευσε ως έμβλημα της Ιονίου Ακαδημίας, κοσμούσε ως κορωνίδα την ταινία που έφερε επισήμως επί κεφαλής, παρουσιαζόταν ολόγλυφη στην κορυφή της πανεπιστημιακής ράβδου και εμφανιζόταν ανάγλυφη στο χρυσό δαχτυλίδι που του δώρισε η Φιλόμουσος Εταιρεία Αθηνών. Έτσι το φόντο, που στο γνήσιο χαρακτικό είναι αφαιρετικό, εδώ αναπαριστά τυπική εικόνα του φυσικοὐ ελληνικού τοπίου που είναι ενδημικό στη γλαύκα – τις άγριες βουνοπλαγιές με τα πευκώδη δάση.

Ιφιγένεια Σδούκου (Λάρισα GR, γ. 1962). Γκίλφορντ, ο Μέγιστος  Φιλέλληνας, 2023. Νήμα σε βαμβακερό ύφασμα, 32 x 22 εκ.

Η Ιφιγένεια Σδούκου ενδιαφέρθηκε για τον Γκίλφορντ ως τον μέγιστο φιλέλληνα που του αξίζει διαχρονική τιμή. Επιθυμώντας να τον αποθανατίσει επέλεξε ενστικτωδώς την κεντητική τέχνη που από τη φύση της σημαίνει απομόνωση, επιμονή και υπομονή, Επέλεξε νήματα στα τρία χρώματα της αγγλικής σημαίας – λευκό, ερυθρό και μπλε. Αντέγραψε σε μπλε αποχρώσεις το πρόσωπο του Γκίλφορντ από την προσωπογραφία του 1817 του Γουίλιαμ-Τόμας Φράυ, η οποία χαρακτηρίζεται από ευγένεια και γλυκύτητα. Δίπλα της κέντησε σε ερυθρές αποχρώσεις την κεφαλή της αθηναϊκής γλαύκας, που ο ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας κατέστησε έμβλημά της. Στο κάτω μέρος αναπαράγει με το ίδιο ερυθρό χρώμα στην ελληνική τη χειρόγραφη υπογραφή του – «Ὁ σὸς εἰλικρινέστατος δοῦλος καὶ φίλος Κόμης Γυίλφορδ». Ο Γκίλφορντ ήταν ένας ρομαντικός άνθρωπος της εποχής του, που αγάπησε την Ελλάδα και οραματίστηκε να την αναβιώσει από τις στάχτες της μακραίωνης σκλαβιάς μέσω της παιδείας. Όπως συμβαίνει συχνά σε ρομαντικά σενάρια, το όραμα του Γκίλφορντ συνάντησε εμπόδια από την αγγλική κυβέρνηση των Ιονίων Νήσων. Η αγωνία του για την τύχη της Ακαδημίας εκφράζεται στο απόσπασμα από επιστολή του προς τον Λόρδο Μπάθερστ στο Λονδίνο που έγραψε στην Κέρκυρα στις 17 Μαρτίου 1827, και η οποία αναπαράγεται με μπλε νήμα  γύρω από το πρόσωπό του – «Με στενοχωρεί που δεν μπορώ να κάνω πολλά μικροπράγματα με δικά μου έξοδα που θα ήταν χρήσιμα για τον Κλήρο, το Πανεπιστήμιο και το Κράτος» (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Αθήνα). Αυτά τα εμπόδια ο μέγιστος φιλέλληνας αντιπαρήλθε με το ίδιο πάθος που απαιτεί η κεντητική.

Χρυσούλα Σκεπετζή (Ρέθυμνο GR, γ. 1964). Υδρορροή, 2023. Μικτή τεχνική: μωρουδιακή πάνα κλωστές και μαρκαδόροι, 81 x 37 εκ.

Με τη γνωστή κεντητική τεχνική της, η Χρυσούλα Σκεπετζή Το αναπαράγει παραστατικά την κεντρική πρόσοψη της Ιονίου Ακαδημίας με κομβικά σημεία διαμετρικά τοποθετημένα – τον Γκίλφορντ επάνω δεξιά και το σύμβολο της σοφίας κάτω αριστερά. Στο ενδιάμεσο αυτών και περίπου στο κέντρο του κτιρίου μια κόκκινη υδρορροή ενώνει με νήμα το πρόσωπο του ανδρός και κατακόρυφα τη μορφή της γλαύκας. Με αυτόν τον τρόπο δηλώνεται στο έργο, η συνεχή ροή γνώσης και δράσης που προκύπτει από το τρίο των εμπλεκομένων στο έργο και τα υλικά κατασκευής του. Η πάνα του μωρού, που αναδεικνύει τον πιθανά, σταλμένο εκ γενετής Λόρδο και τις κλωστές ως ένδειξη συνεχούς ανάγκης υποστήριξης στα τότε τεκταινόμενα.

Άγγελος Σκούρτης (Πάτρα GR, γ. 1949). Ιόνιο Όνειρο – Ιθάκη, 2023. Ψηφιακή εκτύπωση σε χαρτί, 50 x 40 εκ.

Ο Άγγελος Σκούρτης εντυπωσιάστηκε από το μεγαλόπνοο σχέδιο κάτοψης της Ιονίου Ακαδημίας που θέλησε να οικοδομήσει ο Γκίλφορντ στην Ιθάκη ως χώρας του Οδυσσέα. Για την ανέγερση της ακαδημίας του εκεί, ο φιλέλληνας έφτιαξε ένα δικό του σχέδιο με τη βοήθεια του Άγγλου μηχανικού Τζων Χιούμ, χρησιμοποιώντας ως βάση ένα πρόχειρο σχέδιο του γνωστού αρχιτέκτονα και περιηγητή Τσαρλς Ρόμπερτ Κόκρελ (1788-1863) (Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Η Ιόνιος Ακαδημία: Το Χρονικό της Ίδρυσης του Πρώτου Ελληνικού Πανεπιστημίου 1811-1824, 1997:92). Δυστυχώς η Ιόνιος Ακαδημία ποτέ δεν υλοποιήθηκε στην Ιθάκη λόγω του ξεσπάσματος της Ελληνικής Επανάστασης. ‘Ετσι το συγκεκριμένο σχέδιο παρέμεινε ένας ανολοκλήρωτoς πόθος. Με διάθεση να αποθανατίσει το άξιο όραμα του Γκίλφορντ, ο καλλιτέχνης εμπνεύστηκε να οικειοποιηθεί τις πολύχρωμες γεωμετρικές συνθέσεις σε ποικίλλως μακρόστενες σανίδες από την εγκατάστασή του με τίτλο Όλα στο τέλος θα γίνουν ποίηση του 2019-2021. Η έντονη χρωματική με τον παλλόμενο γεωματρικό σχηματισμό της παραπέμπουν στην ανοικοδόμηση μίας καινούργιας κοινωνίας με ρίζες στην ιστορία του ελληνικού έθνους και με ελπίδες για μία καλύτερη ζωή. Νιώθοντας ότι το ίδιο οραματίστηκε ο Γκίλφορντ με την ακαδημία του, ο καλλιτέχνης υπερέθεσε τις χαρούμενες προσόψεις του 2021 με μαθηματική ακρίβεια επάνω από το αρχιτεκτονικό σχέδιο του 1821. Σε αντίθεση με τη νεοκλασική κάτοψη, που είναι σχεδιασμένη με μαύρη μελάνη σε λευκό χαρτί και με συμμετρική διάταξη, οι σύγχρονες λωρίδες έχουν αισθαντικές αποστάσεις και αναλογίες μεταξύ τους και είναι χρωματισμένες με ασύμβατη αλλά ζυγισμένη λογική. Η αντίστοιξη του παλαιού με το καινούργιο δημιουργεί μία δυναμική που επικαιροποιεί δεόντως το ανεκπλήρωτο όνειρο του Γκίλφορντ.

Βασίλης Σολιδάκης (Κρήτη GR, γ. 1948). Ο Βιβλιόφιλος Γκίλφορντ, 2023. Λάδι σε καμβά, 70 x 50 εκ.

Ο Βασίλης Σολιδάκης φιλοτέχνησε τον Γκίλφορντ ως βιβλιόφιλο. Χρησιμοποίησε την ολόσωμη νεανική προσωπογραφία του στη Ρώμη του 1790 από τον Χιού-Ντάγκλας Χάμιλτον (1740-1808), αλλά τη θέση του αριστοκρατικού προσώπου του καταλαμβάνει η κεφαλή της αθηναϊκής γλαύκας, σύμβολο σοφίας, με το οποίο συνδέθηκε εμμονικά. Ο ζωγράφος τοποθετεί τον φιλέλληνα σε ένα ονειρικό φόντο έναντι ενός ουρανού που μιμείται την γαλανόλευκη ελληνική σημαία. Είναι γνωστό ότι ιδρύοντας την Ιόνιο Ακαδημία, ο Γκίλφορντ είχε δημιουργήσει μία εκτεταμένη βιβλιοθήκη με σπάνια βιβλία που θεωρούνταν εξαιρετική ακόμη και κατά τη διάρκεια της ζωής του. Στην ακμή της, η βιβλιοθήκη είχε 30.000 τόμους και εθερωρείτο η πληρέστερη συλλογή νεοελληνικής λογοτεχνίας στον κόσμο. Πρόθεσή του και δεδηλωμένη επιθυμία του ήταν να τη στεγάσει στην «ιδική του» Ιόνιο Ακαδημία που οραματιζόταν να έχει έδρα την Ιθάκη ως πατρίδας του Οδυσσέα. Έτσι παρουσιάζεται εδώ, στηρίζοντας το σώμα του σε μία βιβλιοθήκη που η συνέχειά της εξαϋλώνεται στον περιβάλλοντα χώρο. Το δεξί του χέρι, που απλώνεται στο άνω ράφι της βιβλιοθήκης, κρατεί ένα από τα βιβλία του. Ένα επιπλέον βιβλίο προσφέρεται προς τον θεατή ανοιχτό στο δάπεδο ως ανθός σε έναν κήπο που θα κάνει όλο το πανεπιστήμιο να ανθίσει.

Μίλλυ Φλαμπουριάρη (Αγγλία UK, γ. 1945). Λίαρ και Γκίλφορντ, 2023. Ψηφιακή εκτύπωση σε χαρτί, 52 x 34 εκ.

Εμπνευσμένη από δύο αξιόλογες πολιτιστικές προσωπικότητες – τον Έντουαρντ Λίαρ (1812-1888) και τον Λόρδο Γκίλφορντ (1766-1827) – η Μίλλυ Φλαμπουριάρη τους έφερε κοντά, αν και οι δύο δεν ήταν σύγχρονοι. Ωστόσο, και οι δύο συνδέθηκαν με την Κέρκυρα και ενδιαφέρθηκαν και οι δύο για τη γλαύκα για διαφορετικούς λόγους – ο πρώτος ως ζωολογική εικονογράφιση και ο δεύτερος για την αξία της ως έμβλημα σοφίας. Η Φλαμπουριάρη χρησιμοποίησε ως βάση την Αετογλαύκα του 1837 του Λίαρ και τοποθέτησε επάνω της μία φιγούρα του Γκίλφορντ που στηρίζεται στην πλάτη της σαν σε χειρονομία συντροφικότητας. Η μορφή του Γκίλφορντ προέρχεται από τον μαρμάρινο ανδριάντα του 1883 του Κοσμά Απέργη, του οποίου η καλλιτεχνική αξία υποτιμήθηκε. Χρησιμοποιώντας τεχνικές Φώτοσοπ, η καλλιτέχνιδα τόνισε τη γνωστή εκκεντρική εμφάνιση του εικονιζομένου προσθέτοντας χρώμα σε αυτό το άγαλμα αλλά και το μεγάλο καπέλο, βασισμένο στην εικονογράφηση εποχής με τίτλο Ο αείμνηστος Κόμης του Γκίλφορντ με την Ελληνική Κολεγιακή Ένδυσή του.

Αντώνης Φραντζεσκάκης (Χανιά GR, γ. 1965). Ο Κόμης Γυίλφορδ, 2023. Μολύβια και ψηφιακή εκτύπωση σε χαρτί με πλαίσιο εποχής, 68 x 56 x 6 εκ.

Ο Αντώνης Φραντζεσκάκης εμπνεύστηκε από  τη μαρμάρινη προτομή του Γκίλφορντ του 1827 του Ιωάννη Καλοσγούρου για να δημιουργήσει μία νέα προσωπογραφία στηριγμένη στην αισθητική της επιζωγραφισμένης γκραβούρας στο χέρι που ήταν παραδοσιακή κατά τον 19ο αιώνα. Στη δική του εκδοχή, όμως, φρόντισε για μία σειρά από σημαντικές τελειοποιήσεις. Οι απλανείς  οφθαλμοί αποκτούν γαλανό χρώμα από τον ελπιδοφόρο ουρανό της Ελλάδας. Τα παγωμένα χείλη εδώ αποκτούν ερυθρό χρώμα από τη θερμή του καρδιά. Την καταφανή ωριμότητα διαδέχεται μία δημιουργική ύστερη νεότητα. Τη κλασσικίζουσα αμφίεση αντικαθιστά η σύγχρονή του ευρωπαϊκή μόδα. Την αίσθηση της αυτοπεποίθησης και ικανοποίησης μετατρέπει σε μία ισχνή και αδιόρατη ανησυχία για το μέλλον. Η ταινία με τις δάφνες στο μέτωπό του αναφέρεται στην κλασική αρχαιότητα και συμβολίζει την αναγνωρισμένη επιτυχία και τη συνακόλουθη δόξα. Η γλαύκα, σαν καρφίτσα στο πέτο του, είναι σύμβολο της δύναμης της σοφίας. Στη βάση της προτομής παρουσιάζεται σε πινακίδα με διακοσμητικό πλαίσιο Μποντόνι στην αγγλική η ονομασία «Κόμης του Γυίλφορντ» με στοιχεία Κόπερπλεϊτ και παρακάτω η αναφορά στη θέση του «Άρχων της Ιονίου Ακαδημίας» με καλλιγραφική γραφή Καλιφόρνυα. Στο φόντο αιωρούνται στοιχεία που τονίζουν τα φιλελληνικά ενδιαφέροντα του εικονιζομένου – ένα κλασικό ανάγλυφο θραύσμα πιθανόν της Αφροδίτης, ένα αρχαίο πήλινο σείστρο και έναν νεοελληνικό οστέινο ζουρνά. Η νέα προσωπογραφία ανασυνθέτει την προσωπικότητα του λόρδου και δίδει τη δυνατότητα στον θεατή να κατανοήσει την ουσίας της αγάπης του για την Ελλάδα.

Εικαστική Ομάδα Σεκόντο (Φλώρινα GR, ιδ. 2023). Η Απογείωση, 2023. Σίδηρος, 180 x 80 x 80 εκ.

Η εικαστική ομάδα Σεκόντο παρουσιάζει το συνεργατικό έργο των Στέλιου Καρά (Αθήνα, γ. 1955), Χάρη Κοντοσφύρη (Λέσβος, γ. 1965) και Βασίλη Σέντzα (Λάρισα, γ. 1970). Με μπετόβεργες και μεταλλικά υπολείμματα λαμαρινών σχηματοποίησε ένα νυχτερινό στιγμιότυπο με βάση ένα τυρβώδες κτίριο, κορύφωση μία αγριμική ημισέληνο και ενδιάμεσα την πτήση μίας γλαύκας. Το κτίριο βασίζεται στην ιδέα της Ιονίου Ακαδημίας με ακμές που αναφέρονται στην ίδρυσή της από τον Γκίλφορντ και σε σκιές που παραπέμπουν στην ανίδρυση της από μικροσυμφέροντα. Η ημισέληνος με τη μορφή οδοντωτού διαδήματος αναφέρεται στον εχθρό της γνώσης που υπήρξε ο κληρονόμος του Γκίλφορντ που για ανάξιο και ευτελές κέρδος (!) μεθόδευσε να παραβιαστεί η διαθήκη του και να πωληθεί η εν λόγω πολυτιμότατη βιβλιοθήκη στο εξωτερικό. Η γλαύκα, που τόσο θερμά ενστερνίστηκε ο Γκίλφορντ, παρουσιάζεται με ορθάνοιχτες τις φτερούγες της που η άνω πλευρά τους μεταμορφώνεται σε σελίδες ανοιχτού βιβλίου. Η πτήση της γλαύκας συνδέεται με την απογείωση της γνώσης που επέφερε η απαράμιλλη ευεργεσία της Ιονίου βιβλιοθήκης στους καθηγητές και σπουδαστές της όσο άντεξε η καλή ενέργεια του ιδρυτή της.

§

VIII.     ΕΠΙΛΟΓΗ 26 ΤΕΚΜΗΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΚΕΡΚΥΡΑΪΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΓΚΥΛΦΟΡΝΤ

Φ III 46.- 25.10.1819 | Έντυπη ανακοίνωση της προσφοράς βιβλἰων από το Πανεπιστήμιο Κείμπριτζ στην Ιόνιο Ακαδημία, στην αγγλική.

Φ IV 4.- 5.4.1820 | Έντυπο απόκομμα παρουσίασης της ίδρυσης της Ιονίου Ακαδημίας στην Ιθάκη, στην ιταλική.

Φ IV 5.- 7.3.1820 | Επιστολή του Κ. Λογοθέτη προς Γκίλφορντ, στην ελληνική, που υμνεί και ευχαριστεί τους Άγγλους.

Φ IV 11.- 25.3.1820 | Έγγραφο της συγκλήτου της Ιονίου Πολιτείας, στην ιταλική, που ορίζει τον Γκίλφορντ άρχοντα του πανεπιστημίου.

Φ IV 25.- 31.1.1820 | Έντυπη κοινοποίηση στη λατινική της προσφοράς βιβλἰων από το Πανεπιστήμιο Κέιμπριτζ στην Ιόνιο Ακαδημία.

Φ V 5.- 17.5.1824 | Σχέδιο ίδρυσης της Ιονίου Ακαδημίας, στην αγγλική.

Φ V 14.- 11.11.1824 | Προκήρυξη του Άρχοντα της Ακαδημίας, στην ιταλική, που ανακοινώνει στολές, παρουσία και διαγωγή.

Φ V 17.- 27.12.1824 | Επιστολή του Γκίλφορντ προς Δημήτριο Σχινά, στην ιταλική, που περιλαμβάνει θυρεό του αποστολέα.

Φ V 20.- 14.2.1825 | Επιστολή του Γκίλφορντ προς Α. Μπάθερστ, στην αγγλική, που αναφέρεται στη λειτουργία της Ακαδημίας.

Φ V 28.- 22.4.1825 | Επιστολή του Γκίλφορντ προς Α. Μπάθερστ, στην αγγλική, που αναφέρεται στο ανεξίθρησκο της Ακαδημίας.

Φ VIII 46.- 30.11.1827 | Επιστολή του Φ. Άνταμ προς ανώνυμο, στην αγγλική, που αναφέρει τον θάνατο του Γκίλφορντ.

Φ VIII 47.- 24.12.1827 | Επιστολή του Ι. Χρόνη προς ανώνυμο, στην ιταλική, που συλλυπείται για τον θάνατο του Γκίλφορντ.

Φ VIII 48.- 27.12.1827 | Επιστολή του Γκίλφορντ προς Σέφηλντ, στην γαλλική, που ενημερώνει για τις οδηγίες του Γκίλφορντ για τη λειτουργία της βιβλιοθήκης μετά τον θάνατό του.

Φ VIII 64.- 15.8.1829 | Αναφορά του Α. Παπαδόπουλου Βρετού, στην ιταλική, για τη βιβλιοθήκη.

Φ VIII 66.- 10.1830 | Κατάλογος βιβλίων από τη βιβλιοθήκη, στην ιταλική.

Φ IX 6.- μετά 1819 | Έγγραφο με κείμενο υμνητικό για τον Γκίλφορντ, στη λατινική.

Φ IX 10.- περίπου 1820 | Έγγραφο με τέσσερις στίχους εγκωμιαστικούς του Δανιήλ ιερομονάχου Βαριζίου για τον Γκίλφορντ, στην ελληνική και καλλιγραφημένο.

Φ IX 18.- περίπου 1820 | Έγγραφο με εγκώμιο του Μανουήλ ιερομονάχου Πεταλά Ιωάννη στο Βασίλειο της Αγγλίας για τη Μεγάλη Βρετανία και τον Γκίλφορντ, στην ελληνική.

Φ IX 35.- περίπου 1820 | Ύμνος, με στοιχεία από την κλασσική γραμματεία, ανωνύμου για τον Γκίλφορντ, στην ελληνική.

Φ IX 36.- περίπου 1820 | Υμνητικό ποίημα, με 39 στίχους, για την ελληνική παιδεία του Γκίλφορντ, του Μπερνάρντο Ζαμάνια, στη λατινική.

Δ 1.- 27.5.1814 | Δίπλωμα της εκλογής του Γκίλφορντ ως προέδρου των Εφόρων τη Φιλομούσου Εταιρίας, στην ελληνική.

Δ 2.- 4.3.1817 | Δίπλωμα του Γκίλφορντ από την Ιταλική Ακαδημία, στην ιταλική.

Δ 3.- 10.4.1820 | Δίπλωμα του Γκίλφορντ από την Ετρουσκική Ακαδημία, στην ιταλική.

Δ 4.- 8.8.1820 | Έγγραφο του Πανεπιστημίου Κέιμπριτζ προς τον Γκίλφορντ, ως Καγκελάριο της Ακαδημίας, στη λατινική.

Δ 5.- 19.4.1822 | Δίπλωμα του Γκίλφορντ από τη Βασιλική Ακαδημία Λούκας, στην ιταλική.

Τ 1.- 13.10.1827 | Διαθήκη του Γκίλφορντ, που μεταξύ άλλων ορίζει τις δωρεές του προς την Ιόνιο Ακαδημία, στην αγγλική.

• Δάφνη Ι. Δ. Κυριάκη. Κερκυραϊκό Αρχείο Γκίλφορντ. Κέρκυρα, GR: Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας, 1984.

Αρχείο Γκίλφορντ για την Ιόνιο Ακαδημία στη Βρετανική Βιβλιοθήκη

Δυτικά Χειρόγραφα 1815-1827

Αναφ.: Add MS 88900/1/13-68

Έκταση: 56 τόμοι στα Αγγλικά, Ιταλικά, Νέα Ελληνικά, Γαλλικά, Λατινικά και Ισπανικά

Δημιουργοί: Νορθ, Φρέντερικ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ, 1766-1827; Λουζινιάν, Ιάκωβος, fl 1815-1830, Καθηγητής Αγγλικών στην Ιόνιο Ακαδημία

Περιεχόμενα: Με τη Συνθήκη των Παρισίων (1815), τα Επτάνησα έγιναν προτεκτοράτο της Μεγάλης Βρετανίας και την ίδια χρονιά ο Γκίλφορντ ξεκίνησε συζητήσεις για ένα πιθανό Ιόνιο Πανεπιστήμιο με τον Ιωάννη Καποδίστρια, τον Έλληνα διπλωμάτη και τελικά πρώτο αρχηγό κράτους της ανεξάρτητης Ελλάδας. Αυτό το μέρος της συλλογής περιλαμβάνει πολλές επιστολές που σχετίζονται με την Ιόνιο Ακαδημία, τόσο πριν όσο και μετά την ίδρυσή της το 1824. Οι ανταποκριτές του North για το θέμα περιλαμβάνουν ακαδημαϊκούς, επιστήμονες, ευγενείς, διπλωμάτες, κυβερνητικούς αξιωματούχους και κληρικούς, κυρίως Ιταλούς αλλά και από όλο τον κόσμο Ευρώπη. Αντίγραφα των δικών του επιστολών και απαντήσεων υπάρχουν συχνά. Υπάρχουν επιστολές από τους ακόλουθους Καθηγητές της Ακαδημίας: Ιωάννη Αριστείδη, Φράνσις Μπαλφούρ, Τζιοβάνι Καραντινό, Γεώργιο Φαληρέα, Θεόκλητο Φαρμακίδη, Χριστόφορο Φιλητά, Γκαετάνο Γρασσέτι, Λεοπόλδο Τζόσς, Νικόλαο Μανιάκη, Νικόλαο Πίκκολο, Αθανάσιο Πολίτη, Σταματέλλο Πυλαρινό, Κωνσταντίνο Σακελλαρόπουλο, Τζώρτζιο Τεριάνο και Τζιοβάνι Τουρλινό. Υπάρχουν κατάλογοι βιβλίων και επιστημονικού εξοπλισμού που αγοράστηκαν για την Ακαδημία. Υπάρχουν επίσης πολυάριθμες ελληνικές και ιταλικές αναφορές που απευθύνονται στον Γκίλφορντ (μερικές από πρόσφυγες) και πολλές επιστολές που αφορούν διοικητικά θέματα που απευθύνονται στον βοηθό του Γκίλφορντ και καθηγητή Αγγλικών στην Ακαδημία, Ιάκωβο Λουζινιάν. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης των εγγράφων στον οίκο Κρίστις, οι Έλληνες ανταποκριτές του Γκίλφορντ ταυτοποιήθηκαν και το περιεχόμενο των επιστολών τους συνοψίστηκε συνοπτικά στα αγγλικά. Τα χαρτάκια στα οποία έγινε αυτό διατηρήθηκαν με τα γράμματα. Το καθένα έχει τοποθετηθεί αμέσως μετά το γράμμα στο οποίο αναφέρεται.

1 επιστολή από την Ιζαμπέλα Αλμπρίτζι-Θεοτόκη (Add MS 88900/1/13) οικοδέσποινα και λογία.

1 επιστολή από τον Κόμη Διονύσιο δε Ρώμα (Add MS 88900/1/49) πρύτανη Κέρκυρας και γερουσιαστή στα Επτάνησα.

6 επιστολές από τον Διονύσιο Σολωμό (Add Μ.Σ. 88900/1/52) ποιητή και στιχουργό του ελληνικού ύμνου.

1 επιστολή Βαρώνου Εμμανουήλ Θεοτόκη (Add MS 88900/1/58) προέδρου της Ιονίου Γερουσίας.

45 επιστολές από τον Σπυρίδωνα Τρικούπη (Add MS 88900/1/61) πρώτο Πρωθυπουργό της Ελλάδας.

§

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Οι Ορθόδοξες Εκκλησίες και η Δύση

Εργασίες διαβασμένες στη Δεκάτη Τετάρτη Θερινή Συνάντηση και τη Δεκάτη Πέμπτη Χειμερινή Συνάντηση της Εταιρείας Εκκλησιαστικής Ιστορίας

Συνετάχθη από τον Ντέρεκ Μπέικερ

Δημοσιεύθηκε για την Εταιρεία Εκκλησιαστικής Ιστορίας από τον Μπάζιλ Μπλάκγουελ, Οξφόρδη 1976

Ο 5ος Κόμης του Γκίλφορντ (1766-1827) και η Μυστική Προσηλύτισή του στην Ορθόδοξη Εκκλησία

Του Μητροπολίτη Καλλίστου Γουέαρ (1934-2022)

Τον Σεπτέμβριο του 1725 ο αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρυ Γουέικ έγραψε στον πατριάρχη Ιεροσολύμων Χρύσανθο, προειδοποιώντας τον ότι οι μη ένορκοι βρίσκονταν σε σχίσμα από την επίσημη και καθιερωμένη εκκλησία της Αγγλίας·1 και έτσι η αξιοσημείωτη αλληλογραφία μεταξύ των μη ένορκων επισκόπων και των πατριαρχών της Ανατολής ανεστάλη χωρίς να καταλήξει ποτέ σε κάποιο αποφασιστικό συμπέρασμα. Το γράμμα του Γουέικ σηματοδοτεί με πολλούς τρόπους το τέλος μιας εποχής. Κατά τα προηγούμενα εκατό χρόνια, από τη βασιλεία του βασιλέα Ιακώβου Α’ και μετά, υπήρξε μία σειρά από εκπληκτικά θετικές επαφές μεταξύ της Αγγλίας και του ορθοδόξου κόσμου. Ο Αρχιεπίσκοπος Άμποτ, για παράδειγμα, αντάλλαξε επιστολές με τον Κύριλλο Λούκαρη (I572-1638), πατριάρχη πρώτα Αλεξανδρείας και μετά Κωνσταντινούπολης· και ως αποτέλεσμα αυτού ο Κύριλλος όχι μόνο έστειλε τον Αλεξανδρινό Κώδικα ως δώρο στον βασιλέα Κάρολο Α’ το 1628, αλλά έστειλε και τον πιο πολλά υποσχόμενο μαθητή του, Μητροφάνη Κριτόπουλο (1589-1639), μελλοντικό πατριάρχη Αλεξανδρείας, για να σπουδάσει για πέντε χρόνια στο Κολέγιο Μπέιλιολ της Οξφόρδης (1617-1622). Αργότερα στον αιώνα η ορθοδοξία έγινε γνωστή στην Αγγλία μέσω μίας σειράς βιβλίων, όπως το Ένας Λογισμός της Ελληνικής Εκκλησίας του Τόμας Σμιθ, που εκδόθηκε στα λατινικά το 1676 και στα αγγλικά τέσσερα χρόνια αργότερα, και το Η Παρούσα Κατάσταση της Ελληνικής και Αρμενικής Εκκλησίας του Πωλ Ράικοτ, που εκδόθηκε το 1679. Σε αυτές θα πρέπει να προστεθεί το μάγκνουμ όπους (έργο ζωής) του Τζων Κόβελ με τίτλο Μερικά Στοιχεία της Σημερινής Ελληνικής Εκκλησίας, το οποίο εμφανίστηκε μόλις το 1722, αλλά αντανακλά την εμπειρία που αποκτήθηκε στην Εγγύς Ανατολή πενήντα περίπου χρόνια πριν. Κατά τη διάρκεια του 1699-1705 υπήρχε ακόμη και ένα βραχύβιο Ελληνικό Κολλέγιο στο Γκλόστερ Χωλ της Οξφόρδης. Τέλος, το 1716-1725 ήρθαν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των μη ενόρκων και των ορθοδόξων, στις οποίες έχει ήδη γίνει αναφορά.

Στα εκατό χρόνια μετά το 1725 η κατάσταση είναι παράξενα διαφορετική. Έναν αιώνα ακμαίων επαφών διαδέχεται ένας αιώνας αμοιβαίας απομόνωσης και αγνοίας. Επισκεπτόμενος την Κωνσταντινούπολη τη δεκαετια του 1830, ο Ρόμπερτ Κέρζον ανησυχούσε όταν διαπίστωσε ότι ο οικουμενικός πατριάρχης δεν είχε ακούσει ποτέ για τον αρχιεπίσκοπο του Καντέρμπουρυ.2 Οι σχέσεις δεν ανανεώθηκαν ουσιαστικά μέχρι την πρωτοποριακή επίσκεψη του Γουίλιαμ Πάλμερ του Μάγκνταλεν στη Ρωσία το 1840-1841.3 Σε σύγκριση με τον δέκατο έβδομο και τον δέκατο ένατο αιώνα, τον δέκατο όγδοο αιώνα -ακριβέστερα, η περίοδος 1725-1840- φαίνεται να είναι, από μία αγγλο-ορθόδοξη άποψη, σχεδόν εντελώς κενή.

Ωστόσο, πάντα υπήρχαν επαφές. Στη Νήσο Γουάιτ, για παράδειγμα, η οικογένεια των Παλαιολόγων-Κολνό, τα μέλη της οποίας ισχυρίζονταν ότι ήταν κληρονόμοι του βυζαντινού θρόνου, κατείχε στην κατοικία της στον Οίκο Στάθγουελ ένα ορθόδοξο παρεκκλήσι, με άμφια, λειψανοθήκες, εικόνες και θυμιατήρια.4 Ένας αριθμός από αυτούς διετήρησαν εκκλησιαστική διπλή ζωή ως πρίγκιπες-επίσκοποι της ορθόδοξης εκκλησίας και ως εν ενεργεία στην καθιερωμένη εκκλησία της Αγγλίας. Το 1763 ο Τζων Γουέσλι όρισε ορισμένους από τους ιεροκήρυκές του από έναν Έρασμο, που ισχυριζόταν ότι ήταν Έλληνας επίσκοπος Αρκαδίας στην Κρήτη· έχει υποστηριχθεί ότι ο Γουέσλι ξεγελάστηκε από έναν απατεώνα, αλλά η αλήθεια του θέματος παραμένει αβέβαιη. Οι Ράικοτ, Σμιθ και Κόβελ βρήκαν έναν άξιο διάδοχο στο πρόσωπο του Τζων Γκλεν Κινγκ, του οποίου ο βαρύτιμος τόμος με τίτλο Οι Τελετουργίες και Τελετές της Ελληνικής Εκκλησίας, στη Ρωσία, δημοσιεύτηκε το 1772. Αλλά ίσως το πιο απροσδόκητο αγγλοορθόδοξο συμβάν στα εκατό χρόνια μετά το 1725 υπήρξε η μυστική βάπτιση του αξιοτίμου Φρέντερικ Νορθ κατά τη διάρκεια επίσκεψης στη νήσο της Κερκύρας.

Ο Φρέντερικ Νορθ, εν συνεχεία 5ος κόμης του Γκίλφορντ, γεννήθηκε στο 1766.6 Ήταν ο τρίτος και νεότερος γιος του Φρέντερικ Νορθ, δευτέρου κόμητος του Γκίλφορντ, ο οποίος ως επικεφαλής της κυβέρνησης κατά την περίοδο 1770-1782 απέτυχε να αποτρέψει την απώλεια των αμερικανικών αποικιών. Ο Φρέντερικ Νορθ ο νεότερος, αν και πάντα αδύναμος στην υγεία του, έζησε για να επιβιώσει τα δύο μεγαλύτερα αδέρφια του, κατακτώντας την κομητεία το 1817 και πέθανε άγαμος το 1827. Λόγω της εξαιρετικής λεπτότητας του οργανισμού του, πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής του ηλικίας στο εξωτερικό σε θέρετρα υγείας, θέτοντας έτσι τη βάση της μελλοντικής ευρείας γλωσσικής του γνώσης. Ήταν στο Ίτον για ολίγο και προήχθη στο Κράιστ Τσερτς της Οξφόρδης το 1782. Μετά την Οξφόρδη ταξίδεψε στην Ευρώπη, επισκέφθηκε την Ιταλία και εν συνεχεία έπλεε από τη Βενετία στην Κέρκυρα, όπου έφτασε στις 4 Ιανουαρίου (OS), πιθανώς στην έτος 1792.7 Εκείνη την εποχή πλησίαζε τα είκοσι έξι· η νήσος βρισκόταν ακόμη υπό Ενετοκρατία.

Οι Έλληνες της Κέρκυρας παρατήρησαν γρήγορα ότι στη συμπεριφορά του ο νέος επισκέπτης ήταν εντελώς διαφορετικός από τον συνηθισμένο νεαρό αριστοκράτη που έκανε τη μεγάλη περιοδεία. Πήγαινε συνεχώς στην εκκλησία, ακολουθώντας τις λειτουργίες του Greck με έντονη ευλάβεια. Όπως σημείωσε ένας Κερκυραίος στο ημερολόγιό του για τις 14 Ιανουαρίου εκείνου του έτους:

Ομιλεί ολίγα νέα ελληνικά, αλλά με δύσκολη προφορά διαφορετική από τη δική μας. Αγαπά τις εκκλησιαστικές μας λειτουργίες και είναι εξοικειωμένος με το ορθόδοξο τελετουργικό. Έχει παρακολουθήσει τη λειτουργία στους ναούς της Υπεραγίας Θεοτόκου Σπηλαιώτισσας και του αγίου Σπυρίδωνα και χαίρεται να ακούγει την Κωνσταντινοπολίτικη ψαλμωδία. Κάνει επανειλημμένα το σημείο του σταυρού σαν να ήταν μοναχός, κάτι που ελάχιστα συνάδει με τη θέα και τον χαρακτήρα των Άγγλων.8

Ο Νορθ περνούσε τα βράδια του στο κύριο καφενείο της πόλης, συνομιλώντας με κορυφαίους Κερκυραίους· και εδώ συνάντησε, μεταξύ άλλων, κάποιον Γεώργιο Προσαλέντη, έναν λαϊκό στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα με έντονο ενδιαφέρον για τα θρησκευτικά θέματα και ένα ανώτερο στέλεχος της τοπικής αριστοκρατίας.9 Ο Προσαλέντης βρήκε κάθε ευκαιρία για να μιλήσει με τον Άγγλο για την ορθόδοξη εκκλησία και με χαρά διαπίστωσε ότι ο Νορθ ήταν ήδη εξοικειωμένος με τη θεολογία της, έχοντας αποκτήσει στο προηγούμενο μέρος των ταξιδιών του βιβλία των πατριάρχη Δοσιθέου, Μελετίου Συρίγου και Συμεώνος της Θεσσαλονίκης.10 Ο Προσαλέντης συνόδευσε τον Νορθ στην εκκλησία για την κυριακάτικη λειτουργία και παρατήρησε με ικανοποίηση πώς ο νεαρός ευγενής -ο άρχοντας, όπως τον αποκαλούσαν οι ντόπιοι Έλληνες- έκανε το σημείο του σταυρού με ορθόδοξο τρόπο μπαίνοντας στην εκκλησία, προσκυνώντας τρεις φορές το έδαφος· καθ᾽ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας συνέχισε να κάνει βαθιές υποκλίσεις και προσκυνήσεις.11

Ένα βράδυ στο καφενείο ο Νορθ ερώτησε εάν η ορθόδοξη εκκλησία αποδεχόταν την εγκυρότητα του αγγλικανικού βαπτίσματος. Ο Προσαλέντης ερώτησε πώς βαπτίζουν οι αγγλικάνοι και ο Νορθ απάντησε ότι ο ιερέας βυθίζει τρία δάχτυλα στο νερό και με αυτά υγραίνει το μέτωπο του παιδιού, επικαλούμενος το όνομα της Αγίας Τριάδας (αυτό είναι αποκαλυπτικό στοιχείο ως προς την αγγλικανική πρακτική εκείνη την εποχή). Ο Προσαλέντης είπε ότι το βάπτισμα πρέπει αυστηρά να γίνεται με τριπλή κατάδυση, αλλά σε περιπτώσεις ασθενείας και εκτάκτου ανάγκης αρκεί να βαπτίζεται με επίχυση, ρίπτοντας νερό στο μέτωπο του ενδιαφερομένου. Για τον λόγο αυτό, συνέχισε, οι ορθόδοξοι δέχονται τους Ρωμαιοκαθολικούς προσηλύτους με το χρίσμα τους. Το λατινικό βάπτισμά τους, έστω και με επίχυση και όχι με κατάδυση, γίνεται δεκτό ως έγκυρο. Όμως, η ύγρανση του μετώπου του παιδίου δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να θεωρηθεί γνήσιο βάπτισμα, και έτσι πρέπει να βαπτιστεί ένας αγγλικανός προσήλυτος.12 Ένα σημείο ενδιαφέροντος εδώ είναι ότι ο Προσαλέντης δεν φαίνεται να γνωρίζει τίποτα για το διάταγμα που εκδόθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1755, σύμφωνα με το οποίο όλοι οι Λατίνοι και οι άλλοι προσήλυτοι στην ορθοδοξία, χωρίς εξαίρεση, πρέπει να επαναβαφτίζονται. Το διάταγμα του 1755 λαμβάνει κυπριανή θέση: ανεξάρτητα από τον τρόπο με τον οποίο τελείται η ιεροτελεστία, είτε με κατάδυση είτε με επίχυση είτε με άλλο τρόπο, κάθε μη ορθόδοξο βάπτισμα θεωρείται άκυρο, εάν τελείται έξω από την εκκλησία.13 Παρόλο που η Κέρκυρα και τα άλλα Επτάνησα υπάγονταν στη δικαιοδοσία του πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, πιθανώς η απόφαση του 1755 δεν εφαρμόστηκε ποτέ εκεί λόγω του προσβολής που θα προξενούσε στις βενετικές αρχές.

Μετά από αυτή την τελευταία συνομιλία με τον Προσαλέντη, ο Νορθ εζήτησε να τον δει ιδιωτικά και είχαν μία μακρά συνομιλία για την ορθόδοξη πίστη.14 Ολίγες ημέρες αργότερα, στις 22 Ιανουαρίου, ο Νορθ εξέφρασε σταθερή επιθυμία να λάβει το ορθόδοξο βάπτισμα.15 Είχε αποφασίσει με κάποια ταχύτητα: είχε φτάσει στην Κέρκυρα μόλις πριν από δεκαοχτώ μέρες, στις 4 Ιανουαρίου, και η πρώτη του συνάντηση με τον Προσαλέντη δεν έγινε παρά στις 10 Ιανουαρίου·16 αλλά ίσως η ιδέα να γίνει ορθόδοξος ήταν ήδη στο μυαλό του λίγο πριν από αυτό. Το θέμα παραπέμφθηκε στον πρωτοπαπά της Κερκύρας, πατέρα Δημήτριο Πετρεττίνο. Ο τίτλος ‘πρωτοπαπάς’ απαιτεί κάποια εξήγηση: οι Βενετοί δεν επέτρεψαν στους ορθοδόξους να διατηρήσουν μία ιεραρχία στα Επτάνησα, και έτσι σε κάθε νήσο τη θέση του επισκόπου έπαιρνε ένας ανώτερος έγγαμος ιερέας -εκλεγμένος, στην περίπτωση της Κερκύρας, για περίοδο πέντε ετών- ο οποίος ονομάστηκε πρωτοπαπάς και ασκούσε επισκοπική δικαιοδοσία, ενώ δεν είχε φυσικά τη μυστηριακή εξουσία να χειροτονήσει.17

Ο Νορθ έθεσε έναν όρο: η βάπτιση πρέπει να γίνει με αυστηρή μυστικότητα. Όπως εξήγησε, ίσως λίγο αφελώς, στον πρωτοπαπά:

Επί πολλά έτη έχω πεισθεί, δια της μελέτης μου της παλαιάς και καινής διαθήκης, των ιερών οικουμενικών συνόδων και των αγίων πατέρων, ότι βρίσκομαι σε πλάνη. Αλλά οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες του εαυτού μου και της οικογένειάς μου με οδήγησαν να οπισθοχωρήσω. Τελικά αποφάσισα να ταξιδέψω σε όλον τον κόσμο, με την ελπίδα ότι ο Κύριος θα μου έδειχνε κάποιον τρόπο να Του δώσω την ψυχή μου, διατηρώντας παράλληλα την κοινωνική θέση της οικογενείας μου… Επιθυμώ η βάπτισή μου να είναι μυστική, λόγω των κοινωνικών και οικονομικών δεσμεύσεων της οικογενείας μου.18

Σε αυτό το αίτημα για απόκρυψη ο πρωτοπαπάς συνεφώνησε. Η βάπτιση έγινε αργά το βράδυ της 23ης Ιανουαρίου, σε μία εσωτερική αίθουσα στην κατοικία του πρωτοπαπά. Εκτός από τον Νορθ, μόνο τέσσερις ήταν παρόντες: ο ιερέας Σπυρίδων Μοντεσάντο, με τη συντροφιά του οποίου ο Νορθ είχε ταξιδέψει από τη Βενετία στην Κέρκυρα και ο οποίος είχε αναπληρωθεί για να τελέσει την τελετή· ο ίδιος ο πρωτoπαπάς και ο Προσαλέντης, που ενεργούσαν από κοινού ως χορηγοί ή νονοί (ανάδοχοι) και ένας διάκονος. Ενωρίτερα εκείνη την ημέρα ο Νορθ είχε υποβάλει στον πρωτοπαπά μία ομολογία πίστης, γραμμένη στα ιταλικά,19 και είχε κάνει την εξομολόγησή του στον Μοντεσάντο.20 Ο Προσαλέντης περιγράφει τη λειτουργία ως εξής:

Οι πόρτες τόσο της εξωτερικής όσο και της εσωτερικής αίθουσας ήταν κλειστές και ο ευγενής αποσύρθηκε στην εσωτερική κρεβατοκάμαρα, όπου ήταν τραβηγμένες οι κουρτίνες. Εδώ έβγαλε τα εξωτερικά του ρούχα και βγήκε ντυμένος μόνο με το πουκάμισό του, όπως ορίζουν οι ρουμπρίκες. Αμέσως ο πατέρας Μοντεσάντο άρχισε τη λειτουργία, με τον πρωτόπαπα να στέκεται στα δεξιά του ευγενή και εμένα στα αριστερά του. Πρώτα διαβάστηκαν οι εξορκισμοί και μετά οι ερωτήσεις για την απάρνηση του διαβόλου και την αποδοχή του Χριστού: ο ευγενής έδωσε ο ίδιος τις απαντήσεις και απήγγειλε το δόγμα τρεις φορές. Ο πρωτοπαπάς τον ονόμασε με το δικό του όνομα ‘Φρέντερικ’ και εγώ με το άλλο όνομα που ήθελε να λάβει (όπως μου είχε πει ο πατέρας Μοντεσάντο), ‘Δημήτριος’. Έπειτα, με τους δύο χορηγούς του να τον κρατούν από τα χέρια και με τον ιερέα να πηγαίνει εμπρός, τον οδήγησαν ξεσκέπαστο στην ιερά πηγή και τελέστηκε το μυστήριο της βάπτισής του. Μετά από αυτό έλαβε τη σφραγίδα του δώρου του Αγίου Πνεύματος μέσω του χρίσματος με το άγιο χρίσμα (μύρον), και όλες οι τελετές τελέστηκαν ακριβώς όπως ορίζει το βιβλίο λειτουργίας και από την παράδοση της αγίας ανατολικής ορθόδοξης εκκλησίας… Εν συνεχεία είχαμε μία σύντομη ομιλία, στην οποία ειπώθηκε ότι αυτή η ιερή δράση πρέπει να μείνει μυστική από όλους, εκτός από εμάς τους πέντε… Εάν κάποιος μας ερωτούσε από περιέργεια, χωρίς να αρνούμαστε με κανέναν τρόπο αυτό που έγινε, θα πρέπει να αποφύγουμε να το επιβεβαιώσουμε· η συνεχής και αμετάβλητη απάντησή μας θα πρέπει να είναι απλώς να δηλώνουμε άγνοια.21

Πολύ ενωρίς το επόμενο πρωί ο Νορθ παρακολούθησε τη λειτουργία και κοινώνησε σε μία από τις εκκλησίες της Κερκύρας, και αργότερα του δόθηκε γραπτό πιστοποιητικό βάπτισης από τον πρωτοπαπά.22 Στον Προσαλέντη ο Νορθ δήλωσε ότι «θα κρατούσε το θέμα μυστικό προς το παρόν αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα το αρνιόταν πραγματικά». Ο Προσαλέντης εξέφρασε την ελπίδα ότι η στιγμή της δημόσιας αποκάλυψης θα έφτανε γρήγορα.23 Οραματίστηκε επίσης την πιθανότητα ότι ο Νορθ, επιστρέφοντας στην πατρίδα του, θα υπηρετούσε ως ιεραπόστολος, ξεκινώντας ένα κρυπτο-ορθόδοξο κίνημα εντός της αγγλικής αριστοκρατίας: «Μέσω της συνεργασίας αυτού του ευγενή με άλλους ομοίους του βασιλείου που έχουν γίνει μυστικοί ορθόδοξοι, θα υπάρξει αύξηση της ορθοδοξίας σε αυτό το βασίλειο.»24

Ο Νορθ έφυγε από την Κέρκυρα στις 4 Φεβρουαρίου και δεν φαίνεται να έχει επιστρέψει για περισσότερα από είκοσι πέντε χρόνια. Πέρασε τη σαρακοστή σε μοναστήρι της νήσου Λευκάδας, τηρώντας τη νηστεία με υποδειγματική αυστηρότητα, και μάλιστα έπειθε τους μοναχούς να τελούν καθημερινά την προηγιασμένη λειτουργία, όχι μόνο τις Τετάρτες και τις Παρασκευές κατά το συνηθισμένο έθιμο. Κοινωνήθηκε στην αρχή της νηστείας.25 Μετά από σύντομες επισκέψεις στην Ιθάκη και τη Ζάκυνθο, επέστρεψε στην Αγγλία.

Αλλά η ελπίδα του Προσαλέντη ότι ο Νορθ θα δημοσιοποιούσε γρήγορα την ορθόδοξη πίστη του δεν έγινε πραγματικότητα. Κατά τη διάρκεια του I792-1794 κάθισε ως μέλος του κοινοβουλίου για το Μπάνμπουρι· φαίνεται απίθανο να μπορούσε να το είχε κάνει αυτό εάν ήταν γενικά γνωστό ότι δεν ήταν πλέον αγγλικανός. Μέχρι σήμερα παραμένει, εξ όσων γνωρίζω, το μόνο μέλος της ορθόδοξης εκκλησίας που έχει εκλεγεί στο κοινοβούλιο. Δεν φαίνεται να εντάχθηκε στο εκκλησίασμα του παρεκκλησίου της ρωσικής πρεσβείας στο Λονδίνο, του μοναδικού ορθοδοξου τόπου λατρείας στην πρωτεύουσα μέχρι τα εγκαίνια του ελληνικού παρεκκλησίου στο Φίνσμπουρι Σίρκους 9 το 1838· εάν ελάμβανε τα μυστήρια ανοιχτά και τακτικά στο ρωσικό παρεκκλήσι, αυτό σίγουρα θα το είχαν προσέξει οι Άγγλοι φίλοι του. Κατά τα επτά χρόνια του ως κυβερνήτης της Κεϋλάνης (1798-1805), δεν είχε ορθοδόξους ιερείς στη συνοδεία του. Ακόμη και όταν επέστρεψε στην Κέρκυρα το 1820, διατελώντας εκεί το μεγαλύτερο μέρος κάθε χρόνου μέχρι τον θάνατό του το 1827, η ιδιότητά του ως ορθόδοξου δεν ήταν γενικά γνωστή στους Έλληνες, αν και ορισμένοι από τους κοντινούς του σίγουρα μάντευαν την αλήθεια.26

Για το βρετανικό και ελληνικό κοινό της εποχής, ο 5ος κόμης του Γκίλφορντ ήταν απλώς ένας από πολλούς Βρετανούς φιλέλληνες. Τον γνώριζαν ως συγγραφέα μιας πινδαρικής ωδής στα ελληνικά προς τιμήν της αυτοκράτειρας Αικατερίνης της Ρωσίας,27 ως πρόεδρος της «Εταιρείας των Φίλων των Μουσών» (Φιλομούσου Εταιρείας Αθηνών) που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1814,28 ως ακούραστο συλλέκτη βιβλίων και χειρογράφων.29 Τον γνώριζαν κυρίως ως πάντα γενναιόδωρο προστάτη των ελληνικών γραμμάτων, ως ευεργέτη σε πλήθος Ελλήνων φοιτητών στα δυτικά πανεπιστήμια και ως καγκελάριο της Ιονίου Ακαδημίας που ιδρύθηκε στην Κέρκυρα το 1824, σχεδόν εξ ολοκλήρου μέσα από τις προσπάθειές του. Αυτή η ακαδημία ή το πανεπιστήμιο, όπως θα μπορούσε με κάποια δικαιοσύνη να ισχυριστεί ότι είναι, λειτούργησε ως αξιόλογο κέντρο εκπαίδευσης για ολόκληρο το ελληνικό έθνος στα χρόνια της εξέγερσης κατά των Τούρκων και στην αμέσως επόμενη περίοδο, όταν οι Έλληνες δεν κατείχαν ακόμη άλλο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Η λειτουργία της ακαδημίας απετέλεσε κύριο μέλημα των τελευταίων ετών του Γκίλφορντ. Μειώθηκε σε σημασία μετά τον θάνατό του, ιδιαίτερα με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Αθηνών το 1837.

Οι Άγγλοι σύγχρονοί του βρήκαν τον Γκίλφορντ ευγενικό και εξαιρετικά φιλικό στους τρόπους, γενναιόδωρο και ευγενικό, αλλά σίγουρα εκκεντρικό. Η ευγένεια τον σημάδεψε από τα πρώτα του χρόνια· στο ημερολόγιό του για το 1788, ο Σερ Γκίλμπερτ Έλιοτ τον περιγράφει ως «τον μόνο ευχάριστο υιό της οικογενείας, και είναι εντυπωσιακά έτσι».30 Οι γνωστοί του δεν μπορούσαν να καταλάβουν το πάθος του για τα βιβλία και την εκπαίδευση· όπως παρατήρησε ο καπετάνιος Ρόμπερτ Σπένσερ, «Είμαι φίλος του κόμητος του Γκίλφορντ και τον σέβομαι, αλλά κατά την κρίση μου η κατανυκτική επιθυμία του να έχει μεγάλο αριθμό φοιτητών και καθηγητών μαζί του ισοδυναμεί με τρέλα»,31 «Ένα παράξενο ψάρι, αλλά πολύ ευχάριστο», σχολίασε ο Τσαρλς Τζέιμς Νάπιερ αφού τον συνάντησε σε ένα δείπνο το 1819· και, αναφερόμενος στο ευρύ φάσμα γλωσσών του Γκίλφορντ, λέγει ότι απευθυνόταν σε κάθε άτομο σε διαφορετική γλώσσα, και πάντα σε αυτήν που το άτομο που απευθυνόταν δεν καταλάβαινε. Η φήμη του για παραδοξότητα ενισχύθηκε από την πρακτική του στην Κέρκυρα να φορά το ένδυμα της κλασικής Ελλάδας. «Κυκλοφορεί», διαμαρτύρεται ο Νάπιερ, «ενδεδυμένος σαν τον Πλάτωνα, με μία χρυσή ταινία γύρω από την τρελή κεφαλή του και ρέον ύφασμα σε μωβ απόχρωση.»33 Αλλά ο Νάπιερ και άλλοι φαίνεται να μην γνωρίζουν τίποτα για την ορθοδοξία του.

Ωστόσο, αν και παρέμεινε η εκκλησιαστική του ιδιότητα κρυμμένη, ο κόμης του Γκίλφορντ συνέχισε πιστός σε αυτήν μέχρι το τέλος. Στα τελευταία του χρόνια ήταν σίγουρα φίλος του Ρώσου ιερέα στο Λονδίνο, πατέρα Σμιρνόφ, στον οποίο έδωσε ένα αντίγραφο της πινδαρίτικης ωδής του,33 και όταν βρισκόταν ετοιμοθάνατος στην οικία του ανιψιού του στο Λονδίνο, του κόμητος του Σέφιλντ, έστειλε για τον Ρώσο ιερέα. Σύμφωνα με τα λόγια του βιογράφου του Ανδρέα Παπαδόπουλου-Βρετού:

Αντιλαμβανόμενος ότι πλησίαζε η τελευταία στιγμή της ζωής του, ζήτησε επανειλημμένα τον ιερέα του παρεκκλησίου της ρωσικής πρεσβείας, τον παλιό του φίλο πατέρα Σμιρνόφ, και από τα χέρια του κοινώνησε, προς μεγάλη δυσαρέσκεια των συγγενών του και ιδιαίτερα του ανιψιού του κόμητος του Σέφιλντ, στην οικία του οποίου απέθανε. Ο κόμης του Σέφιλντ προσπάθησε με κάθε τρόπο να τον εμποδίσει να λάβει τις διακονίες ενός ιερέα ενός ξένου δόγματος, σε αντίθεση με αυτές των προγόνων του.34

Η συμπεριφορά του Σέφιλντ υποδηλώνει έντονα ότι δεν γνώριζε προηγουμένως ότι ο θείος του ήταν ορθόδοξος. Ο Γκίλφορντ έλαβε κοινωνία παρουσία δύο Ελλήνων, του προσωπικού του ιατρού από την Κεφαλονιά και του ακολούθου του από την Πάργα· μάλλον από αυτούς έμαθε ο Παπαδόπουλος-Βρέτος την ιστορία των τελευταίων ημερών του. Ο κόμης του Σέφιλντ, ως κληρονόμος του Γκίλφορντ, έκανε ό,τι μπορούσε για να καταστείλει όλα τα στοιχεία της προσηλύτισης του θείου του· σύμφωνα με τον Παπαδόπουλο-Βρετό, όταν έμαθε για την ύπαρξη μίας αναφοράς αυτόπτη μάρτυρα που έγραψε ο Προσαλέντης, πλήρωσε 400 λίρες στον ιδιοκτήτη του χειρογράφου, σχετικά με την κατανόηση ότι δεν έπρεπε να δημοσιευθεί.35 Τελικά εμφανίστηκε σε έντυπη μορφή παρά μόνο ήμισυ αιώνα αργότερα, το I879.

Τέτοιος, λοιπόν, ήταν ο 5ος κόμης του Γκίλφορντ: Βρετανός φιλέλληνας, αλλά όχι όπως οι άλλοι φιλέλληνες. Η αφοσίωσή του στην ελληνική παράδοση επεκτάθηκε όχι μόνο στην κλασική αλλά και στη χριστιανική Ελλάδα. Είδε πόσο αδύνατο είναι να κατανοήσει κανείς τη συνέχεια της ελληνικής ιστορίας χωρίς να εκτιμήσει τον ρόλο που έπαιξε η ορθόδοξη εκκλησία. Ούτε αρκέστηκε απλώς στο να θαυμάσει αυτή την εκκλησία από απόσταση, αλλά ο ίδιος έγινε κοινωνός της. Παρόλο που δεν δημοσιοποίησε ποτέ τη δράση του και απογοήτευσε τόσο τις ελπίδες των Κερκυραίων φίλων του ότι θα εγκαινίαζε ένα αγγλο-ορθόδοξο κίνημα, ωστόσο η προσηλύτισή του δείχνει πώς η χριστιανική ανατολή δεν έπαψε ποτέ να ασκεί έλξη στη δύση, ακόμη και σε μέλη της αριστοκρατίας των τόρυ του δέκατου όγδοου αιώνα.

Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

(Μετάφραση στην ελληνική από τον Δρα Μεγακλή Ρογκάκο)

Υποσημειώσεις

1 – Στο Τζ. Γουίλιαμς, Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ανατολής τον 18ο Aιώνα (Λονδίνο I868) pp Iv-Iviii.

2 – Ρ. Κέρζον, Επισκέψεις στο Μοναστήρι της Ανατολής, με εισαγωγή του Ντ. Τζ. Χόγκαρθ (Λονδίνο 1916) σελ 333-334.

3 – Δείτε την εξαιρετικά ευανάγνωστη αφήγηση αυτού του ταξιδιού, Σημειώσεις μιας Επίσκεψης στη Ρωσική Εκκλησία στα Έτη 1840, 1841, εκ, καρδινάλιος Νιούμαν (Λονδίνο I882).

4 – Η οικογένεια ιδρύθηκε στο Στράθγουελ το 1545. απογραφές του παρεκκλησίου σώζονται από τα έτη 1630, 1753 και 177. Η οικία επωλήθη από την οικογένεια το 1866, και τότε ή εν συνεχεία το περιεχόμενο του παρεκκλησίου πιθανώς διασκορπίστηκε. Το όνομα της οικογένειας γράφεται με διάφορους τρόπους Colnot, Kolnot ή Colnett.

5 – Βλ. Γεώργιος Τσούμας, “Μεθοδισμός και Επίσκοπος Έρασμος”, Η Ελληνική Ορθόδοξη Θεολογική Επιθεώρηση, 2, 2 (Μπρούκλαϊν I956) σελ. 62-73; Α. Β. Σάκετ, “Τζων Γουέζλυ και ο Ελληνορθόδοξος Επίσκοπος”, Πρακτικά της Ιστορικής Εταιρείας Γουέζλυ, 38 (Τσέστερ I97I-1972) pp 8I-87, 97-102.

6 Η κύρια αφήγηση της ζωής του είναι του [Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρέτος], Ειδήσεις [Βιογραφικό-Ιστορικό για τον Φρέντερικ Κόμη του Γκίλφορντ Ομότιμο της Αγγλίας και Ιδρυτή του Ιονίου Πανεπιστημίου], κείμενο στα ιταλικά και ελληνικά σε αντίθετες σελίδες (Αθήνα 1846). Ο Παπαδόπουλος-Βρετός γνώρισε για πρώτη φορά τον Γκίλφορντ το 1820 και από το 1824 διετέλεσε βιβλιοθηκάριος τόσο για την προσωπική του βιβλιοθήκη όσο και για την ακαδημία του Ιονίου. Ενώ είναι λεπτομερής και εν γένει ακριβής σχετικά με τα τελευταία χρόνια του Γκίλφορντ και την ίδρυση της ακαδημίας του Ιονίου, παρέχει μόνο αόριστες και πρόχειρες πληροφορίες για την πρώιμη ζωή του Γκίλφορντ. Για την ορθόδοξη βάπτιση του Γκίλφορντ έχουμε μία συναρπαστική από πρώτο χέρι αφήγηση από τον ανάδοχό του στην τελετή, [Γεώργιο] Προσαλέντη· αυτήν επιμελήθηκε ο [Λαυρέντιος Σ.] Βροκίνης και εκδόθηκε με τον τίτλο «Ανέκδοτα χειρόγραφα [αφορόντα την κατά το Δόγμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας βάπτισιν του άγγλου φιλέλληνος Κόμητος Γυίλφορδ]» (Κέρκυρα 1879). Ο Γκίλφορντ και η Ιόνιος Ακαδημία αποτελούν το θέμα του ειδικού τεύχους του αθηναϊκού περιοδικού «Ελληνική Δημιουργία» (αρ. 3, 1949): βλέπε ειδικότερα τα άρθρα των Γερασίμου Ι. Σαλβάνου και Βάσως Γ. Σαλβάνου, «Η Ιόνιος Ακαδημία, ο ιδρυτής αυτής Κόμης Γύλφορδ, οι καθηγηταί και σπουδασταί αυτής», και του Κ. Α. Διαμαντή, «Η Ιόνιος Ακαδημία, του Κόμητος Γκίλφορντ». Στα αγγλικά υπάρχει μια σύντομη περιγραφή της καριέρας του Guilford από τον J. M. Rigg στο DNB 41 (London I895) σελ. 164-166, και μια πληρέστερη παρουσίαση στο [Ζ. Ντάκετ] Φέριμαν, [Μερικοί Άγγλοι Φιλέλληνες. VI. Λόρδος Γκίλφορντ] (Αγγλοελληνική Ένωση, Λονδίνο 1919) σς 75-109.

7 – Υπάρχει κάποια αβεβαιότητα σχετικά με την ημερομηνία: το έτος συνήθως αναφέρεται ως I79I, αλλά αρκετοί παράγοντες δείχνουν το 1792. Τα στοιχεία στο Προσαλέντη είναι αντιφατικά. Γράφει ότι ο Νορθ έφτασε στη Βενετία στις 2 Δεκεμβρίου 1791, έφυγε τέσσερις ημέρες αργότερα και στη συνέχεια έφτασε στην Κέρκυρα τον Ιανουάριο του 1791 (σ. 57). Είτε η προγενέστερη ημερομηνία είναι λάθος για τις 2 Δεκεμβρίου 1790, είτε ο Προσαλέντης χρονολογεί την έναρξη του νέου έτους από τις 25 Μαρτίου, οπότε η άφιξη του Νορθ στην Κέρκυρα ήταν στην πραγματικότητα στις 4 Ιανουαρίου 1792, με σύγχρονες μεθόδους χρονολόγησης. Ορισμένα στοιχεία ευνοούν τη δεύτερη υπόθεση. Ο Νορθ έμεινε στην Κέρκυρα μέχρι τις 3 Φεβρουαρίου, όταν έφυγε για να περάσει το δάνειο στον Λεύκα, προχωρώντας μετά το Πάσχα για σύντομες επισκέψεις στην Ιθάκη και τη Ζάκυνθο. Ενώ βρισκόταν στη Ζάκυνθο, όπως αναφέρει ο Προσαλέντης, άκουσε για το τέλος του Ρωσοτουρκικού Πολέμου (σ 166). Αυτό θα μπορούσε να είναι μια αναφορά στην προκαταρκτική ειρήνη που υπογράφηκε στο Γαλάτσι στις 11 Αυγούστου 1791, ή αλλιώς στη συνθήκη του Τζάσυ, που συνήφθη στις 9 Ιανουαρίου 1792. Από τη Ζάκυνθο ο Νορθ κλήθηκε σπίτι από την οικογένειά του: ταξίδεψε μέσω της Φρανκφούρτης, παρακολουθώντας τη στέψη του τον αυτοκράτορα Λεοπόλδο (σ 167), και έφτασε στην Αγγλία λίγο πριν από το θάνατο του πατέρα του (σ 168). Κάτι δεν πάει καλά εδώ: Ο Λεοπόλδος στέφθηκε στις 9 Οκτωβρίου 1790, δηλαδή πριν από την επίσκεψη του Νορθ στην Κέρκυρα, όποια χρονιά κι αν επιλέξουμε. Ίσως ο Προσαλέντης αναφέρεται στη στέψη του διαδόχου του Λεοπόλδου Φραγκίσκου Β’ στις 14 Ιουλίου 1792. Ο πατέρας του Νορθ πέθανε στις 5 Αυγούστου 1792. Αν υποθέσουμε ότι ο Νορθ έφυγε από την Κέρκυρα στις 3 Φεβρουαρίου 1791 και τη Λευκάδα μετά το Πάσχα, είναι δύσκολο να συμπληρώσουμε τους δεκαπέντε μήνες που μεσολάβησαν από τότε μέχρι την άφιξή του στην Αγγλία λίγο πριν από το θάνατο του πατέρα του. Αν όμως τοποθετήσουμε την επίσκεψή του στην Κέρκυρα και όλα τα επόμενα γεγονότα στο I792, υπάρχει μια λογική χρονική σειρά. Η παράθεση στο Ειδήσεις σ. 5 seq, διαφωνεί σε πολλά σημεία με τον Προσαλέντη, αλλά είναι γενικά ανακριβής και αναξιόπιστος.

8 – Ημερολόγιο Νικόλαου Αρλιώτη, που αναφέρει ο Βροκίνης στην εισαγωγή του στον Προσαλέντη, «Ανέκδοτα χειρόγραφα», σ. 47.

9 – Ο Βροκίνης εξιστορεί τη ζωή του Προσαλέντη (1713-1795) στην εισαγωγή του, αυτόθι σς I5-36.

10 – Αυτόθι σ. 66.

11 – Αυτόθι σ. 69.

12 – Αυτόθι σς 74-75.

13 – Για το διάταγμα του 1755 και το ιστορικό του, βλ. [Κ.] Τ. Γουέαρ, Ευστράτιος Αργέντης: Μελέτη της Ελληνικής Εκκλησίας υπό Τουρκοκρατία (Οξφόρδη I964) σς 65-107.

14 – Περιγράφεται με μεγάλη λεπτομέρεια από τον Προσαλέντη σ. 78-143.

15 – Αυτόθι σ. 145.

16 – Αυτόθι σ. 63.

17 – Ο Πετρεττίνος (1722-1795) εξελέγη πρωτοπαπάς το 1784 και επανεξελέγη το 1789 και το 1794, διατηρώντας το αξίωμα μέχρι τον θάνατό του.

18 – Προσαλέντης σς 11-12.

19 – Ολόκληρο το κείμενο στο ίδιο σς 41-43.

20 – Αυτόθι σ. 150.

21 – Αυτόθι σς 153-154.

22 – Αυτόθι σς 156-157.

23 – Αυτόθι σ. 160.

24 – Αυτόθι σ. 149.

25 – Αυτόθι σς 160-164.

26 – Ο Θεόκλητος Φαρμακίδης, καθηγητής θεολογίας στην Ιόνιο Ακαδημία κατά την περίοδο 1824-1825, συνειδητοποίησε ότι ο Νορθ ήταν ορθόδοξος: βλέπε την «Απολογία» του (Αθήνα 1840) σ. 125, παρατίθεται Ειδήσεις, σ I5. Αλλά ο Φαρμακίδης είναι μάλλον ανακριβής όταν ισχυρίζεται ότι αυτό ήταν θέμα κοινής γνώσης στην Κέρκυρα εκείνη την εποχή.

27 – Με τίτλο «Αικατερίνη Ειρηνοποιώ», εκδόθηκε ανώνυμα, με λατινική μετάφραση (χωρίς τόπο ή ημερομηνία δημοσίευσης: ; Λειψία 1792). Το κείμενο και η μετάφραση ανατυπώθηκαν με εισαγωγή του Α. Παπαδόπουλου-Βρετού (Αθήνα 1846).

28 – Βλ. Ειδήσεις σς 27-29, για την απάντηση του Νορθ στα ελληνικά σοφίτα, αποδεχόμενος αυτό το αξίωμα. υπογράφει τον εαυτό του «πολίτης Αθηναίος».

29 – Όπως παρατήρησε στον Παπαδόπουλο-Βρετό: «Α! παιδί μου, εάν δεν ήμουν ο κόμης του Γκίλφορντ, θα ήθελα να ήμουν βιβλιοθηκάριος», Αικατερίνη Ειρηνοποιώ, εισαγωγή σ 4. Η τεράστια συλλογή βιβλίων και χειρογράφων του διασκορπίστηκε σε μια σειρά πωλήσεων στο Λονδίνο κατά τη διάρκεια του 1828-1835. Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αντικείμενα, στην πώληση που ξεκίνησε στις 9 Νοεμβρίου 1835, είναι το 1795: «Μία πολύ Περίεργη, Πολύτιμη και Εκτενής Συλλογή Βιβλίων στη Νεοελληνική Γλώσσα… σε όλους τους 627 τόμους». Ο υπεύθυνος της δημοπρασίας εκτίμησε δικαίως τη σημασία αυτής της συλλογής, δηλώνοντας στον κατάλογο πώλησης: «Πρόκειται για την πιο Εκτεταμένη Συλλογή Νεοελληνικών Βιβλίων που έχει υποβληθεί ποτέ σε Δημόσια Πώληση». Φαίνεται ότι η συλλογή αποκτήθηκε από το Βρετανικό Μουσείο. Επίσης, στην κατοχή του Βρετανικού Μουσείου βρίσκονται χειρόγραφοι κατάλογοι των νεοελληνικών βιβλίων του Γκίλφορντ (Add MSS 8220, 16572), που δείχνουν ότι το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής αφορούσε θεολογικά θέματα. Αυτό είναι απόδειξη του συνεχούς ενδιαφέροντος του Γκίλφορντ για την Ορθοδοξία, αν και φυσικά μπορεί να έχει συλλέξει τα βιβλία για χρήση στην Ιόνιο Ακαδημία και όχι για προσωπική του διαβούλευση.

30 – Παρατίθεται στο Φέριμαν σ. 77.

31 – Ειδήσεις σ. 93.

32 – Παρατίθεται στο Φέριμαν σς 94-95.

33 – Το αντίγραφο της πρώτης έκδοσης του Αικατερίνη Ειρηνοποιώ στο Βρετανικό Μουσείο φέρει την επιγραφή στο εσώφυλλο, «Σεβασμιώτατος Τζ. Σμιρνόφ, με τους πιο τρυφερούς σεβασμούς του συγγραφέα», αλλά δυστυχώς δεν υπάρχει ένδειξη ημερομηνίας.

34 – Ειδήσεις σ. 145. 35 – Αυτόθι σ. 13. Αλλά ο Παπαδόπουλος-Βρέτος δεν είναι μάρτυρας χωρίς προκαταλήψεις, αφού δυσανασχετούσε με τον τρόπο με τον οποίο ο Σέφιλντ, μετά τον θάνατο του Γκίλφορντ, αφαίρεσε τα βιβλία του από την Ιόνιο Ακαδημία και τα δημοπράτησε στο Λονδίνο.

§

Φρέντερικ Νορθ – Εγκώμιον ενός Μεγάλου Φιλέλληνα

Του Δρος Νικολάου Κ. Κουρκουμέλη, Υποστρατήγου


Συμπληρώθηκαν διακόσια χρόνια από τη δεύτερη περιοδεία στην περιοχή, του πολύγλωσσου περιηγητή και συλλέκτη αρχαιοτήτων και χειρογράφων Βρετανού φιλέλληνα, που έμεινε στην εθνική μνήμη ως «Ο λόρδος Γκίλφορντ». Πρόκειται για τον Φρέντερικ Νορθ, 5ο Κόμη του Γκίλφορντ (7 Φεβρουαρίου 1766 – 14 Οκτωβρίου 1827), τον γνωστό έως το 1817, που κληρονόμησε τον τίτλο του “Κόμη”, ως «Αξιότιμος Φρέντερικ Νορθ», νεότερος υιός του πρωθυπουργού Φρέντερικ Νορθ, 2ου Κόμη του Γκίλφορντ (1732-1792, κατά την πρωθυπουργία του οποίου, 1770-1782, έγινε ο πόλεμος της αμερικανικής ανεξαρτησίας).

Με τη Ζάκυνθο, εκτός των κοινωνικών σχέσεων που δημιούργησε η κατά περιόδους παραμονή του, τον συνδέουν και σχέσεις φιλίας, προστασίας και συνεργασίας με τη λόγια κοινότητα. Υπήρξε προστάτης του Ανδρέα Κάλβου, του Στυλιανού Σπαθή, του Γεώργιου Θεριανού, του Νικογιώργου Κοκκίνη (αργότερα μητροπολίτη Ζακύνθου Νικόλαου), του Νικόλαου Μαδρικάρδη, του Σπυρίδωνα Ρωσόλυμου, του Σπυρίδωνα Γαρζώνη, του Σπυρίδωνα Μονδίνου, του Δημήτριου Μακρή, του Γεώργιου Τσουκαλά, του Σπυρίδωνα Σκούρτα, του Δημήτριου Κονιτόπουλου, του Παναγιώτη Φουρτούνη, του Διονύσιου Βαρότση, του Σπυρίδωνα Σιδηροκαστρίτη, του Γεώργιου Βαρβία, του Νικόλαου Κούρτη, του Κωνσταντίνου Σπαθή, του Νικόλαου Γούστη αλλά και φίλος και αλληλογράφος του Διονυσίου Σολωμού, του ηγουμένου της Σκοπιώτισας Κωνσταντίνου Λογοθέτη, του Διονύσιου Βούλτζου και του Παύλου Μερκάτη. Καταχρηστικά στους ευεργετημένους από τον Γκίλφορντ ζακύνθιους πρέπει να προστεθεί και ο Γαετάνο Γκρασέτι, δεύτερος σύζυγος της Αδελαϊδας Καρβελλά , της υποτιθέμενης “Donna Velata”, ο οποίος κατέλαβε τη θέση του καθηγητή στην Ιόνιο Ακαδημία χάρις στη μεσιτεία του Διονυσίου Σολωμού, που υπήρξε παράνυμφος στο γάμο τους.

Μετά τις σπουδές του, ο Γκίλφορντ εκπροσώπησε στη Βουλή των Κοινοτήτων το Μπάνμπουρι από το 1792 έως το 1794 και στη συνέχεια ανέλαβε τα δημόσια αξιώματα του γραμματέα του Αντιβασιλέα της Κορσικής, Σερ Γκίλμπερτ Έλλιοτ (1795-1796) και του πρώτου Κυβερνήτη της Κεϋλάνης (1798-1805). Περιόδευσε στην Ευρώπη και στην Μέση Ανατολή, μένοντας μεγάλα διαστήματα στην Ιταλία και στην Ελλάδα. Μελέτησε ιδιαίτερα τον ελληνορθόδοξο κόσμο και το 1791 στην Κέρκυρα, ασπάστηκε την Ορθοδοξία και έλαβε το όνομα Δημήτριος. Έγινε επίσης μέλος διαφόρων ευρωπαϊκών ακαδημιών και Πρόεδρος της «Φιλομούσου Εταιρείας Αθηνών» (1814).

Ίσως κατά την πρώτη περιήγησή του στην περιοχή (1791-1792), δηλαδή πολύ πριν τους σχετικούς πειραματισμούς των Γάλλων δημοκρατικών, ή κατά τις επόμενες περιηγήσεις (1810-1813), να οραματίστηκε την ίδρυση ενός ανώτερου εκπαιδευτηρίου στον χώρο των νησιών του Ιονίου με το οποίο θα ανακαλούνταν στην πατρική γη οι κλασικές σπουδές και η Ελλάδα θα επανακτούσε την αρχαία λάμψη της. Αυτό το όραμα καθόρισε όλη τη ζωή του. Έτσι όταν μετά τον θάνατο και του δευτερότοκου αδελφού του κληρονόμησε τον πατρικό τίτλο και την περιουσία (περίπου 11.000 στερλίνες λίρες τον χρόνο), αυξάνοντας τις πολιτικές και οικονομικές του δυνατότητες, επικέντρωσε τις προσπάθειές του στην ενίσχυση της παιδείας στον ελληνικό χώρο, στην οικονομική ενίσχυση εκείνων που επιθυμούσαν να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και στην προσέλκυση προσωπικοτήτων, που είτε μεμονωμένα είτε μέσω επιστημονικών συσσωματώσεων (όπως η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών και η «βρετανική» Ακαδημία της Ζακύνθου) θα δημιουργούσαν προϋποθέσεις στήριξης ενός τέτοιου ιδρύματος.

Μετά την εγκατάσταση των Βρετανών στην περιοχή, την ίδρυση του βρετανικού προτεκτοράτου «Ενωμένα Κράτη των Ιονίων Νήσων» (1815) και την παραχώρηση του Συντάγματος του 1817, άλλαξε τακτική και πλέον είτε προσέφερε υποτροφίες σε διακεκριμένους Έλληνες που σπούδαζαν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια (Κωνσταντίνος Ασώπιος, Θεόκλιτος Φαρμακίδης, Χριστόφορος Φιλητάς, Νικόλαος Μανιάκης, Ιωάννης Χρόνης, Δημήτριος Σχινάς, Σπυρίδων Τρικούπης κ.ά.), είτε προσέλκυε προσωπικότητες που ήδη είχαν ολοκληρώσει τις σπουδές τους και ασχολούντο με την εκπαίδευση (Ανδρέας Κάλβος, Στυλιανός Σπαθής, Θεόδωρος Αχιλλέας, Αθανάσιος Ψαλίδας, Αθανάσιος Πολίτης κ.α.).

Πριν τον Μάιο του 1819, απέσπασε από τον πρίγκιπα της Ουαλίας – αντιβασιλέα Γεώργιο και τον υπουργό πολέμου και αποικιών Λόρδο Μπάθερστ τη διαβεβαίωση ότι θα του ανατεθεί η ίδρυση του προβλεπόμενου, από το άρθρο 23 του Συντάγματος 1817, Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα, γεγονός που επικυρώθηκε με τη απονομή τον Ιανουάριο/Φεβρουάριο 1820 του τίτλου «Άρχων, Πρύτανης του υπό ίδρυση Πανεπιστημίου» και του Μεγαλοσταύρου του Τάγματος των Αγίων Μιχαήλ και Γεωργίου. Ύστερα από αυτά, στις 25 Μαρτίου 1820, η Ιόνιος Γερουσία με πρόταση του Λόρδου Υπάτου Αρμοστή αντιστράτηγου Σερ Τόμας Μαίτλαντ, όρισε τον Γκίλφορντ «Άρχοντα» της εκπαίδευσης, ουσιαστικά άμισθο συντονιστή όλης της δημόσιας εκπαίδευσης και όχι μόνο του πανεπιστημίου.

Η ανάμειξη του Γκίλφορντ στα ελληνικά εκπαιδευτικά είναι υποδειγματική περίπτωση των αποτελεσμάτων της γοητείας των κλασικών σπουδών. Απόφοιτος του Ήτον και της Οξφόρδης είχε ανδρωθεί στο κλίμα του λεγόμενου «βρετανικού διαφωτισμού». Με τις περιοδείες του όμως είχε δημιουργήσει τις δικές του θεωρίες. Πέραν του θερμού φιλελληνισμού του , που τον προέτρεπε να δηλώνει ότι είναι «΄Ελλην και όχι Φιλέλλην» και τον έκανε ενθουσιωδώς αποδεκτό από τους Έλληνες, ο Γκίλφορντ διέθετε και την πρωταρχική ύλη για την ανάληψη ενός τόσο σοβαρού εγχειρήματος: πολιτικές προσβάσεις, τεράστια περιουσία, διοικητικές και οργανωτικές ικανότητες, ήθος και ευγενικό χαρακτήρα.

Μετά από πολλές αντιξοότητες, που προέβαλε το προτεκτοράτο και προσωπικά ο Μαίτλαντ, ο Γκίλφορντ οργάνωσε τη δημόσια εκπαίδευση του Ιονίου Κράτους δημιουργώντας τρεις κύκλους εκπαιδεύσεως: Κατώτερης, Μέσης και Ανώτατης. Στην Κατώτερη, που παρακολουθούσαν αγόρια και κορίτσια σε όλα τα μεγάλα χωριά και τις πόλεις, εισήγαγε το αλληλοδιδακτικό σύστημα διδασκαλίας των Μπελ και Λανκάστερ, όπως το εναρμόνισε στις ελληνικές ανάγκες ο συνεργάτης του Αθανάσιος Πολίτης. Στη Μέση δημιούργησε οκτώ «δευτερεύοντα» σχολεία στις πρωτεύουσες των νησιών και το Ληξούρι. Στην Ανωτάτη λειτούργησε πανεπιστήμιο, την « Ιόνιο Ακαδημία», το πρώτο ευρωπαϊκού τύπου στην Εγγύς και Μέση Ανατολή, με τέσσερεις σχολές: Θεολογίας, Νομικής, Ιατρικής και Φιλοσοφίας, μετακαλώντας να διδάξουν παλαιοί υπότροφοί του: Ιωάννης Καραντινός, Νικόλαος Πίκκολος, Κωνσταντίνος Ασώπιος, Θεόκλιτος Φαρμακίδης, Χριστόφορος Φιλητάς, Γεώργιος Θεριανός, Νικόλαος Μανιάκης, Γεώργιος Ιωαννίδης, Ιάκωβος Λουζινιάν, Αθανάσιος Πολίτης, Ανδρέας Κάλβος, Στυλιανός Σπαθής, Κωνσταντίνος Τυπάλδος, Πασχάλης Καρούσος, Στυλιανός Μαράτος, Ιωάννης Αριστείδης, Γεώργιος Τουρλινός, Σταματέλλος Πυλαρινός, Ιωάννης Σορδίνας. Παράλληλα οργάνωσε εποπτευόμενα από το πανεπιστήμιο ιδρύματα: την Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη με υπεύθυνο τον Ανδρέα Παπαδόπουλο-Βρετό, τον Βοτανικό Κήπο με υπεύθυνο τον Στυλιανό Σπαθή, τη Δημόσια Σχολή των Ωραίων Τεχνών με υπεύθυνο τον Παύλο Προσαλέντη και την Σχολή Αρχιτεκτονικής και Καλλιγραφίας με υπεύθυνο τον Αντώνιο Βίλλα. Παράλληλα λειτούργησαν το Φοιτητικό Εστιατόριο και τα Φροντιστήρια Ξένων Γλωσσών.

Ο Γκίλφορντ είχε αποκτήσει μια προσωπική μεγάλη συλλογή βιβλίων, εντύπων και χειρογράφων. Αυτά τα κατέθεσε στην Ακαδημία ώστε με δωρεές Ελλήνων και φιλελλήνων και την υπάρχουσα στην Κέρκυρα από την περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας «Βιβλιοθήκη του Γένους» να δημιουργηθεί μια μεγάλη Πανεπιστημιακή Βιβλιοθήκη. Υπεύθυνο για την καταλογογράφιση και την έκδοση των χειρογράφων όρισε τον Ανδρέα Κάλβο. Μετά το θάνατό του, η βιβλιοθήκη χάρις στον αρμοστή σερ Φρέντερικ Άνταμ, που δεν τήρησε τις διατάξεις της διαθήκης του Γκίλφορντ, παραδόθηκε στους αντιπροσώπους του κληρονόμου του «Άρχοντα» (ανεψιού του από την αδελφή του) κόμη του Σέφιλντ, ο οποίος την πούλησε στο Λονδίνο σε επτά δημοπρασίες μεταξύ των ετών 1828 και 1835. Ένα μεγάλο μέρος από αυτά, ευτυχώς, αγόρασε το Βρετανικό Μουσείο και σήμερα είναι στη διάθεση των ερευνητών.

Η προσωπική ακτινοβολία του Γκίλφορντ, η φήμη της σοφίας των καθηγητών, οι κώδικες συμπεριφοράς του προσωπικού, η διδασκαλία στην νέα ελληνική γλώσσα (την οποία θερμά υποστήριξε με αναφορά του στην απαρτιζόμενη από Έλληνες Ιόνιο Γερουσία) και η αρχαιοπρεπής πανεπιστημιακή αμφίεση, παρά τα βρετανικά σχόλια που προκάλεσαν κύκλοι της υπαλληλίας του προτεκτοράτου, έδωσαν κύρος στο ιονικό πανεπιστήμιο και οργάνωσαν τις βάσεις μιας ξεχωριστής στον ευρωπαϊκό χώρο πανεπιστημιακής κοινότητας. Χάρις στους χειρισμούς του Γκίλφορντ τα έντονα ελληνορθόδοξα χαρακτηριστικά της πλησίαζαν τις διαμορφωμένες ευρωπαϊκές πρακτικές, προοιωνίζοντας μια αρμονική συνύπαρξη και μια λαμπρή εξέλιξη. Η ιστορική προσέγγιση αυτών των δυο παραγόντων στο Πανεπιστήμιο της Κέρκυρας, συνδέεται ευθέως με τον ιδρυτή του, η παρουσία του οποίου εκτάθηκε πέραν των εκπαιδευτικών και σε κοινωνικά και πολιτικά επίπεδα, παρήγαγε πρότυπα συμπεριφοράς με κύρια στοιχεία τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία και δόμησε τη νοοτροπία μιας μεγάλης κοινωνικής ομάδας. Η ομάδα αυτή πολύ σύντομα αναπροσδιόρισε τις πνευματικές, κοινωνικές και πολιτικές παραμέτρους των κοινωνιών των νησιών σε κατευθύνσεις έντονα εθνικές και πατριωτικές.

Οι ολοκληρωτικές αλλαγές, που είχαν ως πρώτο στόχο τον ελληνικό χαρακτήρα του ιδρύματος και η οπισθοδρόμηση, που ακολούθησαν τον θάνατο του Γκίλφορντ, αλλά και οι δυνατότητες που δόθηκαν στην Προστασία για την αναδιατύπωση του αρχικού της ερωτήματος κατά πόσο της είναι χρήσιμο το Ελληνικό Ιονικό Πανεπιστήμιο, είναι οι ισχυρότερες αποδείξεις για την αξία της παρουσίας του Γκίλφορντ στο Αρχοντείο της Ιονίου Ακαδημίας και την ελληνικότητα των προθέσεών του. Οι αντιρρήσεις του Προτεκτοράτου για τη λειτουργία ενός ανώτατου εκπαιδευτικού ιδρύματος όπως το ήθελε ο Γκίλφορντ, συνοψίζονται στις απόψεις του αρμοστή Άνταμ «…όλες οι επιδιώξεις του είναι ελληνικές και δεν υπάρχει τίποτε σε ολόκληρο το ίδρυμα, το οποίο να ενισχύει στο ελάχιστο, είτε να βελτιώνει, τις σχέσεις μεταξύ των προστατευομένων και της προστάτιδας δύναμης…»

Σήμερα η μνήμη αυτού του μεγάλου ανδρός τιμάται στην Κέρκυρα με έναν κεντρικό δρόμο , τον μαρμάρινο ανδριάντα που έχει στηθεί στον δημοτικό ανθώνα και την προσωπογραφία του στο νέο «Ιόνιο Πανεπιστήμιο» (Οι δυο προτομές και η προσωπογραφία που υπήρχαν στην παλαιά Ιόνιο Ακαδημία καταστράφηκαν από τον εμπρησμό της 14ης Σεπτεμβρίου 1943, που προκάλεσε η αεροπορική επιδρομή της Λουφτβάφε). Στην «ευδαίμονα Ζάκυνθο», όπου συστηματικά τα μνημεία βεβηλώνονται και τα ονόματα των δρόμων κακοποιούνται, ευτυχώς δεν υπάρχει προς τιμήν του ούτε δρόμος ούτε μνημείο.

Το παρόν άρθρο δημοσιεύτηκε στο www.ermisnews.gr.

§

Μέγας Σεβασμός για την Ελληνική Ορθοδοξία του Γκίλφορντ

Του Δρος Μπρους ΚλαρκΣυγγραφέα του «Δυο Φορές Ξένος – Οι Μαζικές Απελάσεις που διεμόρφωσαν τη Σύγχρονη Ελλάδα και Τουρκία» (2006)

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά χαρακτηριστικά της ζωής του Λόρδου Γκίλφορντ ως παθιασμένου φιλέλληνα ήταν ο τρόπος που συνδύασε τη γοητεία για την κλασική Ελλάδα με έναν βαθύ και σοβαρό εναγκαλισμό της ελληνορθόδοξης πίστης. Για να το θέσω ήπια, αυτός ήταν ένας ασυνήθιστος συνδυασμός μεταξύ των Βρετανών της γενιάς του και μεταξύ των δυτικών φιλελλήνων γενικότερα. Αλλά για τον νεαρό Νορθ, που έγινε κόμης του Γκίλφορντ το 1817, τα δύο πάθη φαίνεται να προχωρούν χέρι-χέρι.

Κατά την εξερεύνηση της Βενετοκρατούμενης Κερκύρας το 1791 και 1792 φαίνεται να είχε απορροφήσει πολύ γρήγορα τη λειτουργία και τη χορογραφία της ελληνορθόδοξης λατρείας. Παρά τις διαφορές στην προφορά, η τεχνογνωσία του στην Οξφόρδη στα αρχαία ελληνικά ήταν εύκολα επαρκής για να κατανοήσει το βυζαντινό τυπικό και να μπει στο πνεύμα και τον ρυθμό του. Ήταν σε κάθε περίπτωση ένας εξαιρετικός φυσικός γλωσσολόγος και πολιτιστικός διερμηνέας που έμαθε γρήγορα όλες τις κύριες λατινικές γλώσσες και τα νέα ελληνικά, κατά τη διάρκεια της νεανικής του περιπλάνησης στη Μεσόγειο.

Στην Κέρκυρα, θα είχε βρει ένα ελληνορθόδοξο σκηνικό που ήταν και ανεκτή και περιοριζόμενη από τους Βενετούς δασκάλους της νήσου. Από τη μία πλευρά, η Γαληνοτάτη Δημοκρατία ήταν χαρούμενη για τα ελληνορθόδοξα λειτουργικά κείμενα που δακτυλογραφούνταν από Βενετούς τυπογράφους που έγιναν οι κύριοι προμηθευτές τέτοιου υλικού. Από την άλλη πλευρά, η καθολική πόλη-κράτος δεν επέτρεπε την εγκατάσταση ορθοδόξων επισκόπων στην επικράτειά της, οπότε η φροντίδα των ελληνικών ψυχών στα Ιόνια νησιά αφέθηκε σε ανώτερο έγγαμο κληρικό ή πρωτόπαπα. Ο Γκίλφορντ πλησίασε δεόντως τον πρωτοπαπά της Κερκύρας, Δημήτριο Πετρεττίνη (1722-1795), και εξέφρασε την επιθυμία του να γίνει δεκτός στην Ανατολική Ορθόδοξη πίστη – έστω και κρυφά, ενόψει των «κοινωνικών και οικονομικών δεσμεύσεων» της εκλεκτής οικογένειάς του. Το αίτημά του έγινε δεκτό και ο νεαρός Βρετανός πήρε το ορθόδοξο όνομα του κληρικού μέντορά του, Δημήτριος.

Ο Γκίλφορντ έγινε έτσι ο πρώτος Ορθόδοξος Χριστιανός που κάθισε στο βρετανικό κοινοβούλιο, όταν εκπροσώπησε την εκλογική περιφέρεια του Μπάνμπερι στο Οξφορντσάιρ. Ωστόσο, η υιοθετημένη πίστη του έπρεπε να κρατηθεί κρυφή, δεδομένου του ουσιαστικά Αγγλικανικού μονοπωλίου στη δημόσια ζωή και την εκπαίδευση στην Αγγλία που εξακολουθούσε να επικρατεί. Κατά τη διάρκεια ορισμένων φάσεων του ψεύδους του, όπως η θητεία του ως κυβερνήτης της Κεϋλάνης, ο Γκίλφορντ θα είχε ελάχιστες ευκαιρίες να ασκήσει την Ορθόδοξη πίστη. Αλλά ξεκάθαρα πήρε στα σοβαρά τη θρησκεία που είχε επιλέξει. Στο τέλος της ζωής του, το 1827, εζήτησε από τον ιερέα της τσαρικής πρεσβείας στο Λονδίνο, Γιάκοβ Σμιρνόφ (1754-1840), να έρθει και να κάνει τις τελευταίες ιεροτελεστίες. Ο Ρώσος κληρικός θα ήταν ο μόνος ορθόδοξος κληρικός στη Βρετανία εκείνη την εποχή. Όταν ρωτήθηκε για τους λόγους για τους οποίους μεταστράφηκε, ο νεαρός Νορθ απάντησε προφανώς ότι ήθελε «να γίνει πλήρως Έλληνας».

Εν τω μεταξύ, υπήρχαν πολλοί Βρετανοί με επιρροή που τα ταξίδια τους στην Ελλάδα τους οδήγησαν σε πολύ διαφορετικά συμπεράσματα. Μερικοί εντυπωσιάστηκαν από τις σημαντικές δογματικές διαφορές μεταξύ της δικής τους Αγγλικανικής πίστης και της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Άλλοι συμπαθούσαν την Ορθόδοξη θεολογία, αλλά αντιστέκονταν στα προφανή ανθρώπινα ελαττώματα και στο αδασκάλευτο γήινο της θρησκείας όπως την έβλεπαν να ασκείται στην πράξη. Μια από τις πιο μαραζωτικές κριτικές της εκκλησιαστικής πραγματικότητας στην ύστερη οθωμανική Ελλάδα προήλθε από τον Αγγλο-Ιρλανδό ζωγράφο Έντουαρντ Ντόντουελ (1767-1832), ο οποίος πέρασε επτά μήνες στην Αθήνα το 1805. «Όπως στην εποχή του Ίωνα», δήλωσε, «οι σύγχρονοι Αθηναίοι χωρίζονται σε τέσσερις διακριτές τάξεις: καλλιεργητές, τεχνίτες, στρατιωτικοί και ιερείς. Οι Αλβανοί καλλιεργούν τη γη, οι Έλληνες ασχολούνται με το εμπόριο και τις μηχανικές τέχνες, οι Τούρκοι φρουρούν την πόλη και καπνίζουν και οι ιερείς δεν κάνουν τίποτα».

Ο Λόρδος Μπάυρον (1788-1824), ένας πιο εμφατικός παρατηρητής, πήρε το σύνθημά του από τον Έλληνα υπηρέτη του Βασίλη, ο οποίος κατάφερε ταυτόχρονα να σέβεται βαθιά την Εκκλησία και τις παραδόσεις της και να περιφρονεί απόλυτα τους σύγχρονους εκπροσώπους της. «Η Εκκλησία μας είναι αγία, [οι] ιερείς είναι κλέφτες», δήλωσε κάποτε ο υπηρέτης – κάνοντας σε αστεία γλώσσα αυτό που κάποιοι θα έβλεπαν ως αρκετά λεπτό θεολογικό σημείο. Εάν η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει επιβιώσει τόσους αιώνες καταπίεσης και χειραγώγησης, πρέπει εν μέρει να οφείλεται σε αυτόν τον λόγο: η εγκυρότητα των μυστηρίων της, ο μυστηριώδης ρόλος της ως τόπος συνάντησης της ανθρωπότητας με τον Θεό, είναι σε κάποιο βαθμό ανεξάρτητη από τον ηθικό χαρακτήρα των κληρικών της. Η Ορθόδοξη θεολογία τονίζει ότι η άφατη παρουσία του Χριστού στην Ευχαριστία αντανακλά τη δράση του Αγίου Πνεύματος και όχι το αλάθητο ή ακόμη και τη σχετική ηθική αρετή του εορτάζοντα. Με τον δικό του αδασκάλευτο τρόπο, ο Βασίλης το κατάλαβε αυτό το σημείο, και ίσως σε κάποιο επίπεδο το έκανε και ο Μπάυρον.

Μισόν αιώνα αργότερα, έφτασε στην Αθήνα η μεγάλη βικτωριανή φιλάνθρωπος Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ (1820-1910), η οποία είχε ευαγγελικό υπόβαθρο και είχε αξιώσεις ως θεολόγος. Ήταν εξαιρετικά σκληρή στην εκτίμησή της για την Ελληνική Ορθοδοξία, καθώς ήταν της ελληνικής πραγματικότητας γενικότερα.

«Η Ελληνική Εκκλησία είναι νεκρή, μου φαίνεται: οι ιερείς είναι οι νεκροθάφτες της, οι εκκλησίες τα θησαυροφυλάκια της. Οι ιερείς είναι τόσο ανίδεοι που δύσκολα μπορούν να διαβάσουν, εκτός από τη λειτουργία που μαθαίνουν απέξω. Δεν είναι ικανοί ούτε θέλουν να να σας φέρονται σαν κύριοι, θα ντρεπόντουσαν εάν το κάνατε. Προέρχονται από την κατώτερη τάξη και μένουν σε αυτήν. Ποτέ δεν κάνουν κήρυγμα ούτε θα μπορούσαν. Προτιμώ τον πιο μισαλλόδοξο φανατισμό από αυτό. Από φανατισμό μπορεί να βγει ένας Αγ. Παύλο, αλλά τίποτα δεν μπορεί να βγει τίποτα… Ποτέ δεν πηγαίνω σε εκκλησία χωρίς να αηδιάζω και, στα μοναστήρια, φαίνεται ότι δεν έχουν την πιο απομακρυσμένη ιδέα να κάνουν το καλό, να έχουν ένα κάλεσμα.»

Ο άκρως οξύς τόνος της πρέπει να ειδωθεί υπό το πρίσμα της γενικής της στάσης ως αυτό που τώρα θα πρέπει να αποκαλούμε φιλελεύθερη παρεμβατική. Ως εκπρόσωπος της πιο ισχυρής χώρας του κόσμου, αυτή (όπως και οι αντίστοιχες του 21ου αιώνα) ήταν εξαιρετικά σίγουρη για την ικανότητά της να διακρίνει το σωστό από το λάθος, συμπεριλαμβανομένου του σωστού τρόπου να είσαι χριστιανή (ως παράδειγμα της στάσης της, υποστήριξε τη χρήση του Πολεμικού Ναυτικού για να υποχρεώσει τους Αθηναίους να πληρώσουν αποζημίωση για την κακομεταχείριση ενός Βρετανού υπηκόου).

Πώς μπορεί κανείς να εξηγήσει τη διαφορά μεταξύ του ενσυναισθητικού ενστερνισμού μίας νέας θρησκευτικής πρακτικής από τον Γκίλφορντ και της περιφρονητικής αλαζονείας τόσων πολλών συμπατριωτών του; Ίσως το βασικό σημείο είναι ότι για να είναι παραγωγική ή όντως μεταμορφωτική μία συνάντηση μεταξύ δύο πολιτισμικών κόσμων, πρέπει να υπάρχει βαθμός πραγματικής ευπάθειας τουλάχιστον στη μία πλευρά, κατά προτίμηση και στις δύο. Στον νεαρό Νορθ, μπορεί κανείς να εντοπίσει μία πραγματική ευπάθεια. Παρά το προνομιούχο υπόβαθρό του, αυτό το ευφυές και ευαίσθητο προϊόν της βρετανικής ελίτ αναζητούσε ξεκάθαρα κάτι που η αμυλότητα και ο εφησυχασμός του γεωργιανού Λονδίνου δεν μπορούσαν να προσφέρουν. Δεν τον έλκυαν μόνο οι προφανείς απολαύσεις του μεσογειακού κλίματος, αλλά μάλλον οι πολιτισμοί, με όλη τους την ανθρωπιά, το μυστήριο και τον αισθησιασμό τους, που είχε γαλουχήσει αυτή η λιακάδα. Ένιωθε ότι οι Έλληνες φίλοι του μπορούσαν να του διδάξουν κάτι που κανένας από τους Βρετανούς μέντορές του δεν γνώριζαν.

Ο 20ός αιώνας θα έφερνε έναν καταρράκτη ευάλωτων συναντήσεων που άλλαξαν τη σχέση μεταξύ Αγγλικανισμού και Ορθοδοξίας. Στον απόηχο της επανάστασης των Μπολσεβίκων, πολλοί από τους πιο λαμπρούς θρησκευτικούς στοχαστές της Ρωσίας κατέφυγαν στο Παρίσι και σε ορισμένες περιπτώσεις κατέληξαν στην Αγγλία. Οι κουρασμένοι Χριστιανοί της Δύσης συγκινήθηκαν και έκπληκτοι από τις νέες Ρωσικές γνωριμίες τους – και ιδιαίτερα από την ικανότητά τους να συνδυάζουν την ικανότητα για υψηλή θεολογική συζήτηση με τα έντονα συναισθήματα της λαϊκής θρησκείας. Παρά την τάση τους να εμπλέκονται σε απόκρυφες διαμάχες μεταξύ τους, αυτοί οι κατατρεγμένοι θεολογικοί πρόσφυγες είχαν μία ηλεκτρισμένη επίδραση τόσο στον Γαλλικό Καθολικισμό όσο και στον Βρετανικό Αγγλικανισμό. Αυτό με τη σειρά του ώθησε τους Δυτικοευρωπαίους χριστιανούς να εξετάσουν πιο προσεκτικά την ελληνική θεολογική και πνευματική παράδοση και σε λίγες περιπτώσεις να την ασπαστούν. Μία άλλη σπίθα αυτού που θα μπορούσε να ονομαστεί δημιουργική ευπάθεια προήλθε από την εκδίωξη σχεδόν όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών από τα πατρογονικά τους εδάφη στη Μικρά Ασία, και την πολύ επισφαλή κατάσταση στην οποία έμεινε το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.

Ένας συνεργάτης αυτού του τόμου, ο Μητροπολίτης Διοκλείας Κάλλιστος (1934-2022) αποτελεί παράδειγμα –όπως είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνούσε– για τις μεταβαλλόμενες συνθήκες υπό τις οποίες τα μέλη του βρετανικού κατεστημένου αντιμετώπισαν τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό στα μέσα του 20ού αιώνα. Ως προϊόν μίας οικογενείας της ανωτέρας μεσαίας τάξης της οποίας ο πατέρας ήταν ταξίαρχος, ο έφηβος Τίμοθυ Γουέαρ μεταμορφώθηκε από την εμπειρία του να παρακολουθήσει τον εσπερινό, που εόρταζαν Ρώσοι κληρικοί με σκοροφαγωμένες στολές, σε μία δανεική εκκλησία του Λονδίνου. Αυτό ώθησε τον νεαρό Γουέαρ, ο οποίος όπως και ο νεαρός Νορθ ήταν κλασικιστής της Οξφόρδης, να ερευνήσει την Ελληνική Ορθοδοξία πιο βαθιά – και τελικά να περάσει ένα έτος στο αρχαίο μοναστήρι της Πάτμου, όπου τον καθοδηγούσε ένας πνευματικά προικισμένος πρεσβύτερος, ο μελλοντικός Άγιος Αμφιλόχιος. Ήταν βυθισμένος στο ορθόδοξο τυπικό και βοήθησε να αναπαρασταθεί η αρχαία του μάθηση σε άπταιστα, αν και με τόνο Οξφόρδης, νέα ελληνικά.

Αυτό δεν ήταν εύκολο να ακολουθηθεί στα τέλη του 20ού αιώνα, παρόλο που ο Μητροπολίτης Κάλλιστος έκανε τη σύνδεση μεταξύ των δύο εαυτών –του λόγιου ακαδημαϊκού της Οξφόρδης και του ασκουμένου της ελληνικής θρησκείας σε μία νησιώτικη μονή– να φαίνεται πιο απρόσκοπτη από ό,τι ήταν. Είναι δίκαιο να υποθέσουμε ότι, όπως ο Μπάυρον και ο υπηρέτης του, παρατήρησε άφθονη ανθρώπινη ατέλεια στα ταξίδια του γύρω από τις μονές και τις επαρχιακές ενορίες της Ελλάδας. Αλλά κατάλαβε επίσης ότι αυτά τα λάθη δεν ήταν το κύριο θέμα.

Κορυφαίο σημείο στη φιλική προσέγγιση μεταξύ της Ελληνικής Ορθοδοξίας και του Αγγλικανισμού ήρθε με τη λειτουργία της στέψης τον Μάιο του 2023. Ο βασιλιάς Κάρολος Γ’, τακτικός επισκέπτης του Αγίου Όρους με βαθύ ενδιαφέρον για τη βυζαντινή εικονογραφία, επέλεξε να συμπεριλάβει πολλά προφανή και όχι και τόσο προφανή Ελληνορθόδοξα στοιχεία στη λειτουργία – από τη συμμετοχή του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θυατείρων Νικήτα έως την απόδοση από βυζαντινή χορωδία του Ψαλμού 71. Για την πανηγυρική στιγμή του χρίσματός του – με έλαιο που καθαγιάστηκε από τον Έλληνα Πατριάρχη Ιεροσολύμων – ο Βασιλέας αποκρύφθηκε από ένα παραβάν που είχε κεντηθεί θαυμάσια από τον ορθόδοξο αγιογράφο Έινταν Χαρτ (γ. 1957), πνευματικό σύμβουλο του Μητροπολίτη Καλλίστου. Είναι εντυπωσιακό ότι αυτά τα χαρακτηριστικά της τελετής εκτιμήθηκαν ευρέως από όσους τα κατάλαβαν και δεν συνάντησαν καμία σημαντική αντίρρηση.

Για τον Γκίλφορντ, το μονοπάτι ήταν πολύ πιο δύσκολο. Το βρετανικό κατεστημένο που αντιπροσώπευε ήταν ακόμη πιο ξενοφοβικά αλαζονικό από ό,τι ήταν 150 έτη αργότερα, και η Ελληνική Εκκλησία ήταν ακόμη πιο εγκλωβισμένη στις νατιβιστικές της άμυνες. Και όμως ο μελλοντικός κόμης του Γκίλφορντ ήταν κατά κάποιον τρόπο ικανός να διεισδύσει σε αυτές τις άμυνες· κατάλαβε ότι η Ελλάδα και η Εκκλησία της μπορούσαν να του δώσουν κάτι, μία συνάντηση με το θείο, που δεν ήταν διαθέσιμη στην πατρίδα του. Για αυτό του αξίζει μέγας σεβασμός.

Αθήνα, 8 Μαρτίου 2024

Sex & Drugs & Rock’n’Roll

A Moral Odyssey retold by Homer, Joyce and Duchamp

A new book by Megakles Rogakos, MA MA PhD

In 2023, one century after Marcel Duchamp completed his work on the Large Glass, a book comes to suggest that it is not self-referential but has specific protagonists, locations and details that convey a timeless moral lesson about archetypal issues that human nature is perpetually tormented with – Sex (lust) & Drugs (intoxication) & Rock’n’Roll (violence).

By choice, Duchamp never directly referred to Homer regarding the Glass, and this work has been analysed by many scholars in different ways. When Dr Megakles Rogakos came across the work in 2000, the detail of the Oculist Witnesses on it prompted him to sense their possible connection with the Trial of the Bow in Homer’s Odyssey, and he spoke about it in a related talk at London’s Tate Gallery on 10 August of the same year. He made this theory the subject of his PhD thesis (2012-2016) at the University of Essex entitled “A Joycean Exegesis of The Large Glass: Homeric Traces in the Postmodernism of Marcel Duchamp”. The Homeric exegesis of Duchamp’s Glass through Joyce’s Ulysses aims to confirm the atavistic theory that the ancient is present in the contemporary. The Glass, like the Homeric Odyssey, as revisited in Ulysses, may be thought to be some kind of moralising treatise on the temptations of man to fall prey to the three deadliest sins throughout human history – lust of flesh; indulgence in drugs; craving for power, as discussed separately in chapters of the book (see III.9; III.8; III.12) and gave its title – “Sex & Drugs & Rock’n’Roll”, after Ian Dury’s censored song of 1977. If its Joycean exegesis is proven, then the Glass may enigmatically emerge as a Homeric paradigm of man’s initiation to inner freedom, which Duchamp called the “beauty of indifference”. Dr Eleftherios Anevlavis, translator of Joyce’s Ulysses and Wake, writes: “Dr Rogakos’ exegesis is an impressive intellectual creation, enriched with the practices of decipherment and the art of writing, but at the same time created by the experiences and exhaustive study of culture from Homer to Yoko Ono and of the cosmos from the cave paintings of Lascaux to the constellation of the Pleiades.” Remarkably, with his theory of the appropriation of Homer’s Odyssey in Duchamp’s Glass, Dr Rogakos offers a refreshingly tongue-in-cheek explanation of postmodernism’s relationship to antiquity.

Dr Rogakos is an art historian and curator of exhibitions, working as communication officer at the Corfu Heritage Foundation. His book titled Sex & Drugs & Rock’n’Roll: A Moral Odyssey retold by Homer, Joyce and Duchamp, in A4 format masterfully designed by DesignBond with 300 colour images on 220 pages, is published in 2022-2023 by the Corfu Heritage Foundation (www.corfuheritagefoundation.org) in the Greek (ISBN 978-618-83770-3-5) and the original English (ISBN 978-618-83770-4-2) language.

Front cover of Sex & Drugs & Rock’n’Roll: A Moral Odyssey retold by Homer, Joyce and Duchamp (2023) by Megakles Rogakos.
Rear cover of Sex & Drugs & Rock’n’Roll: A Moral Odyssey retold by Homer, Joyce and Duchamp (2023) by Megakles Rogakos.
Credits and contents of Sex & Drugs & Rock’n’Roll: A Moral Odyssey retold by Homer, Joyce and Duchamp (2023) by Megakles Rogakos.

CONTENTS

I. The Premise

1. The Greek Dimension of Marcel Duchamp’s raison d’être

2. The Allure of the Odyssey for the Avant-Garde

3. The ’Pataphysical connection of Alfred Jarry’s Faustroll to Homer’s Odyssey

4. Homer’s Odyssey as paradigm of Raymond Roussel’s Impressions of Africa

5. The Homer-Infested Modern Culture that influenced Marcel Duchamp

6. Duchamp’s Postmodernism

7. A Joycean Exegesis of The Large Glass

II. Homeric Traces in the Postmodern Works of Duchamp

1. Homer’s relation to The Blind Man

3. Duchamp as Odysseus

3. Duchamp’s Odyssean Strategy of Dissimulation

4. Transvestism’s Allure for Duchamp

5. Duchamp as Penelope: Loving, Mournful and Cold-Hearted

6. Duchamp’s His Twine as Penelope’s Weaving Ruse

7. Duchamp’s Belle Haleine as the Beautiful Helen of Troy

8. The Multifarious Origins of Tiré à quatre épingles

9. Duchamp’s Hat Rack as Emblem of Cuckoldry

10. Duchamp’s Knight as the Wooden Horse

11. Duchamp’s Fountain as the Bag of Winds

12. Duchamp’s Bilboquet as Nausicaä throwing the Ball

13. The Ominous Power of Duchamp’s Why Not Sneeze Rose Sélavy?

14. Odysseus and the Marchand du selIn Advance of the Broken Arm as the Winnowing Fan

15. The Enigma of Duchamp’s Door for Gradiva

16. The Cassandra Connection – The Myth and the Foundation

17. Souvenirs from the Classical World

III. A Homeric Exegesis of Duchamp’s Glass via Joyce’s Ulysses

1. Duchamp’s Glass and its Relation to Homer’s Odyssey

2. The Components of the Glass as a matter of fact and by extension

3. The Journey of the Illuminating Gas as an Odyssey

4. This is a Man’s World But it would be Nothing without a Woman

5. The Bride as Penelope

6. Duchamp’s Cemetery of Uniforms and Liveries as Penelope’s Suitors

7. Duchamp’s Waterfall as the Melanhydros Spring, Ithaca

8. Duchmap’s Liqueur Bénédictine as the Sirens

9. Duchamp’s Chocolate Grinder as the Lust of Flesh

10. Duchamp’s Oculist Witnesses as the Trial of the Bow

11. Duchamp’s Mandala as Tiresias

12. Duchamp’s the Boxing Match as the Odysseus vs Irus Fight

13. Duchamp’s Wilson-Lincoln Effect as the Athena vs Poseidon Contest

14. The Odyssey’s Anagnorismos as Duchamp’s Affirmative Nature – Yes, but to what?

15. The Glass’ Cracking as the Odyssey’s Unhappy Premonition

A digital version of this book is available in the following hyperlink https://repository.essex.ac.uk/37786/

Corfu British Cemetery

Text and photographs by Megakles Rogakos, MA MA PhD

The British Cemetery in Corfu is located on the hill of San Salvatore, in the proximity of the San Rocco square. Founded in 1814, when Corfu became a British Protectorate (1814-1864), it was used as a place where the British officials, soldiers and residents were interred. After the departure of the British from the island, the cemetery served as the graveyard for the foreign families who stayed on. The earliest legible grave dates back to 1817. There are nearly 500 graves in the cemetery. It is still being used as a cemetery for the Anglican residents of Corfu. Among the most notable graves are John Connors’ grave, died in 1857, a private in the 3rd Regiment of Foot, who was awarded the Victoria Cross during the Crimean War, and the monument to the seamen of the Royal Navy destroyers HMS Saumarez and HMS Volage, which ships were mined by the Albanians in 1946 (The Corfu Channel Incident).

The whole place looks more like a garden than a cemetery. It is gracely blossomed all year long with a great variety of flowers, bushes and trees. There is also a small basin with goldfish and water lillies. The cemetery is crossed by a slight ascending road, on which one can spot many types of flora, like the anemones, marguerites and the famous orchids.

Sadly, this historic cemetery is in dire need of restoration. If there are any donors sensitive to this matter, they should get in touch with the following person in charge: Ms Alison Turney, Vice Consul, British Vice Consulate, 18 Mantzarou Street, 49100, Corfu, Greece, +30 26610 30055, alison.turney@fco.gov.uk

1. Corfu British Cemetery – entrance.
2. Corfu British Cemetery – garden view with pot and basin in the background.
3. Corfu British Cemetery – basin with goldfishes and water lilies.
4. Corfu British Cemetery – ossuary and nearby graves.
5. Corfu British Cemetery – ossuary’s façade.
6. Corfu British Cemetery – ossuary’s rear view.
7. Corfu British Cemetery – grave of William Boycroft, who died 15 May 1846.
8. Corfu British Cemetery – grave of John Rutherford, who died 12 February 1839.
9. Corfu British Cemetery – grave of Edward Johnson Esq., who died 10 November 1829.
10. Corfu British Cemetery – oblique aspect of the grave of Johnson, pictured above.
11. Corfu British Cemetery – grave of Charles Gustavus Monckton, who died 9 August 1831.
12. Corfu British Cemetery – grave of John Kettlewell, who died 29 December 1833.
13. Corfu British Cemetery – grave erected by the Royal Artillery Battalion in 1856.
14. Corfu British Cemetery – obelisk.
15. Corfu British Cemetery – grave of James William Taylor, who died 14 February 1879.
16. Corfu British Cemetery – grave with a cross on a Celtic design.
17. Corfu British Cemetery – grave with iron railing in Victorian style.
18. Corfu British Cemetery – grave of a Deputy Commissioner-General.
19. Corfu British Cemetery – detailed aspect of the grave pictured above.
20. Corfu British Cemetery – grave with statue of angel holding living torch down.
21. Corfu British Cemetery – oblique aspect of the grave pictured above.
22. Corfu British Cemetery – grave crowned with a replica of Michelangelo’s “Pietà”.
23. Corfu British Cemetery – grave of a Deputy Adjutant General.
24. Corfu British Cemetery – grave of Gertrude Spengelin, who died 25 February 1837.
25. Corfu British Cemetery – grave of Lieutenant T. E. Thompson, who died 6 April 1830.
26. Corfu British Cemetery – grave of Harriet Browne Pecco, who died 8 July 1825.
27, Corfu British Cemetery – grave of Elise Fels, who died 24 November 1851.
28. Corfu British Cemetery – grave of Ken Crossley, who died 25 January 1945.
29. Corfu British Cemetery – statue by Georgios Bonanos of a seated lady reading from a book.
30. Corfu British Cemetery – grave of James Woodhouse KCMG, who died 26 February 1866.

Commemoration of the Miracle of Saint Spyridon, 11th of August

By Megakles Rogakos, MA MA PhD

The Miracle of Saint Spyridon concerns the salvation of Corfu from the Ottomans, when they threatened the island with a powerful and destructive siege that took place on 8 July – 21 August 1716.

Saint Spyridon (270-348), Bishop of Trimythous, is one of the most beloved saints of the Orthodox Church. He was born in Askeia, Cyprus, where he worked as a shepherd and was known for his great piety. Taking part in the First Ecumenical Council of Nicaea in 325, he defended the doctrine of the Holy Trinity as concerning three entities, but only one God. When Constantinople fell to the Ottomans in 1453, Saint Spyridon’s relics were removed to Corfu, where they remain in the Saint Spyridon Church to this day still incorrupt.

After the end of the Russo-Turkish war (1710-1711), the emboldened Ottoman leadership turned its focus on Venice, declaring war on 9 December 1714. The Venetians were well aware of Ottoman ambitions to capture the Ionian Islands and that Corfu was a supreme target. Preparing for the inevitable confrontation, the Venetian Senate appointed Andrea Pisani, already in Corfu, as Superintendent General of the Sea in 1715. In February 1716, the Saxon field marshal, Count Johann Matthias von der Schulenburg arrived on the island as commander-in-chief of the Venetian forces set about strengthening the fortifications with palisades, trenches and field works. On 5 July the Ottoman fleet of 62 ships anchored in the Corfu Channel, between the northeastern promontory of the island and the mainland, and began preparing for the siege. An Ottoman army of 30,000 infantry and 3,000 cavalry had gathered on the mainland shore at Butrint, ready to be ferried across the Corfu Channel by the fleet. At a critical moment of the siege, on 11 August, a fierce storm broke out that wrought havoc with the Ottoman fleet, with winds unmooring the ships and throwing them towards the shore. Undeterred, the Ottomans reorganised their forces on 20 August to resume their assault on the fortification, but on the next day, a Spanish squadron of six ships and news of the imminent arrival of a Portuguese squadron of nine ships was decisive. The serasker Kara Mustafa Pasha received urgent orders to wrap up operations so that his men could replenish the Ottoman forces in the northern Balkans. The Ottomans lost some 15,000 dead in Corfu, along with 56 cannons and eight mortars and large quantities of material, which they abandoned.

The Corfiots attribute the Ottoman withdrawal to the intervention of their patron Saint Spyridon and his miraculous storm. Every year, on 11 August, Corfu celebrates, with pomp and circumstance, the victory of the Venetian alliance against the Ottomans, on their last attack. To commemorate such a triumphant victory of the West, Count Spiro Flamburiari, Chairman of the Corfu Heritage Foundation, commissioned an 8-metre tall stone Obelisk to adorn the new junction of the Corfu Port Authority Company at Mantouki.

Message from the Governor of the Region of Ionian Islands, Mrs Rodi Kratsa-Tsagaropoulou, to the President of the Corfu Heritage Foundation, Count Spiro Flaburiari.

Corfu, 11 August 2022

[Translation of the Governor’s message above by Megakles Rogakos]

Dear and esteemed Spiro,

Happy returns and with the blessing of Saint Spyridon!

Today’s anniversary with its historical and religious content is particularly related to you. Celebrations and litanies take place every year, but the significance of this historic day for Corfu and Hellenism is highlighted and honoured by you, of course, more than any other Corfiot! You try and struggle with existing but also unexpected obstacles, to give it the added value it deserves.

I hope the outcome may be positive and your offer may be honoured.

With love,

Rodi

First Visit of Her Majesty’s Ambassador to Corfu

Corfu has reason to commemorate the benefit it received from the British Protection of the period 1814-1864, during which pivotal projects were completed, such as the road network (1814), the Ionian Academy (1824), the Palace of St Michael and St George (1824), the Aqueduct (1827), the covered Agora/Markas (1829), the Mon Repos (1831), the Penitentiary (1832), the Corfu Reading Society (1836), the Psychiatric Hospital (1838), the Ionian Bank (1839), the Ionian High School (1839), the Anglican Church of St George (1840), the Stock Exchange/Borsa (1841), the Ionian Parliament (1855) and the construction of cemeteries – the British (1814) and the Catholic (1836).

The main goal of the Corfu Heritage Foundation, founded in 2000 by Count Spiro Flamburiari, is to present and promote Anglo-Hellenic friendship. On his initiative, the President invited Her Majesty’s Ambassador, Mr Matthew Lodge, to visit Corfu to attend such an important function.

Recently Lord Jacob Rothschild and Count Spiro Flamburiari jointly donated to the Ionian University the portrait (1830/2022) and the degree (1819) of Guilford, the ardent philhellene, visionary and founder of the Ionian Academy in 1824. These gifts were accepted by the Senate of the University with gratitude and they organised a relevant unveiling on 7 May 2022 at the Rectorate. The event took place in all its glory. It was preceded by period music presented by the Ionian Camerata, after which the Rector, Professor Andreas Floros, the Ambassador, Mr Lodge, and the President, Count Flamburiari, addressed greetings. In his short speech, the President pointed out the love of both the donors for Corfu and the need to find imitators to support its heritage. Afterwards, speeches were made about the personality of Guilford on behalf of the University by Professor Emeritus Helen Angelomatis-Tsougarakis and about the valuable donation that secured two historical artefacts for the future on behalf of the Foundation by the Art Historian Dr Megakles Rogakos.

HM Ambassador Mr Matthew Lodge was hosted by the President at the Cavalieri Hotel, near the Rectorate, at the Upper Esplanade. At noon on Saturday, the President arranged for the Ambassador to visit the Corfu Reading Society, the oldest literary institution in Greece, of which he happens to be the Honorary President. The Ambassador was honoured by the presence of the Society’s President Mr Thanassis Makris, Director Mr Dimitris Zymaris and members of the Administrative Committee – Mrs Martha Athineou, Mrs Gioia Provata, Mr Dimitris Theotokis and Mr Spyros Ziniatis. Mr Makris referred to the history of the Society as the oldest literary institution in Greece, with uninterrupted operation since 1836, developing a social, educational, political and patriotic character and occupying an important place in the intellectual and social life of the Ionian area. He also mentioned that in the collections of the Society the Guildford Archive, which includes part of the correspondence kept by the English philhellene with many important personalities of Hellenism, holds a special place.

On the morning of Sunday, 8 May, the President accompanied the Ambassador on their visit to the Capodistria Museum in “Koukouritsa”, the family estate in the heart of Corfu. There he was welcomed by the President of the Museum, Mr Makris, and was guided to the exhibits by the Curator of the collection, Mr Zymaris. In his tour, the Curator noted that the Museum is the only one dedicated to the great Corfiot, Greek and European politician of the 19th century. The tour followed the course of Capodistria’s life, in a narrative that began with his childhood in Corfu and culminated with his murder in Nafplio. Inspired by the wonderful experience, the Ambassador noted the following in his guestbook:

“A beautifully presented museum and a memorial to a very inspiring European statesman. I am enormously grateful for this opportunity and offer my warmest congratulations. The story of Ioannis Capodistria holds many lessons and examples for us today. I hope others will continue to learn about this remarkable man and his unique contribution to the foundation of the modern Greek state. Thank you for the privilege. Matthew Lodge, HM Ambassador, 8 May 2022”

The Ambassador left Corfu with the best impressions, making the President the commitment that he will support him in his vision of caring for the cultural bridge between England and Greece, as well as the promise that he will bring the events for the 200th anniversary of the founding of the University in 2024 under the auspices of the British Embassy in Athens.

Πρώτη επίσκεψη του Πρέσβη της Αυτής Μεγαλειότητας στην Κέρκυρα

Η Κέρκυρα έχει λόγο να μνημονεύει την ωφέλεια που εισέπραξε από τη Βρετανική Προστασία της περιόδου 1814-1864, περίοδος κατά την οποία ήλθαν σε πέρας κομβικά έργα, όπως η ρυμοτομία (1814), η Ιόνιος Ακαδημία (1824), το Ανάκτορο Αγίου Μιχαήλ και Γεωργίου (1824), το Υδραγωγείο (1827), η σκεπαστή Αγορά/Μαρκάς (1829), το Μον Ρεπό (1831), το Σωφρονιστήριο (1832), η Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας (1836), το Ψυχιατρείο (1838), η Ιονική Τράπεζα (1839), το Ιόνιο Γυμνάσιο (1839), ο Αγγλικανικός Ναός Αγίου Γεωργίου (1840), το Χρηματιστήριο/Μπόρσα (1841), η Ιόνιος Βουλή (1855) και τα κοιμητήρια – το Βρετανικό (1814) και το Καθολικό (1836).

Βασικός στόχος του του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, που ίδρυσε το 2000 ο Κόμης Σπύρος Φλαμπουριάρης, είναι η προβολή και προαγωγή της ελληνοαγλλικής φιλίας. Με πρωτοβουλία του ο Πρόεδρος προσκάλεσε τον Πρέσβη της Αυτής Μεγαλειόητας, κο Μάθιου Λοτζ, να επισκεφθεί την Κέρκυρα για να παρευρεθεί σε μία τέτοια εμβληματική εκδήλωση.

Από κοινού ο Λόρδος Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ και ο Κόμης Σπύρος Φλαμπουριάρης δώρησαν στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο την προσωπογραφία (1830/2022) και το πτυχίο (1819) του Γκίλφορντ, ο ένθερμος φιλέλληνας, οραματιστής και ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας το 1824. Τα δώρα αυτά αποδέχτηκε η Σύγκλητος του πανεπιστημίου με ευγνωμοσύνη και οργάνωσε σχετικά αποκαλυπτήρια στις 7 Μαΐου 2022 στην Πρυτανεία. Η εκδήλωση έλαβε χώρα με κάθε λαμπρότητα. Προηγήθηκε μουσική εποχής που παρουσίασε η Ιόνιος Καμεράτα, μετά απηύθυναν χαιρετισμό ο Πρύτανης, Καθηγητής Ανδρέας Φλώρος, ο Πρέσβης, κος Λότζ, και ο Πρόεδρος, Κόμης Φλαμπουριάρης. Στον σύντομο λόγο του ο Πρόεδρος επεσήμανε την αγάπη και των δύο δωρητών για την Κέρκυρα και την ανάγκη εξεύρεσης μιμητών τους προς υποστήριξη της κληρονομιάς της. Μετά έγιναν ομιλίες για την προσωπικότητα του Γκίλφορντ εκ μέρους του Πανεπιστημίου από την Ομότιμη Καθηγήτρια κα Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη και για την πολύτιμη δωρεά που εξασφάλισε δύο ιστορικά τεκμήρια για το μέλλον εκ μέρους του Ιδρύματος από τον Ιστορικό Τέχνης Δρα Μεγακλή Ρογκάκο. 

Ο Πρέσβης κος Μάθιου Λοτζ φιλοξενήθηκε από τον Πρόεδρο στο Ξενοδοχείο Καβαλιέρι, πλησίον της Πρυτανίας, στην Άνω Σπιανάδα. Το μεσημέρι του Σαββάτου, ο Πρόεδρος φρόντισε ο Πρέσβης να επισκεφθεί την Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, το αρχαιότερο φιλολογικό ίδρυμα της Ελλάδας, του οποίου τυγχάνει να είναι Επίτιμος Πρόεδρος. Τον Πρέσβη τίμησαν με την παρουσία τους οι Πρόεδρος της Εταιρίας κος Θανάσης Μακρής, Διευθυντής κος Δημήτρης Ζυμάρης και μέλη της Διοικητικής Επιτροπής – κα Μάρθα Αθηναίου, κα Τζόγια Προβατά, Δρ Δημήτρης Θεοτόκης και κος Σπύρος Ζηνιάτης. Ο κος Μακρής αναφέρθηκε στην ιστορία της Εταιρίας ως το παλαιότερο πνευματικό ίδρυμα της Ελλάδας, με αδιάλειπτη λειτουργία από το 1836, αναπτύσσοντας έναν κοινωνικό, μορφωτικό, πολιτικό και πατριωτικό χαρακτήρα και κατέχοντας σημαντική θέση στην πνευματική και κοινωνική ζωή του Ιονίου χώρου. Επίσης ανέφερε ότι στις συλλογές της Εταιρίας το Αρχείο Γκίλφορντ, που περιλαμβάνει μέρος της αλληλογραφίας που διατηρούσε ο Άγγλος φιλέλληνας με πολλές σημαίνουσες προσωπικότητες του ελληνισμού, κατέχει ξεχωριστή θέση.

Το πρωί της Κυριακής, 8 Μαΐου, ο Πρόεδρος συνόδευσε τον Πρέσβη σε επίσκεψή τους στο Μουσείο Καποδίστρια στην «Κουκουρίτσα», το κτήμα της οικογενείας στη μέση Κέρκυρα. Εκεί τον υποδέχθηκε ο Πρόεδρος του Μουσείου, κος Μακρής, και τον ξενάγησε στα εκθέματα ο Επιμελητής της συλλογής, κος Ζυμάρης. Στην ξενάγησή του ο Επιμελητής σημείωσε ότι το Μουσείο είναι το μοναδικό που αφιερώνεται στον μεγάλο Κερκυραίο, Έλληνα και Ευρωπαίο πολιτικό του 19ου αιώνα. Η ξενάγηση ακολούθησε την πορεία της ζωής του Καποδίστρια, σε μία αφήγηση που ξεκίνησε από τα παιδικά του χρόνια στην Κέρκυρα και κορυφώθηκε με τη δολοφονία του στο Ναύπλιο. Εμπνευσμένος από τη θαυμάσια εμπερία, ο Πρέσβης σημείωσε στο βιβλίο επισκεπτών τα εξής:

«Ένα όμορφα παρουσιασμένο μουσείο και ένα μνημείο για έναν πολύ εμπνευσμένο Ευρωπαίο πολιτικό. Είμαι πολύ ευγνώμων για αυτήν την ευκαιρία και προσφέρω τα θερμά μου συγχαρητήρια. Η ιστορία του Ιωάννη Καποδίστρια μας προσφέρει πολλά μαθήματα και παραδείγματα σήμερα. Ελπίζω και άλλοι να συνεχίσουν να μαθαίνουν για αυτόν τον αξιόλογο άνθρωπο και τη μοναδική συνεισφορά του στην ίδρυση του νεώτερου ελληνικού κράτους. Σας ευχαριστώ για το προνόμιο. Μάθιου Λοτζ, Πρέσβης της Αυτής Μεγαλειότητας, 8 Μαΐου 2022»

Ο Πρέσβης αποχώρησε από την Κέρκυρα με τις καλύτερες των εντυπώσεων δίδοντας στον Πρόεδρο τη δέσμευσή του ότι θα τον ενισχύσει στο όραμα του να φροντίζει την πολιτιστική γέφυρα μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας καθώς και την υπόσχεση ότι θα φέρει τις εκδηλώσεις για τη 200ή επέτειο της ίδρυσης του Πανεπιστημίου το 2024 υπό την αιγίδα της Βρετανικής Πρεσβείας στην Αθήνα.

HM Ambassador’s visit to the Corfu Reading Society, 7 May 2022. From left to right: Mr Dimitris Zymaris, Mrs Gioia Provata, Dr Dimitris Theotokis, Mr Thanassis Makris, Mr Matthew Lodge, Count Spiro Flamburiari, Mrs Martha Athineou and Mr Spiros Ziniatis.
HM Ambassador at the entrance of the Cavalieri Hotel, 7 May 2022. From Left to right: Mr Matthew Lodge, Mrs Alison Turney, Countess Milly Flamburiari, Count Spiro Flamburiari and Professor Joanna Poyago-Theotoky.
The Portrait and Degree of Guilford at the Rectorate, 7 May 2022. From left to right: Professor Andreas Floros, Count Spiro Flamburiari and Mr Mathew Lodge.
The Portrait and Degree of Guilford at the Rectorate, 7 May 2022. From left to right: Professor Andreas Floros, Mrs Meropi-Spyrdoula Ydraiou and Count Spiro Flamburiari.
The Portrait and Degree of Guilford at the Rectorate, 7 May 2022. From left to right: various people including Prof. Yarenis, Prof. Metallinos, Prof. Angelomatis-Tsougarakis, Mrs Ydraiou, Dr Rogakos, Mr Lodge, Prof. Floros, Count & Countess Flamburiari.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. From left to right: Mr Dimitris Zymaris, Mr Thanassis Makris, Count Spiro Flamburiari and Mr Matthew Lodge.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. From left to right: Mr Thanassis Makris and Mr Matthew Lodge.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. From left to right: Mr Matthew Lodge and Count Spiro Flamburiari.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. Mr Mathew Lodge inscribing the visitor book.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. Mr Mathew Lodge inscribing the visitor book.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. Mr Mathew Lodge’s inscription in the visitor book.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. From left to right: Mr Matthew Lodge and Count Spiro Flamburiari.
HM Ambassador visit to the Capodistria Museum, 8 May 2022. From left to right: Mr Matthew Lodge and Count Spiro Flamburiari.
“Unveiling of Guilford’s Exhibits at the Ionian Academy”, Enimerosi, 10 May 2022, p. 11.
“Guilford’s Portrai in the Ionian Academy”, Kerkyra Simera, 10 May 2022, p. 4.

The Ionian University honours Guilford

[FOR GREEK TEXT SEE BELOW]

The portrait of Lord Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827), as well as the degree awarded to him by the University of Oxford in 1819, as part of the honoured person’s efforts to establish and organise the Ionian Academy, now adorn the Ionian University, after the acceptance by the Senate of the Academic Foundation of the donation of the President of the Rothschild Foundation, Lord Jacob Rothschild, and the President of the Corfu Heritage Foundation, Count Spiro Flamburiari.

The exhibits for the tribute to Guilford have been placed in the reception hall of the Rectorate of the Ionian University, on the ground floor of the Ionian Academy, from 4 April 2022.

The exhibits include an enlarged portrait of Guilford, founder of the Ionian Academy, incised by Pietro Mancion (1803-1888) around 1830, and the Degree of Doctor of Civil Law, awarded by the University of Oxford to Guilford as recognition of the British philhellene -although he declared himself a Hellene and not Philhellene- to establish the Ionian Academy, which officially took place on 29 May 1824.

According to the information officer of the Corfu Heritage Foundation, Dr Megakles Rogakos, the portrait is inspired by the bust of Guilford that the Corfiot sculptor Pavlos Prosalentis (1784-1837) crafted in marble and adorned the library of the Ionian Academy until its destruction in the bombing of Corfu by Luftwaffe, the German Air Force, on 13 September 1943.

The work of the archival mounting was overseen by the conservator of works of art Spyridoula Prifti, while the back of the degree is a donation of the Director of the Printshop Corfu Nikos Zabelis.

The degree is inscribed in the official Latin language and states the following: “The Chancellor, Masters and Scholars of the University of Oxford, all to whom the present Document shall come, everlasting greetings in the Lord. Since the most honourable Lord Frederick Earl of Guilford, Baron Guilford distinguished in rank, intellect and study of humane pursuits, has auspiciously enhanced the glory and honours of his ancestors, and has given exceptional service both to this university and, especially, to all Greek universities. And since he has been elevated to the highest office and dignity of the Chancellorship in the Academy established by his own counsels in the Ionian Islands, be it known that we, the Chancellor, Masters and Scholars, praying for all that is favourable and auspicious for him and for his Academy, adorning with our greatest honour the aforesaid man, being distinguished with such great and varied merits, appoint and announce this same most honourable Lord, Lord Frederick, Earl of Guildford, Baron Guildford, as a Doctor of Civil Law, and desire him to enjoy and rejoice in all rights and privileges of the doctorate. As evidence whereof we have affixed hereto the common Seal of the University of Oxford, used for this function. Announced in our Convocation House on the thirtieth of October 1819.” [Translation by Barnaby Taylor, MA MSt DPhil Oxford – Faculty of Classics – University of Oxford]

Lord Frederick North, 5th Earl of Guilford (1766-1827) – British classicist scholar and collector of rare books and manuscripts; son of the 2nd Earl of Guilford; first British governor of Ceylon 1798-1805; and founder of the Ionian Academy, Corfu, 1824 – was a great philhellene, known above all for his philhellenic activity, especially during his life in the British protectorate of the United States of the Ionian Islands (1815-1827). In spite of the fact that the Ionian Academy was short-lived and eclipsed by the Union in 1864, it was the first Greek academic institution of modern times and forerunner of the University of Athens. Guilford promoted not just classical Greek culture but helped establish modern Greek as a language of education. His fascination with all things Greek had led him, earlier in life, to become a member of the Orthodox Church, secretly, at the instigation of Georgios Prosalentis. The Megas Protopapas Dimitrios Petrettinis (1722-1795) baptised Guilford in the Orthodox faith in the Petrettinis House, at 10 Kapodistriou Street, on 23 January 1791, at the age of 25, giving him the name “Dimitrios”. He later became a member of the British House of Commons and the first British governor of Ceylon, before becoming involved in his Ionian project.

The unveiling of the portrait of Lord Guilford and the degree awarded to him by the University of Oxford in 1819 took place at a special event to be held at the Rectorate of the Ionian University on Saturday, 7 May 2022.

§

The Donation of Guilford’s Portrait and Degree at the Ionian University

By Megakles Rogakos, MA MA PhD

At the Corfu Reading Society, the visitor discerns with respect the portrait of Guilford. A small and rare engraving of a great and unique personality – the English aristocrat and politician, who put into effect his vision to establish the first Greek university. It is exhibited centrally in the Reading Hall and – for those who know about him – it notionally dominates the whole room and potentially beyond it. Its creator is largely unknown – a Pietro Mancion (1803-1888), born in Ragusa and active in Rome. It is a portrait of Guilford based on the famous marble bust of 1827, the year of his death, by Pavlos Prosalentis (1784-1837). This important sculpture adorned the staircase of the Academy library until it was destroyed in the bombing of Corfu in 1943, which was a tragedy comparable to the infamous Guernica. The marble fragments of the bust are probably buried in the foundations of the building that currently serves as the University’s Rectorate. This particular engraving is important because it captures the lost bust rather with photographic fidelity.

Guilford looks out with the prestige of the Archon / Rector and is anciently dressed as a Doctor of Law, to a design by Prosalentis himself. According to a description in a letter to his sister Anne, written at Otranto on 1 June 1824, he is wearing a white tunic and a purple robe that a golden flower-shaped buckle props on his shoulder. A distinct accessory is the ancient means of keeping the rich lateral hair of his head fixed. He writes characteristically: “However, instead of Odysseus’ hat, I wore around my head a narrow black velvet ribbon embroidered on the front with gold laurel leaves and a golden owl” (British Library, Add. MS 61983, p. 129). This phrase on the one hand betrays his acquaintance with Homer. On the other hand, it refers to the central position of the owl, the bird of prey that successfully hunts even in deep darkness, as an emblem of the Ionian Academy’s aim to throw in the darkness of ignorance the light of wisdom. The coat of arms of the University in perpetuity shows the owl that stands upright on a laurel branch. As is well known, Guilford always wore the ring with the Athenian owl donated to him by the Philomuse Society of Athens since his election as its President in 1814.

The creation of the original engraving is so rich in visual information that it permitted its enlargement approximately to the size of the bust, with a height of 90 cm, as its copy, also of 1827, made by Ioannis Kalosgouros (1794-1878) and kept in National Gallery in Athens, preserves. With the kind sponsorship of the Corfu Heritage Foundation, the presence of the bust in the Rectorate is restored.

The portrait is accompanied by the Doctorate of Law awarded to Guilford by the University of Oxford on 30 October 1819 – a manuscript on vellum with tasselled ribbon supporting the wax seal of the university within a George III silver-gilt oval box by William Bateman, London. The cover is finely engraved with the coat of arms of the university, flanked by a doctoral cap. The parchment also mentions the most important reason for the graduate’s honour – his care to establish the Academy in the Ionian Islands, which was to take place five years later (1824).

Guilford deserves the highest honour. He loved Greece and the Greeks more than any other Greek. He enjoyed the support of the Greek revolutionaries who saw the founding of the Academy as part of the reconstruction of the nation and the regeneration of Greece. In his vision and work, of course, he had the support of Ioannis Kapodistrias. Guilford’s relationship with the Ionian University is renewed with this donation. The praise for the due honour goes to the Rector, Professor Andreas Floros. Thanks for the important donation to the President of the Rothschild Foundation, Lord Jacob Rothschild and to the President of the Corfu Heritage Foundation, Count Spiro Flamburiari. Greetings to the British Ambassador, Mr Matthew Lodz, who guarantees the perpetuity of Anglo-Hellenic friendship.

Corfu, 7 May 2022

§

Το Ιόνιο Πανεπιστήμιο τιμά τον Γκίλφορντ

Η προσωπογραφία του Λόρδου Φρέντερικ Νορθ, 5ου Κόμη του Γκίλφορντ (1766-1827), καθώς και το πτυχίο που του απένειμε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1819, στο πλαίσιο των προσπαθειών του τιμωμένου για ίδρυση και οργάνωση της Ιονίου Ακαδημίας, κοσμούν πλέον το Ιόνιο Πανεπιστήμιο μετά την αποδοχή από τη Σύγκλητο του Ακαδημαϊκού Ιδρύματος της δωρεάς του Προέδρου του Ιδρύματος Ρόθτσαϊλντ, Λόρδου Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ, και του Προέδρου του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κόμη Σπύρου Φλαμπουριάρη.

Τα εκθέματα για το αφιέρωμα στον Γκίλφορντ, έχουν τοποθετηθεί στην αίθουσα υποδοχής της Πρυτανείας του Ιονίου Πανεπιστημίου, στο ισόγειο της Ιονίου Ακαδημίας, από τις 4 Απριλίου 2022.

Πρόκειται για μία μεγεθυμένη προσωπογραφία του Γκίλφορντ, ιδρυτή της Ιονίου Ακαδημίας, που χάραξε ο Πιέτρο Μανθιόν (1803-1888) περίπου το 1830, και για το Πτυχίο Διδάκτορα Aστικού Δικαίου, που το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης απένειμε στον Γκύλφορντ το 1819, ως αναγνώριση των προσπαθειών του Βρετανού φιλέλληνα -μολονότι ο ίδιος δήλωνε Έλλην και όχι Φιλέλλην- να ιδρύσει την Ιόνιο Ακαδημία, γεγονός που επισήμως έλαβε χώρα την 29η Μαΐου 1824.

Όπως αναφέρει ο υπεύθυνος επικοινωνίας του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Δρ Μεγακλής Ρογκάκος, η προσωπογραφία είναι εμπνευσμένη από την προτομή του Γκίλφορντ που φιλοτέχνησε σε μάρμαρο ο Κερκυραίος γλύπτης Παύλος Προσαλέντης (1784-1837) και κοσμούσε τη Βιβλιοθήκη της Ιονίου Ακαδημίας μέχρι την καταστροφή της κατά τον βομβαρδισμό της Κερκύρας από τη Λουφτβάφε, τη γερμανική πολεμική αεροπορία, στις 13 Σεπτεμβρίου 1943.

Το έργο της αρχειακής ανάρτησης φρόντισε η συντηρήτρια έργων τέχνης Σπυριδούλα Πρίφτη, ενώ η πλάτη που υποδέχτηκε το πτυχίο είναι δωρεά του Διευθυντή του Τυπογραφείου Κερκύρας Νίκου Ζαμπέλη.

Το πτυχίο αναγράφεται στην επίσημη λατινική γλώσσα και αναφέρει τα εξής: «Ὁ Καγκελάριος, οἱ Διδάσκαλοι καὶ Μελετητὲς τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης στοὺς ὁποίους θὰ φθάσει τὸ παρόν Ἔγγραφο, αἰώνιοι χαιρετισμοὶ ἐν Κυρίῳ. Ἐφόσον ὁ πλέον ἀξιότιμος Λόρδος Φρέντερικ Κόμης τοῦ Γκίλφορντ, Βαρόνος Γκίλφορντ, διακεκριμένος σὲ βαθμό, διάνοια καὶ μελέτη ἀνθρωπιστικῶν ἀναζητήσεων, ἔχει αἰσίως ἀνυψώσει τὴ δόξα καὶ τὶς τιμές τῶν προγόνων του, καὶ ἔχει προσφέρει ἐξαιρετικὲς ὑπηρεσίες τόσο σὲ αὐτὸ τὸ πανεπιστήμιο ὅσο καί, ἰδίως, σὲ ὅλα τὰ ἑλληνικὰ πανεπιστήμια καὶ ἀφοῦ ἀνῆλθε στὸ ὑψηλότερο ἀξίωμα καὶ τίτλο τῆς Καγκελαρίας στὴν Ἀκαδημία ποὺ ἱδρύθηκε ἀπὸ τὶς δικές του φροντίδες στὶς Ἰόνιες Νήσους. Ἂς γίνει γνωστὸ ὅτι ἐμεῖς, ὁ Καγκελάριος, οἱ Διδάσκαλοι καὶ Μελετητές, προσευχόμενοι γιὰ ὅ,τι εἶναι εὐνοϊκὸ καὶ αἴσιο γιὰ αὐτὸν καὶ γιὰ τὴν Ἀκαδημία του, κοσμώντας μὲ τὴ μεγαλύτερη τιμή μας τὸν προαναφερθέντα ἄνδρα, ποὺ διακρίνεται γιὰ τόσο μεγάλα καὶ ποικίλα πλεονεκτήματα, διορίζουμε καὶ ἀνακηρύσσουμε αὐτὸν τὸν πιὸ ἀξιότιμο Λόρδο, Λόρδο Φρέντερικ, Κόμη τοῦ Γκίλφορντ, Βαρόνο Γκίλφορντ, ὡς Δόκτορα Ἀστικοῦ Δικαίου, καὶ τὸν θέλουμε νὰ ἀπολαμβάνει καὶ νὰ χαίρει ὃλων τῶν δικαιωμάτων καὶ τῶν προνομίων τοῦ διδακτορικοῦ αὐτοῦ τίτλου. Ὡς ἀπόδειξη τοῦ ὡς ἄνω ἐπισυνάπτουμε ἐδῶ τὴν κοινὴ Σφραγίδα τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Ὀξφόρδης, ποὺ ἐπικυρώνει αὐτὀ τὸ ἀξίωμα. Ἀνακοινώθηκε στὴν Σύγκλητο τὴν 30ὴ Ὀκτωβρίου 1819.» [Μετάφραση Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD – Πανεπιστήμιο του Έσσεξ – Φιλοσοφία & Ιστορία της Τέχνης]

Ο Λόρδος Φρέντερικ Νορθ, 5ος Κόμης του Γκίλφορντ (1766-1827) –βρετανός κλασικιστής μελετητής και συλλέκτης σπανίων βιβλίων και χειρογράφων· υιός του 2ου Κόμη του Γκίλφορντ· πρώτος Bρετανός κυβερνήτης της Κεϋλάνης την περίοδο 1798-1805 και ιδρυτής της Ιονίου Ακαδημίας στην Κέρκυρα το 1824– υπήρξε μέγιστος φιλέλληνας, γνωστός για τη φιλελληνική δράση του, κυρίως κατά τη διάρκεια της ζωής του στη βρετανική προστασία του Ενωμένου Κράτους των Ιονίων Νήσων (1815-1827). Παρά το γεγονός ότι η Ιόνιος Ακαδημία ήταν βραχύβια και εκλείφθηκε με την Ένωση το 1864, ήταν το πρώτο ελληνικό ακαδημαϊκό ίδρυμα της νέας εποχής και πρόδρομος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο Γκίλφορντ προώθησε όχι μόνο τον κλασικό ελληνικό πολιτισμό, αλλά βοήθησε να καθιερωθεί η νέα ελληνική ως γλώσσα εκπαίδευσης. Ο ζήλος του για ο,τιδήποτε ελληνικό τον είχε οδηγήσει, ενωρίτερα στη ζωή του, να γίνει μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας κρυφά, με προτοροπή του Γεωργίου Προσαλέντη. Ο Μέγας Πρωτόπαπας Δημήτριος Πετρεττίνης (1722-1795) βάπτισε τον Γκίλφορντ στην Ορθόδοξη πίστη στην Οικία Πετρεττίνη, επί της Οδού Καποδιστρίου 10, τη νύχτα της 23ης Ιανουαρίου 1791, σε ηλικία 25 ετών, δίδοντάς του το όνομα «Δημήτριος». Αργότερα έγινε βουλευτής της βρετανικής Βουλής των Κοινοτήτων και πρώτος Βρετανός κυβερνήτης της Κεϋλάνης, προτού εμπλακεί στο Ιόνιο εγχείρημά του.

Τα αποκαλυπτήρια της προσωπογραφίας του Λόρδου Γκίλφορντ και του πτυχίου που του απένειμε το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης το 1819 πραγματοποιήθηκαν σε ειδική εκδήλωση που έλαβε χώρα στην Πρυτανεία του Ιονίου Πανεπιστημίου το Σάββατο, 7 Μαΐου 2022.

§

Η Δωρεά της Προσωπογραφίας και του Πτυχίου του Γκίλφορντ στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο

Του Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD

Στην Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, ο επισκέπτης διακρίνει με σεβασμό την προσωπογραφία του Γκίλφορντ. Ένα μικρό και σπάνιο χαρακτικό μίας τεράστιας και μοναδικής προσωπικότητας – του Άγγλου αριστοκράτη και πολιτικού, που έκανε πράξη το όραμά του να ιδρύσει το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο. Εκτίθεται κεντρικά στην Αίθουσα του Αναγνωστηρίου και –για αυτούς που τον γνωρίζουν– δεσπόζει νοητά σε όλη την αίθουσα και δυνητικά πέρα από αυτήν. Ο δημιουργός της είναι εν πολλοίς άγνωστος – ένας Πιέτρο Μανθιόν (1803-1888), γεννημένος στην Ραγούσα και ενεργός στη Ρώμη. Είναι μία προσωπογραφία του Γκίλφορντ που φιλοτεχνήθηκε με βάση την περίφημη μαρμάρινη προτομή του 1827, έτος του θανάτου του, από τον Παύλο Προσαλέντη (1784-1837). Αυτό το σημαντικό γλυπτό κοσμούσε το κλιμακοστάσιο της βιβλιοθήκης της Ακαδημίας μέχρι που καταστράφηκε στον βομβαρδισμό της Κερκύρας το 1943, που ήταν τραγωδία ανάλογη της διαβόητης Γκερνίκα. Τα μαρμάρινα θραύσματα της προτομής είναι μάλλον θαμμένα στα θεμέλια του κτιρίου που επί του παρόντος λειτουργεί ως Πρυτανεία του Πανεπιστημίου. Το συγκεκριμένο χαρακτικό έχει σημασία διότι καταγράφει μάλλον με φωτογραφική πιστότητα τη χαμένη προτομή.

Ο Γκίλφορντ κοιτάζει μακριά με το κύρος του Άρχοντα / Πρύτανη και είναι ενδεδυμένος αρχαιοπρεπώς ως διδάκτορας της Νομικής, σε σχέδιο του ίδιου του Προσαλέντη. Σύμφωνα με περιγραφή σε επιστολή του προς την αδελφή του Ανν, γραμμένη από το Οτράντο την 1η Ιουνίου 1824, φορά κατάσαρκα λευκό χιτώνα και από επάνω φέρει πορφυρό ιμάτιο που συγκρατεί στον ώμο μία χρυσή ανθόμορφη πόρπη. Ένα διακριτό εξάρτημα είναι ο αρχαιοπρεπής τρόπος που διατηρεί σταθερή την πλούσια πλευρική κόμη της κεφαλής του. Γράφει χαρακτηριστικά: «Ωστόσο, αντί για τη σκούφια του Οδυσσέα, έφερα γύρω από την κεφαλή μου μία στενή μαύρη βελούδινη ταινία κεντημένη στο εμπρόσθιο μέρος με χρυσά φύλλα δάφνης και μία χρυσή γλαυκή» (British Library, Add. MS 61983, p. 129). Αυτή η φράση αφενός προδίδει τη εξοικείωσή του με τον Όμηρο. Αφετέρου αναφέρεται στην κεντρική θέση που είχει η γλαυκή, το αρπακτικό πτηνό που κυνηγά επιτυχώς ακόμη και στο βαθύ σκοτάδι, ως έμβλημα του στόχου της Ιονίου Ακαδημίας να ρίξει στο σκοτάδι της άγνοιας το φως της σοφίας. Το οικόσημο του Πανεπιστημίου στο διηνεκές παρουσιάζει τη γλαυκή να στέκεται όρθια σε έναν κλάδο δάφνης. Ως γνωστόν, ο Γκίλφορντ έφερε πάντα επάνω του το δαχτυλίδι με την αθηναϊκή γλαύκα που του δώρισε η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών από εκλογής του ως Προέδρου της το 1814.

Το πλάσιμο του γνησίου χαρακτικού είναι τόσο πλούσιο σε εικαστική πληροφορία που επέτρεψε τη μεγέθυνσή του περίπου στο μέγεθος της προτομής, με ύψος 90 εκατοστά, όπως διασώζει το αντίγραφό της, επίσης του 1827, που φιλοτέχνησε ο Ιωάννης Καλοσγούρος (1794-1878) και φυλάσσεται στην Εθνική Πινακοθήκη στην Αθήνα. Με την ευγενική χορηγία του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς αποκαθίσταται η παρουσία της προτομής στην Πρυτανεία.

Την προσωπογραφία συνοδεύει το Πτυχίο του Διδάκτορα της Νομικής που απένειμε στον Γκίλφορντ το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης στις 30 Οκτωβρίου 1819. Χειρόγραφο σε περγαμηνή με κορδέλα και φούντα που υποστηρίζει τη κήρινη σφραγίδα του πανεπιστημίου μέσα σε επίχρυσο αργυρό οβάλ κυτίο από τον Γουίλιαμ Μπέητμαν, Λονδίνο. Το κάλυμμα του κυτίου είναι χαραγμένο με το οικόσημο του πανεπιστημίου, περικαλυμμένο από μία διδακτορική κάπα. Στην περγαμηνή μνημονεύεται και ο σημαντικότερος λόγος της τιμής που αρμόζει στον πτυχιούχο – η φροντίδα του να ιδρύσει την Ακαδημία στις Ιόνιες Νήσους, που έμελε να γίνει γεγονός πέντε έτη αργότερα (1824).

Στον Γκίλφορντ αρμόζει η υψίστη τιμή. Αγάπησε την Ελλάδα και τους Έλληνες περισσότερο από οποιονδήποτε φιλέλληνα. Έχαιρε της υποστήριξης των επαναστατημένων Ελλήνων που είδαν την ίδρυση της Ακαδημίας ως μέρος της ανασυγκρότησης του γένους και της παλλιγγενεσίας της Ελλάδας. Στο όραμα και στο έργο του είχε φυσικά και την υποστήριξη του Ιωάννη Καποδίστρια. Η σχέση του Γκίλφορντ με το Ιόνιο Πανεπιστήμιο ανανεώνεται με την παρούσα δωρεά. Τα εύσημα για την οφειλόμενη τιμή στον Πρύτανη, Καθηγητή Ανδρέα Φλώρο. Ευχαριστίες για τη σημαντική δωρεά στον Πρόεδρο του Ιδρύματος Ρόθτσαϊλντ, Λόρδο Τζέικομπ Ρόθτσαϊλντ και στον Πρόεδρο του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, Κόμη Σπύρο Φλαμπουριάρη. Χαιρετισμούς και στο Βρετανό Πρέσβη, Κύριο Μάθιου Λοτζ, που εγγυάται το διηνεκές της ελληνοαγγλικής φιλίας.

Κέρκυρα, 7 Μαΐου 2022

Two cuttings in The Gentleman’s Magazine, London, July to December 1819, Volume LXXXIX, pp. 443-445.
The Ionian University rectorate’s entrance hall.
Conservator Spyridoula Prifti mounting Guilford’s degree on the back.
Conservator Spyridoula Prifti polishing the degree’s silver seal box.
Conservator Spyridoula Prifti mounting the degree’s lid of the silver seal box.
Conservator Spyridoula Prifti standing by Guilford’s portrait and degree.
The vitrine hosting Guilford’s degree.
The display of Guilford’s degree.
Lord Rothschild and Count Flamburiari at the Corfu Reading Society on 30 May 2014.

Unveiling of the Count and Countess Flamburiari’s Portraits

Out of respect for the Corfu Reading Society, the oldest literary institution in Greece, the Corfu Heritage Foundation includes in its founding mission the purpose of supporting it technocratically and financially. The Flamburiari family has always been aiding the Society. In fact, Count Georgios L. Flamburiaris, who served as President of the Society during the periods 1921-1925, 1929-1930 and 1933-1935, took care of the purchase of the property that was to house the Society from 1930. Following the family tradition, Count Spiro Flamburiari, President of the Foundation, sponsored the Society mainly in the following areas: its contribution to the purchase of the manuscript Diary of the Siege of Corfu in 1716 in 2016; the contractual engagement of a Curator to compile a list of the art collection for the period 2017-2020; the financial support of the Director from 2020; refurbishment of the premises with the installation of an air conditioning system in 2016, the design and the construction of an elevator in 2021.

In 2020, at the suggestion of the Society, the Foundation commissioned the Corfiot painter and art conservator Spyros Sourtzinos to paint the portraits of Count and Countess Flamburiari, its great benefactors, in order to add these works to its collection. Count Flamburiari is a businessman of noble Ionian descent with a particular love for culture and the arts especially in Corfu. He published the book “Corfu: The Garden Isle” in 1994 and founded the Corfu Heritage Foundation in 2000. Countess Flamburiari has been a painter from an early age. She studied painting at Saint Martin’s School of Art and dress design at the Chelsea College of Arts. Sourtzinos based the works on photographs of the couple, but also had the opportunity to meet them in order to make relevant refinements. In both portraits, in addition to the naturalistic rendering of the faces, certain colours were highlighted in both the garments and the background – cold for the President of the Foundation and warm for his wife. The two portraits were created in such a way that they are presented together and complement each other.

The unveiling of the portraits took place at the Society during the scientific conference for the 200th anniversary of the Greek Revolution on 12 November 2021. Announcing the beginning of the conference, the President of the Society, Mr Thanasis Makris, mentioned its significance. He then referred to the valuable legacy of the Society but also to the challenges it faces in the 21st century, as well as to the extensive renovation works carried out in recent years, thanks to the “extremely generous sponsorship of Count Spiro Flamburiari, President of the Corfu Heritage Foundation, and his wife, Countess Milly Flamburiari”. As a first symbolic sign of recognition of benefaction, the Administrative Committee decided that the portraits of the Flamburiari couple should adorn the Society from now on.

Captions:

1. Messrs Giannis S. Pieris and Thanasis Makris reveal the portraits of the Flamburiari couple at the Corfu Reading Society on 12 November 2021.

2. Spyros Sourtzinos (Corfu, b. 1948). Portrait of Spiro L. Flamburiari, 2020. Oil on canvas, 50 x 40 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society.

3. Spyros Sourtzinos (Corfu, b. 1948). Portrait of Milly Flamburiari, 2020. Oil on canvas, 50 x 40 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society.

Αποκαλυπτήρια Προσωπογραφιών του Κυρίου και της Κυρίας Φλαμπουριάρη

Από σεβασμό στην Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, το αρχαιότερο φιλολογικό ίδρυμα της Ελλάδας, το Ίδρυμα Κερκυραϊκής Κληρονομιάς περιλαμβάνει στην ιδρυτική αποστολή του τον σκοπό να το υποστηρίζει τεχνοκρατικά και οικονομικά. Η οικογένεια Φλαμπουριάρη πάντοτε στάθηκε αρωγός της Εταιρίας. Μάλιστα ο Κόμης Γεώργιος Λ. Φλαμπουριάρης, που διετέλεσε Πρόεδρος της Εταιρίας κατά τις περιόδους 1921-1925, 1929-1930 και 1933-1935, φρόντισε για την αγορά του ακινήτου που έμελε να τη στεγάσει από το 1930. Ακολουθώντας την οικογενειακή παράδοση, ο κύριος Σπύρος Φλαμπουριάρης, Πρόεδρος του Ιδρύματος, χορήγησε την Εταιρία κυρίως στους εξής τομείς: τη συμβολή του στην αγορά του χειρογράφου Ημερολογίου της Πολιορκίας της Κερκύρας του 1716το 2016· τη σύμβαση σε Επιμελητή να συντάξει κατάλογο της συλλογής τέχνης την περίοδο 2017-2020· την οικονομική υποστήριξη του εκάστοτε Διευθυντού από το 2019· την ανακαίνιση χώρων της με εγκατάσταση συστήματος κλιματισμού το 2016 και τον σχεδιασμό και την κατασκευή ανελκυστήρα το 2021.

Το 2020, με πρόταση της Εταιρίας, το Ίδρυμα ανέθεσε στον Κερκυραίο ζωγράφο και συντηρητή έργων τέχνης Σπύρο Σουρτζίνο να φιλοτεχνήσει τις προσωπογραφίες του ζεύγους Σπύρου και Μίλλυς Φλαμπουριάρη, μεγάλους ευεργέτες της, με σκοπό τα εν λόγω έργα να προστεθούν στη συλλογή της. Ο κύριος Φλαμπουριάρης είναι ένας επιχειρηματίας ευγενούς επτανησιακής καταγωγής με ιδιαίτερη αγάπη για τον πολιτισμό και τις τέχνες ιδιαίτερα στην Κέρκυρα. Εξέδωσε το βιβλίο «Κέρκυρα: Η Νήσος Κήπος» το 1994 και ίδρυσε το Ίδρυμα Κερκυραϊκής Κληρονομιάς το 2000. Η κυρία Φλαμπουριάρη είναι ζωγράφος από μικρή. Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Τέχνης Σαιντ Μάρτινς και ενδυματολογική σχεδίαση στο Κολλέγιο Τεχνών Τσέλσυ. Ο Σουρτζίνος βάσισε τις δύο προσωπογραφίες σε φωτογραφίες των εικονιζομένων, αλλά είχε και την ευκαιρία να τους συναντήσει ώστε να προβεί σε σχετικές εκλεπτύνσεις. Σε αμφότερα τα έργα, πέρα από τη νατουραλιστική απόδοση των προσώπων, τονίστηκαν τόσο στο ένδυμα όσο και στο φόντο τα αγαπημένα χρώματά τους – ψυχρά για τον Πρόεδρο του Ιδρύματος και θερμά για τη ζωγράφο σύζυγό του. Οι δύο προσωπογραφίες φιλοτεχνήθηκαν κατά τέτοιο τρόπο ώστε να παρουσιάζονται μαζί και να συμπληρώνουν η μία την άλλη.

Τα αποκαλυπτήρια των προσωπογραφιών πραγματοποιήθηκαν στην Εταιρία κατά το επιστημονικό συνέδριο για τη 200ή επέτειο της Ελληνικής Επανάστασης στις 12 Νοεμβρίου 2021. Κηρύσσοντας την έναρξη του συνεδρίου ο Πρόεδρος της Εταιρίας, κύριος Θανάσης Μακρής, αναφέρθηκε στη σημασία του. Εν συνεχεία, αναφέρθηκε στην πολύτιμη παρακαταθήκη της Εταιρίας αλλά και στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει στον 21ο αιώνα, καθώς και στα εκτεταμένα έργα ανακαίνισης που έγιναν τα τελευταία χρόνια, χάρη στην «εξαιρετικά γενναιόδωρη χορηγία του κυρίου Σπύρου Φλαμπουριάρη, Προέδρου του Ιδρύματος Κερκυραϊκής Κληρονομιάς, και της ζωγράφου συζύγου του, κυρίας Μίλλυς Φλαμπουριάρη». Ως μία πρώτη συμβολική ένδειξη αναγνώρισης της ευεγερσίας τους η Διοικητική Επιτροπή απεφάσισε οι προσωπογραφίες του ζεύγους Φλαμπουριάρη να κοσμούν από εδώ και στο εξής την Εταιρία.

Λεζάντες:

1. Οι κύριοι Γιάννης Σ. Πιέρης και Θανάσης Μακρής αποκαλύπτουν τις προσωπογραφίες του ζεύγους Φλαμπουριάρη, στην Αναγνωστική Εταιρία Κερκύρας, στις 12 Νοεμβρίου 2021.

2. Σπύρος Σουρτζίνος (Κέρκυρα, γ. 1948). Προσωπογραφία Σπύρου Λ. Φλαμπουριάρη, 2020. Λάδι σε καμβά, 50 x 40 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.

3. Σπύρος Σουρτζίνος (Κέρκυρα, γ. 1948). Προσωπογραφία Μίλλυς Φλαμπουριάρη, 2020. Λάδι σε καμβά, 50 x 40 εκ. Παραχώρηση της Αναγνωστικής Εταιρίας Κερκύρας.

1. Messrs Giannis S. Pieris and Thanasis Makris reveal the portraits of the Flamburiari couple at the Corfu Reading Society on 12 November 2021.
2. Spyros Sourtzinos (Corfu, b. 1948). Portrait of Spiro L. Flamburiari, 2020. Oil on canvas, 50 x 40 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society.
3. Spyros Sourtzinos (Corfu, b. 1948). Portrait of Milly Flamburiari, 2020. Oil on canvas, 50 x 40 cm. Courtesy of the Corfu Reading Society.

The Statue of Lord Byron

The “Statue of Lord Byron” by Georgios Vitalis in the Achilleion

By Megakles Rogakos, MA MA PhD

Map of the Achilleion, which marks in a circle the position of the “Statue of Lord Byron” by Georgios Vitalis. Courtesy of the Hellenic Public Properties Company, Athens.

The Achilleion (1889-1892) is one of the most famous royal villas in Europe and perhaps the most important attraction of Corfu. It is located in the settlement of Gastouri, about 10 km south of the old town. The villa was built on the site of the Brailas country villa by Elisabeth, Empress of Austria (1837-1898) as her winter palace (this was the season she chose to get away from Vienna) in a classic design by the Italian architects Raffaele Caritto (1844-1911) and Antonio Landi. Out of her love for Homer, she dedicated the mansion to Achilles, the protagonist of the Iliad. In due course she enriched the courtyard of the villa with statues from ancient Greek mythology.

Portrait of Georgios Vitalis (1838-1901). Courtesy of the book “The Awakening” 2006:69.

At one point in the courtyard, where a path begins for the forest that extends to the sea, is presented the “Statue of Lord Byron”, a work of Georgios Vitalis (1838-1901), who was a great sculptor of Greek neoclassicism. This artist was contemporary and competed artistically with both Yannoulis Chalepas (1851-1938) and Dimitrios Filippotis (1839-1919) (Stefanidis 2006:69). He was born in Tinos, the son of a folk craftsman. He studied with a scholarship at the Royal Academy of Fine Arts in Munich under the tutelage of Max von Widnmann (1812-1895) from 1865 to 1870.

Georgios Vitalis (Greece, 1838-1901). Statue of Lord Byron, 1872-1881. Marble. Courtesy of the Garden of Heroes, Missolonghi.

Elisabeth brought this statue to the Achilleion because of her adoration of the great philhellene poet, many of whose poems she translated into German. In fact, in 1888 she had travelled to Missolonghi to visit the site where the poet breathed his last, the  martyric house that Christos Kapsalis blew up on the night of the Exodus on 10 April 1826. In addition, in the Garden of Heroes, there, she saw the “Statue of Byron” that Vitalis created from 1872, when he received the assignment, until 1881, when this monument was unveiled. The poet stands upright and his head turns diagonally away in a gesture of reverie. He is elegantly dressed in the style of an English dandy and in his left hand he is holding a rolled parchment, apparently of his work. The fact is that Elisabeth was so dazzled by the beauty and technical perfection of the work that she commissioned the artist, who was highly regarded in the art world, to create another version of it.

Bertel Thorvaldsen (Denmark, 1770-1844). Statue of Lord Byron, 1831-1834. Marble. 183 x 90 x 90 cm. Courtesy of Wren Library, Trinity College, Cambridge.

Thus Vitalis created another version of the statue of the poet. His work was obviously inspired by the famous “Statue of Lord Byron” created by the Danish sculptor Bertel Torvaldsen in Rome from 1831 to 1834. It should be noted that this sculptor was duly considered the preeminent sculptor after the death of Canova (1757-1822) and his studio in Rome was a site of pilgrimage for his many devotees. George Gordon, Lord Byron (1788-1824), the leading figure of British Romanticism, had sat for a marble bust by him in his studio in 1817 (now in the Torvaldsens Museum, Copenhagen). It is possible that Vitalis had studied the statue on the spot, at the Wren Library of Trinity College, Cambridge, in 1883, when the Prime Minister of Greece, Charilaos Trikoupis, sent him to England at the expense of the state to create the statue of his counterpart William Gladstone (Sochos 1929:86). In any case, the form of this work was spread by its engraved representations. The bard, dressed in his typical romantic attire, sits on the debris of a Greek temple, with his left foot resting on a fragment of a fallen column. He holds the book inscribed “Childe Harold” in one hand and a stylus in the other, the tip of which is thoughtfully touching the chin, while his head turns thoughtfully away. The composition depicts a moment of contemplation and calm, a serene portrait in stark contrast to the intense and turbulent life he lived. Discreetly on the ground, a human skull appears, a characteristic romantic prop of the message “memento mori” (remember that you must die).

Georgios Vitalis (Greece, 1838-1901. Statue of Lord Byron, c. 1890. Marble. Courtesy of Achilleion, Corfu.

Vitalis’ “Statue of Lord Byron” is a genuine and original creation, which eloquently depicts the poet with unparalleled technical skill, stylistic elegance and psychographic power. Crafted from fine-grained white marble, it portrays the poet to personify with idealistic naturalism the highest moment of intellectual creation – the inspiration. The poet is seated on a neoclassical throne and rests his body on its back. One hand supports his slightly bent head, while the other holds the manuscript pages firmly on his outstretched knee. His body is covered with a cloak that reveals his lace sleeves and collar and high-heeled shoes. At the rear of the composition, the rich folds of the cloak open to reveal under the throne the books he published with a definite reference to the poems “The Giaour” (1813), “The Bride of Abydos”, (1813), “The Corsair” (1814), “The Siege of Corinth” (1816), “Childe Harold’s Pilgrimage” (1818) and “Don Juan” (1819-1824).

Unfortunately, due to the bad luck of Elisabeth, who was assassinated by an anarchist in Geneva in 1898, and the unfortunate management of her villa, whose ownership passed to the Greek state from 1929, when it became deserted, until it operated as a casino from 1962 to 1984, movable objects either disappeared or fell into obscurity. Specifically, the statue of Byron was forgotten and from time to time its creation was attributed to Italian and even Corfiot artists, but without identification, as the work is unsigned. From 2016, when the Achilleion was turned into a museum, the building and the works of art began to receive due attention. Thus, the attribution of the work to Vitalis has now been restored. In addition, its weathered surface was exemplarily conserved by a special workshop of the Ministry of Culture in 2021.

Ioannis A. Vitalis (Greece, 1860-c.1900). Bust of Lord Byron, 1879. Marble. Courtesy of the Panhellenic Holy Foundation of Evangelistiria of Tinos.

The love of the Greeks for Byron, both for his philhellenic action and for the romantic style he represented, is a matter of fact. Indeed, Ioannis A. Vitalis, in 1879, created his own version of the poet, a bust inspired by the statue made by his cousin. Even George created an additional bust of the poet from 1895 to 1901, when he was working in Alexandria, Egypt, which is kept in the Community Council Hall of Alexandria (Nobilakis 2009:126). The words that Byron addressed to Samuel Barff, who wrote a letter on 10 March 1824 to advise him to leave the Missolonghian wet climate and stay at his house in Zante, are very emotional: “I cannot quit Greece while there is a chance of my being of even supposed utility; there is a stake worth millions such as I am; and while I can stand at all—I must stand by the cause” (Byron 1827:xxxvi / Lord Byron 1980-1993). The result, however, was that he was ultimately defeated by his shaken health and the hardships of his stay there. He died in Missolonghi on 19 April 1824, at 6 pm. When the news of his death reached Tinos, it is recorded that the bells of Evangelistria rang mournfully. The national poet Dionysios Solomos, devastated by his loss, wrote his famous “Ode to the death of Lord Byron” (from the long poem, here is a characteristic exceprt of stanzas 1 and 137: “Freedom, for a while / stop hitting with the sword / now sway and cry / for Byron’s body […] Listen Byron, with what wailing / the homeland of the Greeks / greets you, / cry, cry, Freedom”). With its recent restoration, the statue of the poet in the Achilleion hopes to become a universal attraction for the art-loving world.

Athens, 18 September 2021

BIBLIOGRAPHY

•   Lord Byron, The Complete Poetical Works, ed. Jerome J. McGann (7 vols.), Oxford, UK: Clarendon, 1980-1993.

•   Byron, George Gordon. The Works of Lord Byron. Paris, FR: A. & W. Galignani, 1827.

•   Nobilakis, Ilias V. Sculptors from Tinos in Egypt (Cairo – Alexadnria), 19th-20th Century. Athens, GR: Cultural Foundation of Tinos, 2009.

•   Sochos, Xenophon. Album of Greek Artists. Nikiforos Lytras 1832-1904. Athens, GR: Paraskevas Leonis Press, 1929.

•   Stefanidis, Manos and Dora Fotopoulou. The Awakening: Tinian Artists in the Transition from the Folk to the Scholarly. Tinos, GR: Cultural Foundation of Tinos, 2006.

APPENDIX

Georgios Vitalis (Tinos, 1838- Alexandria, 1901)

By Xenophon Sochos

Another prominent sculptor is Georgios Vitalis, who was born in the prosperous village of Ysternia of Tinos, the village where the most prominent artists of modern Greece also saw the light of day, such as Lazaros Sochos, the four Fytalis brothers, Iakovos Malakates, Ioannis Andreou Vitalis, Antonios Sochos. At the age of fifteen, Vitalis was hired by his father who worked in Smyrna as an architect, to help him with his work. But the restless spirit of Vitalis, in line with higher ideals, impelled him to leave after a little while his father and construction work and secretly go to Athens where his cousin Georgios Fytalis, then a professor of sculpture at the Polytechnic, held a distinguished marble sculpture workshop. Spending half the time of the day in this workshop, as a salaried craftsman, to earn a living, since the father did not send him not even a penny for his living expenses after his secret departure from Smyrna, while the other half at the Polytechnic where he was taught sculpture by his aforementioned cousin and professor, after seven years of study there, during which his talent as a probationary sculptor was brought out in such a way as to draw the special attention of his teacher and his fellow students, the young Vitalis managed to graduate with the first prize in his graduation exams.

This, as well as his reputation in the then narrow circle of artists as a rising artistic star, after that of Nikolaos Gyzis, a fellow student of Vitalis, was enough to be sent by the then great patron of Letters and Arts, Queen Amalia, in Munich of Germany, with a special letter of recommendation to the art-loving King of Bavaria, so that at her own expense he may attain excellence at the world-famous Munich Royal Academy of Fine Arts. And indeed, during his five years of study there, in which he won in the various competitions of the Academy the first prizes amidst so many German and foreign fellow students, he justified the expectations of the art-loving Ruler, so that he was also honoured with the high-ranking medal by King Ludwig and be requested by his Highness to remain in Munich and practice his work there, especially after getting married to the daughter of Baron von Spruner, a trusted doctor of King Otto, in whose house he remained as a boarder, in fact a marriage to which the King contributed in order to keep Vitalis in Munich.

But Vitalis, unlike Gyzis, despite listening to the same recommendations of that art-loving King and because of this and through his value managing to occupy the chair of the Professor of Painting in this Academy in which he studied and thus shine, overwhelmed by the desire to return to his native land and work in Greece, did not heed the King’s recommendations, which if embraced, would surely lead him to securely occupy the other chair in the Academy, that of the Professor of Sculpture. With the intention of settling in Athens, he passed through Syros, where the great Dimitrios Vafeiadakis was then mayor, who saw in the face of Vitalis the man that would aid him in the majestic plans for the city of Hermes, convinced him to remain in Syros and commissioned along with other art-loving Syrians to construct various works, which actually adorned Hermoupolis. During his thirty years of residence in Syros, he ameliorated with majestic mausolea the city Cemetery, considered one of the first in the East, the Squares with statues and the Temples with works of art and especially iconostasia (altarpieces) of great value, amongst which the one of Agios Nikolaos is considered as the most eminent and beautiful in Greece.

Orpheus, Paris, Theseus, Bacchis, Oedipus, Hector, Hermoupolis, Canaris, are life-size works for which he was awarded gold and silver medals at the exhibitions of Olympia, Rome and Paris and some of those of marble decorated halls as of the late Queen Olga, Sofia Trikoupi and Stefanos Skouloudis. But also other cities of the liberated and enslaved Greece where Vitalis’ reputation as a qualified sculptor extended, commissioned works of great value, as well as many busts of heroes of the struggle and glorious statesmen, always assisted by his brother Ioannis, also an eminent sculptor, he performed very conscientiously, overlooking as a true artist his personal gain in favour of the cause.

Whenever he took part in competitions he was always awarded. However, the true awards were his works, by which he became victorious. “Hermoupolis” in Syros, “Byron” in Missolonghi, “Kanaris” in Romania, “Gladston” in Athens, “Averoff” in Egypt, are statues that he undertook after competition, and the latter, after an international one in Alexandria amongst more than 20 Greek and European artists. Vitalis was summoned twice, first by Epameinondas Deligiorgis and then by Charilaos Trikoupis, who especially appreciated and loved him, to be appointed professor of Sculpture at the Polytechnic, but Vitalis by his modest nature rejected the appointment. A characteristic of the preference, which the late Trikoupis nurtured for Vitalis was that in everything concerning art, he sought his opinion, and the fact that he sent him at the expense of the State deliberately to England by the side of Gladstone after a recommendation letter to him so that he may represent in situ the “Great Elder” with the statue that adorns the precinct of the National University; and Gladston was so enchanted by the conversation and the innocence of Vitalis, in whose face he distinguished – as he confessed – the classical type of an ancient Greek figure, so that not only did he put him up for three months in his summer mansion and honoured him with exquisite and rich gifts, but also until his death he kept correspondence with him, especially in the Homeric dialect. Vitalis’ artistic demon was appreciated only in Greece, but also abroad his reputation extended as a distinguished sculptor. King Umberto of Italy, as President of the Institute of Fine Arts in Rome, awarded to him the Diploma of Honorary Member of the Institute, an honour awarded only to prominent artists. This is, in short, the life of Vitalis, who died early, while executing the magnificent Averoff Mausoleum in front of the Athens Cemetery, and still in the stage of artistic prosperity. Gladston, after the completion of the statue, said with admiration to its creator: “Fine sculptor Vitalis, your work is worthy of the best works of the great sculptures of your ancient country Greece” and the English press made a citation that the work is worthy of the great fame of the artist Georgios Vitalis.

[Xenophon Sochos, Album of Greek Artists. Nikiforos Lytras 1832-1904. Athens, GR: Paraskevas Leonis Press, 1929, pp 85-86.]

Ο «Ανδριάντας του Λόρδου Μπάιρον» από τον Γεώργιο Βιτάλη στο Αχίλλειον

Του Μεγακλή Ρογκάκου, MA MA PhD

Χάρτης Αχιλλείου, που σημειώνει σε κύκλο τη θέση του «Ανδριάντα Λόρδου Μπάιρον» από τον Γεώργιο Βιτάλη. Παραχώρηση Εταιρείας Ακινήτων Δημοσίου, Αθήνα.

Το Αχίλλειον (1889-1892) είναι μία από τις γνωστότερες βασιλικές επαύλεις της Ευρώπης και ίσως το σημαντικότερο αξιοθέατο αρχιτεκτόνημα της Κερκύρας. Βρίσκεται στον οικισμό Γαστούρι, περίπου 10 χλμ νοτίως της παλαιάς πόλης. Την έπαυλη ανήγειρε στη θέση της εξοχικής βίλλας Βράιλα η Ελισάβετ, Αυτοκράτειρα της Αυστρίας (1837-1898) ως χειμερινό ανάκτορό της (αυτή ήταν η εποχή που επέλεγε να ξεφεύγει από τη Βιέννη) σε κλασσικό σχέδιο από τους Ιταλούς αρχιτέκτονες Ραφαέλε Καρίττο (1844-1911) και Αντόνιο Λάνντι. Από την αγάπη της για τον Όμηρο, αφιέρωσε την έπαυλη στον Αχιλλέα, πρωταγωνιστή της Ιλιάδας. Εν καιρώ πλούτισε τον περίβολο της έπαυλης με αγάλματα από την αρχαία ελληνική μυθολογία.

Προσωπογραφία Γεωργίου Βιτάλη (1838-1901). Παραχώρηση βιβλίου «Η Αφύπνιση» 2006:69.

Σε ένα σημείο του περιβόλου, όπου ξεκινά ένα μονοπάτι για το δάσος που εκτείνεται μέχρι τη θάλασσα, παρουσιάζεται ο «Ανδριάντας του Λόρδου Μπάιρον», έργο του Γεωργίου Βιτάλη (1838-1901), που υπήρξε σπουδαίος γλύπτης του ελληνικού νεοκλασικισμού. Ο εν λόγω καλλιτέχνης συμπορεύτηκε χρονικά και ανταγωνίστηκε καλλιτεχνικά τόσο με τον Γιαννούλη Χαλεπά (1851-1938) όσο και με τον Δημήτριο Φιλιππότη (1839-1919) (Στεφανίδης 2006:69). Γεννήθηκε στην Τήνο, υιός λαϊκού τεχνίτη. Σπούδασε με υποτροφία στη Βασιλική Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου με δάσκαλο τον Μαξ φον Βίντενμαν (1812-1895) από το 1865 έως το 1870.

Γεώργιος Βιτάλης (Ελλάδα, 1838-1901). Ανδριάντας Λόρδου Μπάιρον, 1872-1881. Μάρμαρο. Παραχώρηση Κήπου των Ηρώων, Μεσολόγγι.

Η Ελισάβετ έφερε το συγκεκριμένο άγαλμα στο Αχίλλειον λόγω της λατρείας της για τον μεγάλο φιλέλληνα ποιητή, του οποίου πολλά ποιήματα μετέφρασε στη γερμανική γλώσσα. Μάλιστα, το 1888 είχε ταξιδέψει στο Μεσολόγγι για να επισκεφτεί τον τόπο όπου ο ποιητής άφησε την τελευταία του πνοή, το μαρτυρικό σπίτι που ανατίναξε ο Χρήστος Καψάλης το βράδυ της Εξόδου στις 10 Απριλίου 1826. Επιπλέον στον Κήπο των Ηρώων, εκεί, είδε και τον «Ανδριάντα του Μπάιρον» τον οποίο φιλοτέχνησε ο Βιτάλης από το 1872, που έλαβε την ανάθεση, έως το 1881, που αποκαλύφθηκε το εν λόγω μνημείο. Ο ποιητής στέκεται όρθιος και η κεφαλή του στρέφεται διαγωνίως σε ένδειξη ονειροπόλησης. Είναι ντυμένος κομψά σε ύφος αγγλικού δανδή και στο αριστερό χέρι κρατά τυλιγμένη περγαμηνή προφανώς έργου του. Γεγονός είναι ότι η Ελισάβετ θαμπώθηκε τόσο από το κάλλος και τη τεχνική αρτιότητα του έργου ώστε να αναθέσει στον καλλιτέχνη, που έχαιρε εξαιρετικής εκτίμησης στον κόσμο της τέχνης, να φιλοτεχνήσει μία άλλη εκδοχή του.

Μπέρτελ Τόρβαλντσεν (Δανία, 1770-1844. Ανδριάντας Λόρδου Μπάιρον, 1831-1834. Παραχώρηση Βιβλιοθήκης Ρεν, Κολέγιο Τρίνιτι, Κέιμπριτζ.

Έτσι ο Βιτάλης φιλοτέχνησε έναν διαφορετικό ανδριάντα του ποιητή. Εμφανώς εμπνεύσθηκε το έργο του από τον περίφημο «Ανδριάντα του Λόρδου ι» που είχε φιλοτεχνήσει ο Δανός γλύπτης Μπέρτελ Τόρβαλντσεν από το 1831 έως το 1834. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι αυτός ο γλύπτης θεωρήθηκε δεόντως ο εξέχων γλύπτης μετά το θάνατο του Κανόβα (1757-1822) και το ατελιέ του στη Ρώμη ήταν τόπος προσκυνήματος για τους πολλούς πιστούς του. Ο Τζορτζ Γκόρντον, Λόρδος Μπάιρον (1788-1824), η κορυφαία μορφή του βρετανικού ρομαντισμού, είχε καθίσει για μια μαρμάρινη προτομή από αυτόν στο εργαστήριό του το 1817 (τώρα στο Μουσείο Τόρβαλντσεν στην Κοπεγχάγη). Είναι πιθανόν ο Βιτάλης να είχε μελετήσει τον ανδριάντα επί τόπου, στη Βιβλιοθήκη Ρεν του Κολεγίου Τρίνιτι στο Κέιμπριτζ, το 1883, όταν ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, Χαρίλαος Τρικούπης, τον απέστειλε στην Αγγλία δαπάναις του κράτους προκειμένου να φιλοτεχνήσει τον ανδριάντα του ομολόγου του Γουίλιαμ Γκλάντστοουν (Σώχος 1929:86). Σε κάθε περίπτωση, η μορφή του εν λόγω έργου διαδόθηκε και από χαρακτικές αναπαραστάσεις του. Ο λογοτέχνης, ντυμένος με την τυπική ρομαντική του ενδυμασία, κάθεται στα συντρίμμια ενός ελληνικού ναού, με το αριστερό του πόδι να στηρίζεται σε ένα θραύσμα πεσμένου στήλου. Κρατά το βιβλίο που αναγράφεται «Τσάιλντ Χάρολντ» στο ένα χέρι και στο άλλο μία γραφίδα που η άκρη της αγγίζει στοχαστικά το πηγούνι, με την κεφαλή του στραμμένη στο πλάι. Η σύνθεση απεικονίζει μία στιγμή περισυλλογής και ηρεμίας, μία γαλήνια προσωπογραφία σε μεγάλη αντίθεση με την έντονη και ταραγμένη ζωή που βίωσε. Διακριτικά στο έδαφος του φόντου κάνει την εμφάνισή του ένα ανθρώπινο κρανίο, χαρακτηριστικό ρομαντικό σκηνικό του μηνύματος «μνήσθητι τον θάνατον».

Γεώργιος Βιτάλης (Ελλάδα, 1838-1901. Ανδριάντας Λόρδου Μπάιρον, π. 1890. Μάρμαρο. Παραχώρηση Αχιλλείου, Κέρκυρα.

Ο «Ανδριάντας του Λόρδου Μπάιρον» του Βιτάλη είναι ένα γνήσιο και πρωτότυπο δημιούργημα, που απεικονίζει εύγλωττα τον ποιητή με απαράμιλλη τεχνική δεξιοτεχνία, υφολογική κομψότητα και ψυχογραφική δύναμη. Φιλοτεχνημένο από λεπτόκοκο πάλευκο μάρμαρο, απεικονίζει τον ποιητή για να προσωποποιήσει με ιδεαλιστικό νατουραλισμό την υψίστη στιγμή της πνευματικής δημιουργίας – την έμπνευση. Ο ποιητής είναι καθισμένος σε νεοκλασσικό θρόνο και βασίζει το σώμα του παραμάσχαλα στην πλάτη του. Το ένα χέρι στηρίζει την ελαφρώς γερτή κεφαλή του, ενώ το άλλο κρατά σταθερά τις χειρόγραφες σελίδες επάνω στο προτεταμένο γόνατό του. Το σώμα του είναι καλυμμένο με μανδύα που αποκαλύπτει τα δαντελένια μανίκια και κολάρο και τα ψηλοτάκουνα υποδήματά του. Στο πίσω μέρος της σύνθεσης, η πλούσιες πτυχώσεις του μανδύα ανοίγουν για να αποκαλύψουν κάτω από τον θρόνο τα βιβλία που εξέδωσε με βέβαιη αναφορά στα ποιήματα «Ο Γκιαούρης» (1813), «Η Νύφη της Αβύδου» (1813), «Ο Κουρσάρος» (1814), «Η Πολιορκία της Κορίνθου» (1816), «Το Προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ» (1818) και «Δον Ζουάν» (1819-1824).

Δυστυχώς, λόγω της κακής τύχης της Ελισάβετ, που δολοφονήθηκε από αναρχικό στη Γενεύη το 1898, και της ατυχούς διαχείρησης της έπαυλής της, η ιδιοκτησία της οποίας πέρασε στο ελληνικό δημόσιο από το 1929 οπότε και ερημώθηκε, μέχρι που λειτούργησε ως καζίνο από το 1962 έως το 1984, τα κινητά αντικείμενα είτε εξαφανίστηκαν είτε έπεσαν σε αφάνεια. Συγκεκριμένα, ο ανδριάντας του Μπάιρον λησμονήθηκε και κατά καιρούς η δημιουργία του αποδόθηκε σε Ιταλούς, ακόμη και Κερκυραίους καλλιτέχνες, χωρίς όμως να υπάρξει ταυτοποίηση, καθώς το έργο είναι ανυπόγραφο. Από το 2016 που το Αχίλλειον μετατράπηκε σε μουσείο, το κτίριο και τα έργα τέχνης άρχισαν να τυγχάνουν της δέουσας προσοχής. Έτσι, η απόδοση του έργου στον Βιτάλη έχει τώρα αποκατασταθεί. Επιπλέον, η πολυκαιρισμένη του επιφάνεια συντηρήθηκε υποδειγματικά από ειδικό συνεργείο του Υπουργείου Πολιτισμού το 2021.

Ιωάννης Α. Βιτάλης (Ελλάδα, 1860-π.1900). Προτομή Λόρδου Μπάιρον, 1879. Μάρμαρο. Παραχώρηση Πανελληνίου Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας Τήνου.

Η αγάπη των Ελλήνων για τον Μπάιρον, τόσο για τη φιλελληνική δράση του όσο και για το ρομαντικό ύφος που αντιπροσώπευε, είναι δεδομένη. Μάλιστα, ο Ιωάννης Α. Βιτάλης, το 1879, φιλοτέχνησε τη δική του εκδοχή του ποιητή, μία προτομή εμπνευσμένη από το ανδριάντα που διεκπεραίωνε ο εξάδελφός του. Ακόμη και ο Γεώργιος φιλοτέχνησε μία επιπλέον προτομή του ποιητή στο διάστημα από το 1895 έως το 1901, όταν εργαζόταν στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, η οποία φυλάσσεται στην Αίθουσα του Κοινωτικού Συμβουλίου Αλεξανδρείας (Νομπιλάκης 2009:126). Υπερτάτη συγκίνηση εγείρουν τα λόγια που απηύθυνε ο Μπάιρον στον Σάμιουελ Μπαρφ, ο οποίος έγραψε μια επιστολή στις 10 Μαρτίου 1824 για να τον συμβουλέψει να φύγει από το υγρό μεσολογγίτικο κλίμα και να μείνει στο σπίτι του στη Ζάκυνθο, είναι πολύ συναισθηματικά: «Δεν μπορώ να εγκαταλείψω την Ελλάδα ενώ υπάρχει μία πιθανότητα να είμαι ακόμη και υποτιθεμένης χρησιμότητας· υπάρχει ένας σκοπός αξίας εκατομμυρίων ανθρώπων σαν και εμένα· και εάν μπορώ να σταθώ σε οποιοδήποτε βαθμό — πρέπει να σταθώ πιστός στον σκοπό» (Μπάιρον 1827:xxxvi / Λόρδος Μπάιρον 1980-1993). Το αποτέλεσμα όμως υπήρξε να ηττηθεί τελικά από την κλονισμένη υγεία του και τις κακουχίες της διαμονής του. Πέθανε στο Μεσολόγγι στις 19 Απριλίου 1824, στις 6 το απόγευμα. Όταν η είδηση για τον θάνατό του έφτασε στην Τήνο, είναι καταγεγραμμένο ότι οι καμπάνες της Ευαγγελιστρίας κτυπούσαν πένθιμα. Ο εθνικός ποιητής Διονύσιος Σολωμός, συντετριμένος από την απώλειά του, έγραψε την ονομαστή του «Ωδήν εις τον θάνατον του Λορντ Μπάιρον» (από το μακρύ ποίημα παρατίθεται χαρακτηριστικά η στροφή 1 και 137: «Λευτεριά, γιὰ λίγο πάψε / νὰ χτυπᾶς μὲ τὸ σπαθί. / Τώρα σίμωσε καὶ κλάψε / εἰς τοῦ Μπάιρον τὸ κορμί. […] Ἄκου, Μπάιρον, πόσον θρῆνον κάνει, ἐνῶ σὲ χαιρετᾶ, ἡ πατρίδα τῶν Ἑλλήνων. Κλαῖγε, κλαῖγε, Ἐλευθεριά.»). Με την πρόσφατη αποκατάστασή του, ο ανδριάντας του ποιητή στο Αχίλλειον ευελπιστείται να γίνει πόλος έλξης καθολικά για τον φιλότεχνο κόσμο.

Αθήνα, 18 Σεπτεμβρίου 2021

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

•   Λόρδος Μπάιρον, Τα Πλήρη Ποιητικά Έργα. Τζερώμ Τζ. ΜακΓκαν, εκ. (7 τόμοι), Οξφόρδη, UK: Κλάρεντον,1980-1993.

•   Μπάιρον, Τζωρτζ Γκόρντον. Τα Έργα του Λόρδου Μπάιρον. Παρίσι, FR: Α. & Γ. Γκαλινιανί, 1827.

•   Νομπιλάκης, Ηλίας Β. Τήνιοι Γλύπτες στην Αίγυπτο (Κάιρο – Αλεξάνδρεια), 19ος-20ός Αιώνας. Αθήνα, GR: Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, 2009.

•   Στεφανίδης, Μάνος και Δώρα Φωτοπούλου. Η Αφύπνιση: Τήνιοι Καλλιτέχνες στη Μετάβαση από το Λαϊκό στο Λόγιο. Τήνος, GR: Ίδρυμα Τηνιακού Πολιτισμού, 2006.

•   Σώχος, Ξενοφών. Λεύκωμα Ελλήνων Καλλιτεχνών. Νικηφόρος Λύτρας 1832-1904. Αθήνα, GR: Τυπογραφείον Παρασκευά Λεώνη, 1929.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Γεώργιος Βιτάλης (Τήνος, 1838- Αλεξάνδρεια, 1901)

Του Ξενοφώντα Σώχου

Έτερος επιφανής γλύπτης είναι και ο Γεώργιος Βιτάλης, όστις εγεννήθη εις το εύανδρον χωρίον Υστέρνια της Τήνου, το χωρίον ένθα επίσης είδον το φως του ηλίου οι διαπρεπέστεροι καλλιτέχναι της νεωτέρας Ελλάδος, ως οι Λάζαρος Σώχος, οι τέσσαρες αδελφοί Φυτάλαι, ο Ιάκωβος Μαλακατές, ο Ιωάννης Ανδρέου Βιτάλης, ο Αντώνιος Σώχος. Δεκαπενταετής την ηλικίαν ο Βιτάλης παρελήφθη παρά του πατρός του εργαζομένου εν Σμύρνη ως αρχιτέκτονος, ίνα βοηθή τούτον εις τας εργασίας του. Αλλά το ανήσυχον πνεύμα του Βιτάλη, ρέπον εις υψηλότερα ιδανικά, παρώρμησε τούτον να εγκαταλείψη μετ᾽ου πολύ και πατέρα και οικοδομικάς εργασίας και να κατευθυνθή κρυφά εις Αθήνας ένθα ο εξάδελφός του Γεώργιος Φυτάλης, καθηγητής τότε της γλυπτικής εν τω Πολυτεχνείω, εκέκτητο και αξιόλογον εργαστήριο μαρμαρογλυπτικής. Κατανέμων τον ήμισυ χρόνον της ημέρας ο μικρός Βιτάλης εν τω εργαστηρίω τούτω, ως ημερομίσθιος τεχνίτης, ίνα πορίζηται τα προς το ζην, άτε του πατρός του μη αποστέλλοντος αυτώ ουδέ λεπτόν προς συντήρησιν μετά την κρυφίαν εκ Σμύρνης φυγήν του, το δε έτερον ήμισυ εν τω Πολυτεχνείω ένθα εδιδάσκετο την γλυπτικήν παρά του μνησθέντος εξαδέλφου του και καθηγητού, κατώρθωσε μετά επταετείς εν αυτώ σπουδάς καθ᾽ας το τάλαντον αυτού ως δοκίμου γλύπτου εξήχθη εις βαθμόν ώστε να προκαλέση και την ιδιαιτέραν προσοχή του καθηγητού του και την άμιλλαν των συσπουδαστών του, και να εξέλθη με πρώτον βραβείον κατά τα απολυτηρίου εξετάσεις του.

Τούτο δε, ως και η φήμη του εν τω στενώ τότε κύκλω των καλλιτεχνών ως ανατέλλοντος καλλιτεχνικού αστέρος, μετ᾽εκείνου του Νικολάου Γύζη συσπουδαστού του Βιτάλη, ήρκεσεν ώστε να αποσταλή παρά της τότε μεγάλης προστάτιδος των Γραμμάτων και Τεχνών, Βασιλίσσης Αμαλίας, εις Μόναχον της Γερμανίας, μετ᾽ιδιατέρας προς τον φιλότεχνον βασιλέα της Βαυαρίας συστατικής επιστολής, ίνα ιδίαις αυτής δαπαναις τελειοποιηθή εν τη παγκοσμίου φήμης καλλιτεχνική Βασιλική Ακαδημία του Μονάχου. Και πράγματι κατά τας πενταετείς εν αυτή σπουδάς του, καθ᾽ας έτυχεν εις διαφόρους διαγωνισμούς της Ακαδημίας των πρώτων βραβείων μεταξύ τόσων Γερμανών και ξένων συσπουδαστών του, εδικαίωσε τόσω τας προσδοκίας της φιλοτέχνου Ανάσσης, ώστε και δια του παρασήμου αξίας να τιμηθεί παρά του Βασιλέως Λουδοβίκου και να συστηθή αυτώ παρά του ιδίου, όπως παραμείνη εν Μονάχω και εξασκήση εκεί το έργο του, κατόπιν μάλιστα του γάμου ον συνήψε μετά της θυγατρός του Βαρώνου Φον Σπρούνερ, εμπίστου ιατρού του Βασιλέως Όθωνος, εις του οποίου τον οίκον ως οικότροφος παρέμενε, γάμου δε, εις ον τα μάλα ο Βασιλεύς εκείνος συνέβαλε προς τον σκοπόν όπως συγκρατήσει τον Βιτάλην εν Μονάχω.

Αλλά ο Βιτάλης, εν αντιθέση προς τον Γύζην, εισακούσαντα τας αυτάς συστάσεις του φιλοτέχνου εκείνου Βασιλέως και τούτω τω λόγω και δια της αξίας του κατορθώσαντος να καταλάβη και την έδραν του καθηγητού της Ζωγραφικής εν αυτή τη Ακαδημία εν η εσπούδασε και ούτω να διαλάμψη, διακαιόμενος υπό της επιθυμίας να επιστρέψη εις την γενέτειραν και να εργασθή εν Ελλάδι, δεν εισήκουσε τας συστάσεις του Βασιλέως, αίτινες γινόμεναι ασπασταί, θα ήγον αυτόν ασφαλώς εις την κατάληψιν της ετέρας εν τη Ακαδημία εκείνη έδρας, του καθηγητού Γλυπτικής. Με την πρόθεσιν να εγκατασταθή εις Αθήνας, διήλθεν εκ Σύρου, ένθα εδημάρχευε τότε ο μεγαλοπράγμων Δημήτριος Βαφειαδάκης, όστις διαβλέπων εν τω προσώπω του Βιτάλη τον άνθρωπον όστις θα τον συνέτρεχεν εις τα μεγαλεπήβολα δια την πόλιν του Ερμού σχέδιά του, τον κατέπεισε να παραμείνη εν Σύρω και τω ανέθεσ μετ᾽άλλων φιλοτέχνων Συρίων την κατασκευήν διαφόρων έργων, τα οποία όντως διεκόσμησαν την Ερμούπολιν. Καθόσον κατά την τριακονταετή εν Σύρω διαμονήν του, εκαλλώπισε δια μεγαλοπρεπών Μαυσωλείων, το Κοιμητήριον της πόλεως, θεωρούμενον τούτω τω λόγω εν των πρώτων της Ανατολής, τας Πλατείας δι᾽ανδριάντων, και τους Ναούς δια καλλιτεχνημάτων και ιδία εικονοστασίων (τέμπλων) μεγάλης αξίας, μεταξύ των οποίων το του Αγίου Νικολάου θεωρείται ως το εξοχώτερον και ωραιότερον εν Ελλάδι.

Ο Ορφεύς, ο Πάρις, ο Θησεύς, η Βακχίς, ο Οιδίπους, ο Έκτωρ, η Ερμούπολις, ο Κανάρης, είναι εις φυσικόν μέγεθος έργα ένεκα των οποίων ετιμήθη δια χρυσών και αργυρών μεταλλίων εν ταις εκθέσεσιν Ολυμπίων, Ρώμης και Παρισίων και τινά τούτων εκ μαρμάρου εκόσμησαν αιθούσας ως της αειμνήστου Βασιλίσσης Όλγας, της Σοφίας Τρικούπη και του Στεφάνου Σκουλούδη. Αλλά και άλλαι πόλεις της τε ελευθέρας και δούλης Ελλάδος εις ας είχε φθάσει η φήμη του Βιτάλη ως δοκιμωτάτου γλύπτου παρήγγειλαν αυτώ έργα μεγάλης αξίας ως και πλείστας προτομάς ηρώων του αγώνος και ενδόξων πολιτευτών, άτινα πάντα συμβοηθούντος και του αδελφού του Ιωάννου διαπρεπούς και τούτου ερμογλύφου, εξετέλει λίαν ευσυνειδήτως, παραβλέπων ως αληθής καλλιτέχνης το ίδιον συμφέρον απέναντι της ιδέας.

Οσάκις δε ελάμβανε μέρος εις διαγωνισμούς πάντοτε εβραβεύετο. Βραβεία δε αληθινά είναι αυτά τα έργα του, δι ᾽ων ενίκησε. Η «Ερμούπολις» εν Σύρω, ο «Βύρων» εν Μεσολογγίω, ο «Κανάρης» εν Ρουμανία, ο «Γλάδστων» εν Αθήναις, ο «Αβέρωφ» εν Αιγύπτω, εισίν ανδριάντες ων την κατασκευήν ανέλαβε κατόπιν διαγωνισμού, του τελευταίου δε, κατόπιν διεθνούς τοιούτου διεξαχθέντος εν Αλεξανδρεία μεταξύ 20 και πλέον ημετέρων τε και Ευρωπάιων καλλιτεχνών. Δις ο Βιτάλης εκλήθη το πρώτον υπό του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη και κατόπιν υπό του Χαριλάου Τρικούπη, όστις ιδιατέρως τον εξετίμα και τον ηγάπα, ίνα διορισθή καθηγητής της Γλυπτικής εν τω Πολυτεχνείω, αλλά ο Βιτάλης φύσει μετρίοφρων απέκρουσε τον διορισμόν προτιμήσας την εν Σύρω αθόρυβον εργασίαν. Χαρακτηριστικόν δε της προτιμήσεως, ην ο αείμνηστος Τρικούπης έτρεφε προς τον Βιτάλην είναι ότι εν παντί αφορώντι την καλλιτεχνίαν, εζήτει την γνώμην αυτού, και το γεγονός ότι τον απέστειλε δαπάναις του Κράτους επίτηδες εις Αγγλίαν παρά τω Γλάδστωνι μετά συστακικής προς αυτόν επιστολής ίνα εκ του συνέγγυς απεικονίση τον «Μέγα Γέροντα» εις τον ανδριάντα όστις κοσμεί τον περίβολον του Εθνικού Πανεπιστημίου· ο δε Γλάδστων τόσον εγοητεύθη εκ τε της συνομιλίας και της αφελείας του Βιτάλη, εν τω προσώπω του οποίο διέκρινεν –ως ωμολόγησε- τον κλασσικόν τύπον μορφής αρχαίου Έλληνος, ώστε όχι μόνον τον εκράτησε παρ᾽αυτώ επι τρεις μήνας εν τη εξοχική του επαύλει και δια εκλεκτών και πλουσίων δώρων τον ετίμησεν, αλλά και μέχρι του θανάτου του διετήρει αλληλογραφίαν μετ᾽αυτού και δη εις ομηρικήν διάλεκτον. Ου μόνον εν Ελλάδι εξετιμήθη το καλλιτεχνικόν του δαιμόνιον του Βιτάλη, αλλά και εν τω εξωτερικό η φήμη αυτού ως διαπρεπεπούς γλύπτου έφθασε. Διο και ο Βασιλεύς της Ιταλίας Ουμβέρτος, ως Πρόεδρος του εν Ρώμη καλλιτεχνικού Ινστιτούτου, απένειμεν αυτώ το Δίπλωμα επιτίμου μέλους του Ινστιτούτου, τιμή απονεμομένη μόνον είς εξέχοντας καλλιτέχνας. Τοιούτος εν ολίγοις ο βίος του Βιτάλη, ον εύρεν ο θάνατος ενωρίς, εν τη εκτελέσει του προ του Κοιμητηρίου των Αθηνών μεγαλειώδους Μαυσωλείου του Αβέρωφ, και εις το στάδιον ακόμη καλλιτεχνικής ακμής. Ο δε Γλάδστων μετά την περαίωσιν του ανδριάντος είπε μετά θαυμασμού εις τον δημιουργόν αυτού· «εκλεκτέ γλύπτα Βιτάλη, το έργο σας είναι αντάξιον των καλλιτέρων έργων των μεγάλων γλυπτών της αρχαίας πατρίδος σας Ελλάδος» και περί του δημιουργήσαντος τύπου εύφημον εποιήσατο μνείαν ο Αγγλικός τύπος, ότι το έργον είναι αντάξιον της μεγάλης φήμης του καλλιτέχνου Γεωργίου Βιτάλη.

• Ξενοφών Σώχος. Λεύκωμα Ελλήνων Καλλιτεχνών. Νικηφόρος Λύτρας 1832-1904. Αθήνα, GR: Τυπογραφείον Παρασκευά Λεώνη, 1929, σς 85-86.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Λόγος επικήδειος του Σπυρίδωνος Τρικούπη εις τον Λόρδον Νόελ Μπάιρωνα, αποθανόντα κατά την 6η Απριλίου του έτους 1824, 19 Μαΐου, Κυριακή του Πάσχα, εν Μεσολογγίω, όπου και αυτοσχεδιασθείς εις το κοινότατον ύφος, εξεφωνήθη επ᾽ Εκκλησίας.

«Τί ανέλπιστον συμβεβηκός! Τί αξιοθρήνητον δυστύχημα! Ολίγος καιρός είναι αφού ο λαός της πολύπαθης Ελλάδος όλος χαρά και αγαλλίαση εδέχθη εις τους κόλπους του τον επίσημον τούτο άνδρα και σήμερον όλος θλίψη και κατήφεια καταβρέχει το νεκρικόν του κρεβάτι με πικρότατα δάκρυα, και οδύρεται απαρηγόρητα. Ο γλυκύτατος χαιρετισμός «Χριστός Ανέστη», έγινε άχαρις την ημέραν του Πάσχα εις τα χείλη του κάθε Έλληνος Χριστιανού, και απανταίνοντας ο ένας εις τον άλλον, πριν του ευχηθή ταις καλαίς εορταίς ερωτούσε «Πώς είναι ο μυλόρδος;». Χιλιάδες άνθρωποι συναγμένοι να δώσουν μεταξύ τους το θείον φίλημα της αγάπης εις την ευρύχωρον πεδιάδα έξω από το τείχος της πόλεώς μας, εφαίνονταν ότι εσυνάχθησαν μόνον και μόνον να παρακαλέσουν τον ελευθερωτήν του παντός διά την υγείαν του συναγωνιστού της ελευθερίας του γένους μας.

Και πως ήτο δυνατόν να μη συντριβή η καρδία όλων; Να μη καταπικραθούν όλων τα χείλη; Ευρέθηκεν άλλη φοράν το μέρος τούτο της Ελλάδος εις περισσοτέραν χρείαν και ανάγκην παρά εις την εποχήν, εις την οποίαν ο πολυθρήνητος Μυλόρδος Μπάιρον επέρασε με κίνδυνον και αυτής της ζωής του εις το Μεσολλόγι, και τότε και εις όσον καιρόν συνέζησε μαζί μας, δεν εθεράπευσε το πλουσιοπάροχόν του χέρι ταις δεινόταταις χρείαις μας, χρείαις όπου η πτωχεία μας ταις άφηνεν αδιόρθωταις; Πόσα άλλα καλά πολύ ακόμα μεγαλύτερα, ελπίζαμεν από αυτόν τον άνδρα; Και σήμερον, αλλοίμονον! Σήμερον ο πικρός τάφος καταπίνει και αυτόν και ταις ελπίδαις μας!

Αλλά δεν ημπορούσε τάχα καθήμενος και έξω από την Ελλάδα, αναπαυόμενος και χαιρόμενος τα καλά της Ευρώπης, να τρέξει με μόνην την μεγαλοδωρίαν της καρδίας του εις βοήθειάν μας; Τούτο αρκούσε δια ημάς, επειδή η δοκιμασμένη φρόνησις και βαθεία εμπειρία του προέδρου της βουλής και διοικητού μας θα εξοικονομούσε με μόνα τα μέσα αυτά την ασφάλειαν των μερών τούτων. Αλλά, αν αρκούσε τούτο δ’ ημάς, δεν αρκούσεν, όχι, δι’ αυτόν. Πλασμένος από την φύσιν, δια να υπερασπίζεται πάντοτε τα δικαιώματα του ανθρώπου όπου και αν τα έβλεπε καταπατημένα, γεννημένος εις ελεύθερον και πάνσοφον έθνος, θρεμμένος από μικρός με την ανάγνωσιν των συγγραμμάτων των αθανάτων προγόνων μας, τα οποία διδάσκουν όσους ηξεύρουν να διαβάσουν, όχι μόνον τι είναι, αλλά και τι πρέπει να είναι και τι ημπορεί να είναι ο άνθρωπος της Ελλάδος να αποφασίσει και να επιχειρισθεί να συντρίψει ταις φρικταίς άλυσαίς του και τα συντρίμματα των αλύσων του να κάμει κοφτερά σπαθιά δια να ξαναποχτήσει με την βίαν ό,τι του άρπαξεν η βία. Είδε και άφησεν όλαις ταις πνευματικαίς και σωματικαίς απόλαυσαις της Ευρώπης και ήλθε να κακοπαθήσει και να ταλαιπωρηθεί μαζί μας, συναγωνιζόμενος όχι μόνον με τον πλούτον του, τον οποίον δεν ελυπήθηκεν, όχι μόνον με την γνώσιν του της οποίας μας έδωκε τόσα σωτηριώδη σημεία, αλλά και με το σπαθί του ακονισμένον εναντίον τη τυραννίας και της βαρβαρότητος. Ήλθεν, εις ένα λόγον, κατά την μαρτυρίαν των οικιακών του, με απόφασιν να αποθάνει εις την Ελλάδα δια την Ελλάδα. Πώς λοιπόν να μη συντριβεί όλων μας η καρδία δια την στέρησιν ενός τοιούτου ανδρός; Πώς να μη κλαύσωμεν την στέρησίν του ως γενικήν στέρησιν όλου του Ελληνικού γένους;

Αλλ’ έως αυτού, αδερφοί, είδατε τον φιλελεύθερον, τον πλούσιον, τον ανδρείον άνθρωπον, τον αληθινόν φιλλέληνα, είδατε τον ευεργέτην. Τούτο φθάνει βέβαια να μας κινήση τα δάκρυα. Δεν φθάνει όμως, δεν φθάνει διά την υπόληψίν του και το μέγεθος του ενδόξου επιχειρηματός του αυτός, του οποίου κλαίομεν τον θάνατον απαρηγόρητα, είναι άνθρωπος ο οποίος (εις το είδος του) έδωκε το όνομά του εις τον αιώνα μας. Η ευρυχωρία του πνεύματός του και το ύψος της φαντασίας του δεν τον άφησαν να πατήση τα λαμπρά, πλην κοινά ίχνη της φιλολογικής των παλαιών δόξας. Έπιασε νέο δρόμον, τον οποίον η γεροντική πρόληψις προσεπάθησε και προσπαθεί ακόμη να τον κλείση εις την σοφήν Ευρώπην. Αλλά όσω ζουν τα συγγράματά του (και θα ζουν όσω ζη ο κόσμος) θέλει μείνει πάντοτε ο δρόμος αυτός ανοιχτός επειδή και αυτός καθώς και ο άλλος είναι δρόμος αληθινής δόξας. Εδώ παρατρέχω όσα με βιάζει να σας κοινοποιήσω το βαθύ σέβας και ο μεγάλος ενθουσιασμός όπου πάντοτε ενέπνευσεν εις την καρδίαν μου η ανάγνωσις των συγγραμμάτων του και τον οποίον αισθάνομαι τώρα σφοδρότερον από άλλην φοράν. Εγκωμίασε και εγκωμιάζει τον ποιητήν του αιώνος μας όλη η σοφή Ευρώπη, και θέλει τον εγκωμιάσουν όλοι οι αιώνες, επειδή εγεννήθηκε διά όλην την Ευρώπην και διά όλους τους αιώνας.

Ένας άλλος συλλογισμός μού έρχεται εις τον νουν, συλλογισμός τόσον ορθός και αληθινός όσον προσαρμοσμένος εις την περίστασιν της πατρίδος μας. Ακούσατε, Έλληνες, με προσοχήν αυτόν τον συλλογισμόν, επειδή θέλω να γενεί και συλλογισμός εδικός σας και συλλογισμός παντοτινός.

Πολλά εστάθησαν τα λαμπρά έθνη εις τον κόσμον, αλλά ολιγώταταις αι εποχαίς της αληθινής των λαμπρότητος. Ένα όμως φαινόμενον, στοχάζομαι, λείπει από τα χρονικά όλου του λαμπρού κόσμου, φιανόμενον το οποίον εδίσταζεν, αν ποτέ ημπορεί να φανεί, και αυτός ο παρατηρητικός νους της φιλοσοφίας. Όλα σχεδόν τα έθνη της γης έπεσαν από τα χέρια του ενός εις τα χέρια άλλου αυθέντου. Κάποτε εκαλλιτέρευσαν, κάποτε εχειροτέρευσαν. Πουθενά όμως το μάτι του ιστορικού δεν είδε κανένα έθνος κατασκλαβωμένον από βαρβάρους και μάλιστα βαρβάρους ριζωμένους από αιώνας εις αυτό το έθνος, δεν το είδε, λέγω, να ξεσκλαβωθεί αφ’ εαυτού του. Ιδού το φαινόμενον. Τούτο σήμερον παρουσιάζεται κατά πρώτην φοράν εις τον κόσμον και φαίνεται εις μοναχήν την Ελλάδα. Ναι, εις μοναχήν την Ελλάδα φαίνεται. Το βλέπει μακρόθεν ο φιλόσοφος και χάνει τον δισταγμόν του, το βλέπει ο ιστορικός και ετοιμάζεται να το διηγηθεί ως νέαν ανακάλυψιν της τύχης των εθνών, το βλέπει ο πολιτικός και γίνεται σκεπτικότερος και προφυλακτικότερος. Τόσον παράδοξος είναι ο καιρός εις τον οποίον ζούμεν αγαπητοί μου Έλληνες! Η επανάστασις της Ελλάδος δεν είναι εποχή του έθνους μας μόνον, είναι εποχή όλων των εθνών, όλων των αιώνων, επειδή, καθώς σας είπα, είναι φαινόμενον μοναδικόν εις την πολιτικήν κατάστασιν των εθνών.

Αυτό το μοναδικόν φαινόμενον επαρατήρησεν ο μεγάλος νους του μεγαλόφρονος, του πολυθρηνήτου Μπάιρον, και ηθέλησε να ενώσει την αθάνατήν του δόξαν με την δόξαν σας και να εμβάσει το όνομά του εις την ιστορία των λαμπρών σας κατορθωμάτων. Δεν έγιναν και άλλαις επαναστάσεις εις ταις ημέραις του; Καμμίαν όμως δεν ακολούθησε, καμμίαν δεν υπερασπίσθη, επειδή ήτον πολλά διαφορετικός ο χαρακτήρ και πολλά διαφορετική η φύσις τους. Η μοναχή δόξα της Ελλάδος ήτον άξια δόξα δια εκείνον, τον οποίον δοξολογούν όλα τα σοφά στόματα. Βλέπετε, ω Έλληνες, βλέπετε εις τι καιρόν ζήτε, εις τι αγώνα εμβήκατε; Βλέπετε ότι με την δόξαν σας δεν ημπορεί να συγκριθεί καμμία δόξα περασμένη; Οι φιλελεύθεροι, οι φιλάνθρωποι, οι φιλόσοφοι όλων των εθνών, και μάλιστα της μεγαλόδωρης Αγγλίας, σας χαιρετούν όλοι μακρόθεν, όλοι σας συγχαίρονται, όλοι σας εμψυχώνουν, και ο ποιητής των καιρών μας, αγκαλά και στεφανωμένος αθανασίαν, εζήλευσε την δόξαν σας και ήλθε προσωπικώς να ξεπλύνει μαζί σας με το αίμα του τα μολυσμένα από την τυραννίαν χώματά μας.

Γεννημένος εις την λαμπρότατην μητρόπολιν της Λόνδρας, ευγενέστατος και από πατέρα και από μητέρα, πόσην χαράν αισθάνθηκε η φιλελληνική του καρδιά, όταν η πτωχή μας πόλις εις σημείον ευγνωμοσύνης, τον επολιτόγραψε; Εις αυτόν τον αγώνα του θανάτου του, ήγουν την στιγμήν όταν κρυμμένη η αιωνιότης δείχνεται εις τον άνθρωπον ευρισκόμενον εις τα όρια της θνητής και αθάνατης ζωής, όταν λέγω όλος ο ορατός κόσμος φαίνεται ένα μόνον σημείον ως προς τα λαμπρά έργα της θείας παντοδυναμίας, εις εκείνην την φοβεράν ώραν ο πολυένδοξος τούτος νεκρός αφήνοντας τον κόσμον όλον εβάσταξεν εις το στόμα του μονάχα δύο ονόματα, της μονάκριβης και πολυαγαπημένης του κόρης και της Ελλάδος. Αυτά τα δύο ονόματα βαθειά ριζωμένα εις τα σπλάχνα του, μήτε η στιγμή του θανάτου δεν μπόρεσε να τα εξαλείψη. «Κόρη μου!» είπεν, «Ελλάς!» είπεν, και η φωνή του έλειψε! Ποία ελληνική καρδία να μη συντρίβεται όσαις φοραίς ενθυμείται αυτήν την περίστασιν;

Δεκτά βέβαια, αγαπητοί μου Έλληνες, πολύ δεκτά είναι εις την σκιάν του τα δάκρυά μας, επειδή είναι δάκρυα ειλικρινή, δάκρυα των κληρονόμων της αγάπης του. Αλλά πολύ δεκτότερα δι’ αυτόν θα είναι τα έργα μας δια την πατρίδα, τα οποία και χωρισμένος από ημάς, θα παρατηρεί επάνωθεν από τους ουρανούς, τους οποίους του άνοιξεν η αρετή του· αυτήν και μοναχήν την ευγνωμοσύνην γυρεύει από ημάς εις ταις ευεργεσίαις του, αυτήν την ανταμοιβήν εις την προς ημάς αγάπην του, αυτήν την ελάφρωσιν εις ταις ταλαιπωρίαις του, αυτήν την πληρωμήν δια τον χαμόν της πολύτιμης ζωής του. Όταν, αγαπητοί μου Έλληνες, η δύναμίς σας κατορθώσει να αποσυντρίψει τα χέρια οπού μας αλυσόδεναν, τα χέρια οπού άρπαζαν από ταις αγκάλαις μας τους αδελφούς, τα τέκνα, την κατάστασίν μας, τότε θα χαρεί η σκιά του, τότε θα αγαλλιασθεί η κόνις του· ναι, εις την μακαρίαν εκείνην ώραν του ευτυχισμένου τέλους των αγώνων σας ο αρχιερεύς θ’ απλώνει την ιεράν του και ελεύθερην δεξιάν και θα ευλογεί και αγιάζει τον πολυένδοξον τάφον του, το Παλικάρι ζωσμένον το σπαθί από τα τυραννικά αίματα βαμμένον θα τον στολίζει με δάφναις, ο Πολιτικός με εγκώμια, ο Ποιητής γυρμένος εις την αρμονικότατην ταφόπετράν του θα γίνεται ποιητικώτερος τότε ανθοστεφανωμέναις οι Παρθέναις της Ελλάδος, την μαγευτικήν ωραιότητα των οποίων έψαλεν ο πολυένδοξος συμπολ´θτης μας Μπαρων εις πολλά του ποιήματα, τότε τα ωραία μας τέκνα, χωρίς πλέον να φοβούνται να μολυνθούν από τα αρπαχτικά χέρια των τυράννων μας, θα σταίνουν χορόν τριγύρω εις τον τάφον του, τραγουδώντας τα κάλλη της γης μας, τα οποία με τόσην χάριν και αλήθειαν ο ποιητής του αιώνος μας έψαλεν.

Αλλά ποία ιδέα λυπηρή μου έρχεται τώρα εις τον νουν; με επλάνεσεν η φαντασία μου, ενόμισα ότι βλέπω όσα η καρδία μου επιθυμεί υπόθεσα ευλογίαις Αρχιερέων, δφνοστεφανώματα, ύμνους, χορούς τριγύρω εις τον τάφον του ευεργέτου της Ελλάδος· αλλά ο τάφος αυτό δεν θέλει έχει μέσα του τα πολύτιμα λείψανα αυτού του ευεργέτου! άδειος θα μείνει ο τάφος! το σώμα του ολίγαις ημέραις ακόμη μένει εις το πρόσωπον της γης μας της νέας Πατρίδας του! δεν παραδίδεται εις ται αγκάλαις της! μεταφέρεται εις την γην, την οποίαν ετίμησεν η γέννησίς του!

Αι ιδικαίς σου αγκάλες, ακριβή του και πολυαγαπητή θυγάτερ, αι ιδικαί σου θα το δεχθούν, τα δάκρυα τα εδικά σου θα παρηγορήσουν τον σωματοφόρον τάφον του, και τα δάκρυα των ορφανών Ελλήνων θέλει χύνονται πάνω εις την θήκη του πολυτιμότατου πνεύμονός του και απάνω εις όλην την γην της Ελλάδος, επειδή όλη η γη της Ελλάδος του είναι ο τάφος του· καθώς εις ταις υστεριναίς στιγμαίς της ζωής του, εσέ, εις την Ελλάδα είχεν εις την καρδίαν του και εις τα χείλη του, δίκαιον ήταν και ύστερα από τον θάνατόν του να λάβη και αυτή μερίδιον από τα μεγαλοτίμητα λείψανά του. Η πατρίδα του, το Μεσολόγγι, σφιχταγκαλιάζει, ως σύμβολον της αγάπης του τον πνεύμονά του, δέξου και συ, γλυκύτατε καρπέ της καρδίας του αποθανόντος, δέξου το πτώμα του, την καρδίαν του, τα εντόσθιά του· σου τα ξεπροβοδεί όλη η Ελλάς μαυροφορεμένη, όλη απαρηγόρητη· σου τα ξεπροβοδεί με όλην την εκκλησιαστικήν, την πολιτικήν και στρατιωτικήν τιμήν και παράταξιν, και με όλον το πλήθος των συμπολιτών του Μεσολογγιτών και ομογενών του Ελλήνων· σου τα ξεπροβοδεί στεφανωμένα με την ευγνωμοσύνην της, παρηγορημένα με τα δάκρυά της, συνωδευμένα, με τας θεοδέκτους ευχάς και ευλογίας του πανιερωτάτου Αρχιεπισκόπου μας, του αληθινού ζηλωτού της ελευθερίας του γένους, Κυρίου Πορφυρίου, του φιλοπάτριδος αγίου επισκόπου (Ρωγών) Κυρ. Ιωσήφ, και ολου του κλήρου. Μάθε, ευγενεστάτη κόρη, μάθε ότι στρατηγοί τα εβάσταξαν εις τους ώμους τους, και τα έφεραν εις την εκκλησίαν· χιλιάδες Έλληνες στρατιώται εσκέπαζαν τα δεξιά και αριστερά μέρη του δρόμου, όθεν τα εδιάβαιναν, και τα στόματα των τουφεκιών, οπού εκατάφαγαν τόσους και τόσους τυράννους, ήσαν όλα γυρμένα κατά την γην, ωσάν να ήθελαν να πολεμήσουν την γην, οπού τους άρπαξε τον ειλικρινή φίλο τους. Όλα αυτά τα πλήθη των στρατιωτών με το σπαθί τούτην την στιγμήν εις την μέση, με το τουφέκι εις τον ώμον, και έτοιμα να εκστρατεύσουν εναντίον του άσπονδου εχθρού του Χριστού και του ανθρώπου, περικυκλώνουν το νεκρικόν κρεββάτι, και ορκίζονται να μη λησμονήσουν ποτέ τας θυσίας του πατρός σου, και ποτέ να μην αφήσουν να πατηθή από βάρβαρον και τυραννικόν ποδάρι ο τόπος εις τον οποίον ευρίσκονται απομεινάρια του. Χιλιάδες στόματα χριστιανικά ανοίγονται αυτήν την στιγμήν, και ο ναός του Υψίστου Θεού των Χριστιανών αναβοά όλος ύμνους, όλος ικεσίας, δια να κατευοδωθούν τα σεβάσμια λείψανά του εις την πατρικήν του γην, και να αναπαυθή η ψυχή του όπου οι δίκαιοι αναπαύονται».

Σπυρίδωνος Τρικούπη λόγοι επικήδειοι και επινίκειοι εκφωνηθέντες εις επήκοον του λαού επί της Ελληνικής Επαναστάσεως. Αίγινα Εθνικό Τυπογραφείο, 1829.

French Corfu

The French Occupation of Corfu – 1797-1799 & 1807-1814

By Frank Giles

On 8 May 1797, following Napoleon Bonaparte’s brilliant campaign in Northern Italy, the Venetian Senate signified its readiness to accept the conqueror’s terms. La Serenissima had politically ceased to exist and its empire lay open to the first taker. Napoleon was in no doubt who that should be. He always considered, to the point of obsession, that the Ionian Islands, Corfu principal among them, were the key to the Eastern Mediterranean and thus to the route to the Orient. Accordingly he hastened to take possession of Corfu and the other islands, employing the artful ruse of combining a French fleet with a Venetian convoy, the ships sailing under the Venetian flag.

When the fleet arrived at the end of June 1797 French troops, under the command of the Corsican general Gentili, were initially well received. Most of the population welcomed the promise of new liberties and an end to the power of aristocracy. These feelings did not last very long. The newcomers caused much offence by appointing two Jews to the Municipal Council, as well as by their disrespectful attitude towards religion, which included – horror of horrors – the mocking of St Spyridon.

Yet this first French occupation, formalised by the Treaty of Campo Formio’s transfer of sovereignty to France, brought some tangible benefits. In May 1798 the French installed in Corfu the first printing press to be known in Greece. They also abolished the feudal system, burnt the Libro d’Oro, laid down plans for improved education and substituted Greek for Italian as the official language (though this last edict had no particular effect until much later).

But none of this was enough to win the cooperation of the islanders, who soon discovered that these revolutionary French were just as penniless and just as inclined to impose taxes as the Venetians. When therefore Russia and Turkey joined the second coalition against France and dispatched a combined fleet to reconquer the islands, their troops found in some of them a ready welcome. Corfu, with its French garrison, proved a tougher nut to crack. Only after several months’ siege and some fierce engagement did the French commander Chabot admit himself beaten. When Russian troops entered Corfu town in March 1799, they were enthusiastically greeted and the church bells pealed. The tactful Russian commander, Admiral Ushakov, proceeded immediately to St Spyridon’s church, there to give thanks for the victory.

For the next seven years, the seven islands enjoyed the status of an independent federal state – the Septinsular Republic – under the protection of Russia, but paying tribute to Constantinople. It was a curious and unnatural arrangement. […] By 1807 the Franco-Russian Treaty of Tilsit had restored the islands to French rule.

This second French occupation (1807-1814) was marked first by the wise and humane rule of Governor-General Donzelot (one of the main streets in Corfu town, bordering the harbour, is called after him), and second by the conquest of the southern Ionian Islands by the British and by their not very energetic blockade of Corfu. The executive powers were administered by the French Governor-General and the Senate, which in 1807 appointed a government limited to three ministers: Finance – Count Sordinas, Home Affairs – Count Flamburiari, Justice and Public Order – Count Karatzas. Donzelot remained firmly in control of the islands, and by these reforms and efficient administration made France as popular as before she had been unpopular. This time not only was St Spyridon not ridiculed, but his processions were carried out with proper respect and splendour. Newspapers were published, the Ionian Academy for the Encouragement of the Arts and Sciences founded, agriculture improved, and the whole system of government, still based upon mediaeval Venetian laws overhauled. Under the direction of Mathieu de Lesseps (father of the future creator of the Suez Canal), work began on building “Liston” on the north side of the Esplanade, the handsome houses rising above arcades, which recall the Rue de Rivoli in Paris.

Napoleon’s abdication in 1814 was followed by a tightening of the British blockade. Donzelot held out until the receipt of an order from the restored Louis XVIII to give way, and on 21 June 1814 Corfu came under the control of the British troops. […] Finally, in November 1815, a Treaty was signed in Paris under which the seven islands were defined as constituting “a single free and independent state under the exclusive protection of His Britannic Majesty”.

[Frank Giles, “History: The British Protectorate” in Corfu: The Garden Isle. London, UK: John Murray, 1994, pp 45-46]

This presentation is curated by Megakles Rogakos, MA MA PhD

PICTURES

Petrus Bertius (Beveren, 1565- Paris, 1629). Tabularum Geographicarum Contractarum Libri Septem – Corfu, 1616. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Joseph Roux (France, Marseille, 1725-1789). Map of Anchorage of Corfu, 1764. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Napoléon Bonaparte (France, 1769-1821). Proclamation to the Egyptians, 2 July 1798. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Anonymous (France ?). Costume of Heptanese Order of Joseph-Napoléon, 1808. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
André Grasset de Saint-Sauveur (France, 1724-1794). View of the City of Corfu and its Port, 1800. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Jacques Couché (France, 1759-1835). Corfu, c. 1810. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
François Pouqueville (France, 1770-1838). View of Corfu, 1835. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
François Pouqueville (France, 1770-1838). View of Lefkada, 1835. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Étienne Rey (France, 1789-1867). Corfu – Point at Chrysiida, where the Gardens of Alcinous were, 1844 / 1867. Courtesy of the Corfu Reading Society, Corfu Old Town.
Maxim Gauci (Malta, 1774-1854). Types of Corfu: Chief Justice / Inspector of Health / Greek Priest / Merchant / Street Dancer / Violinist / Notable Bulgarian / Cattle Contractor, 1807-1832. Watercolour on paper, 30 x 19 cm. Courtesy of Count Flamburiari Art Collection.
Maxim Gauci (Malta, 1774-1854). Portrait of the Minister of Justice, Count Ioannis Karatzas, 1807. Watercolour on paper, 30 x 19 cm. Courtesy of Count Flamburiari Art Collection.
Anonymous (Italian ?). Portrait of Count Anastasio Flamburiari (1774-1828), c. 1810. Courtesy of San Stefano Estate, Benitses, Corfu.
Imperial Decree signed by General César Berthier and executed by the Minister of Home Affairs Count Anastasio Flamburiari, Corfu,    9 September 1807. Printed on paper, 28 x 40 cm. Courtesy of Count Spiro Flamburiari Collection, Corfu.
Imperial Decree signed by General César Berthier and executed by the Minister of Home Affairs Count Anastasio Flamburiari, Corfu,  24 September 1807. Printed on paper, 18 x 21  cm. Courtesy of Count Spiro Flamburiari Collection, Corfu.